Από την στήλη αυτή στις 11 Οκτωβρίου 2018 αναφέρθηκα στην σταδιακή μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας από το 2016 μέχρι τα μέσα του 2018, σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας.
Ο πληθυσμός της Ελλάδας για το 2016, 2017 και για το 2018 μέχρι τα μέσα του Ιουνίου ήταν ως ακολούθως:
2016: 10.783.000 άτομα στο τέλος του έτους.
2017: 10.768.000 άτομα στο τέλος του έτους
2018: 10.738 000 άτομα μέχρι τα μέσα το Ιουνίου
Πάλι σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσία, για μια μακρότερη χρονική περίοδο, συγκεκριμένα από τις αρχές του 2011 μέχρι τα τέλη του 2017 ο πληθυσμός είχε μειωθεί κατά 355.000 άτομα. Αυτή είναι μεγάλη μείωση του πληθυσμού για μια μικρή χώρα σαν την Ελλάδα.
Πιο πρόσφατα, συγκεκριμένα στα μέσα του Δεκεμβρίου 2018, το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) ανακοίνωσε τα αποτελέσματα μιας έρευνάς του, με τίτλο «Κρίση, δημογραφικές μεταβολές και επιπτώσεις στην εκπαίδευση», σύμφωνα με τα οποία ο αριθμός των παιδιών στο νηπιαγωγείο, καθώς και στις πρώτες τάξεις του δημοτικού σχολείου, άρχισε να μειώνεται από το 2010, με άλλα λόγια από την έναρξη της οικονομικής κρίσης, και συνεχίζεται μέχρι τις ημέρες μας.
Πάλι σύμφωνα με την ίδια έρευνα, ο αριθμός των μαθητών του νηπιαγωγείου και των μικρών τάξεων του δημοτικού από το 2000 μέχρι το 2016 μειώθηκε κατά 6%. Επιπρόσθετα, ο ΙΟΒΕ εκφράζει την άποψη πως η μείωση των γεννήσεων αναμένεται να ενταθεί στα προσεχή χρόνια, γεγονός που θα μεταβάλει σημαντικά τη δομή της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, και στη συνέχεια της δευτεροβάθμιας, και παράλληλα θα έχει επιπτώσεις στον τομέα εργασίας, και στην οικονομία γενικότερα.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι διαδοχικές αυξομειώσεις των εκπαιδευτικών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα κατά την περίοδο πριν από την έναρξη της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα και μετά την έναρξη της οικονομικής κρίσης το 2010.
Για παράδειγμα, από 145.000 που ήταν οι εκπαιδευτικοί το 2000, ο αριθμός τους αυξήθηκε στις 180.000 το 2010, που αντιστοιχεί με αύξηση 24%. Σε αντίθεση, ο αριθμός τους το 2017 μειώθηκε στις 152.000, που αντιστοιχεί με μείωση 16%. Οι διαφορές είναι πολύ σημαντικές, όταν λάβουμε υπόψη ότι έγιναν σε μια περίοδο 17 ετών.
Ένα σημαντικό ποσοστό των εκπαιδευτικών που τα τελευταία χρόνια έχασαν τις δουλειές τους ζήτησαν καλύτερες ευκαιρίες για εξεύρεση εργασίας εκτός Ελλάδας, και έτσι συνέβαλαν και αυτοί στο φαινόμενο που χαρακτηρίσθηκε ως brain drain – απώλεια εγκεφάλων – τα τελευταία χρόνια.
Οι αρνητικές μεταβολές που σημειώθηκαν στον μαθητικό πληθυσμό αποτελούν τις βαθύτερες επιπτώσεις της κρίσης στην εκπαίδευση, καθώς συνδέονται άμεσα με τη διάρκεια της ύφεσης της οικονομίας, την μεγάλη μείωση της απασχόλησης, και με επιπτώσεις στον προγραμματισμό των οικογενειών λόγω της οικονομικής αβεβαιότητας.
Οπωσδήποτε σημαντικός συντελεστής ήταν και η μετανάστευση Ελλήνων που ήταν σε αναπαραγωγική ηλικία, και ως εκ τούτου έχει επέλθει η μείωση των γεννήσεων μετά από την έναρξη της οικονομικής κρίσης.
Οι επιπτώσεις της μείωσης των γεννήσεων που συνεχίζεται αναμένεται να εκδηλωθούν εντονότερα στα επόμενα χρόνια, καθώς από τη μια θα μεταβάλουν την δημογραφική σύσταση της Ελλάδας, ενώ από την άλλη θα συντελέσουν στη ριζική αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος.
Η μελέτη του ΙΟΒΕ εξέτασε τις δυνητικές επιπτώσεις των δημογραφικών εξελίξεων στη δομή του εκπαιδευτικού συστήματος. Η μελέτη καταλήγει στο πόρισμα πως αν στο μέλλον δεν υπάρξει μεγάλη αύξηση γεννήσεων, παράλληλα με την επιστροφή ενός μεγάλου ποσοστού των Ελλήνων που μετανάστευσαν τα τελευταία χρόνια, ο συνολικός αριθμός των μαθητών στην πρωτοβάθμια και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση από 1.480.000 που ήταν το 2008 θα μειωθεί στο 1.050.000 μέχρι το 2035. Με άλλα λόγια, θα μειωθεί κατά 29%, με απώτερο αποτέλεσμα τις αρνητικές εξελίξεις στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση της Ελλάδας.
Βέβαια πιο μακροπρόθεσμα αρνητικές θα είναι και οι επιπτώσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αφού ο αριθμός των υποψηφίων για τις ανώτερες σχολές θα είναι μειωμένος.
