ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ το βράδυ ήμουν ένας από τους εκατό (και πλέον) προνομιούχους ομογενείς που παρακολουθήσαμε μια ομιλία του Δρ. Νίκου Ντάλλα, στο Ελληνικό Κέντρο της Μελβούρνης, με θέμα «Τα γεγονότα της Τασκένδης».
ΜΕ ΕΝΔΙΕΦΕΡΕ το θέμα, αλλά πήγα και για έναν επιπρόσθετο λόγο: Θεωρώ ότι ο Νίκος Ντάλλας είναι από τα πιο αξιόλογα στελέχη της παροικίας μας. Σεμνά και αθόρυβα προσφέρει σημαντικότατες υπηρεσίες στην ομογένεια. Κυρίως σε θέματα ελληνομάθειας.
ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ δεν τον ξέρουν, ο Νίκος Ντάλλας έχει πολυδιάστατα ενδιαφέροντα που καλύπτουν τη χημεία, τις πολιτικές επιστήμες και την οικονομία. Τα πολυάριθμα ακαδημαϊκά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν την οικονομική ιστορία, θέματα παγκοσμιοποίησης και εκπαιδευτικά θέματα. Σήμερα είναι διευθυντής πωλήσεων του εκδοτικού οίκου McGraw-Hill Australia, μιας παγκόσμιας εταιρίας εκδόσεων πανεπιστημιακών βιβλίων. Είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης από το 2012 και διατηρεί ενεργό ενδιαφέρον για όλες τις εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες της Κοινότητας. Είναι συγγραφέας βιβλίων και έχει ταξιδέψει σε δεκάδες χώρες όπου ζουν Έλληνες, έχοντας μάλιστα καταγράψει τις εντυπώσεις του και σε οδοιπορικά που δημοσιεύθηκαν στην ελληνική και αγγλική γλώσσα στο «Νέο Κόσμο».
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ με το θέμα της ομιλίας του ο Δρ. N. Ντάλλας επισήμανε, μεταξύ άλλων, ότι μετά τον τερματισμό του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα το 1949, η μακρινή Τασκένδη, η σημερινή πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν, φιλοξένησε πολλές χιλιάδες Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες, κυρίως πρώην μαχητές του Ελληνικού Δημοκρατικού Στρατού (ΔΣΕ). Στις 9 και 10 Σεπτεμβρίου 1955 πραγματοποιήθηκαν βίαιες συγκρούσεις μέσα σε αυτήν την εξορισμένη κοινότητα, μεταξύ δύο αντίθετων φατριών, εκείνων που υποστήριζαν τον τότε γενικό γραμματέα του ΚΚΕ, Νίκο Ζαχαριάδη, και εκείνους που ήταν αντίθετοι.
ΟΠΩΣ μας είπε ο Νίκος Ντάλλας, αλλά και όπως διάβασα σε βιβλίο του Άγγελου Τσεκέρη, το Σεπτέμβριο του 1955, στην κοινότητα των πολιτικών προσφύγων της Τασκένδης ξέσπασαν πρωτοφανείς ταραχές ανάμεσα σε «ζαχαριαδικούς» και «αντιζαχαριαδικούς». Από τις χιλιάδες μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού, άντρες και γυναίκες που αποτελούσαν την κοινότητα, στα επεισόδια πήραν μέρος περίπου 3.000 άνθρωποι. Τα γεγονότα, που συγκλόνισαν την πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν και ανάγκασαν τους Σοβιετικούς να επέμβουν για την αποκατάσταση της τάξης, δεν έγιναν ιδιαίτερα γνωστά στην Ελλάδα, καθώς συνέπεσαν με το πογκρόμ και την καταστροφή των ελληνικών περιουσιών στην Κωνσταντινούπολη. Η σύγκρουση αυτή ήταν συνέπεια ενός βαθύτατου ρήγματος, που διαιρούσε την Κομματική Οργάνωση Τασκένδης του ΚΚΕ.
Οι ζαχαριαδικοί είχαν την πλειοψηφία. Οι αντιζαχαριαδικοί είχαν το πάνω χέρι και τον έλεγχο της Οργάνωσης. Οι Σοβιετικοί, που παρακολουθούσαν από πολύ κοντά την κατάσταση και επενέβαιναν όπου το θεωρούσαν αναγκαίο, βοηθούσαν με κάθε τρόπο τους αντιζαχαριαδικούς. Στόχος τους ήταν να μεταβληθεί η ισχυρότερη και πιο μαζική οργάνωση πολιτικών προσφύγων σε όχημα ανατροπής του Ζαχαριάδη και αλλαγής ηγεσίας στο ΚΚΕ.
