Μετρώντας μισό αιώνα στην ξενιτιά

«Αγαπώ την Αυστραλία, αλλά ο ομφάλιος λώρος με την πατρίδα, δεν κόβεται ποτέ» λέει η Αλεξάνδρα Βακιτσίδη


Όταν γνωρίζει κανείς την Αλεξάνδρα Βακιτσίδη είναι εύκολο να αντιληφθεί ότι πρόκειται για μια γυναίκα διαφορετική από τις άλλες. Ευφυής, σπιρτόζα, χαμογελαστή, πάντα ευδιάθετη και με αστείρευτο χιούμορ, η 67χρονη «μητέρα» της παροικίας της Αδελαΐδας συμπληρώνει φέτος μισό αιώνα στην ξενιτιά.

«Τι θες κι εσύ τώρα να γράψεις για μένα»; με ρωτά με αφοπλιστική ειλικρίνεια και αξιοζήλευτη μετριοπάθεια η Αλεξάνδρα με το που ανοίγει την πόρτα του σπιτιού της για να με υποδεχτεί.

Το μάτι μου πέφτει αμέσως πάνω σε στοίβες με φωτογραφίες, βραβεία και παλιά δημοσιεύματα που κοσμούν κάθε γωνιά του καθόλα καλόγουστου σπιτιού της. Αντικείμενα αξίας για την ίδια, που μαρτυρούν μια ολόκληρη και γεμάτη ζωή στους άλλους.

«Ένα θα σου πω. Ούτε που το κατάλαβα πώς πέρασαν τόσα χρόνια. Να φανταστείς θυμάμαι σαν σήμερα τον λατρεμένο πατέρα μου που δεν ήθελε με κανένα τρόπο να φύγω για την Αυστραλία γιατί οι δύο αδελφές μου είχαν ήδη μεταναστεύσει στον Καναδά» λέει η Αλεξάνδρα, η οποία έλκει την καταγωγή της από τον Λαιμό, ένα μικρό χωριό στη Φλώρινα, από όπου κατάγεται και ο σύζυγός της, Δημοσθένης.

Νεαρός ακόμα, αλλά λίγα χρόνια μεγαλύτερος, εκείνος αποφασίζει να εγκαταλείψει την πατρίδα και να αναζητήσει ένα καλύτερο μέλλον στην ξενιτιά. Παρά τα χιλιόμετρα που τους χωρίζουν, ο Δημοσθένης δεν ξεχνά ποτέ την αγαπημένη του φίλη Αλεξάνδρα και της ζητά μέσω αλληλογραφίας να πάει κοντά του.

«Η αλήθεια είναι πως δεν είχα λόγο να φύγω από την Ελλάδα. Θυμάμαι τον πατέρα μου να μου λέει: “Πού θα πας κόρη μου. Τι νομίζεις, πως εκεί θα είναι όλα ρόδινα; Τα δολάρια δεν κρέμονται όπως τα καρύδια στην καρυδιά της αυλής μας”».

«Πόσο δίκιο είχε. Τα πράγματα όντως δεν ήταν ρόδινα. Εγώ όμως είχα ήδη ερωτευτεί τον Δημοσθένη και ένιωθα πως άξιζε τον κόπο να πάρω το ρίσκο. Χωρίς να το πολυσκεφτώ, άφησα πίσω την οικογένειά μου που υπεραγαπούσα, αλλά πήρα μαζί στην ψυχή μου, τους δικούς μου, το χωριό μου και την Ελλάδα ολόκληρη» θυμάται η Αλεξάνδρα, η οποία έφτασε στην Αυστραλία σε ηλικία 17 ετών και αφού παντρεύτηκε τον αγαπημένο της, απέκτησε μαζί του τρία παιδιά και πέντε εγγόνια.

