ΤΙΠΟΤΑ δεν έδειχνε ότι η προχθεσινή μέρα θα εξελισσόταν όπως εξελίχθηκε.
ΚΑΤΕΒΗΚΑ στο city να συναντήσω ένα φίλο που είχε έλθει από τη Βορειοδυτική Αυστραλία.
ΠΕΝΤΕ χιλιάδες χιλιόμετρα είχε κάνει ο άνθρωπος για να επισκεφθεί τη Μελβούρνη και είπα να τον δω, να πιούμε έναν καφέ και να τα πούμε…
ΦΤΑΝΟΝΤΑΣ στο Lonsdale Street όπου είχαμε δώσει ραντεβού, πάρκαρα τη μοτοσυκλέτα μου μπρος στο Πολιτιστικό Κέντρο της Κοινότητας, ακριβώς απέναντι στη Ζωφόρο.
ΓΙΑ όσους δεν κατάλαβαν, αναφέρομαι σε δυο μικρά κομμάτια -αντίγραφα τμημάτων της Ζωφόρου του Παρθενώνα- τα αποκαλυπτήρια των οποίων έγιναν πριν δύο εβδομάδες σε μια τελετή στην οποία έδωσε το παρών και ο πρωθυπουργός της Βικτώριας, Daniel Andrews.
ΣΤΗΝ τελετή των αποκαλυπτηρίων δεν είχα παραβρεθεί, «διαμαρτυρόμενος» για την απουσία του αναπληρωτή υφυπουργού Εξωτερικών της πατρίδας μας, Γιώργου Κατρούγκαλου, ο οποίος σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης, μαζί με τον Andrews θα έκαναν τα αποκαλυπτήρια της Ζωφόρου, του δικού μας… Παρθενώνα.
ΤΕΛΟΣ πάντων, αυτή είναι μια άλλη ιστορία που δεν είναι της ώρας να πούμε περισσότερα, αφού ό,τι ήταν να ειπωθεί ειπώθηκε και ότι ήταν να γίνει το βλέπουμε…
ΠΑΡ’ ΟΛΑ αυτά, κάθισα για ένα τρίλεπτο και είδα προσεκτικά τα όσα μέχρι τώρα μας… αποκάλυψαν τα αποκαλυπτήρια, αλλά δεν θα σας πω γιατί μειδίασα και τι σκέφτηκα, γιατί συνήθως μόνο «κακές» σκέψεις περνούν από μυαλό μου.
ΓΙΑΤΙ όσο καλή διάθεση και αν έχεις, βλέποντας αυτό που είδα και συνδέοντάς το με τη γενικότερη εξωτερική εικόνα του… Πολιτιστικού μας Κέντρου, σκέφτηκα ότι είναι κρίμα κάτω από τη Ζωφόρο, δηλαδή τα… προπύλαια του δικού μας Παρθενώνα, να τα διακοσμεί το φαστφουντάδικο Goody’s.
ΔΕΝ έχω τίποτα κατά του συγκεκριμένου φαστφουντάδικου, στο κάτω-κάτω της γραφής ελληνική επιχείρηση είναι, αλλά κάπου δεν «δένει» το Goody’s με τα γλυπτά της Ζωφόρου.
ΚΑΙ δεν δένουν, ούτε σημασιολογικά, με αυτό που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύει για την παροικία μας το Πολιτιστικό Κέντρο, ούτε ιστορικά, ούτε πολιτιστικά, ούτε αισθητικά.
ΚΑΙ αν κοντά σε αυτά, προσθέσετε τα… προπύλαια (τα Goody’s), τα δύο «ξεκρέμαστα» κομμάτια της Ζωφόρου και πάνω από αυτά τον… αρχαίο δισκοβόλο, την παρουσία του οποίου έχουν ξεχάσει εδώ και τρία χρόνια και αυτοί που τον εμπνεύστηκαν, έχετε την πλήρη εικόνα, τουλάχιστον, της εξωτερικής εμφάνισης του Κέντρου, που ανεγέρθηκε να φιλοξενεί τον… πολιτισμό μας.
