Μεγάλα λάθη και παραλείψεις της Πολιτείας,  εγκληματική «γύμνια» του κρατικού μηχανισμού, σημαντικές ελλείψεις προσωπικού, απαρχαιωμένα επίγεια και εναέρια μέσα βρίσκονται μέσα στο κάδρο των ευθυνών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για τις φονικές πυρκαγιές στην Ανατολική Αττική, με τις καταγγελίες να πληθαίνουν σε καθημερινή βάση.

 

Ο λόγος για την τεράστια έλλειψη σε μέσα και υποδομές -δασική υπηρεσία, πυροσβεστικό σώμα- ελλείψεις σε προσωπικό και ανυπαρξία ενός πραγματικά εφαρμόσιμου σχεδίου, το οποίο θα μπορεί να αντιμετωπίσει την εκδήλωση και διαχείριση τέτοιου είδους φαινομένων.

 

 

Μια τραγωδία που ήταν θέμα χρόνου να συμβεί  ήταν αυτή στο Μάτι, όπως αποδεικνύεται από τις μαρτυρίες αστυνομικών, πυροσβεστικών και άλλων που περιγράφουν την τραγική πραγματικότητα.

 

Τα όσα είπε ο αστυνομικός, που βρέθηκε στο Μάτι, και συνδικαλιστής της ΠΟΑΣΥ Γιώργος Βαχλιώτης στην εκπομπή του Epsilon «Από Νωρίς» είναι κάτι παραπάνω από αποκαλυπτικά. «Ούτε το GPS των περιπολικών δεν λειτουργούσε καθώς οι χάρτες δεν ήταν ενημερωμένοι και οι ίδιοι κινδύνευαν να εγκλωβιστούν στις φλόγες». Όπως λέει χαρακτηριστικά «πήγαμε στη φωτιά χωρίς καμία οργάνωση και συγκεκριμένο σχέδιο, λειτουργούσαμε αυτοβούλως. Δεν είχαμε καμία ενημέρωση. Και κινδυνεύσαμε από τη φωτιά, μας κύκλωσε. Δεν είναι η πρώτη φορά που δεν λειτουργούν οι ασύρματοι. Όταν τοποθετήθηκε το νέο ψηφιακό σύστημα SEPURA έπεσε το  σύστημα τον Ιούνιο. Αν δεν υπήρχε και η ιδιωτική πρωτοβουλία δεν θα είχαμε τίποτα. Ο τεχνολογικός εξοπλισμός είναι ο ίδιος από τους Ολυμπιακούς Αγώνες και μετά».

 

 

Δηλαδή βρέθηκαν αστυνομικοί χωρίς λειτουργικούς ασυρμάτους, αστυνομικοί που για να κάνουν τη δουλειά τους φώναζαν μέσα στο σκοτάδι για να συνεννοηθούν, που έβλεπαν νεκρούς από τις 22.15 της 23ης Ιουλίου, αλλά η ενημέρωση δεν αρκούσε, κατά τον υπουργό Υγείας, για να σημάνει συναγερμό. Και στη συνέχεια παρακολουθήσαμε όλοι την κακοστημένη ”παράσταση” στο Κέντρο Επιχειρήσεων, όπου ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας δεν ρώτησε καν αν υπάρχουν νεκροί, ενώ όπως αποδεικνύεται ήξεραν ήδη».

Την ίδια ώρα, σοβαρά επιχειρησιακά προβλήματα και τεχνικού χαρακτήρα δυσλειτουργίες αντιμετώπιζαν τα στελέχη της πυροσβεστικής που έδωσαν τη μάχη με τις φλόγες υπό αντίξοες καιρικές συνθήκες στη φονική πυρκαγιά της 23ης Ιουλίου στο Μάτι.

 

Σύμφωνα με δημοσίευμα της «Καθημερινής», υπήρξε κενό στον συντονισμό των επίγειων δυνάμεων αλλά και ελλιπής επικοινωνία με τα εναέρια μέσα πυρόσβεσης.

 

Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η εφημερίδα υπήρξε κενό στον συντονισμό των επίγειων δυνάμεων σε Νέο Βουτζά και Μάτι, ενώ ελαττωματική περιγράφεται και η επικοινωνία των πυροσβεστών με τα εναέρια μέσα πυρόσβεσης. Το αποτέλεσμα, σύμφωνα με το δημοσίευμα, ήταν οι «βολές» του ελικοπτέρου που επιχειρούσε στο μέτωπο να μην βρίσκουν στόχο.

 

Μάλιστα, η διαθέσιμη δύναμη στην Ανατολική Αττική ήταν μειωμένη κατά 50% λόγω της φωτιάς στην Κινέτα, καθώς και εκείνης που ξέσπασε αργότερα στα διυλιστήρια.

 

Ένα λεπτό μετά την έναρξη της πυρκαγιάς δόθηκε εντολή από το κέντρο επιχειρήσεων στο Χαλάνδρι σε ελικόπτερο Εrickson S-64 που έκανε ρίψεις νερού στην Κινέτα να αλλάξει πορεία και να κατευθυνθεί στην Πεντέλη.

 

Κατά την άφιξή του στο σημείο, ωστόσο, τα στελέχη της πυροσβεστικής που βρίσκονταν ήδη στο μέτωπο διαπίστωσαν ότι είχαν προβληματική επικοινωνία μέσα ασυρμάτου με τον χειριστή του ελικοπτέρου και άρα αδυνατούσαν να δώσουν οδηγίες για τις σωστές ρίψεις νερού.

 

«Οι αξιωματικοί της πυροσβεστικής μπορούσαν να ακούν τον πιλότο να τους μιλά στον ασύρματο, εκείνος όμως όχι. Έτσι ο χειριστής του Εrickson δεν έριχνε νερό στα σημεία που του υποδείκνυαν οι πυροσβέστες στο έδαφος» ανέφερε στην Καθημερινή πηγή με γνώση του θέματος.

 

Επίσης, σύμφωνα με την εφημερίδα, το ελικόπτερο συντονισμού της πυροσβεστικής πήρε εντολή να φύγει από την Κινέτα για την Ανατολική Αττική όμως φτάνοντας πάνω από τη Ραφήνα τα καύσιμα του τελείωσαν και έτσι αναγκάστηκε να αποχωρήσει, δίχως ποτέ να συνδράμει στην επιχείρηση.

 

Πηγές με γνώση του θέματος εξήγησαν στην εφημερίδα πως στα συγκεκριμένα ελικόπτερα επιβιβάζονται αξιωματικοί της πυροσβεστικής που, έχοντας συνολική εικόνα της πυρκαγιάς, κατευθύνουν τις επίγειες δυνάμεις. Κάτι τέτοιο στην περίπτωσης της φωτιάς στο Μάτι δεν συνέβη.

 

Έντονο παρασκήνιο και καταγγελίες για προσπάθεια παραποίησης στοιχείων

 

Ο αντιστράτηγος, υπαρχηγός Πυροσβεστικής εν αποστρατεία Ανδριανός Γκουρμπάτσης καταγγέλει, σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας Εθνος, προσπάθεια παραποίησης στοιχείων σε σχέση με τα «καυτά» στοιχεία από τη μοιραία ημέρα. «Εχω πληροφορίες για επιχείρηση παραποίησης στοιχείων, όπως για παράδειγμα οι ώρες ειδοποίησης και άφιξης στο συμβάν ή η μη αναγραφή αρμοδίων υπηρεσιακών οργάνων, παραδείγματος χάριν του διοικητή Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Νέας Μάκρης, όπως και για τον συντονισμό των πυροσβεστικών δυνάμεων.  Επίσης γνωρίζω πως η ώρα άφιξης των ανωτάτων αξιωματικών στα συμβάντα δεν δίνεται συνήθως δια του ασυρμάτου στο Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο Επιχειρήσεων της Πυροσβεστικής, για να μην εμφανιστούν αυτές στο καταγραφικό μηχάνημα σε ενδεχόμενη αναζήτηση ευθυνών».

 

Την απόπειρα αλλοίωσης στοιχείων επιβεβαίωσε στο ΘΕΜΑ 104,6 και ο δικηγόρης Αντώνης Φούσσας που έχει καταθέσει την πρώτη μήνυση συγγενών θυμάτων της φωτιάς στο Μάτι. Παράλληλα ο κ. Φούσσας ανακοίνωσε ότι τις επόμενες ημέρες θα υποβληθεί και συμπληρωματική μήνυση με άλλα στοιχεία.

 

Εξάωρη αυτοψία έκαναν στο Μάτι οι εισαγγελείς – Ζήτησαν άρση τηλεφωνικού απορρήτου

 

Μέχρι το τέλος της επόμενης εβδομάδας οι εισαγγελείς που ερευνούν την τραγωδία από τη φωτιά θα έχουν όλες τις τηλεφωνικές επικοινωνίες μεταξύ των εμπλεκομένων υπηρεσιακών παραγόντων

 

Με ταχείς ρυθμούς, σύμφωνα με δικαστικές πηγές, προχωρά η έρευνα που διενεργεί η εισαγγελία Πρωτοδικών για τις φονικές πυρκαγιές στο Μάτι.

