«Γράφω μια ταξιδιωτική οδηγία προς κάθε ενδιαφερόμενο. Από τα όσα επικυρώνουν την εν λόγω προοπτική, απομονώνω το εξής χαρακτηριστικό: Αγαπώ τα ταξίδια, τα θεωρώ προσπάθειες επιστροφής. Αναζήτηση σημαδεμένη με σταθμούς, κάθε φορά που πλησιάζουμε τόπους οι οποίοι ταιριάζουν στους πόθους μας…»

Το όγδοο βιβλίο μου, το οποίο αναφέρεται στην κατά καιρούς διαβίωσή μου σε διάφορες χώρες, κυρίως της Άπω Ανατολής, με τίτλο Ινδικοπλεύστης (μαρτυρίες, παρεκβάσεις), κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο του Κέδρου τον Μάρτιο του 2017. Είναι δε αφιερωμένο στη μνήμη του πατέρα μου Κωνσταντίνου, ο οποίος, ως έφεδρος ασυρματιστής του Πολεμικού μας Ναυτικού, συμμετείχε σε πλήρωμα νηοπομπών στον Ινδικό Ωκεανό κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

Περπάτησε στην Καλκούτα, στην Βομβάη. Ήταν ο πρώτος που μου μίλησε για τη χώρα του Βούδα και του Μαχάτμα Γκάντι. Τις αφηγήσεις εκείνες τις διέκοπταν, θυμάμαι πάντα πολύ καλά, ποικίλες εξιστορήσεις του από την ομηρική, κυρίως, Οδύσσεια. Ήταν διασκευασμένες καταλλήλως από τον ίδιο για παιδιά. Θα ήμουν τότε πέντε ή έξι ετών το πολύ. Η αναχώρηση για τα πέρα μέρη, η περιπετειώδης ή μη επιστροφή και η επόμενη αναχώρηση αποτελούσαν ήδη τα στοιχήματα μιας ωριμότητας εν προόδω. Αρκετά χρόνια μετά πίστεψα ότι κατάλαβα σε βάθος την εκτίμηση του Φρίντριχ Νίτσε, όπως ορίζεται ευκρινώς στο έργο του Θέληση για δύναμη (1885-1886), σε μετάφραση του Ζήση Σαρίκα, που εκδόθηκε από τις Νησίδες το 2001, ήτοι ότι «…ο κόσμος είναι ακόμη πλούσιος και άγνωστος και αξίζει περισσότερο να χαθούμε παρά να κατοικήσουμε ανάπηροι και φαρμακεροί.

Η ίδια μας η ρώμη μάς σπρώχνει προς τις μακρινές θάλασσες, προς το σημείο όπου όλοι οι ήλιοι μέχρι τώρα έχουν δύσει, ξέρουμε πως υπάρχει ένας νέος κόσμος…». Το ταξίδι, εν ολίγοις, συνιστά και για μένα υπόθεση πρόσκτησης Αγαθού.

Δηλαδή ό,τι ο Ινδικοπλεύστης από την πλευρά του σπεύδει να αποτυπώνει από σελίδα σε σελίδα. Γράφοντας τα κεφάλαιά του διαδοχικά, δεν κάνω τίποτε άλλο παρά να επισκέπτομαι εκ νέου νοερώς τον χωρόχρονο της συγκεκριμένης Γνώσης. Ό, τι ακριβώς μου μεταδόθηκε εκασταχού εκάστοτε αποκρυσταλλώνεται σε κείμενο ηδονών. Το τοπίο, το οποίο παρέχεται κάθε φορά, αποδίδεται στο χαρτί, σαφώς διευρυμένο από εννοιολογική άποψη. Η κωδικοποίηση των συστατικών του τοπίου είναι, μεταξύ άλλων, υπόθεση αναβάθμισης του ευ ζην. Το νέο, το διαφορετικό, το πρωτόγνωρο κοντολογίς για μένα υλικό βίου στάθηκε ο δείκτης της Άλλης πολιτισμικής δομής, η οποία υπομνηματίζεται στο εν λόγω έργο μου. Η ρηξικέλευθη κυριολεξία του τοπίου στον Ινδικοπλεύστη μου θέλει να καταστεί ένα ανοικτό σχολείο πολύτιμης μύησης στην πραγματικότητα βάθους.

Στον βαθμό μάλιστα που «ένα ταξίδι είναι πάντα και μια αποστολή διάσωσης, η συλλογή στοιχείων για κάτι που βρίσκεται σε πορεία εξάλειψης και σε λίγο θα χαθεί, το ύστατο αγκυροβόλημα σε ένα νησί που τα νερά το καταπίνουν», όπως μάς δείχνει ο Κλάουντιο Μάγκρις στον Δούναβή του, που εξέδωσε η Πόλις, τότε το εγχείρημά μου αυτό εντάσσεται στις προσπάθειές μου να διατηρήσω, στο βαθμό του δυνατού, τα κεκτημένα της πρώτης εκείνης απόλαυσης των ξένων τόπων.