Όλα αυτά συνέβησαν πέντε μήνες πριν από το ιστορικό 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ. Η μάχη για τη διαδοχή του Στάλιν βρισκόταν στο αποκορύφωμά της και είναι προφανές ότι τόσο ο Ζαχαριάδης όσο και οι Σοβιετικοί καθοδηγητές της Τασκένδης λειτουργούσαν στο πλαίσιο αυτής της σύγκρουσης.
Όμως, το ρήγμα της Τασκένδης σχετίζεται και με δύο άλλα θέματα που δεν είναι εξαρχής τόσο προφανή. Την επόμενη ημέρα, μετά τη λήξη του 20ού Συνεδρίου, το ΚΚΣΕ σχημάτισε μια Διεθνή Επιτροπή, αποτελούμενη από τα Κομμουνιστικά Κόμματα των χωρών στις οποίες ζούσαν Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες. Η Επιτροπή αυτή συγκάλεσε την Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ, η οποία καθαίρεσε χωρίς αντιρρήσεις τον Ζαχαριάδη. Πρόκειται για μια εντυπωσιακή μεταστροφή του κορυφαίου καθοδηγητικού οργάνου το κόμματος, στο οποίο μέχρι πριν λίγες ημέρες, η κυριαρχία του αρχηγού του ΚΚΕ ήταν αδιαφιλονίκητη.
Ο Ζαχαριάδης πέθανε εξόριστος στη Σιβηρία, αφού προηγουμένως το σοβιετικό καθεστώς τού στέρησε αυθαίρετα την ιδιότητα του πολιτικού πρόσφυγα.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ να αναφέρουμε ότι ήταν 1η Αυγούστου του 1973 όταν ο Νίκος Ζαχαριάδης έκανε πραγματικότητα την απειλή του να βάλει τέλος στη ζωή του αν δεν αίρονταν όλα τα μέτρα περιορισμού, εξορίας, στέρησης ελευθερίας μετακίνησης και αναχώρησης από τη Σοβιετική Ένωση. Αρχικά, ο θάνατός του αποδόθηκε σε καρδιολογικά αίτια, αργότερα παρουσιάστηκαν και άλλες αιτίες με την αυτοκτονία να αμφισβητείται από ορισμένους οπαδούς του.
Ο ΝΙΚΟΣ ΝΤΑΛΛΑΣ περιέγραψε όλα όσα προηγήθηκαν των ταραχών αυτών, εξέτασε τα αίτια και τους λόγους που οδήγησαν σε αυτά και μετέφερε προσωπικές μαρτυρίες κάποιων που τα έζησαν από κοντά.
ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΜΕΝΑ θα αναρωτηθεί κάποιος: Και ποιον ενδιαφέρει σήμερα τι έγινε στην Τασκένδη το 1955 μεταξύ κάποιων Ελλήνων πολιτικών προσφύγων;
ΠΡΟΦΑΝΩΣ ενδιαφέρει! Απόδειξη ότι, παρά τον βροχερό καιρό, αρκετοί προσήλθαν να ακούσουν το Νίκο Ντάλλα.
ΑΥΤΟ όμως που μου προκάλεσε ξέχωρη σημασία είναι ότι ανάμεσά τους ήταν και παιδιά πολιτικών προσφύγων που έζησαν στην Τασκένδη και σήμερα ζουν στη Μελβούρνη. Και ακόμα στην ίδια εκδήλωση ήταν και πολλά άλλα άτομα που είπαν ότι γεννήθηκαν ή έζησαν σε άλλες ανατολικές χώρες «θύματα του παιδομαζώματος» όπως μας είπαν κάποιοι.
ΝΟΜΙΖΩ ότι αξίζει να φιλοξενήσουμε στο «Νέο Κόσμο» τις ιστορίες αυτών των ανθρώπων. Και θα το επιδιώξουμε στο άμεσο μέλλον!
ΣΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ του Νίκου Ντάλλα είδα και τον Χρήστο Φίφη, ο οποίος πρόσφατα έγραψε ακόμα ένα βιβλίο με τίτλο «Η Πρώτη Ελληνική Κοινότητα της Αυστραλίας: Η Ιστορία της Ελληνικής Ορθόδοξου Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτώριας 1887-2018», που είμαι σίγουρος θα συζητηθεί από όσους μπουν στον κόπο να το διαβάσουν. Ειδικά στα όσα αναφέρει για την δράση της Κοινότητας στις πρόσφατες δεκαετίες. Γεγονότα που τα θυμόμαστε αλλά και οι πρωταγωνιστές των οποίων είναι εν ζωή ακόμα. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι κρίσεις του για τους κοινοτικούς μας παράγοντες.
