Τον περασμένο μήνα ξεκίνησε τη λειτουργία του η πρώτη κινητή μονάδα αντιμετώπισης εγκεφαλικών. Πρόκειται για ένα ασθενοφόρο 5,3 τόννων, ειδικά εξοπλισμένο με αξονικό τομογράφο που μπορεί να κάνει επί τόπου απεικόνιση του εγκεφάλου, ενώ περιλαμβάνει επίσης εξοπλισμό τηλεϊατρικής και κινητό εργαστήριο. Το πειραματικό αυτό ασθενοφόρο παρουσίασε ο ίδιος ο πρωθυπουργός της Βικτώριας, Daniel Andrews, η κυβέρνηση του οποίου έχει επενδύσει 7,5 εκατομμύρια δολάρια, στο πλαίσιο της προσπάθειας βελτίωσης του χρόνου ανταπόκρισης των ασθενοφόρων.
“Είμαστε πολύ περήφανοι που παραδίδουμε αυτήν την πρώτη μονάδα αντιμετώπισης εγκεφαλικών στην Αυστραλία, η οποία θα σώσει δεκάδες ζωές” δήλωσε ο πρέμιερ.
Η Δρ. Τίνα Σούλη νιώθει και εκείνη υπερήφανη για το επίτευγμα, καθώς ήταν ένα από τα προγράμματα που διαχειρίζεται ως επικεφαλής της μη-κερδοσκοπικής εταιρείας Neuroscience Trials Australia (ΝΤΑ), η οποία ειδικεύεται στην διεξαγωγή κλινκών ερευνών και που λειτουργεί εντός του Ινστιτούτου Νευροεπιστήμης και Ψυχικής Υγείας Florey.
“Έχω πάθος με τη δουλειά μου και όσα κάνουμε με την ομάδα μου εδώ στη Μελβούρνη” λέει. “Το σημαντικότερο είναι ότι θέλω να εκπαιδεύσω την παροικία μας για την κλινική έρευνα. Είναι μία μοναδική επιχείρηση. Δεν υπάρχει κανείς σαν εμάς στον κόσμο. Υπάρχουν πολλοί οργανισμοί που αναλαμβάνουν τη διεξαγωγή κλινικών ερευνών με συμβόλαιο, αλλά ασχολούνται με πολλά διαφορετικά πράγματα. Εμείς έχουμε εξειδίκευση στην νευροεπιστήμη που σημαίνει ότι ασχολούμαστε με οτιδήποτε έχει να κάνει με τον εγκέφαλο και με παθήσεις όπως το Αλτσχάιμερ, το Πάρκινσον, η επιληψία, τα εγκεφαλικά, όλα αυτά που επηρεάζουν πολλούς ανθρώπους στην Αυστραλία και παγκοσμίως.
Το 80% των ερευνών που διεξάγεται είναι αναθέσεις που μας κάνουν εταιρίες από την Αμερική και την Ευρώπη που έρχονται εδώ για να κάνουν κλινικές δοκιμές. Αυτό σημαίνει ότι φέρνουμε στην χώρα προγράμματα από τα οποία επωφελούνται οι Αυστραλοί ασθενείς, ενώ δημιουργούνται και θέσεις εργασίας για Αυστραλούς ερευνητές και γιατρούς που ενδιαφέρονται”.
