Η Ελένη Εξαδακτύλου είναι η μητέρα δυο ανήλικων παιδιών, του οκτάχρονου Μάνου και της πεντάχρονης Ηρώς, που πριν από δύο μόλις χρόνια, μαζί με τον σύζυγό της Γιάννη, πήραν δειλά-δειλά την απόφαση να εγκαταλείψουν την Ελλάδα της κρίσης και να μεταναστεύσουν οικογενειακώς στη μακρινή Αυστραλία.

«Ήρθαμε εδώ μην έχοντας ακόμα εντελώς πεισθεί για την αναγκαιότητα και την αξία αυτού του εγχειρήματος αν και τα δείγματα στην πατρίδα ήταν άσχημα και κάθε χρόνο γίνονταν χειρότερα», λέει η Ελένη σε συνέντευξή της στον «Νέο Κόσμο».

«Ειδικά εγώ ήμουν ιδιαίτερα επιφυλακτική από την πρώτη στιγμή αλλά ήταν μια απόφαση που υποστήριζε σθεναρά ο σύζυγός μου, έχοντας βιώσει έντονα την οικονομική κρίση στον επιχειρηματικό τομέα, γι’ αυτό και θεώρησα πως έπρεπε να τον στηρίξω».

Η ανακοίνωση της μετανάστευσης της οικογένειας της Ελένης και του συζύγου της, έφερε όπως ήταν αναμενόμενο αναστάτωση όχι μόνο στην οικογένεια και τους φίλους του ζευγαριού αλλά και στο ίδιο το ζευγάρι.

«Σαν γονιός, βάζεις τον εαυτό σου τελευταίο και ανησυχείς πρωτίστως και κυρίως για τα παιδιά σου», εξηγεί η νεαρή μητέρα που έλκει την καταγωγή της από το Άργος, αλλά σπούδασε μαιευτική στην Αθήνα όπου και εργαζόταν σε κλινική γονιμότητας και εξωσωματικής γονιμοποίησης.

«Αναρωτιέσαι και βασανίζεσαι για το αν τελικά το βήμα που ετοιμάζεσαι να κάνεις είναι το σωστό και φυσικά το μεγαλύτερο άγχος και ο βαθύτερος φόβος συνοψίζεται στο αν και κατά πόσο θα προσαρμοστούν τα παιδιά σου σε ένα ξένο περιβάλλον, αν θα καταφέρουν να μάθουν εύκολα μια ξένη γλώσσα και αν τελικά θα κατορθώσουν να αφομοιωθούν σε μια εντελώς ξένη κοινωνία, αποκτώντας ταυτόχρονα νέους φίλους ώστε να απολαύσουν κι εκείνα τα παιδικά τους χρόνια με ενθουσιασμό και ξεγνοιασιά, όπως αξίζει σε όλα τα παιδιά του κόσμου», λέει η Ελένη η οποία παραδέχεται πως τελικά η αφομοίωση του Μάνου και της Ηρώς ήρθε πιο γρήγορα από ότι η δική της.

«Για καλή μας τύχη η προσαρμογή και των δύο παιδιών στην καινούρια τους καθημερινότητα ήταν θεαματικά γρήγορη. Από την άλλη, εγώ ομολογώ πως δυσκολεύτηκα περισσότερο από εκείνα, κυρίως γιατί όταν πρωτοήρθα στην Αυστραλία έκανα το λάθος να συγκρίνω τα πάντα, από την εκπαίδευση και τις επαγγελματικές ευκαιρίες έως τη θάλασσα, τον ήλιο, τον τρόπο ζωής, ακόμα και το φαγητό και τους ανθρώπους που γνώριζα, με την Ελλάδα, έως ότου αντιλήφθηκα πως παρ’ ότι είναι λογικό σε αυτή την ηλικία να είναι πιο δύσκολο να προσαρμοστεί κανείς σε νέα δεδομένα (διαφορετική χώρα, γλώσσα, εμπειρίες και κυρίως διαφορετικός τρόπος σκέψης), τελικά την ευθύνη και την υποχρέωση της προσαρμογής της οικογένειάς μου στα νέα δεδομένα την είχα εγώ.

«Άρχισα λοιπόν σταδιακά να αλλάζω τρόπο σκέψης και έπαψα να συγκρίνω τα πάντα και τους πάντες με την Ελλάδα, κυρίως διότι αντιλήφθηκα πόσο σημαντικό είναι να δίνεις στα παιδιά σου το δικαίωμα να ονειρεύονται, να έχουν προοπτική, ευκαιρίες, αξιοκρατία, ενδιαφέρον για τα κοινά, ευγένεια και σεβασμό προς τον συμπολίτη τους».

Η Ελένη άρχισε σιγά-σιγά να εκτιμά την ποιότητα ζωής που της πρόσφερε η Αυστραλία.

«Άρχισα να απολαμβάνω την τάξη, την ηρεμία, την αίσθηση της ασφάλειας, τις κρατικές παροχές και τις ευκαιρίες που δίνονται σε όλους χωρίς φυλετικές διακρίσεις καθώς και να θαυμάζω τους κατοίκους που προσέχουν και σέβονται την πόλη τους», λέει η Ελένη που μαζί με τον Γιάννη ανήκουν στους νεομετανάστες εκείνους που πήραν την απόφαση να φύγουν από την Ελλάδα χωρίς να έχουν ούτε έναν συγγενή στην Αυστραλία.

