Όταν το 1954 ο Δημήτριος (Τάκης) Παπαδόπουλος έφυγε από το μικρό χωριό του στην Κατερίνη, παίρνοντας από το χέρι την οκτώ μηνών έγκυο σύζυγό του Σοφούλα, και μια βαλίτσα με λιγοστά μόνο ρούχα, δεν φανταζόταν ποτέ ότι ο μικρότερος γιος τους θα κατακτούσε μια μέρα τα αυστραλιανά Μέσα Ενημέρωσης, στην άλλη άκρη του πλανήτη.
«Αρχικά, σκεφτόμουν να ακολουθήσω την νομική οδό και είχα μελετήσει κάθε δικηγορικό βιβλίο που έπεφτε στα χέρια μου αλλά όταν διαπίστωσα ότι οι βαθμοί μου δεν ήταν ικανοποιητικοί για την είσοδό μου στην Νομική, αποφάσισα να ακολουθήσω τα χνάρια του πατέρα μου και να ανακαλύψω το πάθος μου» λέει ο κ. Γιώργος Παπαδόπουλος, ο οποίος αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του στις Διεθνείς Επιχειρήσεις και τη Μηχανολογία, έφτασε να κάνει μέχρι και εννέα διαφορετικές δουλειές, μέχρι να ανακαλύψει τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.

ΞΕΚΙΝΩΝΤΑΣ ΑΠΟ ΧΑΜΗΛΑ…
Ξεκινώντας από πολύ χαμηλά, ο φιλόδοξος νεαρός εργάστηκε ως τεχνικός προβολής ταινιών και σταδιακά βρέθηκε να αναλαμβάνει διαφόρων ειδών εργασίες εντός και εκτός των τηλεοπτικών στούντιο, ξεχωρίζοντας για το ήθος και τον χαρακτήρα του.
Ταλαντούχος, εργασιομανής και επίμονος, μέσα σε λίγα χρόνια, δεν άργησε να αναρριχηθεί στην κορυφή, αναλαμβάνοντας την διεύθυνση του τηλεοπτικού δικτύου WIN Corporation, που εκείνη την εποχή αποτελούσε το μεγαλύτερο γεωγραφικό τηλεοπτικό δίκτυο στον κόσμο, έχοντας στην κατοχή του 37 τηλεοπτικούς σταθμούς, απασχολώντας 200 υπαλλήλους και παράγοντας καθημερινά 480 νέες ειδήσεις στην περιφερειακή Αυστραλία, με έσοδα που άγγιζαν το ποσό των $600 εκατομμυρίων.
«Εκείνη την εποχή, οι επαρχίες της περιφέρειας δεν απολάμβαναν την απαιτούμενη προσοχή, γι’ αυτό βασικό μας μέλημα στην WIN έγινε να αφουγκραζόμαστε και να παράγουμε προγράμματα ειδικά διαμορφωμένα στις ανάγκες των τηλεθεατών μας», εξηγεί σε συνέντευξη του στον «Νέο Κόσμο» ο κ. Παπαδόπουλος, ο οποίος εργάστηκε στο δίκτυο για μια δεκαετία (1998-2008).

Μετά από ένα διετές διάλειμμα στις ΗΠΑ, ο δυναμικός επιχειρηματίας επέστρεψε στην Αυστραλία όπου του ανατέθηκε η δημιουργία μιας ψηφιακής πλατφόρμας για το μεγαλύτερο δίκτυο οικιακής ψυχαγωγίας, το γνωστό σε όλους JB HiFi.
Παρά την αγάπη και το πάθος για τη δουλειά του, ο κ. Παπαδόπουλος παραδέχεται ότι τα Μέσα Ενημέρωσης είναι μια δύσκολη βιομηχανία που απαιτεί θυσίες, σκληρή δουλειά και γερό στομάχι. Ταυτόχρονα, εξηγεί ότι ο ίδιος οφείλει -σε πολύ μεγάλο βαθμό- την επιτυχημένη του πορεία στους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάστηκε.
«Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό γιατί κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής μου πορείας είχα την τύχη να συναντήσω και να συνεργαστώ με τους καλύτερους επαγγελματίες του είδους που με αγάπη και ειλικρινές ενδιαφέρον με στήριξαν και με καθοδήγησαν, την ίδια στιγμή όμως ομολογώ ότι ο πατέρας μου ήταν και παραμένει ο μεγαλύτερος δάσκαλος και εμπνευστής μου».

«Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ, ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΚΑΙ ΗΡΩΑΣ ΜΟΥ»
«Όταν κοιτάζω πίσω και ακούω τις ιστορίες των γονιών μου, όλα όσα πέρασαν και όλα όσα έφτασαν να κατορθώσουν χωρίς να έχουν τη παραμικρή στήριξη και βοήθεια από κανέναν, τότε συνειδητοποιώ πόσο τυχερός είμαι που γεννήθηκα μέσα σε αυτή την οικογένεια. Προέρχομαι από δύο ανθρώπους και ειδικά έναν πατέρα που αν και έμεινε ορφανός από μητέρα σε ηλικία τριών μόλις ετών, παρέμεινε δυνατός, συγκεντρωμένος στους στόχους του, αποφασισμένος και έτοιμος να αντιμετωπίσει και να κερδίσει το παιχνίδι της ξενιτιάς».
Ο ΤΑΚΗΣ ΚΑΙ Η ΣΟΦΟΥΛΑ
Ο Δημήτρης (Τάκης) ξεκίνησε να εργάζεται σε φούρνο της Κατερίνης στην τρυφερή ηλικία των 12 ετών και θεωρούνταν ως ένας από τους πιο δημοφιλείς και αξιόλογους νέους της περιφέρειας.
Γνώρισε την σύζυγό του Σοφία (Σοφούλα) ένα βράδυ στον κινηματογράφο και την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα.
Την επομένη, αφού έψαξε και βρήκε τη διεύθυνση της οικογενείας της, εμφανίστηκε στο κατώφλι του σπιτιού της αποφασισμένος να την γνωρίσει καλύτερα και να την κάνει γυναίκα του.

Η Σοφούλα και ο Δημήτρης ήταν μόλις 19 χρόνων όταν αποφάσισαν να δοκιμάσουν την τύχη τους στην Αυστραλία και παρά το γεγονός ότι η νεαρή κοπέλα ήταν ήδη οκτώ μηνών έγκυος, το δαιμόνιο ζευγάρι έκρυψε την κοιλίτσα της κάτω από ένα φαρδύ παλτό και πήρε το αεροπλάνο για την Αυστραλία.
Το παραλιακό Wollongong της Νέας Νότιας Ουαλίας έγινε το σπίτι της οικογένειας αφού εκεί υπήρχε ήδη ένα χαλυβουργείο και αρτοποιείο όπου ο Τάκης είχε τη δυνατότητα να εργαστεί.
Το 1960 ο φιλόδοξος ομογενής δημιούργησε την δική του κατασκευαστική εταιρία, ενώ δεν έπαψε ποτέ να στέλνει χρήματα στον πατέρα του στην Ελλάδα.
Η ADFOMO
Το νεαρό ζευγάρι απέκτησε τρία παιδιά τα οποία μεγάλωσαν μέσα σε ένα χαρούμενο και παραδοσιακό ελληνικό περιβάλλον.
«Προσωπικά, νιώθω απεριόριστο σεβασμό και θαυμασμό απέναντι όχι μόνο στους γονείς μου αλλά και όλους τους Έλληνες μετανάστες εκείνης της εποχής, οι οποίοι κυριολεκτικά έστρωσαν τον δρόμο σε όλες τις γενιές Ελληνοαυστραλών που ακολούθησαν και, ταυτόχρονα, κατάφεραν να διατηρήσουν τις ελληνικές αξίες και τα έθιμα που θα μας συντροφεύουν σε ολόκληρη τη ζωή μας» λέει ο κ. Παπαδόπουλος, ο οποίος πριν λίγους μήνες ξεκίνησε τη δική του διαδικτυακή διαφημιστική εταιρία που φέρει την ονομασία Adfomo, με στόχο έχει να συνδέσει κάθε διαφημιστή και διαφημιζόμενο με τον καταναλωτή γρήγορα, αποτελεσματικά και με απόλυτη διαφάνεια.

«Δουλέψαμε δύο χρόνια για το νέο μας εγχείρημα και είμαστε ιδιαίτερα χαρούμενοι που μας δίνεται πλέον η ευκαιρία να δημιουργήσουμε έναν διαδικτυακό χώρο όπου εταιρίες και καταναλωτές μπορούν με το πάτημα ενός κουμπιού να ικανοποιήσουν τις διαφημιστικές τους ανάγκες».
Παρά το γεγονός ότι ο κ. Παπαδόπουλος έχασε τον «ήρωα» του μόλις το 2011, ο ίδιος έχει στόχο μέσα από τη δουλειά του να συνεχίσει να κάνει τον πατέρα του υπερήφανο, ακολουθώντας τις αρχές και αξίες που ο ίδιος διδάχθηκε όντας παιδί Ελλήνων μεταναστών.
«Ο πατέρας μου, μου έμαθε να είμαι ταπεινός, να αναζητώ πάντα τη γνώση μέσα από καινούριες εμπειρίες και να συνεργάζομαι με αυθεντικούς ανθρώπους. Δεν υπάρχει κανένα μυστικό επιτυχίας παρά μόνο να πιστεύει κανείς στον εαυτό του και να ακολουθεί την διαίσθηση του» καταλήγει ο Γιώργος Παπαδόπουλος.