ΤΩΡΑ, όσον αφορά την εσωτερική του εμφάνιση, την πολιτιστική διακόσμηση και την ποιότητα των πολιτιστικών εκδηλώσεων που προσφέρει το Κέντρο, είναι μια άλλη μεγάλη ιστορία για την οποία κάποια στιγμή θα πρέπει να μιλήσουμε…
ΟΦΕΙΛΩ να σας πω, ότι δεν θα έγραφα τίποτα απ’ όσα ανέφερα πιο πάνω, αν δεν ακολουθούσε μια συζήτηση με τρεις γνωστούς μου που είχα κάτι χρόνια να δω.
ΑΣ τα πάρουμε, όμως, τα πράγματα σε μια σειρά, για να μην βιαστούν ορισμένοι να καταλήξουν σε συμπεράσματα, γιατί γράφτηκαν όσα γράφτηκαν μέχρι εδώ.
ΛΟΙΠΟΝ, επειδή ο φίλος που περίμενα, μου τηλεφώνησε την ώρα που χάζευα τη Ζωφόρο για να μου πει ότι είχε κάπου μποτιλιαριστεί και θα αργούσε κανένα εικοσάλεπτο, αποφάσισα να καθίσω στο «Διεθνές» να πιω έναν καφέ και να τον περιμένω.
ΜΕ το που κάθισα ήλθε και με χαιρέτησε ένας φίλος, που εργάζεται από το 1985 στους «Σταλακτίτες».
ΤΟ πρώτο πράγμα που είπε ήταν ότι έχει δυο-τρία χρόνια να με δει στο Lonsdale Street και δεν είμαι μόνο εγώ από τους παλιούς γνωστούς που δεν βλέπει πια.
«ΠΑΕΙ το Lonsdale Street που ξέραμε. Ερήμωσε εντελώς από Έλληνες και τα λίγα ελληνικά μαγαζιά που έχουν μείνει δεν θυμίζουν τίποτα από Ελλάδα, αφού και τα γκαρσόνια ξένοι είναι και οι Έλληνες ιδιοκτήτες τους εμφανίζονται πού και πού».
ΜΕΤΑ από ένα πεντάλεπτο που έφυγε αυτός, σταμάτησε μπρος στο τραπέζι να με χαιρετήσει ένας άλλος γνώριμος με τον οποίο και αφού είπαμε τα «τι κάνεις», «πού χάθηκες» και όλα τα σχετικά, μου έκανε -λες και ήταν βαλτός- την εξής ερώτηση:
«ΜΗΠΩΣ μπορείς να μου πεις, εσύ που ξέρεις, αν αυτά που βλέπουμε είναι όλα και όλα αρχαία μάρμαρα του Παρθενώνα που θα στόλιζαν το Πολιτιστικό Κέντρο της Κοινότητας»;
«ΑΠ’ Ο,ΤΙ ξέρω», του είπα, «θα πρέπει να είναι και άλλα, τα οποία και δεν έχουν τοποθετηθεί ακόμα, επειδή στοιχίζουν και πάρα πολλά λεφτά και τα οικονομικά της Κοινότητας δεν είναι στα καλύτερά τους».
ΔΕΝ πρόλαβα να αποτελειώσω αυτό που έλεγα και στην παρέα προστέθηκε και ένας ακόμα κοινός γνωστός, ο οποίος πήρε αμέσως μέρος στη κουβέντα.
«ΕΝΤΑΞΕΙ», μου λέει ο συνομιλητής μου, «αλλά, δεν μου λες γιατί δεν περίμεναν να έχουν τα λεφτά να τα βάλουν όλα μαζί, γιατί έτσι που τοποθετήθηκαν αυτά τα δύο μόνα τους, σου δίνουν τη αίσθηση ότι κάποιος άλλος… Έλγιν πέρασε νύχτα από το Lonsdale Street και έκλεψε τα υπόλοιπα».
ΚΑΤΙ παρόμοιο είπε και ο νεοεισελθών στη συζήτηση, προσθέτοντας ότι, «έτσι και τα βλέπει κάποιος για πρώτη φορά, θα νομίζει ότι το Πολιτιστικό Κέντρο δεν έχει τελειώσει ακόμα».
ΕΙΠΩΘΗΚΑΝ και άλλα πολλά και επειδή οι συνομιλητές μου ήξεραν πολύ καλά γιατί (και σε ποιον) τα έλεγαν, είπα, «για την τιμή των όπλων», της ελεύθερης γνώμης και της αλήθειας, να γράψω -ως όφειλα- δύο λέξεις, παρά το γεγονός ότι έχω υπόψη μου, ότι θα δυσαρεστήσω και ορισμένους ανθρώπους.
