ΣΕ δύο μικρές ιστορίες θα αναφερθώ σήμερα: η μία έλαβε χώρα χθες και η άλλη πριν 22 χρόνια…
ΚΑΙ αρχίζω με τη χθεσινή που έχει να κάνει με την οργή ενός φίλου αναγνώστη, ο οποίος μου τηλεφώνησε για να μου πει ότι προσπαθεί δύο μέρες ανεπιτυχώς να τηλεφωνήσει στο Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στη Μελβούρνη.
ΠΡΙΝ αναφερθώ στο θέμα, θα πρέπει να σας πω ότι έχουν περάσει πάνω από τρία χρόνια από την τελευταία φορά που μου είχε τηλεφωνήσει αναγνώστης να παραπονεθεί για κάτι παρόμοιο, τη στιγμή που στο παρελθόν λαμβάναμε δυο-τρία τηλεφωνήματα την ημέρα.
ΑΥΤΟ με είχε κάνει να πιστεύω, ότι δεν υπάρχει πλέον πρόβλημα με τα τηλέφωνα του Προξενείου, μέχρι που έλαβα το χθεσινό τηλεφώνημα, το οποίο και μου θύμισε τους παλιούς καλούς καιρούς που ήταν ευκολότερο να κερδίσεις τον πρώτο λαχνό του λαχείου παρά να απαντήσει κάποιος υπάλληλος την ίδια μέρα το προξενικό τηλέφωνο.
ΠΑΝΩ από 30 φορές είχε τηλεφωνήσει ο άνθρωπος, περιμένοντας υπομονετικά στο ακουστικό του, μέχρι που η συσκευή… κουραζόταν και διέκοπτε τη γραμμή.
ΕΓΡΑΨΑ λοιπόν την ιστορία όπως μου την είπε, αναφέροντας μάλιστα και το ονοματεπώνυμο του αναγνώστη, το οποίο στη συνέχεια το αφαίρεσα, όταν ο ίδιος μου τηλεφώνησε μετά ένα δίωρο, λέγοντας ότι έκανε άλλες 20 προσπάθειες μέχρι τελικά να του απαντήσουν…
ΣΤΗ συνέχεια και πριν πούμε οτιδήποτε άλλο -μιας και είμαστε και καλοί φίλοι- μου είπε και το λόγο για τον οποίο τηλεφωνούσε.
ΜΕ δυο κουβέντες: τηλεφωνούσε να διορθώσει ορισμένα λάθη που διέπραξε η γραφειοκρατία στην Ελλάδα στα ονόματα των παιδιών του, τα οποία και είχε εγγράψει πριν χρόνια σε κάποιο Δημοτολόγιο.
ΤΑ «λάθη», απ’ ό,τι του είπαν οι αρμόδιοι στην Ελλάδα, διαπράχτηκαν κατά τη διάρκεια της μηχανογράφησης των αρχείων από κάποιον υπάλληλο, που έγραψε λάθος τα ονόματα των παιδιών κάνοντάς τα από αγόρια κορίτσια…
ΚΑΙ ενώ, από τη μια, για να διαπραχθεί το γραφειοκρατικό λάθος χρειάστηκαν 10 δευτερόλεπτα, από την άλλη, για να διορθωθεί η απροσεξία χρειάζονται αρκετοί μήνες, ληξιαρχικές πράξεις, πιστοποιητικά γέννησης, βάπτισης, γάμου, διαβατήρια, μάρτυρες, ένορκες βεβαιώσεις, πληρεξούσια και πάει λέγοντας και οι ταλαιπωρούμενοι κλαίγοντας…
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: ου μπλέξεις. Ή, όπως έλεγε και ο παππούς μου, «καλύτερα να σε βρει εχθρικό βόλι, παρά η πένα Έλληνα γραφειοκράτη».