Όπως λέει η ίδια, στην Αυστραλία ξεκίνησε ένας μεγάλος γολγοθάς κυρίως γιατί εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν άνθρωποι και κοινότητες οργανωμένες αφού, οι περισσότεροι ομογενείς δεν μιλούσαν καν την αγγλική γλώσσα και πάλευαν κι εκείνοι για την επιβίωση.

«Είχαμε καλομάθει γιατί η ζωή στο χωριό ήταν όμορφη. Ο πόλεμος είχε τελειώσει και για εμάς δεν υπήρχε φτώχεια εκείνη την εποχή.

«Όταν ήρθαμε εδώ συναντήσαμε πολλές δυσκολίες αλλά εργαστήκαμε σκληρά και τίμια. Σεβαστήκαμε τη χώρα αυτή που έγινε δεύτερη πατρίδα και αποφασίσαμε να εκμεταλλευτούμε την ευκαιρία που μας δόθηκε να αποδείξουμε πως οι Έλληνες μετανάστες είμαστε άξιοι εμπιστοσύνης» λέει η ομογενής η οποία παραδέχεται πως υπήρξαν μέρες που όσο δυνατή και αν ήταν, αδυνατούσε να αντέξει την ξενιτιά.

«Ειδικά τα Χριστούγεννα, το Πάσχα και τις γιορτές, το μυαλό ταξιδεύει αλλού γιατί την κλωστή, τον ομφάλιο λώρο με την πατρίδα μας, δεν τον κόβεις ποτέ».

Παρά τις δυσκολίες και τα εμπόδια η Αλεξάνδρα ξεχώρισε πολύ γρήγορα για τον χαρακτήρα, το ήθος και την απλότητά της.

«Πρώτο μου μέλημα ήταν να εργαστώ και να μάθω λίγα αγγλικά για να μπορώ να συνεννοούμαι. Σ’ αυτό με βοήθησαν πολύ ο γυναικολόγος μου που με παρακολουθούσε στη πρώτη μου εγκυμοσύνη και δεν με άφηνε να φέρω διερμηνέα κατά την διάρκεια των ιατρικών επισκέψεων. Έτσι έμαθα τις πρώτες αγγλικές λέξεις. Επίσης, οι εργοδότες μου, οι οποίοι ήταν Αυστραλοί, πίστευαν πολύ σε μένα σε σημείο που με ενθάρρυναν να κάθομαι μαζί τους και να προσπαθώ, με ένα λεξικό στο τραπέζι, να συνδιαλέγομαι στα αγγλικά έως ότου να μπορώ να συνεννοηθώ και να νιώθω μέλος της ομάδας τους.

«Γι’ αυτό και αγάπησα τους Αυστραλούς. Γιατί μου φέρθηκαν τίμια και σωστά, όπως άλλωστε έκανα και εγώ με εκείνους. Αυτές οι σχέσεις είναι αμφίδρομες» λέει η Αλεξάνδρα η οποία μόλις άρχισε να συνηθίζει στον αυστραλιανό τρόπο ζωής θυμήθηκε τα λόγια του πατέρα της πίσω στο χωριό.

«Ο πατέρας μου ήταν σοφός.

«Εκεί που θα πας θα είναι δύσκολα παιδί μου, αλλά μη χάσεις την ανθρωπιά σου» μου είπε.

«Να βοηθάς πάντα τον συνάνθρωπο, τον γείτονα, το φίλο και όποιον έχει την ανάγκη σου και να κρατάς πάντα τη καρδιά, το μυαλό και την πόρτα σου ανοικτή γιατί ποτέ δεν ξέρεις ποιος θα σε χρειαστεί και ποιoν θα χρειαστείς».

Για τη δραστήρια κόρη του πρώην προέδρου του μικρού χωριού στη Φλώρινα, το να βοηθάει και να προσφέρει τις υπηρεσίες της αφιλοκερδώς μέσα στην παροικία αλλά και την κοινωνία γενικότερα αποδείχθηκε δεύτερη φύση.

