Την περασμένη εβδομάδα από τη στήλη αυτή αναφέρθηκα στις παρασκηνιακές συζητήσεις για την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας που είχαν γίνει από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο και τον Γιώργο Χουλιαράκη, αντίστοιχα Υπουργό Οικονομικών και Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών της Ελλάδας, με εκπροσώπους άλλων χωρών κατά τη διάρκεια της εαρινής συνόδου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ουάσινγτον, πρωτεύουσα των ΗΠΑ.

Μια εβδομάδα αργότερα, συγκεκριμένα στις 27 Απριλίου, στην Σόφια, πρωτεύουσα της Βουλγαρίας, έγινε η σύνοδος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κατά τη διάρκεια της οποίας μεταξύ άλλων οι εκπρόσωποι των θεσμών ενημέρωσαν τους υπουργούς Οικονομικών των κρατών που απαρτίζουν την Ευρωζώνη για την πορεία της τέταρτης, και τελευταίας, αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος, το οποίο λήγει στα μέσα του ερχόμενου Αυγούστου.

Μια ημέρα πριν από την έναρξη της Συνόδου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη Σόφια, ο Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, επισκέφθηκε την Αθήνα, και μετά από συζητήσεις με τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, κ. Προκόπη Παυλόπουλο, και τον Πρωθυπουργό, κ. Αλέξη Τσίπρα, μίλησε και στην Ολομέλεια του Ελληνικού Κοινοβουλίου.

Εν όψει του γεγονότος ότι στο παρελθόν ο Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, με την ιδιότητα του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, είχε στηρίξει τις προσπάθειες εξόδου της Ελλάδας από την κρίση, η πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα ερμηνεύθηκε από Ευρωπαίους σχολιαστές ως συμβολισμός στήριξης της Ελλάδας στην πορεία της εξόδου της από τα μνημόνια.

Αυτή η ερμηνεία ενισχύθηκε και από την ακόλουθη δήλωση του κ. Γιουνκέρ κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στην Αθήνα:

«Χαίρομαι που επιστρέφω στην Ελλάδα. Πιστεύω ότι είναι η δεύτερή μου πατρίδα, και παρακολούθησα με πολύ μεγάλη συμπάθεια τη διαδρομή του ελληνικού λαού. Ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές για τη χώρα παρέμεινα πιστός στον ελληνικό λαό… Η Ελλάδα δεν είναι για μένα μια ουδέτερη χώρα, εδώ γεννήθηκε άλλωστε η ίδια η ιδέα της δημοκρατίας. Εδώ εξελίχθηκε η ευρωπαϊκή σκέψη. Επομένως η Ελλάδα σφυρηλάτησε τη μοίρα της Ευρώπης περισσότερο από άλλες χώρες. Γι’ αυτό ούτε για μια στιγμή δεν διανοήθηκα ότι θα έβγαινε η Ελλάδα από τη ζώνη του ευρώ».

Μετά από τα παραπάνω σχόλια του Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, κ. Π. Παυλόπουλος, κατά τη διάρκεια της πρόσφατης συνάντησής τους εξέφρασε την ακόλουθη άποψη:

«Θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι η πλειοψηφία του ελληνικού λαού στηρίζει την πορεία της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αναγνωρίζει την καθοριστική συμβολή σας για την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρώπη και την Ευρωζώνη, και μάλιστα μέσα από μία πολύ κρίσιμη συγκυρία… Η συμβολή σας αποδεικνύει το μέγεθος της προσωπικότητάς σας ως μεγάλου Ευρωπαίου ηγέτη. Υπερασπιζόμενος την Ελλάδα υπερασπιστήκατε στην ουσία τη συνοχή της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης. Η Ελλάδα δεν διανοείται την πορεία της εκτός Ε.Ε. και Ευρωζώνης, αλλά και η Ε.Ε. έχει ανάγκη από την Ελλάδα ως λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού και της ευρωπαϊκής δημοκρατίας».

ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΝΟΔΟ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ

Μετά τη λήξη της Συνόδου του Eurogroup στη Σόφια ο Υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, εξέφρασε την ικανοποίησή του, δηλώνοντας πως οι θεσμοί έμειναν πολύ ικανοποιημένοι από το αναπτυξιακό σχέδιο που παρουσίασε. Παράλληλα τόνισε πως υπήρξε γενική συμφωνία ότι μέχρι την 21η Ιουνίου θα διευθετηθούν όλες οι λεπτομέρειες για την τελική έξοδο της Ελλάδας από τα μνημόνια στα μέσα του Αυγούστου 2018.

Παρόλα αυτά, ο κ. Τσακαλώτος αναγνώρισε πως μετά τη λήξη του προγράμματος των τελευταίων ετών θα συνεχίσει η παρακολούθηση της ελληνικής οικονομίας, χωρίς όμως αξιολογήσεις για την πολιτική της Ελληνικής Κυβέρνησης και για την επιβολή νέων προαπαιτουμένων.

Αναφορικά με το ελληνικό χρέος, και για πιθανή μελλοντική ελάφρυνσή του, ο κ. Τσακαλώτος δήλωσε πως η συζήτηση συνεχίζεται. Πάντως συμφωνήθηκε πως η εποπτεία της ελληνικής οικονομίας από τους δανειστές θα γίνεται κάθε τρεις μήνες.

Σύμφωνα με την αθηναϊκή εφημερίδα Το Βήμα (27/4/18), η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ασκεί πιέσεις στη νέα κυβέρνηση της Γερμανίας, προκειμένου να υπογράψει αξιόπιστα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους για την Ελλάδα, υποστηρίζοντας τις εκκλήσεις του ΔΝΤ η ελάφρυνση του χρέους να γίνει πριν από την προτεινόμενη έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα διάσωσης αυτό το καλοκαίρι.

Είναι αξιοπαρατήρητο το ότι η παρέμβαση αυτή της ΕΚΤ λαμβάνει χώρα τη στιγμή που αυξάνεται η ένταση ανάμεσα στη Γερμανία και τη Γαλλία σχετικά με το επίπεδο του πολιτικού ελέγχου που θα πρέπει να διατηρήσουν οι πιστωτές απέναντι στον μηχανισμό ελάφρυνσης χρέους. Σύμφωνα με την ΕΚΤ οι Γερμανοί δεν έχουν δείξει ευελιξία τις τελευταίες εβδομάδες στο θέμα αυτό.

Αναφορικά με την επιφυλακτική στάση της Γερμανικής Κυβέρνησης, ενδιαφέρον παρουσιάζει η ακόλουθη έκκληση που κάνει η γερμανική εφημερίδα Die Zeit, σύμφωνα με το ακόλουθο δημοσίευμα στην Εφημερίδα Συντακτών (28/4/2018):

«Η γερμανική εφημερίδα σημειώνει ότι μετά από τρία πακέτα βοήθειας, το πρόγραμμα για την Ελλάδα θα λήξει σύντομα και πως μόνο η Γερμανία δεν θέλει να εγκαταλείψει τους ελέγχους… Κραυγή αγωνίας από τη γερμανική εφημερίδα για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους. Απευθυνόμενη στους πιστωτές της χώρας μας τονίζει ότι «θα πρέπει να δείξουν ‘αλληλεγγύη’ για να εξασφαλίσουν την ανάκαμψη της Ελλάδας» και προς τη Γερμανία να αποδεχτεί αυτή την έκκληση αν θέλει να εμποδίσει την περαιτέρω διάβρωση της ευρωπαϊκής ιδέας… Η γερμανική εφημερίδα σημειώνει ότι μετά από τρία πακέτα βοήθειας, το πρόγραμμα για την Ελλάδα θα λήξει σύντομα και πως μόνο η Γερμανία δεν θέλει να εγκαταλείψει τους ελέγχους. Έτσι όμως η χώρα δεν θα γίνεται ποτέ κυρίαρχη… Αρκετά πια».

