Συνάντησα τον Θωμά λίγο μετά τη λήξη της βάρδιας του. Αν και μόλις είχε συμπληρώσει ένα γεμάτο 8ωρο στην κουζίνα της Φροντίδας στο Clayton, όπου έπρεπε να ετοιμάσει πρωινό και μεσημεριανό για πάνω από 100 ηλικιωμένους, φαινόταν ιδιαίτερα ήρεμος και χαρούμενος. «Θωμά, θέλω να μιλήσουμε για σένα, ένα 10λεπτο θα πάρει» του είχα πει για να κανονίσω το ραντεβού, αν και οι δύο ξέραμε ότι τα λεπτά θα πολλαπλασιάζονταν.

Ο Θωμάς Νιανιάκος ανήκει στη λεγόμενη γενιά των νεομεταναστών, των ανθρώπων που μετανάστευσαν στην Αυστραλία ένεκα της οικονομικής κρίσης που μαστίζει την Ελλάδα τα τελευταία 8 χρόνια. Αν και εφαλτήριο για τους περισσότερους ήταν η δεινή οικονομική τους κατάσταση, για τον Θωμά οι λόγοι ήταν αρκετά διαφορετικοί.

«Το 2011 ήταν που άλλαξε η ζωή μου. Ζούσαμε στη Λαμία με την σύζυγό μου, Περσεφόνη και τα τρία μας παιδιά. Εγώ διαχειριζόμουν ένα ξενοδοχείο και η σύζυγος ήταν μικροβιολόγος. Για 2-3 εβδομάδες αισθανόταν αρκετά κουρασμένη και είχε πυρετό. Στην αρχή είπαμε ότι ήταν φυσιολογικό. Παιδιά, δουλειά, συσσωρεύεται η κόπωση, αντιδρά το σώμα. Αλλά μία μέρα έκανε εξέταση αίματος. Και εκεί ανακάλυψε μόνη της ότι έπασχε από λευχαιμία.

«Ακούς για καρκίνο, ακούς για λευχαιμία, αλλά νομίζεις ότι είναι κάτι μακριά από σένα. Μόνο όταν σου χτυπήσει την πόρτα καταλαβαίνεις ότι τα πράγματα είναι σοβαρά» λέει ο Θωμάς.

Η οικογένεια πέρασε ιδιαίτερα δύσκολες στιγμές το αμέσως επόμενο διάστημα. Από τη Λαμία όπου διέμεναν, και μετά από εκτεταμένη θεραπεία, έπρεπε να μεταβούν στην Αθήνα, για μεταμόσχευση μυελού των οστών. Δυστυχώς, αν και υπήρχαν εκλάμψεις όπου η αρρώστια φαινόταν να υποχωρεί, τελικά, η Περσεφόνη έχασε τη ζωή της, λίγο πριν την Πρωτοχρονιά του 2013.

«Ήμασταν μαζί από τα 20 μας. Πάνω από δύο δεκαετίες μαζί, τρία παιδιά, αμέτρητες εμπειρίες. Χρειαζόμουν μία καινούργια αρχή, τόσο για μένα όσο και για τα παιδιά μου», εξομολογείται ο Θωμάς.

«Είχα γεννηθεί και μείνει στην Αυστραλία μέχρι τα 12 μου. Αν και με ελάχιστα εφόδια, κυρίως ψυχολογικά, έκανα το μεγάλο βήμα, μαζί με τα παιδιά μου, τη Δέσποινα 13, τη Αθηνά 11 και τον Χρήστο 3,5 ετών. Ήταν και επιθυμία της Περσεφόνης που μου την είχε εκφράσει πριν φύγει από κοντά μας. Να φύγουμε από την Ελλάδα».

Τα παιδιά πώς αντέδρασαν, σπεύδω να τον ρωτήσω, με δεδομένο ότι μόλις έχασαν τη μητέρα τους και έπρεπε να αλλάξουν χώρα, σπίτι και τον γενικότερο κοινωνικό τους κύκλο.

«Τα παιδιά δεν έφεραν καμία αντίρρηση για τη μετακίνησή μας εδώ. Και, γενικότερα, δεν είχαν πρόβλημα να εγκλιματιστούν στο καινούργιο τους περιβάλλον. Η γλώσσα, οι συγγενείς, το σχολείο, οι παρέες. Όλα κύλησαν ιδανικά τόσο γι’ αυτούς όσο και για μένα».

Αν και έχουν περάσει 5 χρόνια, ο Θωμάς δεν μπορεί να ξεχάσει τι πέρασε μέχρι να πατήσει γερά και σταθερά στα πόδια του. «Δεν το πιστεύω τι περάσαμε. Έπρεπε να αφήνω τα παιδιά μου στο σπίτι πολλές φορές μόνα για να μπορέσω να πηγαίνω στη δουλειά. Το ευτύχημα ήταν ότι και τα τρία παιδιά ήταν ιδιαίτερα συνεργάσιμα και ώριμα. Ειδικότερα η Δέσποινα, ανέλαβε, θα έλεγα, το ρόλο της μάνας που δεν υπήρχε στο σπίτι. Χωρίς καν να το συζητήσουμε, κατανόησε ότι έπρεπε να αναλάβει ευθύνες ενήλικα».

«ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΕΔΟΜΕΝΟ»

«Ένα από τα πολλά μαθήματα που πήρα μετά το θάνατο της συζύγου μου, ήταν ότι δεν πρέπει να αγχώνομαι για μικρά πράγματα αλλά και ότι πρέπει να προσπαθώ κάθε μέρα να πραγματοποιήσω τα όνειρά μου. Για μένα, η μαγειρική ήταν ένα από αυτά που ήθελα να κάνω από μικρός».

Αμέσως μετά την εγκατάστασή του στους Αντίποδες, ο Θωμάς γράφτηκε σε σχολή μαγειρικής, ενώ άρχισε να εργασε εστιατόρια για να αποκτήσει εμπειρία. Όταν ολοκλήρωσε της σχολή, παρουσιάστηκε η ευκαιρία να δουλέψει στον οίκο ευγηρίας της Φροντίδας στο Clayton.

«Στην αρχή για μένα ήταν απλώς μία δουλειά. Όσο περνούσε ο καιρός όμως, ανακάλυπτα ότι το να μαγειρεύεις για Έλληνες ηλικιωμένους έχει μία ξεχωριστή ευθύνη αλλά και ευχαρίστηση.

«Είναι άνθρωποι που τους βλέπω κάθε μέρα, ανταλλάσσουμε κουβέντες, ξέρω τη ζωή τους και τι πέρασαν. Είναι μία δεύτερη οικογένεια για μένα και προσπαθώ κάθε μέρα να τους κάνω φαγητά που θα τους αρέσουν και θα τους ευχαριστήσουν. Οπότε, ό,τι και να σκεφτόμουν στην αρχή, τώρα πιστεύω ότι, από τη μια, πραγματοποίησα το όνειρό μου να γίνω επαγγελματίας μάγειρας, αλλά επίσης αγαπάω το περιβάλλον που εργάζομαι και μαγειρεύω για ανθρώπους που αισθάνομαι κοντά μου».

Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Φροντίδας, Γιώργος Λεκάκης (δεξιά), απονέμει βραβείο στον Θωμά Νιανιάκο για το έργο του στον οργανισμό

ΝΕΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ 
Η Αυστραλία για τον Θωμά, όπως αποδείχθηκε, αποτέλεσε την ιδανική χώρα για να κάνει τα βήματα της καινούργιας του ζωής, χωρίς ωστόσο να ξεχνάει την Ελλάδα αλλά και την αγαπημένη του Περσεφόνη.

«Όταν έχασα την Περσεφόνη ήμουν 44. Ήμασταν μαζί από τα 20 μας. Δεν γίνεται να την ξεχάσω».

Σε συναισθηματικό επίπεδο, ο Θωμάς στάθηκε ιδιαίτερα τυχερώς μετά τη γνωριμία του στην Αυστραλία με τη Λυδία την οποία και παντρεύτηκε πριν από 6 μήνες.

«Από την αρχή ξεκαθάρισα ότι έχω μαζί μου 3 παιδιά. Αυτό για τη Λυδία, η οποία είναι εκπαιδευτικός, δεν ήταν αποτρεπτικό, κάθε άλλο. Τώρα πια ζούμε όλοι κάτω από την ίδια στέγη και τόσο η Λυδία όσο και τα παιδιά, έχουν άριστες σχέσεις οι οποίες αναπτύσσονται μέρα με τη μέρα».
«Έλειπε το αίσθημα του γονιού μέσα στο σπίτι, όχι της μητέρας απαραίτητα, του γονιού. Αυτό κερδίσαμε με την Λυδία. Στην αγάπη, άλλωστε, δεν υπάρχουν όρια, συνεχίζεις τη ζωή σου χωρίς να ξεχνάς το παρελθόν».

Ο Θωμάς και η Λυδία, πρόσφατα πήραν μέρος στο World’s Greatest Shave, μία ερανική πρωτοβουλία του Leukaemia Foundation όπου οι συμμετέχοντες κουρεύουν πολύ κοντά τα μαλλιά τους με σκοπό την εξεύρεση χρημάτων για την έρευνα κατά της Λευχαιμίας.

«Επιλέξαμε να το κάνουμε για δύο λόγους, ως φόρο τιμής στην Περσεφόνη, αλλά και για την εξεύρεση χρημάτων για το Leukaemia Foundation».

Λίγο πριν τον χαιρετίσω και μετά από τη μακροσκελή συζήτηση, τον ρωτάω: «όλα καλά τώρα;». «Όλα καλά, δόξα τον Θεό» μου απαντάει. Τυπική απάντηση; Στην περίπτωση του Θωμά, όπου η εκτίμηση του κάθε πρωινού ξυπνήματος είναι μοναδική, σίγουρα όχι. Είναι ο κάθε άνθρωπος άλλωστε που δίνει νόημα στις λέξεις. Οι εμπειρίες του που τον διαμορφώνουν και που του δίνουν δύναμη για το αύριο. Για ένα διαφορετικό αύριο, ξεχωριστό από το σήμερα.