Η ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ ΗΓΕΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ ΣΤΙΣ ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ
Τι είναι όμως αυτό που καθιστά την Αυστραλία ελκυστική χώρα για τη διεξαγωγή κλινικών δοκιμών;
“Ένας από τους λόγους είναι ότι παράγουμε δεδομένα υψηλής ποιότητας” εξηγεί. “Επίσης, η Αυστραλία έχει ένα πολύ καλό σύστημα υγείας και οι ασθενείς που συμμετέχουν στις κλινικές έρευνες, το κάνουν με πλήρη συνείδηση και συνέπεια. Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί μία αλλαγή στο δημόσιο σύστημα υγείας, με σκοπό την εκπαίδευση των ασθενών ώστε να καταλαβαίνουν ότι η συμμετοχή σε μία κλινική έρευνα αποτελεί επιλογή θεραπείας. Επομένως, αν κάποιος μπει στο νοσοκομείο και διαγνωστεί ότι πάσχει από Αλτσχάιμερ ή βρίσκεται στα πρώτα στάδια της άνοιας, για παράδειγμα, μπορεί να διαλέξει αν θα προχωρήσει με μία από τις δύο διαθέσιμες θεραπείες, ή αν θα μπει σε κάποια από τις έξι κλινικές δοκιμές που υπάρχουν αυτήν την στιγμή σε εξέλιξη. Αυτό, ξαφνικά, ανοίγει πολλές επιλογές θεραπείας για τον ασθενή και αυτός ακριβώς είναι ο στόχος μας, όταν αναλαμβάνουμε όλα αυτά τα προγράμματα, να κάνουμε προσιτές και διαθέσιμες στους ασθενείς τις νέες θεραπείες.
Επίσης, η νομοθεσία στην Αυστραλία καθιστά πολύ εύκολο το να έρθει κανείς να κάνει μία κλινική δοκιή εδώ, γι’ αυτό και έχουμε πολύ ενδιαφέρον από το εξωτερικό, ειδικότερα δε από τις ΗΠΑ. Γιατί πολύ απλά μπορούν να έρθουν και να ξεκινήσουν την έρευνα, υπό την επίβλεψη των κατά τόπους επιτροπών δεοντολογίας των νοσοκομείων. Η ρυθμιστική αρχή της Αυστραλίας, η Αρχή Θεραπευτικών Αγαθών (Therapeutic Goods Administration – TGA), δεν ασχολείται με επιθεωρήσεις κάθε κλινικής δοκιμής. Αυτό το κάνει η επιτροπή δεοντολογίας του νοσοκομείου. Στις ΗΠΑ, αντιθέτως, δεν μπορούν να ξεκινήσουν μία δοκιμή, αν πρώτα δεν έχει περάσει από την έγκριση της Αρχής Φαρμάκων και Τροφίμων (Food and Drugs Administration – FDA)” εξηγεί η Δρ. Σούλη.
“Τέλος, η κυβέρνηση έχει θεσπίσει θαυμάσια φορολογικά κίνητρα για μικρές επιχειρήσεις που θέλουν να έρθουν στην Αυστραλία και να διεξάγουν κλινικές δοκιμές ή κλινική έρευνα, να παρασκευάσουν το φάρμακο ή την συσκευή που χρησιμοποιείται στη μελέτη και να πάρουν πίσω το 43,5% της επένδυσής τους. Επομένως, όλο αυτό είναι και ελκυστικό από επιχειρηματικής άποψης. Έχουμε ασθενείς που συμμετέχουν ολόθερμα, έχουμε γιατρούς που είναι κορυφαίοι στο πεδίο τους, έχουμε ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που απλοποιεί τις κλινικές δοκιμές, φορολογικά κίνητρα και δυνατότητες”.
30 ΕΡΕΥΝΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΛΤΣΧΑΪΜΕΡ
Μιλώντας για δυνατότητες, το ΝΤΑ έχει πολλά προγράμματα που “τρέχουν” αυτήν την στιγμή και η Δρ. Σούλη δεν κρύβει τον ενθουσιασμό της.
“Έχουμε ένα πρόγραμμα για την επιληψία. Πρόκειται για μία συσκευή που μπαίνει στον εγκέφαλο, ένα είδος αντλίας όπου τοποθετείται το φάρμακο. Είναι σχεδιασμένο για ανθρώπους που έχουν δυσανεξία στην φαρμακευτική αγωγή. Είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιείται και λειτουργεί πολύ καλά. Κάνουμε επίσης τις πρώτες δοκιμές με βλαστοκύτταρα για την θεραπεία του Πάρκινσον. Πρόκειται για τεχνολογία που δεν έχει χρησιμοποιηθεί πουθενά αλλού στον κόσμο” λέει με υπερηφάνεια.
