Κοντά σε κείνους που δεν μπορούν να ξεχάσουν…

Η Ελένη Ζάχου συνεχίζει την ανθρωπιστική της δράση


Όταν συνάντησα την Ελένη Ζάχου στο Gold Coast πριν δυο βδομάδες, ετοιμαζόταν να πάει ως νοσηλεύτρια στο νησί Milingimbi των αβοριγίνων, 440 χλμ. ανατολικά του Darwin. Κατά κάποιο τρόπο, ήταν σαν να επέστρεφε στις ρίζες της, αφού γεννήθηκε στο Darwin, μεγάλωσε στο Croote Eylandt και εργάστηκε τρία χρόνια στην έρημο Apy Lands με κίνδυνο, όπως θα πει, της ζωής της.

Σήμερα βρίσκεται στο νησί που βομβαρδίστηκε από τους Ιάπωνες, για να φροντίσει για την υγεία των Αβοριγίνων. Επεξηγηματικά θα πει ότι «οι αυτόχθονες της Αυστραλίας, υποφέρουν από ασθένειες παρόμοιες με εκείνες των τριτοκοσμικών χωρών, ενώ υπάρχουν πάρα πολλά προβλήματα που επιδρούν στην υγεία τους. Το μεγαλύτερο, ότι είναι απομονωμένοι μακριά από γιατρούς και νοσοκομεία».

Ο πληθυσμός, στο νησί που βρίσκεται σήμερα, ανέρχεται σε 1.018 κατοίκους.

ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΞΕΧΑΣΕΙ

Τα προβλήματα των αυτόχθονων, όπως τα έχει ζήσει η ίδια, είναι πολλά, με τα κυριότερα να επικεντρώνονται στην υγεία, την παιδεία και τη στέγαση.

«Υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα μεταξύ αυτόχθονων και μη, με το πιο μεγάλο εμπόδιο ότι οι πρώτοι κάτοικοι αυτής της γης δεν μπορούν να ξεχάσουν τι συνέβη στο παρελθόν.

Τα τραύματα, για παράδειγμα, της ‘κλεμμένης γενιάς’ είναι ακόμη πολύ νωπά. Και δεν πρόκειται να επουλωθούν εύκολα.

Ακούς φοβερές ιστορίες να επαναλαμβάνονται από στόμα σε στόμα. Μέσα στην πραγματικά συναρπαστική παράδοση των Αβοριγίνων, βρίσκεται ολοζώντανη και περνά από γενιά σε γενιά, η σκληρή αντιμετώπισή τους από τους λευκούς».

Έχοντας μπει η ίδια από μικρή στην ψυχολογία τους, λέει: «Θα πρέπει να βοηθηθούν με βάση τον σεβασμό στην κουλτούρα τους και τη διαφορετικότητά τους. Όσο δεν γίνεται αυτό και αντιμετωπίζονται ως ‘περίεργα όντα’ αυτής της γης, εκτιμώ ότι θα υπάρχουν προβλήματα τα οποία δεν πρόκειται να ξεπεραστούν».

Σε ερώτημα ‘πώς αισθάνεται η ίδια σ’ ένα περιβάλλον που υπερτερούν οι Αβοριγίνες’, επισημαίνει: «Εκείνο που μ’ ενδιαφέρει πάνω απ’ όλα, είναι να κάνω τη διαφορά. Αισθάνομαι προνομιούχα που έχω αποκτήσει γνώσεις σ’ έναν τομέα από τον οποίο έχει τόση ανάγκη η ανθρωπότητα σήμερα. Τώρα, όταν μιλάμε για χώρους, όπως αυτόν στον οποίο βρίσκομαι, αισθάνομαι ότι ο ρόλος μου γίνεται ακόμη πιο ουσιαστικός, ίσως γιατί δεν είναι πολλοί εκείνοι οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να ζήσουν και να εργαστούν σε ένα τόσο διαφορετικό από εκείνο που γνωρίζουν, περιβάλλον. Και επειδή συμβαίνει να έχω ζήσει από μικρή και για αρκετά μεγάλο διάστημα κοντά στους αυτόχθονες, αισθάνομαι πολύ άνετα ανάμεσά τους. Επιπλέον, με το να έχω ιδιαίτερη αδυναμία στα παιδιά γενικά, δένομαι αυθόρμητα και φυσιολογικά μαζί τους, με αποτέλεσμα η προσφορά μου να είναι αποδοτικότερη».

ΑΙΣΘΑΝΟΜΑΙ ΕΛΛΗΝΙΔΑ

ΟΙ δεσμοί της Ελένης Ζάχου με την Ελλάδα είναι στενοί.

«Παρ’ ότι γεννήθηκα στην Αυστραλία, νοιώθω Ελληνίδα. Το περίεργο είναι ότι στην Ελλάδα είμαι ‘η Αυστραλέζα’, ενώ εδώ στο αυστραλιανό περιβάλλον και ιδιαίτερα στη δουλειά μου είμαι ‘η Ελληνίδα’.

Στην πραγματικότητα, είμαι εμπλουτισμένη και από τις δύο κουλτούρες, πράγμα που σε τελευταία ανάλυση με κάνει να νοιώθω προνομιούχα. Εξάλλου, είμαι μέλος διαφόρων οργανισμών και παρακολουθώ διάφορα συνέδρια, πολιτιστικά συμβάντα και εκδηλώσεις. Μ’ ενδιαφέρει να είμαι στον παλμό της ομογένειας.

Πιστεύω ότι είναι μεγάλης σημασίας η διατήρηση της ελληνικής γλώσσας και κουλτούρας, αν μας ενδιαφέρει φυσικά να διατηρήσουμε την ελληνική μας συνείδηση».