Σύμφωνα με την ‘Bloomberg’, ιδιωτική εταιρεία χρηματοοικονομικού λογισμικού των ΗΠΑ, η ελληνική πρόταση που κατατέθηκε στη σύνοδο της Σόφιας, περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και την αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων στην αγορά εργασίας, καθώς και σταδιακή αύξηση στον κατώτατο μισθό.

Αυτές είναι αξιόλογες δεσμεύσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης, ιδιαίτερα όταν λάβουμε υπόψη τις αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης των τελευταίων χρόνων, αποτέλεσμα των οποίων είναι να πληγούν τα πιο ευάλωτα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, οι νέοι, οι χαμηλόμισθοι και οι συνταξιούχοι.

Στο πλαίσιο αυτό αξιοπαρατήρητα βρίσκω τα σχόλια του Μάριο Σεντένο, Προέδρου του Eurogroup, ο οποίος στη Σόφια μίλησε με θετικά λόγια για τη στρατηγική ανάπτυξης που παρουσίασε η Ελλάδα, σημειώνοντας ότι ανταποκρίνεται στην αναγκαιότητα σημαντικών μεταρρυθμίσεων για την ανάκαμψη της οικονομίας.

Ο Μάριο Σεντένο ανέφερε, επίσης, πως οι επικεφαλής των θεσμών θα επιστρέψουν στην Αθήνα στις 14 Μαΐου για την τέταρτη αξιολόγηση, με στόχο να πετύχουν συμφωνία σε επίπεδο προσωπικού, και σημείωσε ότι στη Σόφια οι θεσμοί έδωσαν ‘θετική’ αναφορά για τη μέχρι στιγμής εφαρμογή των προαπαιτουμένων μέτρων από την Ελληνική Κυβέρνηση.

Εξίσου αξιοσημείωτη ήταν η παρατήρηση του κ. Μ. Σεντένο ότι το Eurogroup αναγνώρισε ως σημαντικά τα στοιχεία για το πρωτογενές και το δημοσιονομικό πλεόνασμα που ανακοίνωσε η Eurostat, σχόλια που έκαναν τον Μ. Σεντένο να τα χαρακτηρίσει ‘ενθαρρυντικά’ στοιχεία, ιδιαίτερα σε σχέση με την εικόνα που παρουσίαζε η Ελλάδα στο παρελθόν.

Πρόσφατα, ο Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, τόνισε ότι «εάν η Ελλάδα επιθυμεί πρόσθετη ελάφρυνση του χρέους, τότε αυτή η επιτήρηση θα ενισχυθεί. Θα είναι μάλλον λίγο πιο σφιχτή και πιο ολοκληρωμένη από αυτήν που εφαρμόζουμε σε άλλες χώρες».

Μετά τη συνεδρίαση του Eurogroup στη Σόφια, ο Μπενουά Κερέ, στέλεχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έκανε λόγο για «τρία μηνύματα».

*Το πρώτο είναι να ολοκληρωθεί εντός του χρονοδιογράμματος η αξιολόγηση, σημειώνοντας ότι μένουν ακόμα να γίνουν πράγματα, αν και αναγνώρισε ότι έχει γίνει πρόοδος σε κάποιους τομείς της ελληνικής οικονομίας.

*Το δεύτερο μήνυμα είναι ότι εξαρτάται από την ελληνική κυβέρνηση η καθαρή έξοδος από τα μνημόνια.

*Το τρίτο μήνυμα είναι ότι θα πρέπει να ληφθούν αξιόπιστα μέτρα για τη βιωσιμότητα του χρέους.

Κάτω από τις υπάρχουσες συνθήκες, τα μέτρα που η Ελληνική Κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να πάρει θα έχουν άμεσο κοινωνικό κόστος, μακροπρόθεσμα όμως είναι απαραίτητα για την έξοδο της χώρας από την οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας.