Ποιος έσωσε την Ωραία Ελένη; Σύμφωνα με τη Μυθολογία κανείς. Τώρα θα μου πείτε.. «Τι ρωτάς και εσύ; Αυτή η κυρία αιματοκύλησε δύο λαούς. Αυτό έλειπε να την σώσουν κιόλας». Τέλος πάντων, το θέμα μας δεν είναι σήμερα η Ωραία Ελένη αλλά μία άλλη Ελένη. Αυτή που ζει στο Warringal της Μελβούρνης και η απίθανη ιστορία της…
Η Ελένη του Warringal δεν είναι τόσο διάσημη όσο η Ωραία, αλλά σίγουρα είναι πολύ πιο τυχερή. Θύμα απαγωγής ήταν και αυτή. Αλλά όταν πριν από 59 χρόνια κάποιοι επιτήδειοι την απήγαγαν από την αγκαλιά της μάνας της στο λιμάνι του Καΐρου, η Ελένη δεν αφέθηκε στο έλεός τους. Ένας 15χρονος έφηβος αψηφώντας τον κίνδυνο την έσωσε. Η Ελένη ήταν 5 χρονών, ο έφηβος 15.
Εκεί σε εκείνο το πολύβουο λιμάνι της Αιγύπτου συναντήθηκαν για πρώτη φορά «οι δρόμοι» του Μιλτιάδη και της Ελένης και εκεί χώρισαν. Ή τουλάχιστον έτσι πίστευαν και οι δύο τους μέχρι πριν από λίγες μέρες.
Η ΑΡΠΑΓΗ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ
Τόσο ο 15χρονος τότε Μιλτιάδης Νεοφύτου, όσο και η 5χρονη Ελένη Περικέντη, με τη μητέρα της, τις δύο αδελφές της και τον αδελφό της βρίσκονταν στο λιμάνι περιμένοντας το πλοίο της γραμμής για Αυστραλία.
Ο Μιλτιάδης πήγαινε να δοκιμάσει την τύχη του στην Αυστραλία και η Ελένη, μαζί με την μητέρα της Αναστασία, για να ζήσει με τον πατέρα της Κυριάκο Κωνσταντίνου, που ήδη βρισκόταν στην Αυστραλία.
Κοντοχωριανοί από την Κύπρο ήσαν η Ελένη και ο Κυριάκος και είχαν φτάσει στο Κάιρο πέντε μέρες πριν την αναχώρηση τους για την άγνωστη χώρα. Οι πέντε μέρες πέρασαν και η ώρα της επιβίβασης στο καράβι είχε φτάσει. Στο λιμάνι επικρατούσε το αδιαχώρητο. Ο Μιλτιάδης περίμενε στην είσοδο του ξενοδοχείου που είχε μείνει τις προηγούμενες πέντε μέρες και η Ελένη με τη μαμά της και τα αδέρφια της λίγο πιο πέρα. Το άγνωστο και η αγωνία μαζί με την γοητεία του, ζωγραφισμένα στα πρόσωπα όλων των εν αναμονή επιβατών.
Το πρόσωπο μίας γυναίκας όμως ήταν πολύ διαφορετικό από όλα τα άλλα. Αυτή έκλαιγε και φώναζε. Οι πανικόβλητες και σπασμωδικές της κινήσεις τράβηξαν την προσοχή του Μιλτιάδη. Δεν αντιλαμβανόταν τι έλεγε αυτή η γυναίκα. Την πλησίασε και τα λόγια της άρχισαν να αποκτούν νόημα. «Το παιδί μου, το παιδί μου. Που είναι το παιδί μου». Η Ελένη της είχε χαθεί.
Από εκείνες τις στιγμές στην μνήμη του 5χρονου τότε κοριτσιού έμειναν ανεξίτηλα χαραγμένες εικόνες και συναισθήματα. «Θυμάμαι τις δύο καραμέλες που μου έδωσαν. Την λαχτάρα μου να δω αν είναι αληθινές. Με το που έστρεψα τα μάτια μου στις χούφτες μου να δω το δώρο μου, βρισκόμουν ξαφνικά μακριά από τη μαμά μου. Θυμάμαι τον τρόμο που ένοιωσα. Έκλαιγα και φώναζα. Ήμουν σε μία αίθουσα περιτριγυρισμένη από πολύχρωμες κουρτίνες, πράσινες, κόκκινες, κίτρινες. Το φως της ημέρας είχε εξαφανιστεί. Δύο παιδιά που μπήκαν στην αίθουσα και με έβγαλαν πάλι στο φως. Αυτά θυμάμαι» λέει σήμερα.