«Έτρεχα παντού γιατί ήθελα αποδέκτες της δικής μου προσφοράς να είναι όλοι. Βέβαια γνώρισα από κοντά τις ανάγκες των Ελλήνων αλλά ποτέ δεν νοιάστηκα αν αυτός που έχει ανάγκη είναι Έλληνας ή ξένος.

Αναγνωρίζοντας τις υπηρεσίες της και τις πολλαπλές ικανότητες της ο δήμαρχος Port Adelaide ενθαρρύνει το 1992 την Αλεξάνδρα να λάβει μέρος στις δημοτικές εκλογές και η ομογενής γράφει ιστορία ως η πρώτη Ελληνίδα δημοτική σύμβουλος της Πολιτείας.

Το 1996 το Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στην Νότια Αυστραλία την τιμά για την προσφορά της στην διάδοση του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής παράδοσης.

Το 1998 ο κυβερνήτης της Νότιας Αυστραλίας απονέμει στη δυναμική Αλεξάνδρα τιμητική διάκριση για την εθελοντική προσφορά της στην παιδεία και τον πολιτισμό.

«Έχασα την γη κάτω από τα πόδια μου από την συγκίνηση γιατί ένα καημό έχω και αυτός είναι πως δεν κατάφερα να σπουδάσω, αλλά είναι παρήγορο για μένα όταν σκέφτομαι πως μέσα από τον εθελοντισμό και τις συναναστροφές μου με τόσο σημαντικούς ανθρώπους, τελείωσα ένα άλλο εξίσου σημαντικό πανεπιστήμιο, το πανεπιστήμιο της ζωής».

Ένα χρόνο μετά τη βράβευση της (1999) η Αλεξάνδρα πρωτοστατεί στη δημιουργία του Οργανισμού Ελληνίδων και Ελληνοκυπρίων Γυναικών της Αυστραλίας (ΟΕΕΓΑ) που στόχο έχει τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των γυναικών και την διατήρηση των ελληνικών παραδόσεων στην Αυστραλία ενώ δίνει ευκαιρίες στις γυναίκες να μορφωθούν και έτσι να βελτιώσουν τις συνθήκες της ζωής τους.

Τα τελευταία 28 χρόνια η ομογενής εργάζεται εθελοντικά σε τρία νοσοκομεία της Αδελαΐδας και μάλιστα έγινε η πρώτη γυναίκα Ελληνίδα «πρέσβειρα» του Queen Elizabeth Hospital μετά από απόφαση των υπευθύνων να της απονείμουν τιμητικό τίτλο για την προσφορά και το φιλανθρωπικό της έργο.

Η εθελοντική συμμετοχή της στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004 αποτελεί για την ομογενή ακόμα έναν σημαντικό σταθμό στην ζωή της. Αποκορύφωμα για την ίδια η βράβευση της ως «Καλύτερη Εθελόντρια των Ολυμπιακών του 2004».

«Ήταν για μένα μια από τις σημαντικότερες στιγμές της ζωής μου γιατί μου δόθηκε η ευκαιρία να δείξω στους ξένους τι σημαίνει Έλληνας, ελληνικός πολιτισμός και φιλοσοφία και φυσικά ήταν τιμή για μένα να με βραβεύσουν αλλά και να μου δώσει την ευκαιρία ο τότε δήμαρχος Φλώρινας να κρατήσω την Ολυμπιακή Φλόγα.

«Ένιωθα ότι κρατούσα στα χέρια μου όλη την Ελλάδα που τόσο αγάπησα και θα αγαπώ ως την τελευταία μου πνοή».

Η βαθιά αγάπη της για την πατρίδα ωθεί λίγο αργότερα την Αλεξάνδρα να συνδεθεί και να συνεργαστεί με την Νομαρχία Φλώρινας για την διοργάνωση του πρώτου διεθνούς συνεδρίου όλων των απανταχού Φλωριναίων και έκτοτε διοργανώνει, σειρά φιλανθρωπικών εκδηλώσεων στην περιοχή της αλλά και την Αδελαΐδα.

