Είμαστε ακόμα ζωντανοί!

Άγνωστες πτυχές της σχεδόν 40χρονης παρουσίας μου στον «Νέο Κόσμο»

Κάποιοι παλιοί δημοσιογράφοι έλεγαν ότι όταν διαβάζεις μια καλή εφημερίδα είναι σαν να ακούς την πατρίδα να σου ψιθυρίζει. Στην περίπτωση του «Νέου Κόσμου» είναι σαν να σου ψιθυρίζουν και άλλοι! Η Αυστραλία, η Ελλάδα, η Κύπρος, ο κόσμος, μα πάνω από όλα η παροικία! Εσείς.

Ο «Νέος Κόσμος» συμπλήρωσε φέτος 60 χρόνια ζωής. Όλα αυτά τα χρόνια, όλοι όσοι πέρασαν από την εφημερίδα (και είναι αμέτρητοι) και όλοι όσοι την υπηρετούν ακόμα, άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο, προσπάθησαν με ήθος, συνέπεια και δημοσιογραφική ακεραιότητα «να σας ψιθυρίζουν» αυτά που συμβαίνουν στην παροικία μας κι αλλού.

Να σας ενημερώνουν, γράφοντας παράλληλα την ίδια την ιστορία όπως αυτή εξελισσόταν. Και να την ερμηνεύουν.

Στο σημερινό επετειακό αφιέρωμα των 60 χρόνων, οι περισσότεροι συνάδελφοι φωτίζουν γνωστές και άγνωστες πτυχές του «Νέου Κόσμου», την σχέση τους με σας και τι σημαίνει η εφημερίδα για εμάς τους ίδιους που την υπηρετούμε.

Στα προηγούμενα επετειακά αφιερώματα της εφημερίδας (στα 25, 30, 40 και 50 της χρόνια) είχα την τύχη να αναφερθώ στην ιστορία της και τους ανθρώπους που την δημιούργησαν.

Σήμερα θέλω να σταθώ στην δική μου σχέση με τον «Νέο Κόσμο». Μια σχέση δυνατή, πολύχρονη αλλά και… περίεργη μιας και μερικές φορές βρέθηκα εκτός εφημερίδας, ενώ κάποιες άλλες φορές με θεωρούσαν «ξένο σώμα»…

Εγώ βρέθηκα στον «Νέο Κόσμο» το 1979. Τα προηγούμενα δυο χρόνια εργαζόμουν στην «Νέα Ελλάδα» του Δημήτρη Παπαγεωργίου όπου με… πήγε ο Σπύρος Μεταλλινός, ένας φίλος που έφυγε από τη ζωή πρόσφατα.

Λίγο τα νιάτα, λίγο κάποιες δημοσιογραφικές γνώσεις που απέκτησα από το RMIT όπου φοίτησα και πιο πολύ το πάθος και η αγάπη μου για την δημοσιογραφία, με βοήθησαν να ξεχωρίσω κάπως στη «Νέα Ελλάδα». Πιο πολύ βοήθησαν όμως κάποια πρωτοποριακά διαφημιστικά αφιερώματα που έκανα τότε στη «Νέα Ελλάδα» τα οποία και της απέφεραν σημαντικά έσοδα.

Έτσι, όταν ο Δημήτρης Γκόγκος αποφάσισε να αγοράσει τη «Νέα Ελλάδα», την οποία θεωρούσε «επικίνδυνο αντίπαλο» (κακώς, κατά τη γνώμη μου, μιας και η εφημερίδα αυτή είχε ουσιαστικά πτωχεύσει μετά από μια πυρκαγιά, τα αίτια της οποίας παραμένουν άγνωστα μέχρι σήμερα), πήρε και τον Δημήτρη Παπαγεωργίου πίσω, τον Σπύρο Μεταλλινό και εμένα, προφανώς ποντάροντας στο ότι θα του έφερνα διαφημίσεις…

