Ο «Νέος Κόσμος» συνδέθηκε στενά με το τότε εργατικό και κοινωνικό κίνημα και, ειδικότερα, με τους Εργατικούς Συνδέσμους, «Δημόκριτο» στη Μελβούρνη, «Πλάτωνα» στην Αδελαΐδα και «Άτλαντα» στο Σίδνεϊ.
Όπως αναφέρεται σε σημείωμα για την επέτειο των 80 χρόνων από την ίδρυση του «Δημόκριτου» (2015): «Ο αγώνας για την αφύπνιση του μετανάστη άρχιζε από την πρώτη στιγμή της άφιξής του στην Αυστραλία. Στο λιμάνι της Μελβούρνης μέλη του ‘Δημόκριτου’ υποδέχονται τους νεομετανάστες και τους ενημερώνουν για τα δικαιώματά τους. Δημιουργούνται επιτροπές για να βοηθήσουν τους ανέργους και να προωθήσουν τα πολιτικά τους αιτήματα. Δημιουργούνται συμμαχίες με άλλους μετανάστες μέσω των οποίων απαιτείται από την κυβέρνηση η αναγνώριση και ικανοποίηση των ιδιαίτερων αναγκών των μεταναστών, όπως εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας κατά την διάρκεια της εργασίας, δημιουργία ραδιοφωνικών προγραμμάτων στις γλώσσες τους, ζητήματα εργασιακής ασφάλειας κ.ά. Εκδίδεται το πολιτιστικό περιοδικό ‘Ελληνοαυστραλιανή Επιθεώρηση’, το οποίο θα κλείσει μετά από δύο χρόνια κυκλοφορίας. Σε όλα αυτά, προεξάρχοντα και προωθητικό ρόλο παίζει από το 1957 ο ‘Νέος Κόσμος’».
Ο Ελληνικός Εργατικός Αλληλοβοηθητικός και Εκπαιδευτικός Σύνδεσμος «Δημόκριτος» δημιουργήθηκε το 1935, στη Μελβούρνη, από 24 αριστερούς και προοδευτικούς Έλληνες μετανάστες, οι οποίοι έθεσαν ως στόχο να συμβάλλουν με τη δράση τους στην πραγματοποίηση των οραμάτων του σοσιαλισμού, της παγκόσμιας ειρήνης και του δικαίου της οργανωμένης πάλης των λαών ενάντια σε κάθε είδους εκμετάλλευση. Την περίοδο που ο «Δημόκριτος» εμφανίστηκε στο προσκήνιο, όχι μόνο στην Αυστραλία και την Ελλάδα, αλλά και σε παγκόσμια κλίμακα, επικρατούσε μια έντονη αβεβαιότητα και αστάθεια, κυρίως στο οικονομικό επίπεδο ως αποτέλεσμα της μεγάλης κρίσης του 1929-1930.
Κύριος στόχος του ήταν να ενώσει και να αφυπνίσει τους Ελληνοαυστραλούς εργάτες και, γενικότερα, την παροικία, με σημαία την αλληλεγγύη της εργατικής τάξης, την κοινωνική δικαιοσύνη, την ελευθερία του ατόμου και την αξιοπρέπεια του σκεπτόμενου ανθρώπου. Ο «Δημόκριτος» ήταν η προσπάθεια του Έλληνα μετανάστη να ορίσει την θέση του στην Αυστραλία ως ενεργού και μαχόμενου πολίτη μακριά από την ιδεολογία του υπάκουου ξένου.
Ο Γιάννης Λεσσές, παλαιός πρόεδρος του Ελληνικού Εργατικού Μορφωτικού Συνδέσμου «Πλάτων» Νότιας Αυστραλίας, την εποχή που ιδρύθηκε ο «Νέος Κόσμος» ήταν σχεδόν 13 χρόνων. Τον ίδιο χρόνο (4 Οκτωβρίου 1957) ιδρύθηκε και ο «Πλάτων». Θυμάται, λοιπόν, ο Γιάννης Λεσσές τις συζητήσεις που γίνονταν στο σπίτι της οικογένειάς του. «Οι σχέσεις που είχαμε παιδιά ήταν αυτές με τις γνωστές οικογένειες που είχαν ο πατέρας και η μητέρα μου στην ελληνική παροικία και ιδιαίτερα με τους συμπατριώτες μας Ικαριώτες.
Οι γονείς μου ήταν μέλη της Ελληνικής Κοινότητας Αδελαΐδας από το 1942 και εμείς τα παιδιά τους ακολουθήσαμε και ενταχθήκαμε και εμείς στην Κοινότητα όταν μεγαλώσαμε».
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο «Πλάτων» ιδρύθηκε επειδή η παροικία είχε μεγάλη ανάγκη για μια προοδευτική, μαχητική οργάνωση, η οποία θα έπρεπε να είναι δραστήρια στο τοπικό εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα.
