Την περασμένη εβδομάδα, η κυβέρνηση της Νέας Νότιας Ουαλίας (ΝΝΟ) ανακοίνωσε την πρώτη της εκστρατεία για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης, με μια σειρά μέτρων που αποσκοπούν να συμβάλλουν, μεταξύ άλλων, σε καλύτερη πρόληψη, αναβάθμιση των υπηρεσιών στήριξης θυμάτων, βελτιστοποίηση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης για σχετικά εγκλήματα, όπως επίσης σε επιμόρφωση του κοινού για το τι καθιστά συναίνεση στη σεξουαλική πράξη.
Ακούγονται πολλά για να… “χωνέψει” κανείς.
Το ίδιο όμως ισχύει και για τα νούμερα που ακολουθούν. Όπως προκύπτει από στοιχεία της Αυστραλιανής Στατιστικής Υπηρεσίας, το 2017 παρατηρήθηκε αύξηση σε ποσοστό 12% στα καταγεγραμμένα περιστατικά σεξουαλικών επιθέσεων στην πολιτεία, με τον αριθμό των θυμάτων να ανεβαίνει σε 9.847. Της εκστρατείας της ΝΝΟ προηγήθηκε έκθεση της Αυστραλιανής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για το ίδιο έτος, που υποδεικνύει ότι ένας στους πέντε φοιτητές σε πανεπιστήμια της Πολιτείας έχει πέσει θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης. Την ίδια στιγμή, στην αναφορά που συνοδεύει την εκστρατεία διαβάζουμε πως στο διάστημα μεταξύ Μαρτίου 2017-2018, πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από 13.000 καταγγελίες στην αστυνομία για σεξουαλικά εγκλήματα, με τα κορίτσια και τις γυναίκες να εμφανίζουν έως και τετραπλάσια πιθανότητα να είναι το θύμα της υπόθεσης, σε σχέση με αγόρια ή άνδρες.
Σύμφωνα με τον βασισμένο στη Μελβούρνη δημοσιογράφο, Οδυσσέα Κρυπωτό -έναν από τους νέους Ελληνοαυστραλούς με τους οποίους επικοινώνησε ο “Νέος Κόσμος” για σχόλια επι του θέματος: οι στατιστικές αναδεικνύουν την ανάγκη για σχετική εκπαίδευση των νέων όσο πιο νωρίς.
“Πιστεύω είναι απαραίτητο να δούμε ριζική αναδιαμόρφωση στον τρόπο αντιμετώπισης της σεξουαλικής κακοποίησης, γιατί όσο ορισμένες συμπεριφορές εκδηλώνονται ολοένα και πιο συχνά, το πρόβλημα θα συνεχίσει να διογκώνεται” αναφέρει χαρακτηριστικά.
Πράγματι, η εκστρατεία της κυβέρνησης της ΝΝΟ αποδίδει ιδιαίτερη έμφαση στο κομμάτι της επιμόρφωσης των νέων. Ανάμεσα στα σχετικά εγχειρήματα είναι η αναδιαμόρφωση της σχολικής ύλης από το νηπιαγωγείο έως το Year 12, ώστε να ενημερώνονται οι μαθητές από μικρή ηλικία για τις συμπεριφορές που μπορεί να οδηγήσουν σε σεξουαλική βία, αλλά και μια καμπάνια πληροφόρησης της νεολαίας για τη σωστή ερμηνεία της συγκατάθεσης στο σεξ.
Η πολυσχιδής καμπάνια θα μεταδίδει μηνύματα όπως “όχι σημαίνει όχι” και “η σιωπή δεν σημαίνει ναι”, μέσω των social media, στους χώρους εργασίας, αλλά ακόμη και σε νυχτερινά κέντρα διασκέδασης.
“Η ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΘΕΣΗ ΟΛΩΝ”
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός πως από όλα τα μέτρα της εκστρατείας, η καμπάνια επιμόρφωσης και ευαισθητοποίησης ήταν αυτή που συγκέντρωσε το περισσότερο ενδιαφέρον στο πλαίσιο δήλωσης της πολιτειακής υπουργού για την πρόληψη της οικογενειακής βίας και των σεξουαλικών επιθέσεων, Pru Goward, υπονοώντας ότι το σεξ θα θεωρείται βιασμός εάν η συγκατάθεση δεν δίνεται λεκτικά.
“Αν θέλεις να κάνεις σεξ, πρέπει να το ζητήσεις και αν θέλεις αυτό το σεξ, θα πρέπει να πεις ναι” είπε η υπουργός.
Το σχόλιο ξεσήκωσε αντιδράσεις στα social media.
“Αυτό είναι παρανοϊκό […] Τι γίνεται αν δύο άτομα ξεσκίζουν ο ένας τα ρούχα του άλλου, @PruGoward; Δεν μπορεί, αυτό θα αρκεί για να υποδηλώσει συγκατάθεση;” ρωτά σαρκαστικά ένας χρήστης του Twitter, ενώ κάποιος άλλος σχολίασε πως η κίνηση σε κάνει να αναρωτιέσαι αν “στόχος είναι να αντιμετωπίζονται ως εγκληματίες οι άνδρες, παρά να ‘προστατεύσει’ τις γυναίκες”.
Ο Κρυπωτός υποστηρίζει πως το να απονομονώνει κανείς αυτό το σχόλιο της υπουργού από τα υπόλοιπα λεγόμενα οδηγεί σε υπεραπλούστευση, κάτι που όμως επισημαίνει ότι ισχύει και για το ίδιο το σχόλιο.
“Θεωρώ ότι πρέπει να δούμε τις δηλώσεις της στο ευρύτερο πλαίσιο της επιμόρφωσης των μαθητών και της κοινωνίας γενικότερα.
“Η σιωπή οπωσδήποτε δεν ισοδυναμεί με ‘ναι’, όμως υπάρχουν άλλοι τρόποι επικοινωνίας εκτός της προφορικής. Πιστεύω ότι οι ενδείξεις συναίνεσης πρέπει να είναι ξεκάθαρες μεταξύ των εμπλεκομένων, και πως δεν περιορίζονται αναγκαστικά σε ό,τι επικοινωνείται λεκτικά.
Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε πως ένα ‘ναι’ μπορεί πολύ εύκολα να μετατραπεί σε ‘όχι’ αν κάποιος δεν επιθυμεί να συνεχίσει κατά τη διάρκεια της συνεύρεσης”.
Η κοινωνιολόγος Σοφία Τσάγκαρη, που επί του παρόντος εργάζεται στο Σίδνεϊ ,στον μη κερδοσκοπικό τομέα, εμφανίζεται ξεκάθαρα υπέρ της λεκτικής συναίνεσης.
“Και μόνο το γεγονός ότι συζητάμε κάτι τόσο αυτονόητο είναι ενδεικτικό του πόσο αναγκαία είναι η πρωτοβουλία, του πόσο χρειάζεται η κουβέντα να μεταβεί από το ‘η απουσία του όχι σημαίνει ναι’ στο ‘η απουσία του ναι σημαίνει όχι’. Και πραγματικά δεν είναι και τόσο δύσκολο. Ερωτήσεις όπως ‘Θέλεις να κάνουμε σεξ;’ ή ‘είναι εντάξει με εσένα αν κάνω αυτό;’ δεν είναι ούτε δύσκολο να τις κάνεις ούτε πρόκειται να “σκοτώσουν” την ερωτική διάθεση” αναφέρει, προσθέτοντας ότι ο ισχυρισμός περί αντιμετώπισης των ανδρών σαν εγκληματίες δεν πρέπει να περάσει στα ψιλά γράμματα.
“Στο κάτω-κάτω, η συγκατάθεση και η σημασία του να προηγείται της ερωτικής πράξης, αφορά όλους ανεξάρτητα από το φύλο τους[…]. Για εμένα προσωπικά, η συγκεκριμένη αντίδραση αποκαλύπτει περισσότερο την προβληματική σχέση που έχουν πολλοί άνδρες με το θέμα της συναίνεσης και τονίζει την ανάγκη για αλλαγή νοοτροπίας”.

Η ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΒΙΑΣΜΟΥ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Προσθέτοντας ένα επιπλέον επίπεδο προβληματισμού στο θέμα, ο Κρυπωτός τονίζει ότι η δήλωση της υπουργού Goward αναφορικά με τη ρητή συγκατάθεση φέρνει στην επιφάνεια το κενό της παρούσας νομοθεσίας.
Η εκπεφρασμένη συναίνεση είναι περίπλοκο ζήτημα που επιδρά άμεσα στην κρίση του δικαστηρίου για το εάν η συνεύρεση αφορά νόμιμη σεξουαλική επαφή ή βιασμό, δεδομένου μάλιστα ότι μία από τις προϋποθέσεις απόδειξης βιασμού είναι ο φερόμενος δράστης να γνώριζε ότι το θύμα δεν είχε συναινέσει.
Πρόσφατα, ο Γενικός Εισαγγελέας της ΝΝΟ εισηγήθηκε την αναθεώρηση της πολιτειακής νομοθεσίας για τη σεξουαλική συναίνεση από την αρμόδια επιτροπή, ύστερα από πολυσυζητημένο ρεπορτάζ της εκπομπής Four Corners για μια αμφιλεγόμενη υπόθεση βιασμού. Ο κατηγορούμενος κρίθηκε αθώος μετά από άσκηση έφεσης, απόφαση που στηρίχθηκε στη δήλωσή του ότι πίστευε πως το θύμα είχε συναινέσει.
Η πολιτειακή κυβέρνηση ελπίζει σε μια αναθεώρηση της νομοθεσίας προς την κατεύθυνση ενός αυστηρότερου πλαισίου για τη συναίνεση, όπως αυτό που ισχύει στην Τασμανία.