Σχεδόν αμέσως ο Τάκης Γκόγκος με έχρισε διευθυντή του διαφημιστικού τμήματος και μου έδωσε και δικό μου γραφείο! Ακόμα και δική μου προσωπική τηλεφωνική γραμμή. Μια πολυτέλεια που εκείνη την εποχή δεν την είχαν όλοι…

Δεν τα πήγα άσχημα και αυτό ενθουσίαζε τον Γκόγκο. Φυσικά, παράλληλα με τα αφιερώματα δεν είχα παραλείψει και τα δημοσιογραφικά μου καθήκοντα. Μόνο που εκεί, στην αρχή τουλάχιστον, με είχαν περιορίσει στην «παρακατιανή» έκδοση της «Νέας Ελλάδας».

Ο Χρήστος Μουρίκης με είχε «φακελωμένο» από την εποχή που εργαζόμουν στην «Νέα Ελλάδα» και είχα ταχθεί με την ομάδα που τον αντιπολιτευόταν στην Κοινότητα και τον πήγε στα δικαστήρια και με τη δική μου υπογραφή.

Αμέτρητα τα «καψόνια» που μου είχε κάνει… Ένα διάστημα που ο Γκόγκος και ο Πεζάρος απουσίαζαν μαζί στην Ελλάδα, επί ένα και πλέον μήνα δεν δημοσίευσε ούτε ένα μονόστηλό μου στην εφημερίδα. Έγραφα τα κείμενα, τα πλάκωνε στο γραφείο του με μια πέτρα που είχε φέρει από την Κεφαλλονιά και μετά τα… πέταγε στον κάλαθο των αχρήστων.

Το γεγονός ότι τότε έκανα και το δελτίο ειδήσεων στον ραδιοφωνικό σταθμό του 3ΕΑ (νυν SBS) δεν με βοηθούσε. Η «γραμμή» του σταθμού ήταν διαφορετική και «χάλαγε» την επιρροή του «Νέου Κόσμου». Όταν, μάλιστα, o Τάκης Ευστρατιάδης και η οργάνωσή του, Hellenic Distinctions, μου απένειμαν το δημοσιογραφικό βραβείο για το δελτίο ειδήσεων του 3ΕΑ, μεγαλύτερο κακό δεν θα μπορούσαν να μου κάνουν!

Εντός του «Νέου Κόσμου» με θεωρούσαν «ανταγωνιστικό» προς την εφημερίδα και οι εκτός (Σιδηρόπουλος, Βαβίτσας κ.ά.) «πράκτορα της ASIO». Ναι, ναι! Έλεγαν και κάτι τέτοια για μένα από τον δικό τους ραδιοφωνικό σταθμό (3CR).

Ο δε Μουρίκης δημοσίευε επιστολές στο «Νέο Κόσμο» σε βάρος μου τις οποίες υπέγραφε ως… Κατωπόδης!

Πέρασαν πολλές διακυμάνσεις οι σχέσεις μου με τον Χρ. Μουρίκη. Είχαμε και πολλές καλές στιγμές συνεργασίας. Και δεν είναι τυχαίο ότι την τελευταία του συνέντευξη, λίγο πριν πεθάνει, μέσα από το νοσοκομείο, φορώντας μάσκα οξυγόνου, την έδωσε σε μένα.

Με τον Νώντα Πεζάρο η σχέση μας ήταν διαφορετική. Τον σεβόμουν. Και εκείνος, όμως, αν και με θεωρούσε άνθρωπο του… Γκόγκου πιστεύω ότι εκτιμούσε την εργατικότητά μου και την κρίση μου και σιγά-σιγά με εμπιστευόταν.

Έτσι, ακόμα και από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, συχνά-πυκνά έκανα και χρέη αρχισυντάκτη, ειδικά για την έκδοση της Δευτέρας.

Με τον Τάκη Γκόγκο τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Δεν ήταν ούτε η κοινή χιώτικη και Μικρασιάτικη καταγωγή μας που μας έφερε κοντά.

