Με κλάμα ξεπετάχτηκα από μια τρύπα σκοτεινή και βρέθηκα πάνω στης Γης τη φλούδα την ηλιόλουστη, σε ανώτερους ή κατώτερους σκοπούς υποταγμένος. Δεν ξέρω ποιοι είναι οι σκοποί. Τους ξέρει όμως μια Κυρά, κρυφή, ψυχρή κι αδιάφορη, που της ζωής τα βήματα αυτή μου τα ρυθμίζει. Αυτή η Κυρά χωρίς φωνή παραγγελιές μου δίνει, κι εγώ τυφλά τις εκτελώ, πέρα απ’ τη θέλησή μου. Και πώς τη λένε την Κυρά; Ανίκητη Ανάγκη.

Δεν είναι μονοπρόσωπη ούτε γεννήτορα θεό έχει η κυρ-Ανάγκη, αφού αυτή ανάγκασε θεοί να γεννηθούνε. Είναι τριπρόσωπη κυρά, όπως ο σκυλο-Κέρβερος στη σκοτεινιά του Άδη. Στο ένα της το πρόσωπο ανάγκη βλέπω φυσική (διψώ; Ανάγκη για νερό να πιώ). Στο άλλο της το πρόσωπο βλέπω το μεταφυσικό (φοβάμαι; Ανάγκη νιώθω για θεούς κι αόρατους σωτήρες). Στο τρίτο της το πρόσωπο βλέπω ανάγκη λογική (προσθέτω ένα κι ένα; Ανάγκη να έχω δύο). Μόνο τα δυο της πρόσωπα εδώ θα ψηλαφίσω:

ΤΟ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Το πρόσωπο το μεταφυσικό της κυρ-Ανάγκης βλέπουνε οι θρήσκοι όλου του κόσμου. Αυτό φροντίζει τους θεούς αθάνατοι να είναι κι αυτό τους δίνει δύναμη πιο πάνω απ’ τους θνητούς. Ακόμη και τα θαύματα, Ανάγκης τέκνα είναι. Πριν από κάμποσο καιρό, στο Αγρίνιο το ελλαδικό, με τα δικά μου μάτια είδα πιστούς να προσκυνούν ένα βρασμένο κάστανο του Άγιου Παΐσιου. Αλλά και η Ελλάδα η παλιά πιο πίσω δεν στεκόταν: φαρμακοπώλης ήτανε ο Εύδημος μαθές, και βασκαντήρες έφτιαχνε το μάτιασμα να διώχνουν.

Οι άνθρωποι που προσκυνούν σε κάστανα βρασμένα, αγίων κόκκαλα ιερά και εικόνες που δακρύζουν, είναι κι αυτοί, όπως κι εμείς: σχολεία έβγαλαν πολλά, με γνώση είναι ντυμένοι, κι αν το μυαλό τους ζυγιστεί, λιγότερο δεν βγαίνει. Αν όμως ψάξουμε βαθιά, μες στα εσώψυχά τους, της κυρ-Ανάγκης το σκληρό το πρόσωπο θα βρούμε. Αυτό τους σπρώχνει άκριτα το θαύμα να δεχτούνε.

Και οι πρόγονοί μας οι παλιοί την κυρ-Ανάγκη είχαν στο νου, όταν η Μοίρα σε στραβό δρόμο τους οδηγούσε. Την πήραν και την έστησαν πιο πάνω κι από τους θεούς. Ακόμη και ο Μέγιστος, ο Ύψιστος ο Δίας, μπρος στην Ανάγκη έσκυβε μ’ ευλάβεια το κεφάλι. Τούτη η κυρά καθόριζε θεών κι ανθρώπων μοίρα. Ποιος θα τολμούσε μπρος σ’ αυτή κεφάλι να σηκώσει;

ΓΝΩΜΟΛΟΓΙΚΑ ΡΗΤΑ

Αφήνουμε τη λύρα της Μούσας κι επιστρέφουμε στον πεζό δρόμο. Για την παντάνασσα Ανάγκη οι πρόγονοί μας είπαν τα παρακάτω:

«Ανάγκη δ’ ουδέ θεοί μάχονται» (Πλάτων, «Πρωταγόρας» 345D). Δηλαδή, «ούτε οι θεοί δεν τα βάζουν με την Ανάγκη». Υπάρχει και η καταφατική διατύπωση, που λέει: «ανάγκα και θεοί πείθονται», δηλ. «στην Ανάγκη ακόμη και οι θεοί υπακούνε».