Πρακτικά, το εν λόγω πλαίσιο ορίζει πως δεν επαρκεί κάποιος να υποθέτει ότι υπάρχει συγκατάθεση με βάση αυτό που αντιλαμβάνεται από τη συμπεριφορά του άλλου. Απεναντίας, απαιτείται μια αυτόβουλη συμφωνία μεταξύ των δύο εμπλεκομένων, ή με απλά λόγια ένα ξεκάθαρο “ναι”.
Για την Κοραλία Δημητριάδη, η ανάγκη για αλλαγή είναι αδήριτη, τόσο στη νομοθεσία όσο και σε επίπεδο νοοτροπίας.
“Χρειαζόμαστε νομοθετική αλλαγή, επειδή το σύστημα όπως λειτουργεί σήμερα δεν δουλεύει. Διευκολύνει τους βιαστές να εκτίουν ποινές που δεν είναι ανάλογες του μεγέθους του εγκλήματος που έχουν διαπράξει ή να αθωώνονται. Την ίδια στιγμή, η κατάσταση είναι δύσκολη για το θύμα” εξηγεί η Ελληνοκύπρια καλλιτέχνιδα και ακτιβίστρια.
“Νομίζω ότι πρέπει να εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας σχετικά με τη συναίνεση, για το πώς χρειαζόμαστε ένα ξεκάθαρο ‘ναι’ και πρέπει να σταματάμε στο άκουσμα του ‘όχι’. Πιστεύω πως το ‘ναι’ πρέπει να έρχεται και από τις δύο πλευρές, άνδρες και γυναίκες. Μπορεί να ακούγεται ανόητο να πρέπει να πεις ‘ναι’ κάθε φορά που κάνεις σεξ, όμως προκειμένου να προστατεύσουμε τους άλλους, ορισμένες φορές χρειάζονται θυσίες”, εξηγεί.
Η ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΚΑΝ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΣΕΞ”
Αντίστοιχα, και η Τσάγκαρη θεωρεί τη νομοθετική αλλαγή μάταιη, χωρίς αλλαγή νοοτροπίας.
“Θα πάρει χρόνο, αλλά είναι μια αρχή προς τη σωστή κατεύθυνση. […] εάν τα παιδιά μάθουν από μικρή ηλικία για τη σημασία της συγκατάθεσης – όχι μόνο όταν πρόκειται για σεξ, αλλά σε οποιοδήποτε είδος σωματικής επαφής – τότε έχουμε πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να δούμε την αλλαγή που χρειάζεται”.
“Και ειλικρινά, η επιμόρφωση των παιδιών για τη συναίνεση δεν χρειάζεται καν να αναφέρεται στο σεξ, αν αυτό είναι κάτι που κάνει τον κόσμο να ανησυχεί” λέει εξηγώντας πως για να καταλάβει το παιδί την έννοια της σωματικής αυτονομίας αρκεί να του πει κανείς ότι μπορεί να πει όχι σε οτιδήποτε το κάνει να αισθάνεται άβολα, ακόμη κι αν πρόκειται απλώς για έναν ενοχλητικό συγγενή που του τσιμπά τα μάγουλα.
Βασισμένη στην προσωπική της εμπειρία, η Τσάγκαρη συμφωνεί με την άποψη ότι ο τρόπος αναζήτησης και ερμηνείας συναίνεσης διαφέρει μεταξύ ανδρών και γυναικών.
“[…] οι γυναίκες τείνουν να αντιλαμβάνονται περισσότερο τη γλώσσα του σώματος και εμφανίζονται πιο πρόθυμες να ρωτήσουν αν κάτι κάνει κάποιον να νιώθει άβολα ή είναι αποδεκτό στο πλαίσιο της σωματικής επαφής.
“Και νομίζω ότι αυτό οφείλεται στο πώς έχουμε μεγαλώσει στην κοινωνία – είναι επίκτητο και όχι από τη φύση μας χαρακτηριστικό.
Προσθέτει, μάλιστα, διευκρινίζοντας: “Όμως δεν σημαίνει ότι κάποιος πρέπει να έχει υπάρξει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης ή παρενόχλησης ή να ζει συνεχώς με αυτόν τον φόβο, για να μπορεί να καταλάβει τη σημασία της συγκατάθεσης”.
Στην ερώτηση για το πόσα περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης γνωρίζει από το άμεσο περιβάλλον της, η απάντηση της Τσάγκαρη μας φέρνει αντιμέτωπους με μια δυσάρεστη πραγματικότητα, που μας αφορά όλους, ανεξάρτητα από το τί πιστεύουμε για το θέμα της συναίνεσης στο σεξ.
“Από τον κύκλο των κοντινών μου φίλων γυναικών, δυσκολεύομαι να βρω έστω και μία που δεν την έχουν παρενοχλήσει σεξουαλικά τουλάχιστον μία φορά – συμπεριλαμβανομένου του εαυτού μου. Και είναι τρομακτικό.
“Το ερώτημα δεν είναι πόσες από εμάς -γιατί μιλάμε για τις περισσότερες- το ερώτημα είναι πόσο άσχημο ήταν αυτό που συνέβη. Ή πόσο συχνά”.