Ήταν που εγώ είχα νέες, πρωτοποριακές ιδέες και έκανα αφιερώματα που του έφερναν διαφημίσεις, αλλά αναλάμβανα, για λογαριασμό του και μέρος της διοργάνωσης περιοδειών καλλιτεχνών που έφερνε μαζί με άλλους (Χ. Μιχαήλ, Β. Ηλιάδη κ.ά.).

Έτσι γνώρισα και από κοντά αρκετά αστέρια του ελληνικού τραγουδιού και του θεάτρου.

Την περίοδο 1984-1985 επέστρεψα στην Ελλάδα όπου εργάστηκα στο περιοδικό «Απόδημος» του ΠΑΣΟΚ, στο ΑΠΕ και την ΕΡΤ. Παράλληλα, έστελνα και ανταποκρίσεις στον «Νέο Κόσμο» και το 3ΕΑ.

Ο Γκόγκος με πίεζε να επιστρέψω, αλλά εγώ αντιστεκόμουν. Τότε έμεινε κενή η θέση του συντονιστή του Ελληνικού Προγράμματος του 3ΕΑ. Έκανα αίτηση, με πήραν και επέστρεψα.

Εκείνη την εποχή οι σχέσεις των Γκόγκου, Πεζάρου και Μουρίκη δεν ήταν και οι καλύτερες. Έτσι μετά την επιστροφή μου από την Ελλάδα και ενώ είχα αναλάβει το συντονισμό του ελληνικού προγράμματος του 3ΕΑ, ο Πεζάρος, ο Μουρίκης, ο Σταυρόπουλος και ο Πολίτης αποφάσισαν να βγάλουν το δικό τους περιοδικό, την «Παροικία» και ο Γκόγκος το δικό του με τίτλο «Το Νέο».

Ομολογουμένως, η «Παροικία» τα πήγε καλύτερα, αλλά και «Το Νέο» δεν τα πήγε άσχημα. Βασικά το περιοδικό δεν ενδιέφερε ιδιαίτερα τον Γκόγκο. Απλά το είχε ως «αντίβαρο» στην «Παροικία» και τους συνεταίρους του στο «Νέο Κόσμο».

Τη… νύφη την πλήρωνα εγώ! Δόθηκε εντολή ούτε το πόδι μου να μην πατήσω στον «Νέο Κόσμο» εκείνη την εποχή, ενώ δεχόμουν και σκληρή κριτική από την «Παροικία» για τα προγράμματα του 3ΕΑ που τότε είχαν απίστευτη απήχηση. Σύμφωνα με μετρήσεις ανεξάρτητων οργανισμών, η ακροαματικότητά τους είχε φθάσει το 84%. Δεν είναι τυχαίο ότι ένας έρανος για την «Φροντίδα» που έγινε μέσα από μια εκπομπή 45 λεπτών απέφερε 270.000 δολάρια το 1987!

Η επιτυχία του ελληνικού προγράμματος ήταν η αιτία που δεχόμουν επιθέσεις από το σύνολο του ομογενειακού τύπου. Δεκάδες σελίδες ήταν αφιερωμένες στην «αφεντιά» μου και τα «απαράδεκτα» προγράμματα. Προγράμματα που άλλοι έφτιαχναν μιας και εγώ δεν έβγαινα στον αέρα…

Σιγά-σιγά οι «συνέταιροι» τα βρήκαν, έκλεισε «Το Νέο» και το περιοδικό «Παροικία» πέρασε στον «Νέο Κόσμο». Ήταν, τότε, που βρεθήκαμε και πάλι μαζί στο ίδιο μετερίζι με τον Μπάμπη Σταυρόπουλο.

Η «γαλήνη» δεν κράτησε για πολύ…

Ο Νώντας Πεζάρος αποχώρησε πουλώντας τις μετοχές του στον Δημήτρη Γκόγκο. Εγώ, τότε, ήμουν με πλήρη απασχόληση στο 3ΕΑ και πιεζόμουν από τον Γκόγκο να παραιτηθώ για να εργαστώ αποκλειστικά στον «Νέο Κόσμο».

Τελικά, πριν πάρω εγώ την μεγάλη απόφαση, την πήρε η SBS που με απέλυσε (μαζί με τον συγχωρεμένο Κώστα Νικολόπουλο). Την απόλυσή μου την είχαν ζητήσει με επιστολές τους πολλοί. Ανάμεσά τους ο Γιώργος Ζάγκαλης, που ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της SBS και θεωρούσε ασυμβίβαστο να είμαι και εκεί και στον «Νέο Κόσμο», αλλά και ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ. Στυλιανός, που με θεωρούσε «εχθρό της Εκκλησίας».

Άτυπα στην αρχή (αλλά ουσιαστικά) ανέλαβα αρχισυντάκτης της εφημερίδας. Ήταν αρχές της δεκαετίας του ’90 και ο ρόλος ιδιαίτερα απαιτητικός μιας και παρέμενε στην εφημερίδα ο τρίτος συνέταιρος, ο Χρήστος Μουρίκης, με τον οποίο είχαμε συχνά διαφορετικές απόψεις.

Σχετικά σύντομα πούλησε και ο Χρήστος Μουρίκης τις μετοχές του και έτσι είχα πια περισσότερη ευχέρεια αναφορικά με τη «γραμμή» και την ύλη της εφημερίδας.

Για κακή μου τύχη, είχα συνεταιριστεί τότε, με τον Γκόγκο και άλλους σε ένα συνδρομητικό ραδιοφωνικό σταθμό (Ελληνική Υπηρεσία Ραδιοφωνίας Μελβούρνης) ο οποίος τα πήγαινε καλά, έως ότου άνοιξε το 3ΧΥ.

Λίγο αργότερα άνοιξε και το 3ΑΒ. Για μικρό χρονικό διάστημα είχαμε εκπομπές του «Νέου Κόσμου» στο 3ΧΥ ενώ αργότερα έκανα εκπομπές και στο 3ΑΒ.

Όταν το τελευταίο πέρασε στον έλεγχο του Δημήτρη Σκουλούδη, στην κυριολεξία από το πρωί έως το βράδυ ήμουν στο στόχαστρο πολλών.

Ειλικρινά δεν ξέρω γιατί γινόμουν στόχος. Υποθέτω λόγω της σχέσης μου με τον «Νέο Κόσμο» και επειδή θεωρούσαν ότι συνέβαλα και εγώ (παρά την αποχώρηση των ιστορικών στελεχών του Πεζάρου και Μουρίκη) στο να παραμένει δυνατή η εφημερίδα.

Για μερικά χρόνια ήμουν ο… σάκος του μποξ για το συγκρότημα Σταμούλη και το συγκρότημα Σκάλκου.

Από κοντά και ο Σκουλούδης που εκτός από το 3ΑΒ έβγαζε εφημερίδα και ο Μουρίκης (αλλά και άλλοι) μου αφιέρωναν μισή σελίδα σε κάθε έκδοση!

Σε μερικές περιπτώσεις οι επιθέσεις δεν περιορίζονταν μόνο σε μένα αλλά έφταναν και σε μέλη της οικογένειάς μου.

Ένα από τα πολλά επιχειρήματα που χρησιμοποιούσαν οι επικριτές μου ήταν ότι ήμουν «άνθρωπος της Εκκλησίας». Την ίδια στιγμή που η Αρχιεπισκοπή ζητούσε εγγράφως από τον Γκόγκο να με… απολύσει.

Ο Γκόγκος όμως στάθηκε στο πλευρό μου. Μου έδειξε εμπιστοσύνη και αυτό βοήθησε ώστε η εφημερίδα να παραμένει στην πρωτοπορία.

Οι καιροί είχαν αλλάξει. Δεν ήταν μόνο οι ραδιοφωνικοί σταθμοί και τα κανάλια που απειλούσαν τα έντυπα μέσα ενημέρωσης. Ήρθε και το διαδίκτυο.

Ο «Νέος Κόσμος» δεν μπορούσε πλέον να επιβιώσει με την παλιά πρακτική. Να γεμίζει τις περισσότερες σελίδες του με αναδημοσιεύσεις από τον ελλαδικό τύπο.