Από την άλλη, υπήρχε και η Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Νότιας Αυστραλίας (ΕΟΚΝΑ), η οποία ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1930.
Τα ζητήματα για τα οποία αγωνιζόταν ο «Πλάτων» είχαν άμεση σχέση με τα δικαιώματα των μεταναστών, τόσο ως εργαζόμενων όσο και ως πολιτών, τα οποία παραβιάζονταν σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική της τότε Φιλελεύθερης κυβέρνησης της Aυστραλίας του Ρόμπερτ Μένζις.
Επίσης, η ελληνική παροικία, εκείνη την εποχή, είχε μεγάλη ανάγκη να εκφράσει τις απαιτήσεις και τα παράπονά της. Αλλά ήταν δύσκολο να εκφραστεί, να ζητήσει την ικανοποίηση των δικαιωμάτων της ή ακόμα και να πληροφορηθεί για όλα όσα την αφορούσαν.
Υπήρχαν, ακόμα, σοβαρά θέματα φυλετικών διακρίσεων ιδιαίτερα με την πολιτική που ασκούσε η ομοσπονδιακή κυβέρνηση Μένζις.
Ένα από τα πλέον σοβαρά ζητήματα ήταν η ταλαιπωρία και οι διακρίσεις από την κυβέρνηση σε βάρος των μεταναστών εκείνων οι οποίοι υπέβαλαν χαρτιά και αιτήσεις στο αρμόδιο υπουργείο για να πολιτογραφηθούν και να γίνουν μόνιμοι κάτοικοι της Αυστραλίας.
Δεν υπήρχε τότε ακόμα μια ελληνική εφημερίδα που να μπορεί να εκφράσει και να προωθήσει όλα αυτά τα αιτήματα, να μιλήσει ανοιχτά για όλα αυτά τα προβλήματα και να πληροφορήσει την ευρύτερη παροικία για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της στην Αυστραλία.
Βέβαια, πολλά από τα προβλήματα αυτά βρήκαν το δρόμο για την επίλυσή τους μέσα από την οργανωμένη δράση και το συντονισμό του «Πλάτωνα» με τους άλλους Ελληνικούς Εργατικούς Συνδέσμους όπως το «Δημόκριτο» στη Μελβούρνη, τον «Άτλαντα» στο Σίδνεϊ, τον «Σωκράτη» στο Νιούκαστλ και τον «Παλαμά» στο Μπρίσμπαν.
«Το ελληνικό αριστερό κίνημα της Αυστραλίας, πήρε τότε την απόφαση να αποκτήσει τη δική του φωνή και κατάφερε με διάφορες δραστηριότητες οικονομικού και ενισχυτικού χαρακτήρα να δημιουργήσει και να χρηματοδοτήσει μια δημοκρατική εφημερίδα, τον «Νέο Κόσμο». Μια εφημερίδα που από το 1957 μέχρι σήμερα έχει ασχοληθεί με πολλά θέματα και έχει προβάλει τις μεγάλες αλλαγές που έχουν συμβεί στην Αυστραλία, την Ελλάδα και τον κόσμο γενικά» λέει ο κ. Λεσσές.
Ο Γιάννης Λεσσές θυμάται, ακόμα, ότι όταν ήταν νέος, εργαζόταν στην απομακρυσμένη Whyalla, το διάστημα 1961-1964, αλλά παρακολουθούσε ανελλιπώς τον «Νέο Κόσμο». Μάλιστα, όπως λέει, έγραφε ορισμένα στοιχεία γύρω από την ελληνική παροικία της Νότιας Αυστραλίας καθώς και για τις οικογένειες του απομονωμένου αυτού χωριού. Θυμάται ότι συνεργάστηκε με τον Μιχάλη Τσούνη, που ήταν τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας εκείνη την εποχή.
Ο Εργατικός Σύνδεσμος του Σίδνεϊ «Άτλας», ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1939. Την περίοδο εκείνη είχαν εδραιωθεί οι προϋποθέσεις της συγκρότησης μιας ελληνικής οργάνωσης η οποία στα καθορισμένα κοινωνικοπολιτικά πλαίσια της αυστραλιανής κοινωνίας θα καλείτο να καλύψει ένα ευρύτατο πεδίο δραστηριοποίησης, από τον αθλητισμό και τη μόρφωση, μέχρι την συνδικαλιστική έκφραση, την οικονομική στήριξη και την ηθική υποστήριξη των Ελλήνων μεταναστών.
Η ανάγκη αυτή εκπληρώθηκε τον Οκτώβριο του 1939 με την ίδρυση του Ελληνικού Αθλητικού Συνδέσμου Νεολαίας «Άτλας», που ήταν στην αρχή μία μικρή αθλητική ένωση ως πρώτος πρόεδρος της οποίας αναφέρεται ο Ελληνοαμερικανός παλαιστής Γ. Ζαχαρίας.
