Ο δικηγόρος Γιάννης Βέλος στην 37χρονη καριέρα του έχει δει και ακούσει πολλά. Όταν πριν από μερικές μέρες επικοινώνησα μαζί του εν όψει της σημερινής έκδοσης, ζητώντας του να μιλήσουμε για ένα-δύο θέματα που πιστεύει ότι το αναγνωστικό μας κοινό θα πρέπει να ενημερωθεί σχετικά άρχισε να με βομβαρδίζει με πενήντα.
Τελικά και με δεδομένο ότι όλοι γνωρίζουμε ότι το να καταφέρει σήμερα ένα νέο ζευγάρι ή ένας νέος άνθρωπος από μόνος του να αποταμιεύσει την προκαταβολή που απαιτείται για να αγοράσει σπίτι είναι πολύ δύσκολο, κατάλήξαμε στο θέμα των εγγυητών.
«Πολλοί γονείς προκειμένου να βοηθήσουν τα παιδιά τους, μπαίνουν εγγυητές ώστε να καταφέρουν τα παιδιά τους να αγοράσουν το πρώτο τους σπίτι. Η επισύναψη σύμβασης εγγύησης είναι πολύ σοβαρή υπόθεση και θα πρέπει να το γνωρίζουν. Κανένας δεν θέλει να του χτυπήσει την πόρτα η τράπεζα και από εκεί που δεν χρωστούσε τίποτα να του ζητά να πληρώσει επειδή μπήκε εγγυητής σε κάποιο δάνειο» λέει ο ομογενής δικηγόρος.
«Εγγυητής μπορεί να μπει όποιος θέλει αρκεί να έχει τα απαραίτητα περιουσιακά στοιχεία για να καλύψει τα χρήματα που παίρνει ο δανειολήπτης από την τράπεζα είτε πρόκειται να αγοράσει σπίτι, είτε για να αγοράσει μία επιχείρηση» αναφέρει, προσθέτοντας εντούτοις ότι στις περισσότερες περιπτώσεις είναι οι γονείς που μπαίνουν εγγυητές.
Είναι προφανές ότι το πρώτο πράγμα που διακινδυνεύει ένας εγγυητής είναι η δική του περιουσία. Αν ο δανειολήπτης δεν πληρώνει τις δόσεις του τότε η τράπεζα θα στραφεί στον εγγυητή. Αν σπάσει τους όρους του δανείου ο δανειολήπτης (default) και χρωστά χρήματα τότε πρέπει να τα πληρώσει ο εγγυητής.
«Η τράπεζα κοιτά αν υπάρχει αρκετή κάλυψη για να πουλήσει το σπίτι του δανειολήπτη και θα το κάνει αν αυτό είναι εφικτό και την συμφέρει, αν δηλαδή η αξία του αφού αφαιρεθούν τα υπόλοιπα έξοδα όπως είναι τα δικηγορικά και τα έξοδα πώλησης, καλύπτουν το δάνειο. Αν όμως διαπιστώσει ότι τα έσοδα από την πώληση δεν την καλύπτουν τότε πάει στον εγγυητή και του ζητά να καλύψει το έλλειμμα» επισημαίνει ο κ. Βέλος.
ΤΟ ΔΙΛΛΗΜΑ: ΒΟΗΘΑΩ Ή ΟΧΙ;
Είναι ένα δίλλημα το οποίο κάποιοι γονείς έχουν αντιμετωπίσει και κάποιοι άλλοι θα αντιμετωπίσουν.
Από τη μία να θες να βοηθήσεις το παιδί σου και από την άλλη να ανησυχείς ότι αν κάτι πάει στραβά βρίσκεσαι εκτεθειμένος, διακινδυνεύοντας να χάσεις την περιουσία σου.