Στραφήκαμε στο παροικιακό ρεπορτάζ και αναδεικνύαμε θέματα που αφορούσαν την ομογένεια. Κάναμε καμπάνιες για πολλά θέματα. Για παράδειγμα, για την εκστρατεία της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα συγκεντρώσαμε πάνω από 20.000 υπογραφές που όταν δόθηκαν στον τότε πρωθυπουργό, Τζον Χάουαρντ, την υιοθέτησε αμέσως.

Συγκεντρώσαμε δεκάδες χιλιάδες υπογραφές για να ενταχθεί η Ελληνική γλώσσα στο Ενιαίο Εθνικό Πρόγραμμα Διδασκαλίας Γλωσσών και το πετύχαμε.

Αναδείξαμε τους συμπαροίκους του περασμένου αιώνα με την συμμετοχή και των αναγνωστών μας.

Καταγράψαμε τους ομογενείς επιστήμονες. Αμέτρητες, πρωτοποριακές πρωτοβουλίες που άφησαν εποχή.

Εκείνη την δύσκολη εποχή που ο Γκόγκος είχε το 100% της εφημερίδας και τον πολιορκούσαν με θεμιτούς και αθέμιτους τρόπους οι ανταγωνιστές του, πολλές φορές ξημεροβραδιαζόμουν στην εφημερίδα. Όπως και οι περισσότεροι συνάδελφοι εξάλλου.

Νομίζω, αφιέρωσα την ζωή μου στην εφημερίδα και την υπηρετώ με το ίδιο μεράκι ακόμα, αλλά μου έδωσε και εκείνη πολλά. Γνώρισα σημαντικούς ανθρώπους. Και δεν αναφέρομαι υποχρεωτικά σε πολιτικούς, επιστήμονες, καλλιτέχνες, επιχειρηματίες και αθλητές.

Αναφέρομαι σε αναγνώστες μας, ανθρώπους της βιοπάλης που δεν σταματούν να με εκπλήσσουν καθημερινά.

Όταν τελικά στα μέσα της δεκαετίας του 2000 η διεύθυνση της εφημερίδας πέρασε στον Χριστόφορο Γκόγκο οι αλλαγές ήταν πιο επαναστατικές. Τόσο στην ύλη όσο και στην εμφάνιση της εφημερίδας που έγινε έγχρωμη. Αλλά και στη θεματολογία της. Προσπαθήσαμε και προσπαθούμε -κάνοντας χρήση τόσο της ελληνικής όσο και της αγγλικής γλώσσας- να απευθυνόμαστε σε όλες τις γενιές.

Στην πραγματικότητα σε όλους όσους ενδιαφέρονται για αυτά που συμβαίνουν στην παροικία μας, στην Ελλάδα και όπου ζουν Έλληνες.

Ο Χριστόφορος Γκόγκος συνέχισε την πολιτική του πατέρα του που συνοψίζεται στο παλιό σύνθημα της «ελευθεροτυπίας». Δηλαδή στο «όλες οι ειδήσεις, όλες οι απόψεις». Αρκεί να τηρείται η δεοντολογία και τα σχόλια και τα άρθρα να υπογράφονται. Ελευθερία που την έχουν όλοι οι συνάδελφοι.

Τα τελευταία χρόνια η παρουσία μας είναι ιδιαίτερα έντονη στο διαδίκτυο όπου έχουμε (σε ελληνικά και αγγλικά) on line έκδοση που είναι προσβάσιμη σε όλους αλλά και ψηφιακή έκδοση (σε μορφή pdf) που είναι διαθέσιμη με συνδρομή.

Δυναμική παρουσία έχουμε και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (facebook, Instagram, twitter).

Τον Φεβρουάριο, που ήταν τα γενέθλια του «Νέου Κόσμου», είχα γράψει κάποιες σκέψεις που θέλω να τις ξαναμοιραστώ σήμερα μαζί σας.

Είχα γράψει, λοιπόν, ότι οι σχέσεις που αναπτύσσουν οι εφημερίδες σε κάθε μήκος και πλάτος της Γης με το αναγνωστικό τους κοινό είναι κάτι παραπάνω από ξεχωριστές. Στην περίπτωση του «Νέου Κόσμου» η σχέση που έχουν δημιουργήσει οι άνθρωποι της εφημερίδας μας με σας, είναι σχέση ζωής. Μια σχέση η οποία αναπτύχθηκε και μεγάλωσε μαζί με τα προβλήματα και τα όνειρα πολλών ανθρώπων που βρέθηκαν χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη. Και που συνεχίζεται σήμερα με τα παιδιά τους και με τα εγγόνια τους.

Ο «Νέος Κόσμος», η δίγλωσση τρισεβδομαδιαία εφημερίδα του Ελληνισμού της Αυστραλίας, έχει πολλούς λόγους να αισθάνεται υπερήφανος. Η κυκλοφορία του, η οποία ελέγχεται (όπως και όλων των μεγάλων εφημερίδων και περιοδικών της χώρας) από την ανεξάρτητη υπηρεσία ABC είναι η μεγαλύτερη από κάθε άλλο ελληνικό έντυπο. Θεωρείται η πιο πετυχημένη μη αγγλόφωνη εφημερίδα της Αυστραλίας και η μεγαλύτερη του απόδημου Ελληνισμού.

Παραμένει, χωρίς αμφιβολία, η εφημερίδα του Ελληνισμού της Αυστραλίας και προσπαθεί να αφουγκράζεται με προσοχή και ευαισθησία τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα όλης της ομογένειας (πρώτης, δεύτερης και τρίτης γενιάς) και να τα αναδεικνύει τόσο στην ελληνική όσο και στην αγγλική γλώσσα. Οι βασικές αρχές της εφημερίδας δεν άλλαξαν όμως.

Ο «Νέος Κόσμος» παραμένει μια εφημερίδα που από το ξεκίνημά της έως σήμερα, δεν περιορίστηκε μόνο στον δημοσιογραφικό ρόλο της και ίσως αυτό να εξηγεί την άρρηκτη σχέση με το κοινό της. Στη δεκαετία του ’60 έφτανε στο σημείο να οργανώνει μέχρι και συσσίτια για τους άνεργους Έλληνες μετανάστες. Επίσης, πρωτοστάτησε στους αγώνες για τα εθνικά μας θέματα και δεν είναι τυχαίες οι φιλελληνικές θέσεις όλων των αυστραλιανών κυβερνήσεων. Είχε ιδιαίτερα έντονη αντιδικτατορική δράση και, εκτός των άλλων, συνέβαλε στο να περιοδεύσουν τότε στην Αυστραλία οι Ανδρέας Παπανδρέου, Μίκης Θεοδωράκης και άλλοι αντιστασιακοί.

Αργότερα, πρωτοστάτησε στη δημιουργία Έδρας Νεοελληνικών στο Πανεπιστήμιο Μελβούρνης, αλλά –κυρίως- στην καθιέρωση του πολυπολιτισμού.

Το Εργατικό Κόμμα, μετά την άνοδο του Γκοφ Ουίτλαμ στην εξουσία το 1972, υιοθέτησε πολλές από τις προτάσεις του «Νέου Κόσμου» για την καθιέρωση του πολυπολιτισμού. Πολιτικές που συνέχισε και ενδυνάμωσε αργότερα ο Φιλελεύθερος Μάλκολμ Φρέιζερ. Η άρση της απαγόρευσης πολιτογράφησης Αυστραλών πολιτών σε μετανάστες που ανέπτυσσαν πολιτική δραστηριότητα, η μεταφορά συντάξεων στο εξωτερικό, η δημιουργία της SBS αλλά και η χρηματοδότηση των μεταναστευτικών σχολείων, ήταν μερικές από τις καμπάνιες του «Νέου Κόσμου» που είχαν επιτυχία. Και δεν είναι τυχαίο που η πρώτη άδεια του ραδιοφωνικού σταθμού 3ΕΑ (ήταν το ξεκίνημα της SBS) εκδόθηκε στο όνομα του Δημήτρη Γκόγκου.

Οι αγώνες μας για τους μετανάστες και τον πολυπολιτισμό δεν σταμάτησαν και δεν σταματούν ποτέ.

Μετά τα χρόνια της μαζικής μεταπολεμικής μετανάστευσης δημιουργήθηκαν όμως και άλλες ανάγκες. Πρωτοστατήσαμε, λοιπόν, στη δημιουργία της «Πρόνοιας» από όπου στη συνέχεια δημιουργήθηκε και η «Φροντίδα» οι πρώτοι έρανοι της οποίας γίνονταν στα γραφεία μας. Και έτσι φτιάχτηκαν και τα πρώτα ελληνικά γηροκομεία.

Στηρίξαμε και στηρίζουμε τις προσπάθειες για τη διατήρηση της γλώσσας μας και του πολυπολιτισμού. Ακόμα και το γεγονός ότι η Ελληνική εντάχθηκε στο ενιαίο πρόγραμμα διδασκαλίας του αυστραλιανού εκπαιδευτικού συστήματος, οφείλεται στις χιλιάδες υπογραφές που συγκέντρωσαν οι αναγνώστες του «Νέου Κόσμου».

Ο «Νέος Κόσμος» συμμετείχε στη δημιουργία της «Ελληνικής Εβδομάδας» και, αργότερα, του Φεστιβάλ «Αντίποδες».

Το HACCI, επίσης, ξεκίνησε από τον «Νέο Κόσμο» και στηρίχθηκε σ’ αυτόν αποκλειστικά για πολλά χρόνια.

Για να καταγραφούν όλες οι εκστρατείες και τα επιτεύγματά μας θα χρειαστούν πολλές σελίδες.

Προσωπικά αισθάνομαι πως ο «Νέος Κόσμος» είναι η ζωή μου. Τον υπηρετώ όσο πιο ευσυνείδητα γίνεται εδώ και δεκαετίες.

Έμαθα πολλά από εκλεκτούς συναδέλφους (με τους περισσότερους από τους οποίους είμαστε και φίλοι) και πιστεύω πως βοήθησα και εγώ αρκετούς νέους, που ήρθαν μετά από μένα στην εφημερίδα.

Η εφημερίδα μου έδωσε τη δυνατότητα να

Καταλήγοντας θέλω να σημειώσω πως σήμερα οι καιροί είναι δύσκολοι για τις εφημερίδες.

Αυτό το αντιλαμβάνεται ο «Νέος Κόσμος» και γι αυτό μεταλλάσσεται σε ένα πολυμέσο. Η παραδοσιακή έντυπη δίγλωσση έκδοση αλλά και η έκδοση στο διαδίκτυο με φωτογραφίες, βίντεο, ήχο. Και όλα αυτά δοσμένα έγκυρα, αντικειμενικά, επαγγελματικά.

Κλείνοντας μια παράκληση: Όσοι πιστεύουν πως η παροικία μας χρειάζεται μια εφημερίδα σαν το «Νέο Κόσμο» να την στηρίζουν έμπρακτα. Αναγνώστες, οργανώσεις, επιχειρήσεις.

Είμαστε εδώ για να συζητάμε μαζί σας, να μεταφέρουμε αντικειμενικά και δίκαια το παλμό της παροικίας, της Ελλάδας και της Αυστραλίας και είμαστε περισσότερο από ποτέ ανοιχτοί σε εποικοδομητικό -με ωραίο πάντα τρόπο- διάλογο με τους αναγνώστες μας ώστε να βελτιωνόμαστε και σαν εφημερίδα και σαν επαγγελματίες και να συνεχίσουμε να είμαστε πρώτοι σε αυτό που ξεκινήσαμε πριν από 60 χρόνια.

Γιατί τα μυαλά, αγαπητοί και πολύτιμοι αναγνώστες, όπως λένε, είναι σαν τα αλεξίπτωτα και δουλεύουν καλύτερα όταν είναι ανοιχτά.