Άλλες μελέτες για μελλοντικές εξελίξεις στην εκπαίδευση προβλέπουν πως αριθμός των σχολικών μονάδων από 15.500 που ήταν το 2008 ενδέχεται να μειωθεί στις 10.700 το 2035, και ο αριθμός των εκπαιδευτικών από 180.300 το 2009 να μειωθεί το 2035 στις 110.500.
Η μείωση των αναγκών σε εκπαιδευτικούς για τη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος, που προβλέπεται για τα προσεχή χρόνια, θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις στη σύνδεση της ανώτατης εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας και την απασχόληση, καθώς ο κλάδος της εκπαίδευσης (δημόσια και ιδιωτικά σχολεία, φροντιστήρια κλπ.) απορροφά μεγάλο μέρος των αποφοίτων ανώτατης εκπαίδευσης, και ιδιαίτερα των αποφοίτων πανεπιστημίων.
Από την άλλη πλευρά, η προοπτική μείωσης των μαθητών που διαγράφεται με τα σημερινά δεδομένα, προβλέπεται πως θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στην εισαγωγή μαθητών στην ανώτατη εκπαίδευση, καθώς οι απόφοιτοι Λυκείου που προχωρούν στην ανώτατη εκπαίδευση από 71.800 χιλιάδες που ήταν το 2008 αναμένεται ότι θα μειωθούν στις 54.200, με άλλα λόγια κατά 25%. Οι πρώτες επιπτώσεις στην εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αναμένεται να εκδηλωθούν από το 2027 και έπειτα.
ΟΙ ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ
Η αθηναϊκή εφημερίδα Η Καθημερινή σε άρθρο της με τίτλο «Financial Times: Το brain drain εμπόδιο για την οικονομική ανάκαμψη στην Ελλάδα», 16/8/18, αναφέρεται σε σχόλια του Μανώλη Πρατσινάκη, ερευνητή του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, σύμφωνα με τον οποίο από το 2010 έχουν φύγει στο εξωτερικό, κυρίως στην Ευρώπη, περίπου 350.000-400.000 Έλληνες 20-30 ετών.
Πάλι σύμφωνα με τις δηλώσεις του Μ. Πρατσινάκη, ποσοστό μεγαλύτερο από τα δύο τρίτα των Ελλήνων που κατατάσσονται στην κατηγορία brain drain είναι απόφοιτοι πανεπιστημίου και κάτοχοι μεταπτυχιακού. «Κυρίως πρόκειται για αποφοίτους ιατρικής, μηχανικούς ή ειδικούς στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, ενώ υπάρχει ζήτηση για μάνατζερ ξενοδοχείων και σεφ με εμπειρία σε τουριστικές επιχειρήσεις» δήλωσε ο κ. Πρατσινάκης στο αγγλικό μέσο ενημέρωσης Financial Times.
Στο ίδιο άρθρο της Η Καθημερινή αναφέρεται και στις ακόλουθες απόψεις που εξέφρασε ο Γ. Πατούλης, Πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών: «Υπάρχουν τεράστια κενά στον τομέα της υγείας, όπου οι μεγάλες περικοπές και πρόωρες συνταξιοδοτήσεις έχουν αφήσει τα περιφερειακά νοσοκομεία χωρίς εξειδικευμένο προσωπικό. Οι νέοι επιστήμονες είναι οι πιο πρόθυμοι να φύγουν… Η Ελλάδα δεν μπορεί να προσφέρει μισθούς ή εργασιακές συνθήκες που να μπορούν να ανταγωνιστούν τα κρατικά συστήματα υγείας στην βόρεια Ευρώπη, ενώ πλήγμα έχουν δεχθεί και τα ιδιωτικά νοσοκομεία. Η Ελλάδα δεν μπορεί να προσφέρει μισθούς ή εργασιακές συνθήκες που να μπορούν να ανταγωνιστούν τα κρατικά συστήματα υγείας στην βόρεια Ευρώπη, ενώ πλήγμα έχουν δεχθεί και τα ιδιωτικά νοσοκομεία».
Στη μετανάστευση Ελλήνων γιατρών τα τελευταία χρόνια αναφέρεται σε μεταγενέστερο άρθρο της Η Καθημερινή (20/12/18), με τίτλο «Περαιτέρω μείωση των γιατρών λόγω brain drain». Ακολουθεί σχετική παράγραφος από το εν λόγω άρθρο:
«Αξίζει να σημειωθεί ότι εν μέσω κρίσης περισσότεροι από 18.000 Έλληνες γιατροί έχουν αναζητήσει εργασία εκτός Ελλάδας. Το μεγάλο έλλειμμα στη χώρα μας αφορά το νοσηλευτικό προσωπικό: μόλις 3,3 νοσηλευτές – νοσηλεύτριες και νοσοκόμοι – νοσοκόμες ανά 1.000 κατοίκους, και τελευταία θέση στην Ε.Ε., όπου ο μέσος όρος είναι 8,4 ανά 1.000 κατοίκους».
Από τα παραπάνω προκύπτει το συμπέρασμα πως η οικονομική κρίση, η οποία έκανε την εμφάνισή της στην Ελλάδα το 2010, παράλληλα με τα πολυποίκιλα προβλήματα που προξένησε, θα συνεχίσει να έχει και μακροχρόνιες επιβλαβείς επιπτώσεις τουλάχιστον σε δύο βασικούς τομείς της ελληνικής κοινωνίας, στην εκπαίδευση, και στο κρατικό σύστημα υγείας.