Ταυτόχρονα υπηρετεί την παροικία ως ενεργό μέλος διαφόρων επιτροπών, όπως το ετήσιο Ελληνικό Φεστιβάλ Semaphore, τα ελληνικά γηροκομεία, το τμήμα Ελληνικών Σπουδών με έδρα το Πανεπιστήμιο Flinders, παιδικές φιλανθρωπικές οργανώσεις και οργανισμούς για άτομα με ειδικές ανάγκες, το ετήσιο φεστιβάλ «Δημήτρια», τον τοπικό ελληνικό θεατρικό όμιλο και πολλά άλλα.

Η κάθε προσπάθειά της προβάλλει την πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας κρατώντας τα ήθη και τα έθιμα της Ελλάδας ζωντανά.

Το 2010 η Νομαρχία Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού (ΣΑΕ) της απονείμει το βραβείο «Γυναίκα της Χρονιάς» για την προσφορά της προς την Ελλάδα και την διάδοση του ελληνισμού σε ολόκληρη την Αυστραλία, την Ασία και Νέα Ζηλανδία, ενώ το 2015 ο Μητροπολίτης Φλωρίνης βραβεύει την ομογενή με τον τιμητικό χρυσό σταυρό Α’ Τάξεως Αγίου Νεομάρτυρος Αγαθαγγέλου του εκ Φλωρίνης.

«Για μένα αυτό το μετάλλιο σημαίνει τα πάντα αλλά η αμοιβή και ο μεγαλύτερος πλούτος είναι η αγάπη που παίρνω από τους γύρω μου.

«Μόνη μου δεν θα είχα κάνει τίποτα. Ό,τι κατάφερα, το κατάφερα με όλους τους Έλληνες της παροικίας και σκοπεύω να συνεχίσω να προσφέρω στην κοινωνία μας έως ότου φτάσω τα 100» λέει η Αλεξάνδρα και μπαίνω στον πειρασμό να τη ρωτήσω αν αγαπάει περισσότερο την Αυστραλία ή την Ελλάδα.

«Με το δεξί μου χέρι κάνω το σταυρό μου και δοξάζω την Αυστραλία που φρόντισε εμένα και την οικογένεια μου, με το αριστερό όμως, που χτυπάει η καρδιά μου, κάθε παλμός χτυπά για την όμορφη Ελλάδα μας» λέει συγκινημένη η Αλεξάνδρα που αν και φέτος κλείνει τα 67 της χρόνια, η διάθεση της για ζωή και δημιουργία είναι αστείρευτη.

«Τη ζωή την κάνεις μόνος σου. Τίποτα δεν σου χαρίζεται. Εκείνο που έχει σημασία είναι να ξυπνάς και να ξεκινάς τη κάθε μέρα με ένα χαμόγελο αισιοδοξίας. Να κοιμάσαι με την συνείδησή σου ήσυχη ότι έκανες αυτό που έπρεπε. Εγώ σιχαίνομαι τη γκρίνια και τη μιζέρια. Είμαι ένας αισιόδοξος άνθρωπος, με χαρούμενη διάθεση και πιστεύω ακράδαντα πως αυτό που δίνει νόημα στη ζωή μας είναι να αγαπάμε, να πιστεύουμε και να βοηθάμε ο ένας τον άλλον χωρίς να κρίνουμε και να δικάζουμε τους συνανθρώπους μας.

«Σημασία έχει να μη χάσουμε τους εαυτούς μας αλλά και ούτε και την ανθρωπιά μας. «Πάνω από όλα είμαστε άνθρωποι και αυτό σε παρακαλώ κορίτσι μου, να μην ξεχάσεις να το γράψεις» λέει η Αλεξάνδρα καθώς με ξεπροβοδίζει.