Την περασμένη εβδομάδα πραγματοποιήθηκε συνάντηση στο προάστιο Broadmedows της Μελβούρνης μεταξύ εκπροσώπων του Εργατικού Κόμματος, μεταναστών και νεοαφιχθέντων προσφύγων και εκπροσώπων κοινοτικών οργανώσεων με θέμα συζήτησης τη στήριξη μεταναστών και προσφύγων στην αναζήτηση εργασίας.
Πρόκειται για ένα ζήτημα που έχει απασχολήσει ακόμη περισσότερο τους τελευταίους μήνες παρόχους υπηρεσιών του προγράμματος εγκατάστασης και οργανισμούς που υπερασπίζονται τα δικαιώματα αιτούντων άσυλο, λόγω της πρόσφατης απόφασης της κυβέρνησης να καταργήσει την οικονομική υποστήριξη για περισσότερους από 7.000 αιτούντες άσυλο στη χώρα.
Στο πλαίσιο νέων αυστηρότερων κριτηρίων για τη διεκδίκηση του επιδόματος, άτομα που παρουσιάζουν ευαλωτότητες που δεν αναγνωρίζονται αναγκαστικά από το αρμόδιο υπουργείο ως λόγοι που σταματούν κάποιον από το να εργαστεί, μεταξύ αυτών εγκυμονούσες και θύματα βασανιστηρίων, θα στερηθούν την οικονομική στήριξη που έχουν ανάγκη.
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δικαιολογεί την σκληρή πολιτική επικαλούμενη την χορήγηση δικαιώματος εργασίας στην πλειοψηφία αιτούντων άσυλο, υποστηρίζοντας ότι όλοι όσοι κρίνονται βάσει των νέων οδηγιών του υπουργείου “έτοιμοι για εργασία” οφείλουν να βρουν δουλειά.
Τη συνάντηση, που έλαβε χώρα στο Broadmedows, διοργάνωσαν ο σκιώδης υπουργός Πολυπολιτισμού και Υπηκοότητας, Tony Burke και η ομογενής βουλευτής Calwell, Μαρία Βαμβακινού, από κοινού με το Settlement Council of Australia.
“Ο τρόπος με τον οποίο χειριζόμαστε το θέμα της εγκατάστασης καθορίζει το ποιοι είμαστε και το ποιοι θέλουμε να είμαστε ως χώρα” ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ. Burke.
Η συζήτηση επικεντρώθηκε στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν μετανάστες και νεοφιχθέντες πρόσφυγες στην προσπάθειά τους για εύρεση εργασίας.
Ενδεικτική είναι η περίπτωση του Δρ. Ramzi, ενός από τους ομιλητές της συνάντησης. O Δρ. Ramzi, χειρουργός στο επάγγελμα που ήρθε από το Ιράκ ως πρόσφυγας πριν δύο χρόνια, εξήγησε ότι οι δεκαετίες σπουδών και επαγγελματικής του εμπειρίας δεν αναγνωρίζονταν στην Αυστραλία, καθιστώντας το αδύνατο για τον ίδιο να βρει εργασία στον τομέα του, παρ’ ότι επιθυμούσε να συνεισφέρει στη νέα του χώρα.
“Οι νεοαφιχθέντες μετανάστες και πρόσφυγες αποζητούν απελπισμένα να εγαστούν σε αυτή τη χώρα. Εάν δεν βρίσκουν δουλειά, αυτό σημαίνει ότι κάτι πάει πολύ στραβά στο πώς προσεγγίζουμε το θέμα της εγκαστάστασης στη χώρα” επισήμανε η κ. Βαμβακινού.
Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και οι δηλώσεις ενός ακόμη Ιρακινού πρόσφυγα που συμμετείχε στη συζήτηση.
Ο κ. Ramir ανέφερε σχετικά: “Πολλοί μετανάστες θέλουν να εργαστούν, δεδομένου ότι έχουν τα προσόντα και την εμπειρία αλλά και επειδή η δουλειά δίνει νόημα στην καθημερινότητά τους. Πολλοί πρόσφυγες δεν επιθυμούν να λαμβάνουν τα επιδόματα του Centrelink – είναι περήφανοι για την ιστορία τους και θέλουν να είναι ανεξάρτητοι και αυτόνομοι. Θέλουν να συνεισφέρουν στο καινούριο τους σπίτι στην Αυστραλία”.