Αλλά η βασική ασχολία του κέντρου αυτήν την στιγμή είναι η έρευνα για το Αλτσχάιμερ.
“Συμμετέχουμε άμεσα ή έμμεσα σε περισσότερα από 30 προγράμματα για το Αλτσχάιμερ, σε 22 σημεία στην Αυστραλία και την Νέα Ζηλανδία” εξηγεί. “Η βασική μας προτεραιότητα αφορά τις ανάγκες που δεν έχουν καλυφθεί και στην περίπτωση του Αλτσχάιμερ μιλάμε για μία ασθένεια που στο μέλλον θα επηρεάσει πάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπους, μία ασθένεια για την οποία δεν υπήρχε θεραπεία για πολλά χρόνια”.
Αυτό, ευτυχώς αλλάζει, εν μέρει χάρη στο έργο που κάνει ο καθηγητής Ashley Bush στο Ινστιτούτο Florey. Πρόκειται για μία μέθοδο αντιμετώπισης του Αλτσχάιμερ για ανθρώπους που βρίσκονται στα πρώτα στάδια της νόσου, μέσω της μείωσης της πρόσληψης σιδήρου στον οργανισμό.
“Μαθαίνουμε συνέχεια όλο και περισσότερα για το Αλτσχάιμερ” εξηγεί. “Μπορεί να μην έχουμε σήμερα όλες τις απαντήσεις, αλλά ευελπιστούμε ότι όλη αυτή η δουλειά θα οδηγήσει σε κάποια σημαντική ανακάλυψη. Αν δει κανείς τι συνέβαινε στις μεγάλες φαρμακευτικές εταιρίες πριν από πέντε χρόνια, ήταν όλες αναμιγμένες σε κλινικές δοκιμές που βρίσκονταν στο τελικό στάδιο και είχαν όλες θεαματική επιτυχία. Ξόδεψαν πολλά χρήματα και προσπαθούσαν να θεραπεύσουν ανθρώπους με προχωρημένο Αλτσχάιμερ. Αυτό που διαπίστωσαν είναι ότι τα φάρμακα δεν βοηθούσαν τους ανθρώπους σ’ αυτό το στάδιο, αλλά είχαν την τάση να ευνοούν ανθρώπους που είχαν μόλις διαγνωστεί με άνοια”.
Η μέθοδος του Καθηγητή Bush πάνω στα β-αμυλοειδή πεπτίδια (σ.σ. πρόκειται για κάποιες “παθολογικές” πρωτεΐνες που προκαλούν αλλοιώσεις στον εγκέφαλο) θεωρείται τώρα κρίσιμης σημασίας για την ανάπτυξη του Αλτσχάιμερ. “Χάρη στην δουλειά του, θα είμαστε σε θέση να ξέρουμε πολύ περισσότερα για την συγκεκριμένη πάθηση στο μέλλον”, τονίζει η Δρ. Σούλη. “Η άλλη ανάγκη που δεν έχει αντιμετωπιστεί, αφορά την Νόσο του Κινητικού Νευρώνα (Motor Neurone Disease – MND), πάνω στην οποία εργαζόμαστε εντατικά με τον (βετεράνο του Αυστραλιανού Ποδοσφαίρου και φιλάνθρωπο) Neale Daniher και έναν νεαρό αιματολόγο, τον Δρα Ian Davis, οι οποίοι κατάφεραν να συγκεντρώσουν πάνω από 20 εκατομμύρια δολάρια για το ίδρυμα αντιμετώπισης του MND. Αυτήν την στιγμή υπάρχουν περίπου 2500 άνθρωποι στην Αυστραλία που πάσχουν από την Νόσο του Κινητικού Νευρώνα (σ.σ. είναι επίσης γνωστή και ως πλάγια μυατροφική σκλήρυνση – ALS). Πριν από πέντε χρόνια, κανείς δεν είχε ακούσει γ’ αυτήν την πάθηση, ούτε κι εγώ. Δεν υπήρχε ούτε μία κλινική δοκιμή και τώρα υπάρχουν έξι και ‘τρέχουμε’ τις περισσότερες από αυτές. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι δουλεύουμε με πάθος ώστε να φέρουμε αυτά τα προγράμματα στην Αυστραλία. Ενώ είμαστε εμπορική επιχείρηση, ό,τι κέρδος έχουμε στο τέλος του έτους επενδύεται ξανά στην ακαδημαϊκή έρευνα”.