Με το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Σύνδεσμος «Άτλας» αναλαμβάνει να παίξει πρωτοποριακό και καθοδηγητικό ρόλο για την κινητοποίηση της ελληνικής παροικίας του Σίδνεϊ, κυρίως με τη συμμετοχή των μελών του στον αντιφασιστικό αγώνα και την άμεση συνεργασία με άλλους προοδευτικούς χώρους, δηλαδή το συνδικαλιστικό και εργατικό κίνημα της Αυστραλίας.
Στη διάρκεια, λοιπόν, του πολέμου ο «Άτλας» ασχολείται με την κινητοποίηση της ελληνικής παροικίας της Νέας Νότιας Ουαλίας για τη διοργάνωση αντιφασιστικών διαδηλώσεων και την εκτύπωση και διανομή ενημερωτικών φυλλαδίων, καθώς και τη σύσφιξη των σχέσεων με το αυστραλιανό εργατικό κίνημα. Έτσι κατακτώντας την εμπιστοσύνη των Ελλήνων εργαζομένων, αναλαμβάνει ενεργά το ρόλο του προσπιστή των εργασιακών δικαιωμάτων σε διάφορους κλάδους των εργαζομένων που υφίστανται αδικίες και διακρίσεις.
Την περίοδο αυτή οι μισθοί και οι συνθήκες εργασίας των Ελλήνων εργαζομένων στα εστιατόρια και τα άλλα καταστήματα ήταν άθλιες: η εβδομαδιαία απασχόληση ήταν 65 με 70 ώρες και ο μισθός ήταν εξευτελιστικός. Στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν ξεπερνούσε τα 30 σελλίνια την εβδομάδα.
Με πρωτοβουλία του « Άτλαντα», η Ένωση Εργατών Εστιατορίων δέχεται να προσλάβει Έλληνα οργνωτή για να προβεί στη συνδικαλιστική οργάνωση και καθοδήγηση των Ελλήνων εργαζομένων στα πολυάριθμα εστιατόρια. Από την περίοδο αυτή αναπτύσσεται εντονότερα η δράση του Συνδέσμου που μέσα από την εγγραφή νέων μελών και την οικονομική τους στήριξη, αρχίζουν να συγκεντρώνουν χρήματα για να ανταπεξέλθουν στα διαρκώς αυξανόμενα έξοδα για την εκτύπωση και κυκλοφορία έντυπου ενημερωτικού υλικού, αλλά και για την κάλυψη και άλλων αναγκών του αγώνα.
Με τον «Άτλαντα», οι εργαζόμενοι μετανάστες του Σίδνεϊ απέκτησαν ένα γερό στήριγμα. Ο Σύνδεσμος στήριξε πολιτικά και πρακτικά, χιλιάδες εργαζομένων που σε καιρούς δύσκολους και συνθήκες ακόμα πιο δύσκολες, έψαχναν για «μια θέση στον ήλιο» μακριά από την πατρίδα τους.
Εκτός από την συνδικαλιστική του δράση, ο Σύνδεσμος βοήθησε πολλούς Έλληνες και ξένους μετανάστες να βρουν εργασία, σπίτι και στήριγμα στην Αυστραλία. Στάθηκε κοντά στους νέους μετανάστες για την εκμάθηση της γλώσσας για την οργάνωσή τους στα ταξικά συνδικάτα. Μάλιστα, λειτούργησε και λέσχη με πλούσια πολιτική, εκπαιδευτική και πολιτιστική δράση.
Το 1942 έρχεται ένα άλλο γεγονός να συμβάλει στην ανάπτυξη, την επέκταση και τη μαζικοποίηση της δραστηριότητας του Συνδέσμου: Το χρόνο αυτό έφτασαν στην Αυστραλία, εξαιτίας του πολέμου, πολλά ελληνικά πλοία τα πληρώματα των οποίων ξεμπάρκαραν στο λιμάνι του Σίδνεϊ. Γρήγορα ήλθαν σε επαφή και προσχώρησαν στον «Άτλαντα», συντελώντας στην ενδυνάμωση του Συνδέσμου.
Την ίδια περίοδο, λόγω της επιστράτευσης, πολλά Ελληνόπουλα που κατοικούσαν σε χωριά, μετέβησαν στο Σίδνεϊ για να καταταγούν στον αυστραλιανό στρατό. Πολλοί όμως προσελκύονταν από την αντιφασιστική δράση του Συνδέσμου και έτσι προσχώρησαν στις τάξεις του.
Για τον «Άτλαντα» απώτερος σκοπός ήταν η ανάπτυξη της συλλογικής συνείδησης και ηθεσμική επίλυση των προβλημάτων πέρα από το επικρατούν πνεύμα της φιλανθρωπίας, του ψευδοπατριωτισμού και της υποτέλειας που ωθούσαν σε αυταρχικές ενέργειες το οικονομικό και κοινωνικό κατεστημένο, ακόμη και μέσα από δημοσιεύσεις στα ελληνικά φύλλα εφημερίδων.