«Στην αρχή και η σκέψη μόνο με φόβιζε γιατί είναι οδυνηρό να μην έχεις τους δικούς σου ανθρώπους κοντά σου, να μην μπορείς να στρώσεις το οικογενειακό τραπέζι με τον παππού και τη γιαγιά την Κυριακή, να μην μπορείς να βγεις με τον σύζυγό σου ένα βράδυ για φαγητό και ακόμα πιο επίπονο να μην μπορείς να έχεις την παραμικρή στήριξη ώστε να ικανοποιήσεις τις προσωπικές και επαγγελματικές φιλοδοξίες σου», παραδέχεται η Ελένη.

«Ταυτόχρονα με έπνιγαν οι τύψεις ότι καθώς μεγάλωναν οι γονείς μου δεν θα είχα τη δυνατότητα να βρίσκομαι κοντά τους για να τους προσφέρω την αγάπη και τη βοήθειά μου στις δύσκολες στιγμές, ενώ και οι ίδιοι δε θα είχαν πλέον τη δυνατότητα να βρίσκονται κοντά στα εγγόνια τους, να τα βλέπουν και να τα κακομαθαίνουν.

«Θυμάμαι ακόμα τα λόγια της μητέρας μου λίγο πριν πάρουμε την απόφαση να φύγουμε από την Ελλάδα, όταν μου είπε πόσο την πλήγωνε η σκέψη και μόνο πως θα έβλεπε πλέον τα εγγόνια της μόνο μέσα από την κρύα οθόνη ενός υπολογιστή χωρίς να μπορεί να τα αγκαλιάσει και να τα μυρίσει.

«Από την άλλη, με συγκινεί να διαπιστώνω καθημερινά πως όσο περνάει ο καιρός δυναμώνει η δική μας μικρή οικογένεια και αποκτά γερά θεμέλια και ομολογώ πως κατά κάποιο τρόπο νιώθω πως από τότε που ήρθαμε εδώ αποκτήσαμε μεταξύ μας μια σχέση βαθύτερη, πιο ουσιαστική, χωρίς παρεμβολές, ενώ τα παιδιά μας ακόμα και σε αυτή την ηλικία ήδη εκτιμούν και αναγνωρίζουν αυτήν την προσφορά μας», λέει η Ελένη.

Σημαντικοί αρωγοί στην προσαρμογή της οικογένειας στην Αυστραλία υπήρξαν και οι γονείς στο ελληνικό κολέγιο όπου φοιτούν ο Μάνος και η Ηρώ.

«Βρήκαμε από την πρώτη κιόλας στιγμή στήριξη από παρά πολλούς Ελληνοαυστραλούς αλλά και Αυστραλούς, οι οποίοι μας αγκάλιασαν και ήρθαν κοντά μας ενώ δεν είχαν καμία υποχρέωση να το κάνουν. Οι άνθρωποι αυτοί με έκαναν σκεφτώ πως τελικά είμαστε όλοι γονείς και παρόλη τη διαφορετικότητά μας όσον αφορά στη νοοτροπία και την κουλτούρα μας, έχουμε όλοι έναν και μοναδικό κοινό στόχο. Να δούμε τα παιδιά μας ευτυχισμένα και χαρούμενα», λέει η Ελένη.

Παρ’ ότι όμως μέχρι πρότινος το άγχος και η αγωνία της οικογένειας – όπως κάθε οικογένειας μεταναστών –αφορούσε στο πώς θα μπορέσουν τα παιδιά τους, που μέχρι πρόσφατα μιλούσαν μόνο ελληνικά, να μάθουν γρήγορα αγγλικά για να αφομοιωθούν πιο εύκολα στην αυστραλιανή κοινωνία και να δημιουργήσουν φιλίες, μόλις δυο χρόνια αργότερα, η οικογένεια βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με ένα άλλο πρόβλημα. Μια ακόμα αγωνία και έναν ακόμα φόβο.

«Είναι πολύ αντιφατικό από τη μια να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να προσαρμοστεί σε μια νέα πραγματικότητα η οικογένειά μας και από την άλλη να προσπαθούμε απεγνωσμένα να διατηρήσουμε την ελληνικότητα μας», εξηγεί η Ελένη.

«Είναι αλήθεια πως έχουμε φτάσει στο σημείο να αγωνιούμε και να αγωνιζόμαστε να μην ξεχάσουν στο μέλλον τα παιδιά μας τα ελληνικά τους γιατί μιλούν και μαθαίνουν πλέον τα πάντα στα αγγλικά», ομολογεί η Ελένη.

«Είναι κι αυτό μια ακόμα πρόκληση που ελπίζω να ξεπεράσουμε, ώστε να μπορούν τουλάχιστον τα παιδιά μας να επικοινωνούν με τη γιαγιά και τον παππού τους πίσω στην πατρίδα.

«Εγώ πάντως έχω βάλει σκοπό της ζωής μου να εξακολουθήσω να συναναστρέφομαι και να μαθαίνω από όλες τις εθνικότητες, αλλά, ταυτόχρονα να καταφέρω να μεγαλώσω πραγματικά Ελληνόπουλα με ιδανικά και αξίες, που θα αγαπούν την Αυστραλία αλλά πάντα θα επιστρέφουν για να απολαμβάνουν και να βοηθούν την πατρίδα τους, την Ελλάδα», κατέληξε η Ελένη.