ΓΙΑ ΤΟ νέο βιβλίο του Χρ. Φίφη ο καλός μου φίλος, Βασίλης Τσαπαλιάρης, έγραψε μεταξύ άλλων, πρόσφατα στο «Νέο Κόσμο»:
«Η μελέτη εξετάζει κριτικά την πορεία της Ελληνικής Ορθόδοξου Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτώριας, της αρχαιότερης Ελληνικής Κοινότητας της Αυστραλίας. και ανιχνεύει τις προκλήσεις του 21ου, στις οποίες καλείται να προσαρμοστεί για να ξεπεράσει την παρουσιαζόμενη αδιαφορία των αυστραλογενημένων γενεών και να μπορέσει να επιβιώσει στις συνθήκες του 21ου.
Η Ελληνική Κοινότητα, μπόρεσε να επιβιώσει δοκιμαζόμενη από διαφόρου τύπου έριδες και διαιρέσεις (εθνο-κοινωνικές, τοπικιστικές, πολιτικές, εκκλησιαστικές) και ξεκινώντας από μια κοινότητα μικροκαταστηματαρχών των πρώτων δεκαετιών από την ίδρυση της εξελίχθηκε με τη μαζική μετανάστευση των δεκαετιών του 1950-1960, σε μια «κοινότητα εργατικής τάξης, η οποία εξαρτιόταν από την εργοστασιακή βιομηχανία»
Παρά τα ρήγματα και τις διαιρέσεις από τις οποίες δοκιμάστηκε, μπόρεσε να επιβιώσει εισφέροντας στην πολιτιστική ζωής της ελληνικής παροικίας, στη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας και την ελληνορθόδοξη εκκλησιαστική οργάνωση και τη θρησκευτική παράδοση, διατηρώντας κοινοτικούς ναούς.
Στα νεώτερα χρόνια, «ωριμάζοντας» στις δεκαετίες του 1970 και του 1980, η Κοινότητα ανέδειξε στελέχη που έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στο ευρύτερο κοινωνικό γίγνεσθαι της Αυστραλίας. Σπουδαίο ρόλο, «συμβάλλοντας στις κυβερνητικές υπηρεσίες με ιδέες, συμβουλευτικές διαβουλεύσεις και πολιτικές για την εισαγωγή και την εδραίωση του αυστραλιανού πολυπολιτισμού».
Φθάνοντας σε αυτό το στάδιο ενεργούς ένταξης στην αυστραλιανή κοινωνία, οι πολιτικές αυτές εξακολουθούν να αποτελούν τη βάση των δραστηριοτήτων της Κοινότητας. Η οποία, φέρεται μεν να εξακολουθεί να εισφέρει στην οργάνωση των δομών για την προσφορά πολιτιστικών υπηρεσιών και τη στήριξη της εκμάθησης και της διατήρησης της ελληνικής γλώσσας, αλλά και να δοκιμάζεται από την έλλειψη επαρκούς στήριξης από τις νεώτερες αυστραλογεννημένες γενιές. Με αποτέλεσμα, η κοινότητα να αντιμετωπίζει σήμερα ως κύρια πρόκληση την προσέλκυση μελών από τις νεώτερες γενιές, τον επαναπροσδιορισμό της λειτουργίας, του ρόλου και της πορείας της».
Το βιβλίο βασίζεται κατά ένα μέρος στη σχετική διατριβή του συγγραφέα στο Πανεπιστήμιο La Trobe της Μελβούρνης, και εν μέρει σε συμπληρωματική πολυετή έρευνα για την περίοδο 1998-2018, παραλείποντας από το βιβλίο ένα θεωρητικό μέρος και ένα μεγάλο μέρος από υποσημειώσεις της διδακτορικής εργασίας. Προσαρμόζοντας την εργασία στις ανάγκες του γενικού αναγνώστη, του ενδιαφερόμενου για την ιστορία της Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτώριας».
ΒΕΒΑΙΩΣ την ιστορία της Κοινότητας την γράφει και η ίδια η Κοινότητα που είχε αναθέσει τη σχετική μελέτη στη Τζουλιάνα Χαρπαντίδου, η οποία τα τελευταία χρόνια ασχολήθηκε με την έρευνα και συγγραφή της ιστορικής πορείας της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης, θέμα που αποτελεί και την Διδακτορική Διατριβή της στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Και, φυσικά, η εργασία αυτή θα εκδοθεί και σε βιβλίο.
ΟΠΩΣ είναι γνωστό, η Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτώριας αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους εκφραστές της ελληνικής ομογένειας στην Αυστραλία και διαχρονικό σημείο αναφοράς και συσπείρωσης της και είναι πολύ σημαντικό που η ιστορία της καταγράφεται και μάλιστα κατά τρόπο επιστημονικό.