 

Όπως αναφέρουν οι πληροφορίες, ο κατάλογος των μαρτύρων που καλούνται να καταθέσουν στο πλαίσιο της έρευνας διευρύνεται κάθε ημέρα καθώς πρόσωπα που εξετάζονται φέρονται να δίνουν συγκεκριμένα ονόματα και στοιχεία που βοηθούν ουσιωδώς στην αναζήτηση ποινικών ευθυνών.

 

 

Καθοριστικό ρόλο δε για την εξέλιξη της εισαγγελικής έρευνας αναμένεται να παίξει και η διαβίβαση στην εισαγγελία των επικοινωνιών που έχουν καταγράφει μεταξύ των εμπλεκομένων πριν και μετά την καταστροφή προκειμένου να τεθούν υπόψη του ανεξάρτητου πραγματογνώμονα που συνδράμει τους εισαγγελικούς λειτουργούς στην έρευνα. Τα στοιχεία αυτά αναμένεται να φτάσουν στα χέρια των ειδικών μέχρι το τέλος της επόμενης εβδομάδας.

 

Πολύ χρήσιμα συμπεράσματα φέρεται να απεκόμισαν οι εισαγγελείς από την αυτοψία που πραγματοποίησαν στις καμένες περιοχές την προηγούμενη Παρασκευή για περίπου έξι ώρες. Στην επιτόπια έρευνα παρούσα ήταν και η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου.

 

 

Παραλλήλως, οι δικαστικές και εισαγγελικές αρχές αναμένουν να λάβουν κρίσιμα στοιχεία από τις τηλεφωνικές συνομιλίες μεταξύ των εμπλεκομένων υπηρεσιακών στελεχών της Πυροσβεστικής, της Ελληνικής Αστυνομίας, της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, της Περιφέρειας Αττικής και των δήμων Μαραθώνα και Ραφήνας τις κρίσιμες ώρες από τις 16:49 το απόγευμα της Δευτέρας 23 Ιουλίου και για τις επόμενες ώρες που η περιοχή του Ματιού είχε παραδοθεί στις φλόγες.

 

Ασφαλείς πληροφορίες αναφέρουν ότι οι εισαγγελείς έχουν ζητήσει την  άρση του τηλεφωνικού απορρήτου όλων των εμπλεκομένων υπηρεσιακών παραγόντων για να αναζητήσουν απαντήσεις σε μια σειρά από ερωτήματα, όπως:

 

– Γιατί υποτιμήθηκε η φωτιά στο ξεκίνημά της και δεν εστάλησαν ισχυρές εναέριες πυροσβεστικές δυνάμεις

– Γιατί δεν αποφασίστηκε η εκκένωση της περιοχής στο Μάτι

– Γιατί δεν ελήφθη καμία πρόνοια για την μετακίνηση των πολιτών προς τη θάλασσα, είτε με ελικόπτερα από την παρακείμενη βάση ελικοπτέρων του Πολεμικού Ναυτικού είτε με ειδικές δυνάμεις, για παράδειγμα άνδρες της ΕΜΑΚ

– Ποιος κρίκος της υπηρεσιακής αλυσίδας μπλόκαρε την απόφαση για εκκένωση

– Γιατί οι πυροσβεστικές δυνάμεις καθυστέρησαν να επέμβουν

– Ποιος ήταν ο λόγος που αστυνομικές δυνάμεις «έσπρωχναν» διερχόμενους οδηγούς από τη λεωφόρο Μαραθώνος μέσα στο Μάτι

– Γιατί καθυστέρησε η από θαλάσσης διάσωση των εκατοντάδων πολιτών που είχαν πέσει στη θάλασσα.

 

Οι τηλεφωνικές συνομιλίες μεταξύ των εμπλεκομένων αναμένεται να παραδοθούν στις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές μέχρι το τέλος της επόμενης εβδομάδας για να μελετηθούν από τις δικαστικές αρχές και να τεθούν υπ’όψιν του ανεξάρτητου πραγματογνώμονα ώστε να γίνει ανασύνθεση πράξεων αλλά και πιθανών παραλείψεων, αμελειών ή ολιγωριών που μέχρι σήμερα έχουν προκαλέσει το θάνατο περίπου 100 ανθρώπων, εκ των οποίων οι 91 έχουν ταυτοποιηθεί.