ΕΠ’ ΕΥΚΑΙΡΙΑ να προσθέσω ότι και οι αυστραλιανές δημόσιες υπηρεσίες -και όλες βέβαια οι μεγάλες και μικρές εταιρείες- που κάποτε ήταν… τύπος και υπογραμμός και σε εξυπηρετούσαν με το καλημέρα, την τελευταία δεκαετία κυρίως, έχουν γίνει χειρότερες από τις ελληνικές, που είχαν πίσω τους και μια παράδοση 200 χρόνων…
ΟΣΟΙ από εσάς έχετε δοκιμάσει να τηλεφωνήσετε σε οπουδήποτε αυστραλιανή δημόσια υπηρεσία, θα έχετε διαπιστώσει, ότι όχι μόνο πρέπει να τηλεφωνείτε πάρα πολλές φορές για να σας απαντήσουν, αλλά και από τη στιγμή που σας απαντήσουν, θα πρέπει να περιμένετε με τις ώρες στο ακουστικό σας μέχρι να σας συνδέσουν με τον «αρμόδιο» για να σας δώσει τη πληροφορία που θέλετε.
ΚΑΙ αυτό θα γίνει αν είστε τυχερός, γιατί αν δεν είσαστε, θα συνδεθείτε με αυτόματα με τηλεφωνητή ο οποίος και θα σας κάνει μια σειρά από προ-μαγνητοφωνημένες ερωτήσεις και αλίμονο σας αν δεν απατήσετε αμέσως ή κάνετε κάποιος λάθος…
ΤΟΤΕ ή θα κλείσει αυτόματα η τηλεφωνική γραμμή ή ο τηλεφωνητής θα σας ζητήσει να επαναλάβετε την απάντηση γιατί δεν… καταλαβαίνει τι του λέτε.
ΑΝ πεις και εσύ στον τηλεφωνητή, να επαναλάβει την ερώτηση, γιατί δεν μπορείς καταλάβεις τι ακριβώς σε ρωτάει, βεβαίως και δεν θα σου απαντήσει μιας και δεν μπορείς να κάνεις καμιά συζήτηση με το προ-μαγνητοφωνημένο μήνυμα.
ΕΤΣΙ μάλιστα και τα αγγλικά σου δεν είναι της Οξφόρδης, αλλά έχουν, όπως και τα δικά μου ελληνική προφορά, μαύρο φίδι που σε έφαγε γιατί δεν πρόκειται να πάρεις απάντηση ούτε στην άλλη σου ζωή.
ΜΕ τηλεφωνητές και προμαγνητοφωνημένα μηνύματα -με μια σειρά αριθμημένες ερωτήσεις- «απαντούν» πλέον και όλες οι μεγάλες εταιρίες σε τυχόν πληροφορίες που ζητούν οι πελάτες τους.
ΓΙΑ να κάνουν μάλιστα μεγαλύτερες περικοπές των εξόδων τους -προκειμένου να μειώσουν το προσωπικό τους και αυξήσουν τα κέρδη τους – οι περισσότερες εταιρίες έχουν αναθέσει τη «δουλειά» της πληροφόρησης ή των παραπόνων των πελατών τους, σε ασιατικές εταιρίες εκτός Αυστραλίας.
ΑΝΤΕ τώρα εσύ, να τηλεφωνήσεις να παραπονεθείς για το λογαριασμό της Telstra και να συνεννοηθείς στα αγγλικά με τον Ταϊλανδό ή Φιλιππινέζο τηλεφωνητή που δεν ξέρει ούτε που βρίσκεται η Μελβούρνη…
ΚΑΙ καλά αυτοί πάνε και έρχονται. Έτσι όμως και πέσεις πάνω σε καμία ινδική εταιρία που έχει αναλάβει τέτοιες «δουλειές» από την Αυστραλία, τότε είναι που δεν θα καταλάβεις ούτε την επόμενη χιλιετία τι σου λένε, αφού οι Ινδοί δεν μπορούν να συνεννοηθούν ούτε μεταξύ τους στα αγγλικά.
ΤΕΛΟΣ, καλό είναι να ξέρετε, ότι είναι θέμα χρόνου πια μέχρι οι δημόσιες υπηρεσίες και όλες οι μεγάλες εταιρίες, σταματήσουν να δίνουν πληροφορίες και να δέχονται παράπονα τηλεφωνικά και αρχίσουν να γίνονται όλα ηλεκτρονικά.
ΟΠΟΙΟΣ σε λίγα χρόνια δεν μπορεί να επικοινωνεί, για οτιδήποτε θέλει να κάνει ηλεκτρονικά -είτε μέσω του κινητού του ή του υπολογιστή του- καλύτερα να πάρει τα βουνά, γιατί σε τούτο τον κόσμο θα μπορεί να ζήσει.