Έχω και άλλοτε υποστηρίξει τη άποψη ταξιδεύουμε αενάως. Δηλαδή ακόμη και μέσα στα όνειρα των άλλων. Θέλοντας και μη. Το συναρπαστικότερο μέρος του ταξιδιού είναι μάλλον η ανάμνησή του. Ίσως διότι την επινοούμε σ’ έναν βαθμό. Αυτό θα πει επιστροφή. Από την άποψη αυτή και ο Ινδικοπλεύστης συνιστά ένα καλώς οργανωμένο σχέδιο επιστροφής στην πολύτιμη, για διάφορους λόγους, ετερότητα.

Μάλιστα πρόκειται περί μαρτυριών. Διότι τίποτε δεν χρειάστηκε να επινοηθεί εδώ. Περιοχές του Βιετνάμ, της Ινδίας, της Κίνας, της Ινδονησίας και της Ιαπωνίας αφηγούνται το έπος της δικής τους ζωής. Επίσης πρόκειται περί παρεκβάσεων. Με τον τρόπο δηλαδή που μας έμαθε ο Ηρόδοτος. Από τον ένα χωρόχρονο στον άλλο προωθείται η αφήγηση αυτή με τη διάθεση και τη δύναμη της αίσιας τύχης και της ανάγκης. Αν έχει δίκιο ο Κλοντ-Λεβί Στρος, είμαστε όλοι μας φορείς πολιτισμών, οι οποίοι δεν είναι παρά σύνολα συμβολικών συστημάτων. Η ταξιδιωτική δράση στον Ινδικοπλεύστη ανασύρει τον διάχυτο ή κεκρυμμένο εκείνο παράγοντα βίου, όπως ακριβώς συμβαίνει με την εμπειρία της ποιητικής προσέγγισης των ποικίλων φαινομένων, τα οποία ενίοτε διαμορφώνουν σ’ έναν βαθμό το ατομικό μας είναι. Γράψω εν ολίγοις ένα ποίημα σε πεζόμορφη μορφή.

Μια ταξιδιωτική οδηγία προς κάθε ενδιαφερόμενο. Από τα όσα επικυρώνουν την εν λόγω προοπτική, απομονώνω το εξής χαρακτηριστικό: «Αγαπώ τα ταξίδια, τα θεωρώ προσπάθειες επιστροφής. Αναζήτηση σημαδεμένη με σταθμούς, κάθε φορά που πλησιάζουμε τόπους οι οποίοι ταιριάζουν στους πόθους μας […]. Μια τέτοια αναζήτηση είναι και η ποίηση: μεριμνά μόνο για τούτο το σημείο του κόσμου που το προϊδεάζομαι, στήνει και ερμηνεύει αυτό το μνημείο της φυσικής ευγλωττίας, όπου θα λάμψει η μέρα που εκείνη ποθεί, η παντού θαμμένη. Ποίηση και ταξίδι έχουν την ίδια υπόσταση και το ίδιο αίμα. Και ξαναλέω, μετά τον Baudelaire, ότι από όλες τις πράξεις τις δυνατές στον άνθρωπο, αυτές είναι οι μόνες ίσως χρήσιμες και οι μόνες σκόπιμες». (Ιδέτε Ιβ Μπονφουά, Οι Τάφοι της Ραβέννας, μετάφραση: Χριστόφορος Λιοντάκης, εκδόσεις Γνώση, 1981.)

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ο Γιώργος Βέης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1955. Πρέσβης επί τιμή. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε επτά ευρωπαϊκές γλώσσες, ιαπωνικά, ινδονησιακά και κινεζικά.

Από το 1976 ασχολείται με την κριτική της λογοτεχνίας. Μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων και του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών. Υπηρέτησε στο Διπλωματικό Κλάδο του Υπουργείου Εξωτερικών. Μεταξύ άλλων, χρημάτισε Πρέσβυς – Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην UNESCO.

Έχουν εκδοθεί 23 έργα του, 13 εκ των οποίων ποίησης και 5 βιβλία μεταφράσεων.

Έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Μαρτυρίας το 2000, για το βιβλίο Ασία, Ασία, με το Κρατικό Βραβείο Χρονικού-Μαρτυρίας το 2010, για το βιβλίο Από το Τόκιο στο Χαρτούμ και με το Κρατικό Βραβείο Χρονικού- Μαρτυρίας- Ταξιδιωτικών εντυπώσεων για το έργο του Παντού, το 2016. Η ποιητική του συλλογή Λεπτομέρειες κόσμων απέσπασε το Βραβείο Λάμπρος Πορφύρας της Ακαδημίας Αθηνών το 2007.

Το 2012 του απονεμήθηκε ο Ανώτερος Ταξιάρχης του Φοίνικος για τις υπηρεσίες του στον διπλωματικό κλάδο.

Το 2014 τιμήθηκε με το Βραβείο Ποίησης του Ιδρύματος Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών, για το σύνολο του έργου του.