Ο παντοδαής Δημόκριτος λέει: «Πάντα τε κατ’ ανάγκην γίγνεσθαι» (Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι φιλοσόφων» 9.45). Δηλαδή, «όλα γίνονται από ανάγκη». Παρεμπιπτόντως, μου αρέσει πολύ και το άλλο που λέει, ότι «μηδέν τε εκ του μη όντος γίνεσθαι, μηδέ εις το μη ον φθείρεσθαι» (ό.π. 9.44). Δηλαδή, «τίποτε δεν γίνεται από το ανύπαρκτο και τίποτε δεν καταλήγει στην ανυπαρξία». Επίσης να σημειώσουμε ότι ο Πλάτωνας απέφυγε ν’ αναφέρει το όνομα του Δημόκριτου, ενώ αναφέρει πολλούς προσωκρατικούς φιλοσόφους. Είχε και όρεξη να κάψει τα βιβλία του Αβδηρίτη σοφού, επειδή σε αυτά υπήρχε η ιδέα ότι (και) η ψυχή αποτελείται από αόρατα άτομα ύλης.

Ο «πατέρας» της ελληνικής φιλοσοφίας, ο Θαλής, σε ερώτηση: «Τι ισχυρότατον;», απάντησε: «Ανάγκη, μόνο γαρ ανίκητον» (Πλούταρχος, «Των επτά σοφών συμπόσιον» 153d). Δηλαδή, «μόνο η Ανάγκη είναι ανίκητη». Νικάς τον θεό όταν πάψεις να τον πιστεύεις, αλλά όχι την Ανάγκη.

ΤΟ ΛΟΓΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Η λογική ανάγκη δεν έχει καμία σχέση με πίστη σε θεούς, σε θαυματουργά κάστανα, κόκκαλα κι εικόνες. Έχει σχέση μόνο με τη λογική. Ένα αριστοτελικό παράδειγμα: Εάν όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί, και εάν ο Σωκράτης είναι άνθρωπος, τότε υπάρχει λογική ανάγκη ο Σωκράτης να είναι θνητός. Το συμπέρασμα αυτό δεν το υπαγορεύει καμία πίστη: το υπαγορεύει η ακαταμάχητη λογική ανάγκη. Ένα δεύτερο παράδειγμα: Εγώ προτείνω ότι αύριο το πρωί θα βρέξει. Εσείς προτείνετε ότι αύριο το πρωί δεν θα βρέξει. Εδώ έχουμε δύο αντιφατικές προτάσεις. Συνεπώς υπάρχει λογική ανάγκη μόνο η μία από τις δύο προτάσεις να είναι αληθινή.

Κι ένα τρίτο παράδειγμα: Λέω πως ο Δίας είναι «πανταχού παρών και τα πάντα πληρών». Εάν αυτό αληθεύει για κάθε δεδομένη στιγμή, τότε υπάρχει λογική ανάγκη ο Δίας να μη βρίσκεται μόνο στον Όλυμπο όλον τον καιρό, γιατί σε κάθε δεδομένη στιγμή βρίσκεται παντού. Εάν κάθε στιγμή βρίσκεται παντού, τότε ο Δίας δεν έχει σώμα.

Άραγε υπάρχει ασώματος θεός; Όχι βέβαια, εάν θέλουμε τον θεό να κάθεται σε θρόνο. Κανένας θρόνος, επίγειος ή ουράνιος, δεν γεμίζει με ασώματο αέρα: χρειάζεται κάποιο σώμα να ενθρονιστεί. Ο Απόστολος Παύλος αντιλήφθηκε το πρόβλημα και αναγκάστηκε να δεχτεί ότι, μαζί με το υλικό σώμα, υπάρχει και σώμα πνευματικό. Λέει: «ει έστιν σώμα ψυχικόν [φυσικό], έστιν και πνευματικόν» (Προς Κορινθίους Α’ 15:44). Τώρα, τι σόι διαστάσεις μπορεί να έχει ένα αέρινο σώμα (πνεύμα=αέρας), είναι μια μεσανατολίτικη τσίμπλα στα ματόκλαδα της λογικής.