Όταν σκεφτόμαστε τα ελληνικά προϊόντα, το μυαλό μας πηγαίνει κατά κανόνα σε κάποια συγκεκριμένα: τη φέτα, το ελαιόλαδο, το κρασί, το ούζο κ.ο.κ. Το τσάι και τα βότανα βρίσκονται κάπου στο κάτω κάτω της λίστας, παρά το ό,τι αποτελούν μέρος της ελληνικής δίαιτας πολύ πριν την άφιξη του καφέ στη χώρα, κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας. Τώρα, μία επιχείρηση με έδρα τη Μεγάλη Βρετανία επιχειρεί να φέρει στο διεθνές προσκήνιο τα ελληνικά αφεψήματα, συστήνοντας τις εκλεπτυσμένες γεύσεις σε ένα ειδικό κοινό, μέσα σε συσκευασίες υψηλής αισθητικής. Κι όπως συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις, έτσι κι αυτή η ιστορία ξεκίνησε σε μία ελληνική κουζίνα. Η Μαρίνα Τζίμα θυμάται και μιλά για την εταιρεία ‘Grek Tea’.

Πώς γεννήθηκε η ιδέα για την επιχείρηση;

Όλα άρχισαν το 2013, όταν έκανα διακοπές στην Ελλάδα, με τον Στέφαν τον σύντροφό μου. Συνήθως πίναμε ελληνικό καφέ στο πρωινό, αλλά ένα πρωί ο Στέφαν που είναι Ολλανδός, ζήτησε μαύρο τσάι. Η μητέρα μου δεν είχε και αρχικά πανικοβλήθηκε, αλλά μετά του έφτιαξε ένα παραδοσιακό αφέψημα με διάφορα βότανα. Ο Στέφαν ενθουσιάστηκε από την υπέροχη και ασυνήθιστη γι’ αυτόν γεύση και τα εξαιρετικά αρώματα. Δεν είχε ξαναδοκιμάσει κάτι τέτοιο και αναρωτήθηκε γιατί δεν υπάρχει αυτό το προϊόν στην Αγγλία. Έτσι ξεκίνησε η ιδέα να φτιάξουμε μία επιχείρηση που θα εμπορεύεται τσάι του βουνού και αφεψήματα.

Πάντοτε μου άρεσαν τα βότανα και μεγάλωσα πίνοντας καθημερινά τσάι του βουνού και άλλα αφεψήματα. Αυτό σε συνδυασμό με τις σπουδές μου στη βιοκαλλιέργεια, έκαναν την επιχείρηση ένα λογικό βήμα. Μόλις γυρίσαμε στο Maidstone, αρχίσαμε να αναπτύσσουμε την ιδέα και δύο μήνες αργότερα, γεννήθηκε η GREK.

Για περίπου έναν χρόνο, κάναμε επαφές με τους περισσότερους βιοκαλλιεργητές στην Ελλάδα. Πρέπει να δοκιμάσαμε εκατοντάδες βότανα. Ακόμη τότε δεν ήμασταν σίγουροι αν η ιδέα ήταν βιώσιμη. Όλα όμως άλλαξαν μόλις καταφέραμε να εντοπίσουμε έναν σχετικά μεγάλο αριθμό αγροτών που μπορούσαν να μας προμηθεύσουν βιολογικά βότανα υψηλής ποιότητας. Μόλις βρήκαμε τους προμηθευτές, τους επισκεφθήκαμε όλους! Ήταν μία κουραστική διαδικασία, να διασχίζουμε την Ελλάδα, σε μέρη που το οδικό δίκτυο και οι υποδομές δεν είναι και στην καλύτερη κατάσταση. Το βασικό πλεονέκτημα με το να έχουμε πολλούς προμηθευτές είναι ότι έχουμε στη διάθεσή μας μία μεγάλη γκάμα γεύσεων. Αν πάρουμε για παράδειγμα τη μέντα, τα δείγματα που έχουμε από την Κρήτη, είναι πολύ διαφορετικά από αυτά που βγαίνουν στην Μακεδονία. Αυτό μας έχει επιτρέψει να φτιάχνουμε χαρμάνια, χρησιμοποιώντας διαφορετικούς προμηθευτές, κάτι που μας επιτρέπει να φτιάξουμε ένα μοναδικό, γευστικό και δροσιστικό τσάι μέντας.