Για την επίτευξη αυτού του στόχου, πιστεύει επίσης ότι η επαφή με τις ρίζες μας είναι μεγάλης σημασίας.

Η ίδια προγραμματίζει να βάλει το δικό της λιθαράκι στον τόπο καταγωγής των γονέων της -εκεί που είναι και οι δικές της ρίζες- συμπράττοντας στην ανέγερση ιδρύματος για τους ηλικιωμένους στο χωριό Ρητίνη, έξω από την Κατερίνη.

«Πρόκειται για μια τραγική κατάσταση, μιας και φεύγουν οι νέοι και μένουν οι γέροι μόνοι. Οι άνθρωποι που με το μόχθο και τον ενθουσιασμό τους έδωσαν ζωή στον τόπο, όταν μπορούσαν, σήμερα μένουν εκεί εγκαταλειμμένοι. Φυσικά, η κρίση που έχει γονατίσει τη χώρα σήμερα, δεν βοηθάει προς αυτήν την κατεύθυνση. Στην Ελλάδα χρειάζονται στήριξη και θα πρέπει ο καθένας, με τον τρόπο που έχει και τα μέσα που διαθέτει, να κάνει κάτι. Αγαπώ με πάθος την Ελλάδα. Είναι ένας περήφανος λαός» καταλήγει η Ελένη Ζάχου.

ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΟ ΧΩΡΟ

Τη δράση της στον ανθρωπιστικό χώρο, την παρακολουθούσα εδώ και χρόνια. Όπου φυσικές καταστροφές, θεομηνίες, καταστροφικοί σεισμοί, το πιθανότερο ήταν ότι η νοσοκόμος και νοσηλεύτρια Ελένη Ζάχου, θα ήταν εκεί.

Όταν ήλθε βέβαια σε μεγέθυνση μπροστά μου, και μ’ άγγιξε μ’ έναν βαθύτερο τρόπο, ήταν όταν βρέθηκε στο νησί μου, τη Λέσβο, με την εισροή των προσφύγων εκεί, τον Οκτώβρη του 2015.

Όταν, πριν φύγει, έκανε έρανο και μάζεψε 25 χιλιάδες δολάρια για να προσφέρει τις υπηρεσίες της με τους Γιατρούς του Κόσμου, σε μια από τις πιο τραγικές, όπως θα πει η ίδια, καταστάσεις που είχε αντικρύσει μέχρι τότε.

«Στις 28 Οκτώβρη όταν έγινε το μεγάλο ναυάγιο και βούλιαξαν τρεις βάρκες, όπου ήταν μέσα 300 πρόσφυγες, πνίγηκαν 11 μωρά και 27 ενήλικες, από τους οποίους οι πέντε ήταν σε αναπηρικές καρέκλες.

Η εκκλησία είχε μετατραπεί σε νοσοκομείο και νεκροτομείο μαζί. Τις επόμενες μέρες έπρεπε να βοηθήσω τις μητέρες να αναγνωρίσουν τα παιδιά τους.

Υπήρχαν φοβερές ελλείψεις που ήταν σχεδόν αδύνατον να αντιμετωπιστούν, από τις αρχές, όταν έφταναν εκεί 5 χιλιάδες πρόσφυγες την ημέρα. Έπρεπε, μεταξύ όλων των άλλων, να προσέξεις, αυτά τα χρήματα που μάζεψες και που έδωσαν άνθρωποι από το υστέρημά τους, να πιάσουν τόπο. Όταν μια μέρα, για παράδειγμα, είδα έναν πατέρα να κουβαλά στην πλάτη του τον 15χρονο ανάπηρο γιο του, δεν είχα κανέναν απολύτως ενδοιασμό για την αγορά αναπηρικής καρέκλας. Το ίδιο και όταν έλλειπαν από τα προσφυγόπουλα ζεστά ρούχα ή οι γυναίκες πρόσφυγες δεν είχαν κατσαρόλες να μαγειρέψουν».

Η ίδια θα πει ότι τις 6 εβδομάδες που ήταν εκεί, ήταν η χειρότερη περίοδος, με τους πρόσφυγες να θαλασσοπνίγονται και να φθάνουν κατά χιλιάδες στις ακτές της Λέσβου.

Πικρή εντύπωση που έμεινε αναλλοίωτο κατακάθι μέχρι σήμερα μέσα της είναι το ότι «στήθηκε θέατρο, όταν στις 6 Νοέμβρη έφθασε ο Αλέξης Τσίπρας εκεί»: «Έκρυψαν τους πρόσφυγες και καλλώπισαν ένα μέρος μόνο. Οπωσδήποτε, ο ίδιος δεν είδε την πραγματική εικόνα. Αυτή ήταν πίσω από το βουνό».

Με κομμένη την ανάσα, κάθε φορά, παρακολουθεί η μητέρα της, Αγάπη, τα ανδραγαθήματα της κόρης της.

«Κάθε φορά της υπόσχομαι ότι θα είναι η τελευταία. Έχω όμως πάψει προ πολλού να την πείθω» λέει η νεαρή γυναίκα σήμερα που σε ηλικία 18 χρόνων έκανε πτώση με αλεξίπτωτο από ύψος 15 χιλ. μέτρων, έχει ανεβεί στην κορυφή του Ολύμπου και στο Κιλιμάντζαρο, δηλώνει δε ότι είναι ατρόμητη.

Μεγάλη επιβράβευση για το ανθρωπιστικό της έργο θεωρεί το ότι εκλέχθηκε μεταξύ των πέντε φιναλίστ στον διαγωνισμό Greek International Women Awards, στην κατηγορία της Κοινωνικής Προσφοράς, που διοργανώθηκε στο Λονδίνο και τα αποτελέσματα έγιναν γνωστά σε εκδήλωση του Ελληνικού Μουσείου το περασμένο Σάββατο.