Τα δύο παιδιά που έσωσαν την Ελένη ήταν ο Μιλτιάδης και ένας σερβιτόρος από το ξενοδοχείο που ο Μιλτιάδης και η Ελένη με την οικογένειά της είχαν καταλύσει τις προηγούμενες μέρες περιμένοντας το πλοίο.
Στη μνήμη του 15χρονου τότε Μιλτιάδη έμεινε ανεξίτηλα χαραγμένη η στιγμή που ζήτησε την βοήθεια του σερβιτόρου ώστε να ψάξουν για το παιδί. Η περιπλάνησή τους στους δρόμους γύρω από το λιμάνι. Το υπόγειο με τους καλυμμένους με πράσινες, κόκκινες, κίτρινες μακριές κουρτίνες. Το κοριτσάκι που είχε τοποθετηθεί πάνω σε ένα τραπέζι και κάτι ύποπτοι τύποι που το είχαν περικυκλώσει. Η τρομάρα που ένοιωσε όταν το άρπαξε στην αγκαλιά του και άρχισε να τρέχει ενώ οι τύποι αυτοί τον κυνηγούσαν και… Η χαρά της μάνας του όταν το πήρε πάλι στην αγκαλιά της.
ΚΑΠΟΥ, ΚΑΠΩΣ, ΚΑΠΟΤΕ, ΘΑ ΞΑΣΥΝΑΝΤΙΟΥΝΤΑΝ
«Από τότε χαθήκαμε» λέει σήμερα ο Μιλτιάδης, που ζει στο Bowen του Κουίνσλαντ. Eίναι ξενοδόχος, ιδιοκτήτης του The Milton Motel και αραιά και πού στο ξενοδοχείο του φιλοξενεί ομογενείς από κάθε γωνιά της Αυστραλίας.
«Την ιστορία της απαγωγής μου την διηγιόμουν παντού. Τώρα καταλαβαίνω γιατί το έκανα. Πίστευα ότι κάποια στιγμή θα συναντιόμουν πάλι με αυτόν τον άνθρωπο να του πω ένα ευχαριστώ. Του χρωστάω τη ζωή μου» μου λέει η Ελένη.
Λίγα λεπτά αργότερα ακούω περίπου τα ίδια λόγια και από τον Μιλτιάδη. «Την ιστορία την έλεγα συχνά. Την έχω πει στους περισσότερους Έλληνες που έχω φιλοξενήσει στο ξενοδοχείο μου. Δεν είχα παραιτηθεί από την σκέψη ότι κάποια μέρα θα βρω αυτό το κοριτσάκι. Για εμένα είναι ακόμα κοριτσάκι έτσι την θυμάμαι» λέει ο Μιλτιάδης.
Πριν από λίγες εβδομάδες το σύμπαν συνωμότησε για να ικανοποιήσει την κρυφή τους επιθυμία. Έστειλε τον Ζαχαρία.
«Με συνάντησε σε ένα μνημόσυνο και άρχισε να μου λέει την ιστορία που του διηγήθηκε ο Μιλτιάδης ο ξενοδόχος, στου οποίου το ξενοδοχείο έμενε όταν είχε πάει διακοπές. ‘Αυτό το κοριτσάκι είμαι εγώ’ του είπα. Είχα αμφιβολίες αλλά όχι πολλές. Η διαίσθησή μου έλεγε άλλα. Και του τηλεφώνησα» λέει η Ελένη.
Και ο Μιλτιάδης είναι όντως ο σωτήρας της Ελένης. Την επόμενη μέρα των Χριστουγέννων έχει οριστεί η συνάντησή τους. Η Ελένη θα ταξιδέψει στο Bowen για να συναντήσει και ευχαριστήσει τον σωτήρα της.
«Προσπαθώ να φανταστώ αυτή τη στιγμή, αλλά δεν μπορώ. Σίγουρα θα είναι πολύ συγκινητική» λέει ο Μιλτιάδης.
«Δεν του έχω πει πολλά από το τηλέφωνο. Θέλω να το δω, να κάτσουμε να πιούμε το καφεδάκι μας και να τα πούμε για ώρες λέει η Ελένη.
Συμπέρασμα: «Έστι γαρ ειμαρμένα πάντως».