Επισήμως ιδρύσαμε την GREK τον Απρίλιο του 2017. Μας πήρε πολύ καιρό να τελειοποιήσουμε τις γεύσεις και γενικά υπήρξε μία δύσκολη περίοδος που μαθαίναμε πώς να δημιουργήσουμε ένα προϊόν με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που θέλαμε. Επιπλέον, παρά τον μεγάλο αριθμό προμηθευτών, δεν ήταν εύκολο να βρούμε τους κατάλληλους παραγωγούς για να δουλέψουμε. Πολλοί έμοιαζαν καλοί στα χαρτιά και είχαν πολύ καλό προϊόν, αλλά δεν είχαν την κατάλληλη αντιμετώπιση. Στις επιχειρήσεις, χρειάζεσαι ανθρώπους που μπορείς να βασιστείς πάνω τους.

Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που χρειάστηκε να αντιμετωπίσετε;

Νομίζω ο σχεδιασμός της συσκευασίας, ειδικά γιατί είχαμε μικρό προϋπολογισμό και θέλαμε να δημιουργήσουμε ένα προϊόν υψηλής ποιότητας. Σε μια αγορά τόσο κορεσμένη όσο αυτή του τσαγιού, θέλαμε να βρούμε ένα σχέδιο που να ξεχωρίζει πραγματικά. Δημιουργήσαμε μία εταιρική εικόνα που απέχει πολύ από τα ελληνικά στερότυπα. Αντιθέτως, εμπνευστήκαμε από τα “ξυστά” (σ.σ. την τεχνική χαρακτικής σε σοβά που στολίζει τις προσόψεις των σπιτιών) στο Πυργί της Χίου, όπου έκανα διακοπές όταν ήμουν μικρή. Το αποτέλεσμα είναι συσκευασίες δυναμικές, μοναδικές, αξιομνημόνευτες και σύγχρονες.

Σε όλα τα επίπεδα, ο γνώμονας είναι η ποιότητα – από την κατασκευή των ξεχωριστών κουτιών, μέχρι τις περιγραφές των γεύσεων με τον τρόπο που θυμίζει τις περιγραφές του κρασιού. Κάθε τσάι στη σειρά GREK έχει την ιστορία του, γι’ αυτό και κάθε γεύση συνοδεύεται από ένα βιβλιαράκι με μία μικρή ιστορία εμπνευσμένη από τον ελληνικό πολιτισμό, με χαριτωμένη εικονογράφηση.

Ποιος είναι ο ιδανικός αποδέκτης των προϊόντων σας;

Την τελευταία δεκαετία έχει αναπτυχθεί ένα κίνημα από καταναλωτές που προτιμούν τα μικρά, χειροποίητα προϊόντα από την μονοτονία της μαζικής παραγωγής. Αυτό είναι εμφανές για παράδειγμα στην αγορά της μπύρας και του καφέ, αλλά ισχύει και στο τσάι. Ο ιδανικός πελάτης για μας είναι αυτός που προτιμά αυτά τα προϊόντα και εκτιμά την ποιότητα, υποστηρίζοντας ταυτόχρονα τις μικρές επιχειρήσεις που φροντίζουν το περιβάλλον. Επίσης, πελάτες μας είναι γενικά όσοι αγαπούν το τσάι και το απροσδόκητο, που θέλουν να εξερευνήσουν νέες γεύσεις και αρώματα, όπως το χαρμάνι “Παραδείσια” από φασκόμηλο που έχουμε φτιάξει, ή τον Σιδερίτη, το τσάι του βουνού. Οι άνθρωποι επίσης που ενδιαφέρονται για την υγιεινή διατροφή ξέρουν ότι τα αφεψήματα είναι πολύ καλή εναλλακτική επιλογή αντί για τον καφέ και το μαύρο τσάι, καθώς δεν έχουν καφεΐνη.

Τα ελληνικά αφεψήματα παραμένουν εν πολλοίς άγνωστα στη διεθνή αγορά, ενώ ακόμη και στην Ελλάδα είναι μάλλον παραγνωρισμένα. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά που μπορούν να τα κάνουν ελκυστικό προϊόν για τη διεθνή αγορά;

Το πιο δημοφιλές ελληνικό ρόφημα είναι ο καφές. Οι Έλληνες πίνουν καφέ ανά πάσα στιγμή της ημέρας, ακόμα και τη νύχτα, ειδικά όταν συναντούν τους φίλους τους. Είναι μέρος της κουλτούρας μας. Και πιστεύω ότι είναι η πλευρά της ελληνικής κουλτούρας που περισσότερο προβάλλεται τουριστικά. Οι τουρίστες δεν βλέπουν την καθημερινότητα στα ελληνικά σπίτια, όπου οι άνθρωποι συχνά πίνουν αφεψήματα, γι’ αυτό και δεν έχουν συνδεθεί με την Ελλάδα. Είναι όμως μέρος του πολιτισμού μας, και αυτό θέλαμε να συστήσουμε στη Μεγάλη Βρετανία και τον υπόλοιπο κόσμο, με έναν σύγχρονο τρόπο.

Εκτός από τις πασίγνωστες τουριστικές τοποθεσίες και την πλούσια ιστορία, η Ελλάδα έχει ιδανικές συνθήκες για την καλλιέργεια βοτάνων. Γόνιμο έδαφος, μεγάλη ηλιοφάνεια, ζεστά καλοκαίρια, όλα αυτά εξασφαλίζουν ότι τα φυτά θα αναπτύξουν έντονα αρωματικά χαρακτηριστικά, προσφέροντάς μας θαυμάσια αφεψήματα. Όταν αυτό συνδυάζεται με τη δυνατότητα να πεις μια ιστορία που σχετίζεται με την ελληνική μυθολογία ή να εξηγήσεις τον ρόλο που έπαιζαν τα βότανα στην ιστορία της Ελλάδας και το πόσο ωφέλιμα είναι για την υγεία, όλα αυτά δημιουργούν μία βάση με πολλές δυνατότητες για να δημιουργήσεις ένα προϊόν που θα ενθουσιάσει το κοινό.

Ταξιδέψαμε χιλιάδες χιλιόμετρα ανά την Ελλάδα και δοκιμάσαμε εκατοντάδες τσάγια για να βρούμε τα καλύτερα που έχει να προσφέρει η Ελλάδα. Οι αγρότες με τους οποίους δουλεύουμε είναι όλοι μικροκαλλιεργητές, πρόκειται για οικογενειακές επιχειρήσεις που βάζουν την ποιότητα πάνω από την ποσότητα, εφαρμόζοντας μεθόδους καλλιέργειας που είναι φιλικές για το περιβάλλον.

Ποια είναι η φιλοδοξία σας για το μέλλον της επιχείρησής σας;

Η φιλοδοξία μας είναι να συνεχίσουμε να προσφέρουμε στους καταναλωτές το καλύτερο δυνατό τσάι από βότανα στην πιο χαμηλή δυνατή τιμή. Μακροπρόθεσμα, ελπίζουμε να διεισδύσουμε στην διεθνή αγορά, ειδικά των ΗΠΑ και της Αυστραλίας.

Τι μήνυμα θέλετε να στείλετε στον κόσμο μέσα από τα προϊόντα σας;

Ότι το ελληνικό κλίμα και η εύφορη γη έχουν ευλογήσει την Ελλάδα να παράγει τροφές με εκλεπτυσμένη γεύση και υπέροχα αρώματα. Δεν υπάρχει τίποτε σαν τα αρώματα των ελληνικών βοτάνων. Υπάρχουν 6500 ποικιλίες να διαλέξει κανείς και είναι όλα γεμάτα ηλιακή ενέργεια και αιθέρια έλαια – ιδανικά για να τα απολαμβάνει κανείς όλες τις ώρες της ημέρας, όλο τον χρόνο.

Τι σημαίνει να ξεκινά κανείς μία επιχείρηση με φόντο την Ελλάδα της κρίσης;

Η βασική αγορά για τα προϊόντα μας είναι η βρετανική, οπότε η οικονομική κρίση της Ελλάδας δεν μας έχει επηρεάσει άμεσα. Ωστόσο, θέλουμε να πιστεύουμε ότι προωθώντας και πουλώντας υψηλής ποιότητας ελληνικά προϊόντα, δημιουργούμε θέσεις εργασίας και βοηθάμε εκείνους που έχουν πληγεί από την κρίση.

Τι πιστεύετε για την κατάσταση της Ελλάδας; 

Για χρόνια η Ελλάδα ζούσε πέρα από τις δυνατότητές της, γι’ αυτό και δημιούργησε ένα τεράστιο χρέος. Έχει περάσει μέσα από μια επίπονη διαδικασία για να το αντιμετωπίσει αυτό, η οποία βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη. Το χρέος δεν είναι βιώσιμο και κάποια αναδιάρθρωση θα χρειαστεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.

Επίσης χρειάζεται το επιχειρηματικό περιβάλλον να γίνει πιο εύκολο για τις επιχειρήσεις, δηλαδή να μειωθεί η γραφειοκρατία και να επιταχυνθούν οι διαδικασίες. Έχουμε συνηθίσει το σχετικά καλά οργανωμένο σύστημα της Μεγάλης Βρετανίας, οπότε πιστεύουμε ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιφέρει μακροπρόθεσμη βελτίωση στην οικονομία της Ελλάδας. Θα σκεφτόμασταν πολύ σοβαρά να μεταφέρουμε ένα μέρος της δραστηριότητάς μας στην ελλάδα, αν δεν υπήρχε αυτό το γραφειοκρατικό και ληθαργικό επιχειρηματικό περιβάλλον.

Για περισσότερες πληροφορίες, επισκεφθείτε την ιστοσελίδα: https://grektea.com.