ΚΑΙ θα δυσαρεστήσω άθελά μου, ιδιαίτερα ορισμένους φίλους μου, που είναι και αξιωματούχοι του Διοικητικού Συμβουλίου της Κοινότητας και έχουν προφέρει πάρα πολλά στον οργανισμό.
ΑΝΑΦΕΡΟΜΑΙ σε όλους αυτούς, που την τελευταία δεκαετία που βρίσκονται εκεί κατάφεραν να αξιοποιήσουν την περιουσία της Κοινότητας, να χτίσουν το Κέντρο, να βελτιώσουν την ποιότητα των σχολείων και να «συμμαζέψουν» ό,τι μπορούσαν.
ΚΑΙ εδώ μιλάμε για ανθρώπους, που προσφέρουν στην Κοινότητα εθελοντικά δεκάδες ώρες εργασίας κάθε μήνα και πληρώνουν πολλά και διάφορα από την τσέπη τους.
ΜΗΝ ξεχνάμε ότι για την ανέγερση του Κέντρου, τα μέλη του σημερινού ΔΣ πρόσφεραν πάνω από 200.000 δολάρια, ενώ ακόμα «τρέχουν» και προσπαθούν να μπει εντός πολεοδομικού σχεδιασμού και το οικόπεδο του Μπουλίν.
ΑΥΤΟ που θέλω να πω είναι, ότι όχι μόνο δεν υποτιμώ το τι έχουν κάνει μέχρι τώρα, αλλά εκτιμώ και τις προσπάθειες που συνεχίζουν να καταβάλουν, ώστε να μπορέσει να ξεφύγει η Κοινότητα από την οικονομική δυσπραγία που αντιμετωπίζει, προκείμενου να φέρει σε πέρας την αποστολή της.
ΞΕΡΩ ότι ζούμε σε μια απαιτητική εποχή, που για να κάνεις καλά ότι έχεις στο μυαλό σου και να φέρεις σε πέρας ότι υπόσχεσαι χρειάζονται πολλά λεφτά που η Κοινότητα δεν διαθέτει.
ΤΑ γνωρίζω όλα αυτά, όπως γνωρίζω και άλλα πολλά που ενδεχομένως να μην έχουν περάσει από το μυαλό και των ίδιων…
ΠΑΡ’ ΟΛΑ αυτά, νομίζω ότι ήταν λάθος η τοποθέτηση δύο τμημάτων της Ζωφόρου και δημιουργεί κακή εντύπωση για την Κοινότητα, όχι μόνο σε όσους την επισκέπτονται, αλλά και στους περαστικούς, που επειδή δεν ξέρουν το «ιστορικό» και τα βλέπουν για πρώτη φορά, ίσως πιστεύουν ότι κάποιος ξέχασε να τα κατεβάσει και τα δύο τμήματα που έχουν απομείνει…
ΜΕ δύο κουβέντες, η ουσία του ζητήματος είναι ότι ορισμένα πράγματα, όπως τα αντίγραφα της Ζωφόρου (για παράδειγμα) δεν μπορείς να τα αφήνεις μισοτελειωμένα, γιατί ακυρώνεις από μόνος σου, την τελική εικόνα που θέλεις να δώσεις και μάλιστα σε ένα κτίριο που υποτίθεται ότι στεγάζει ό,τι πολυτιμότερο έχεις: τον πολιτισμό σου…
ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΩ ότι γνωρίζω τις οικονομικές δυσκολίες της Κοινότητας, αλλά παράλληλα γνωρίζω ότι θα ήταν καλύτερα «να απλώνεις τα πόδια σου μέχρι εκεί που (οικονομικά) μπορείς να φτάσεις», παρά να κάνεις, όπως κι όπως, ό,τι προλαβαίνεις, για να δείχνεις ότι «κάτι κάνεις».
ΕΙΝΑΙ πολύ καλύτερο δηλαδή, να κάνεις πολύ καλά και να τελειώνεις δύο-τρία πράγματα που αρχίζεις, παρά να αναλαμβάνεις να κάνεις πάρα πολλά, μόνο και μόνο γιατί πρέπει να γίνουν.
ΤΕΛΕΙΩΝΟΝΤΑΣ, θα πρόσθετα, ότι δεν θα γίνονταν τίποτα αν περιμέναμε άλλα τέσσερα χρόνια να τοποθετηθούν όλα μαζί τα γλυπτά…