Κάνω, κάπου-κάπου, κάτι συγκρίσεις που θα μπορούσες, άνετα, να μου πεις ότι είμαι από άλλον πλανήτη. Τι μου ήλθε να κάνω συγκρίσεις της εποχής της δικής μας, του σαράντα, του πενήντα και του εξήντα με τη σημερινή. Άλλες φορές κάνω συγκρίσεις με τα σημερινά παιδιά με τα τηλέφωνα, τα κομπιούτερ και κάτι πλακέτες στο μέγεθος της πλάκας με το κονδύλι που είχαμε στα μαθητικά μας χρόνια. Περπατάνε και μιλάνε στο τηλέφωνο κι’ άλλοι περνούν, με άνεση το κόκκινο φανάρι και κινδυνεύουν να σκοτωθούν, γιατί διαβάζουν το μήνυμα που έλαβαν.
Τότε και τώρα. Πάρτε ένα παιδί, ένα παλικαράκι, δέκα έξη ετών ας πούμε. Πάρτε για παράδειγμα το εγγόνι σας και συγκρίνατε με τη ζωή τη δική μας, στην ηλικία του. Δεν υπάρχει σύγκριση και δεν μπορούμε να μετρήσουμε ανόμοιες καταστάσεις φτώχιας και πλούτου ή προόδου και μεταπολεμικές θλιβερές κατάντιες.
Μπορείς όμως να σταθείς και να κάνεις κάποιες συγκρίσεις στον τομέα του δεσίματος της οικογένειας, στο σεβασμό των παιδιών στους γονείς και τους δασκάλους στις ελάχιστες απαιτήσεις των παιδιών του…τότε με το σήμερα.
Θα αναφερθώ σε κάτι που, ομολογώ δε μου αρέσει, στους ομοφυλόφιλους του τότε και του τώρα. Μεγάλες οι αλλαγές και δύσκολες οι συγκρίσεις. Σήμερα, αν μπει μία δεσποινίς με παντελόνι ή με φούστα στις ανδρικές δημόσιες τουαλέτες, δεν μπορείς να της πεις πως έκανε λάθος και πως οι γυναικείες είναι δίπλα. Κάποιος άλλος που δεν είναι Σκοτσέζος, αλλά φοράει φούστα μίνι, είναι βαμμένος σαν την αδελφή του από την οποία δανείστηκε τις βλεφαρίδες και αν τον κοιτάξεις λίγο παράξενα μπορεί να βρεις άγρια τον μπελά σου.
Στην εποχή μου, ήμουν συμμαθητής, από την πρώτη τάξη του Δημοτικού μέχρι και την έκτη με τον Σάκη που ήταν, από την ημέρα που γεννήθηκε, θηλυπρεπής. Έτσι γεννήθηκε. Κανένας δεν τον πείραζε κανένας δεν τον κορόιδευε, κανένας μας δεν ενοχλήθηκε. Οι γονείς του καθωσπρέπει και δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα για να αλλάξουν τα παράξενα της φύσης. Στο Γυμνάσιο χαθήκαμε. Έμαθα πως πήγε στην Ιερατική Σχολή και αργότερα κλείστηκε σε Μοναστήρι.
Κάνω συγκρίσεις. Βλέπω τον Έλτον Τζόν, αυτόν τον γνωστό τραγουδιστή που η Βασίλισσά μας τον έκανε και Σερ, περιφέρεται στα σαλόνια και συστήνει τον… άνδρα του, τον σύντροφό του, ανερυθρίαστα. Θα μου πείτε και γιατί όχι. Παρουσιάζεται και η κυρία από το κοινοβούλιο με την σύντροφό της και ο Τόνυ Άμποτ πάει στο γάμο της αδελφής του που παντρεύτηκε μια καλή… κοπέλα. Εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχε τέτοια.. πρόοδος.
Στην Αεροπορία, όπου υπηρέτησα, στη σχολή ασυρματιστών στο Τατόι, είχαμε μία περίπτωση… αξιοπρεπούς συναδέλφου, του Δημήτρη, ο οποίος σε φίλο και συνάδελφο το Φώτη και σε μένα εκμυστηρεύτηκε το μυστικό του και ζήτησε τη βοήθειά μας. «Κάθε φορά που θα δείτε κάποιο δείγμα θηλυπρέπειας επάνω μου, είτε στη φωνή μου, ή στις κινήσεις μου σας παρακαλώ να μου το πείτε. Σας παρακαλώ βοηθήστε με. Δε θέλω να εκτεθώ. Καμιά φορά αφήνω τον εαυτό μου και ξυπνάει μέσα μου η θηλυπρέπεια με την οποία γεννήθηκα.» Θυμάμαι πως όταν τελειώσαμε τη σχολή μας μετέθεσαν σε διαφορετικές μονάδες για επάνδρωση των Γραφείων Σημάτων. Ξέχασα να πω πως κάποτε πήγαμε στο σπίτι του, στην Εκάλη, να γνωρίσουμε τους γονείς του, μοναχογιός γαρ. Αρχοντόσπιτο και θαυμάσιοι οι γονείς του. Τον Δημήτρη τον μετέθεσαν στου διαόλου τη μάνα. Εκεί που, όπως έλεγαν, έστελναν τη σάρα, τη μάρα και το κακό συναπάντημα. Ο Φώτης και εγώ του συστήσαμε να προσέχει και πως, μέσω ασυρμάτου, θα επικοινωνούμε. Πέρασαν έξη μήνες. Στο Βόλο όπου υπηρετούσαμε ο Φώτης κι’ εγώ, μάθαμε πως τον έπιασαν, τον έκλεισαν σε ένα θάλαμο, πρόχειρη φυλακή. Άλλοι είπαν πως ήταν εκδίκηση κάποιου Σμηνία η κατηγορία, γιατί ο Δημήτρης αρνήθηκε να συνάψει σχέση μαζί του και τον απείλησε πως θα βγει στην αναφορά. Η συνέχεια; Ο Δημήτρης δραπέτευσε τη νύχτα από το θάλαμο που τον είχαν κλείσει, πήγε στο θάλαμο του, πήρε το όπλο του και έδωσε τέλος στη ζωή του. Ο Φώτης κι’ εγώ πήγαμε στο διοικητή μας, του εξηγήσαμε και περιγράψαμε τον Δημήτρη και τον πείσαμε πως ήταν εκδίκηση του Σμηνία η όλη κατηγορία. Του ζητήσαμε να επικοινωνήσει με τον Διοικητή της μονάδας του Δημήτρη και να τον πείσει να μας ακούσει πριν ενημερώσει τους γονείς του αυτόχειρα. Καταφέραμε να βγει ανακοίνωση πως για αγνώστους λόγους η αυτοκτονία του σμηνίτη Δημήτρη Παλα… Εμείς πήγαμε στην κηδεία του. Σταθήκαμε δίπλα στο φέρετρο ακίνητοι. Νοιώθαμε, κάπου-κάπου στην πλάτη μας το χέρι της μάνας του. Αλλιώς μετρούσε το φιλότιμο στα χρόνια μας.