ΚΑΙ τώρα, λόγω του τελευταίου ελληνοτουρκικού επεισοδίου στα Ίμια, ας περάσουμε στο δεύτερο θέμα για το οποίο σας υποσχέθηκα στον πρόλογο να γράψω δυο κουβέντες.
ΠΡΙΝ 22 χρόνια και συγκεκριμένα τον Απρίλιο του 1996, δηλαδή δύο μήνες μετά τα γεγονότα στα Ίμια την 31η Ιανουαρίου και ενώ ο σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ήταν τεταμένες και τα νεύρα των δύο χωρών στο κόκκινο, αποφάσισα να επισκεφθώ με τη μοτοσυκλέτα μου την Τουρκία – κόντρα στις συμβουλές φίλων και γνωστών να μην πάω.
ΦΤΑΝΟΝΤΑΣ στην Κωνσταντινούπολη από την Αλεξανδρούπολη, στην οποία είχα διανυκτερεύσει το προηγούμενο βράδυ, βρήκα ένα δωμάτιο σε ένα μικρό και φτηνό πανδοχείο στο κέντρο της πόλης ακριβώς πίσω από την Αγία Σοφία.
ΤΟ ξενοδοχειάκι το είχε ένα νεαρό ζευγάρι Τούρκων με σύστησε ένας γνωστός τους, τον οποίο και είχα γνωρίσει ενώ προσπαθούσε για μια ολόκληρη ώρα, να με πείσει να αγοράσω χαλιά από ένα κοντινό μαγαζί.
Ο τύπος μιλούσε λίγα αγγλικά και δείχνοντας του την μοτοσυκλέτα που είχα παρκάρει μπροστά σχεδόν στο Μπλε Τζαμί -που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από την Αγία Σοφία- του είπα ότι δεν έχω χώρο να πάρω μαζί μου χαλιά.
ΤΕΛΙΚΑ παρατήθηκε από την προσπάθεια να μου πουλήσει χαλιά και άρχισε να προτείνει να μου βρει φτηνό ξενοδοχείο για να πάρει από εκεί την… προμήθεια που έχασε από το παζάρεμα των χαλιών.
ΤΟ ξενοδοχείο ήταν 200 μετρά πιο κάτω και από τη στιγμή που ο ξενοδόχος μου είπε ότι θα με χρεώνει $8 τη βραδιά και θα μπορώ να αφήνω και τη μοτοσυκλέτα μου μέσα στο διπλανό ουζερί για να μην την κλέψουν, αποφάσισα να μείνω.
ΤΟ επόμενο βράδυ ρώτησα τον ξενοδόχο αν υπήρχε κάποιο καλό εστιατόριο εκεί κοντά και όταν μου είπε αν θέλουμε να πάμε και εμείς στο ίδιο εστιατόριο που θα πήγαινε με τη φίλη του και τον τύπο που με πήγε στο ξενοδοχείο του, δεχθήκαμε.
ΤΟ φαγητό στην Πόλη ήταν καλό και φτηνό και τα ψάρια που φάγαμε στο εστιατόριο ακόμα καλύτερα, ενώ για όλο το τραπέζι πλήρωσα στο τέλος $25 Αυστραλίας για πέντε άτομα!
ΜΕΤΑ τη βραδιά εκείνη γίναμε ακόμα πιο φίλοι με τον Χασάν τον εστιάτορα και αναφερόμενοι στις συζητήσεις που κάναμε στα γεγονότα της 31ης Ιανουαρίου, εγώ αποκαλούσα τη βραχονησίδα Ίμια και ο Χασάν με διόρθωνε κάθε φορά, λέγοντάς μου ότι το όνομά της είναι Καρντάκ…
ΙΜΙΑ λοιπόν εγώ και Καρντάκ ο Χασάν, κάθε φορά που μιλούσαμε όσο μείναμε στην Πόλη, μέχρι που ανεβαίνοντας στην μοτοσυκλέτα για να φύγουμε, αφού χαιρετηθήκαμε του λέω για πλάκα στα αγγλικά βέβαια:
ΕΙΠΑΜΕ Χασάν, Ίμια το λέμε το… κωλονήσι που κατοικείται από ελληνικές γίδες, εντάξει; Και ο Χασάν χαμογελώντας: «Yes Babis, from now on, we will call Imia the fucking island»…