«Αυτός που θέλει να γίνει εγγυητής πρέπει καταρχήν να έχει πλήρη γνώση του πόσο σημαντική είναι αυτή η απόφαση. Δεν είναι πήγαινε υπόγραψε τα χαρτιά και ξέχασέ το. Μπορεί να το παρουσιάζουν έτσι τα παιδιά, η τράπεζα ή οι μεσίτες δανείων για να πάρουν την προμήθειά τους. Πολλές φορές γονείς που δεν γνώριζαν τι σήμαινε η σύμβαση εγγύησης που υπέγραψαν έρχονται σε εμάς να ζητήσουν βοήθεια. Το κακό κανένας δεν θέλει να γίνει αλλά κανένας δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι δεν θα γίνει. Για παράδειγμα μπορεί ο δανειολήπτης να πάθει κάποιο ατύχημα και να χάσει το εισόδημά του που σημαίνει ότι ίσως να μην μπορεί να πληρώσει τις δόσεις του, άλλες φορές ένα ζευγάρι μπορεί να χωρίσει, και μετά αρχίζουν οι διαμάχες μεταξύ του ζευγαριού ποιος πλήρωσε τι και οι δόσεις δεν πληρώνονται. Πολλά μπορεί να συμβούν» αναφέρει λέγοντας όμως ότι…
«Υπάρχουν τρόποι να προστατευθεί ένας εγγυητής, αν για παράδειγμα περιορίσει το ποσό που εγγυάται. Αυτό εξαρτάται από την τράπεζα βέβαια. Αλλά υπάρχουν τράπεζες που δέχονται αυτήν την συμφωνία».
Τέλος το σημαντικότερο που θα πρέπει ένας εγγυητής να εξασφαλίσει είναι ο έλεγχος του δανείου. Γιατί όπως λέει ο κ. Βέλος αν παρακολουθεί το δάνειο αφενός θα μπορέσει σε περίπτωση που κάτι δεν πάει όπως πρέπει να προλάβει τα χειρότερα.
«Οι εγγυητές πρέπει και μπορούν να είναι ενήμεροι της κίνησης του δανείου. Να ελέγχουν αν πληρώνονται οι δόσεις και όλα τα σχετικά. Ο εγγυητής έχει το νόμιμο δικαίωμα να παρακολουθεί το δάνειο, άσχετα αν ο δανειολήπτης ή η τράπεζα προσπαθήσει να τους το αποκρύψει. Αν ο εγγυητής παρακολουθεί τον λογαριασμό θα είναι ενήμερος και μπορεί ακόμα και να ζητήσει να βγει από εγγυητής αν δει ότι ο δανειολήπτης δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του. Η τράπεζα ίσως προσπαθήσει να τον σταματήσει αλλά ανάλογα με την περίπτωση ίσως να τα καταφέρει τελικά.
Ο έλεγχος είναι πολύ βασικός παράγοντας. Πρέπει να δεις τα χαρτιά για να διαπιστώσεις ότι όλα πάνε καλά. Τα λόγια των παιδιών όσο και αν είναι καθησυχαστικά δεν είναι αρκετά» προσθέτει.
«Ο εγγυητής μπορεί να θέσει ως όρο πριν υπογράψει τη σύμβαση εγγύησης ότι προκειμένου να γίνει εγγυητής, η τράπεζα θα πρέπει να του στέλνει όλες τις πληροφορίες για την κίνηση του λογαριασμού» λέει χαρακτηριστικά.
«Υπάρχουν και άλλοι τρόποι και θα πρέπει οπωσδήποτε να συμβουλευτούν το δικηγόρο τους» υπογραμμίζει δίνοντας ίσως την πιο φρόνιμη συμβουλή σε όλους όσους το σκέφτονται.
Τελειώνουμε την κουβέντα με μία διαπίστωση που απορρέει από την μακρόχρονη εμπειρία του.
Πόσο συχνά αντιμετωπίζει υποθέσεις εγγυητών που απειλούνται να χάσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία;
«Το φαινόμενο είναι κυκλικό. Πριν δέκα ή είκοσι χρόνια ήταν πολύ πιο συχνά αυτού του είδους τα προβλήματα.
Για κάποιο χρονικό διάστημα λιγοστεύουν και αυξάνονται όταν υπάρχουν δυσκολίες στην οικονομία. Τον τελευταίο καιρό τα βλέπω πάλι να επιστρέφουν. Όσο αυξάνονται οι τιμές των σπιτιών και γίνεται δυσκολότερο να αποταμιεύσει κάποιος μία προκαταβολή να πάρει σπίτι, τόσο περισσότεροι γονείς αναγκάζονται να μπουν εγγυητές οπότε, αυξάνονται και τα προβλήματα. Δυστυχώς».
Εγγυήσεις λοιπόν αλλά μόνο με προφυλάξεις για να μην βρεθείτε προ δυσάρεστων απροόπτων.