ΤΑ ΟΦΕΛΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ
Ναι, αλλά τι θα έλεγε η ίδια σε μία οικογένεια που δοκιμάζεται από κάποια πάθηση του εγκεφάλου και εξετάζει το ενδεχόμενο συμμετοχής σε κάποια κλίνική δοκιμή; “Αυτό που λέω πάντα σε όλους είναι να μιλήσουν στον γιατρό τους πρώτα. Αυτό που λέω είναι ότι όσοι ασθενείς συμμετέχουν σε δοκιμαστικές έρευνες, έχουν πολύ πιο συχνή επαφή με τον γιατρό τους, έχουν καλύτερη φροντίδα και κυρίως τα πάντα καταφράφονται. Όποιο φάρμακο χορηγείται έχει εγκριθεί από την επιτροπή δεοντολογίας. Όλα γίνονται με αυστηρούς κανόνες που τους έχουμε ελέγξει εμείς”. Όσο για το δικό της προσωπικό ταξίδι στον κλάδο, ξεκίνησε από την οδοντιατρική. “Συνειδητοποίησα έγκαιρα ότι δεν θα μπορούσα να περάσω την ζωή μου κοιτώντας μέσα στα στόματα των άλλων”, γελάει, εξηγώντας την απόφασή της να εγκαταλείψει αυτές τις σπουδές και να στραφεί από την ιατρική στην επιστημονική έρευνα κι από εκεί στο διδακτορικό της πάνω στην ιατρική. “Πάντοτε μου άρεσαν οι επιστήμες και πάντοτε αγαπούσα τις ερωτήσεις, έτσι βρέθηκα να κάνω ένα διδακτορικό στον διαβήτη που είναι επίσης ένα τεράστιο πεδίο. Εκεί ξεκίνησε το ενδιαφέρον μου για τις κλινικές δοκιμές που τότε βρίσκονταν σε εμβρυακό στάδιο στην Αυστραλία. Τελείωσα το διδακτορικό μου και από τότε συμμετέχω ενεργά και βλέπω όλο αυτό το πεδίο να αναπτύσσεται ανά τον κόσμο”.
Και πώς έχει επηρεαστεί η δουλειά της από την ελληνική της καταγωγή; “Δεν ξέρω αν είναι ελληνικό στοιχείο ή όχι, αλλά οι γονείς μου, μου ενστάλαξαν από νωρίς μία εργασιακή ηθική. Ο πατέρας μου μας παρότρυνε, την αδελφή μου κι εμένα, να σπουδάσουμε. Μας έλεγε ότι πρέπει να γίνουμε αυτόνομες, ώστε να μπορούμε να επιβιώσουμε ό,τι κι αν συμβεί στην ζωή μας. Είναι η καλύτερη συμβουλή που θα μπορούσε να μας δώσει. Μας δίδαξε πώς να είμαστε αγωνίστριες και αυτό μπορεί να πηγάζει από κάποια ελληνική νοοτροπία. Για μένα, το ότι είμαι Ελληνίδα με κάνει να νιώθω υπερηφάνεια κι αυτό είναι κάτι που μπορεί να επιβεβαιώσει οποιοσδήπτε έχει συνεργαστεί μαζί μου. Υπάρχουν πολλοί επιστήμονες ελληνικής καταγωγής στην Αυστραλία. Ό,τι κι αν συμβεί, όποια δυσκολία κι αν αντιμετωπίσουμε, παραμένουμε κορυφές σε όποιο πεδίο επιλέξουμε”.