«Το μόνο που θέλω είναι να καταφέρω να στείλω τα παιδιά μου σχολείο» είπε η ομογενής Ελένη Τσαμπούρη απελπισμένη, την Τρίτη.
Βρισκόταν σε απόγνωση. Η έκκλησή της όμως εισακούστηκε. Όχι από τον υπουργό Μετανάστευσης, ο οποίος θα μπορούσε, αν ήθελε, και όπως και η υπόλοιπη πολιτεία έχει την υποχρέωση να προστατεύσει το βασικό ανθρώπινο δικαίωμα κάθε παιδιού σχολικής ηλικίας – αυτό στην εκπαίδευση – αλλά από την Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Oakleigh και Περιχώρων.

Η Ελένη που είναι Αυστραλή υπήκοος, αλλά δεν έχει γεννηθεί στην Αυστραλία, είναι διαζευγμένη και μετανάστευσε εδώ πριν από ενάμισι χρόνο. Την υπηκοότητα την απέκτησε στην Ελλάδα το 2015, λόγω των γονέων της που επίσης είναι Αυστραλοί υπήκοοι. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τα παιδιά της ο Κώστας 12 ετών και ο Πάνος 8, δεν μπορούν να πολιτογραφηθούν αυτόματα ως Αυστραλοί υπήκοοι λόγω της μητέρας του.

Αυτό θα ήταν δυνατό μόνο αν η μητέρα τους είχε γεννηθεί στην Αυστραλία ή αν είχε αποκτήσει την αυστραλιανή υπηκοότητα δύο χρόνια πριν τη γέννησή τους, κάτι που δεν ισχύει. Τα παιδιά της Ελένης για να ζήσουν στην Αυστραλία με τη μητέρα τους θα πρέπει να πάρουν τη βίζα μόνιμης διαμονής και στη συνέχεια, όπως κάθε κάτοχος της συγκεκριμένης βίζας, να περιμένουν τον καθορισμένο από το νόμο, χρόνο έως ότου τους δοθεί το δικαίωμα να διεκδικήσουν την αυστραλιανή υπηκοότητα.

Η Ελένη γνωρίζοντας την διαδικασία, έκανε την καρδιά της πέτρα και αφήνοντας τα παιδιά της στην Ελλάδα με τους γονείς της, ήρθε στην Αυστραλία και έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά για να εξασφαλίσει τα χρήματα που χρειαζόταν να πληρώσει στο υπουργείο Μετανάστευσης για τη βίζα μόνιμης εγκατάστασης των παιδιών της, περίπου $5,000.

Τελικά, η μητέρα κατάφερε να αγκαλιάσει τα παιδιά της τον Αύγουστο του 2018, όταν αυτά έφτασαν στην Αυστραλία με τους γονείς της.

Αμέσως ετοίμασε την αίτηση για βίζα μόνιμης διαμονής και το υπουργείο όπως προβλέπει ο νόμος χορήγησε στα παιδιά μεταβατική βίζα (bridging visa) έως ότου εγκριθεί η βίζα μόνιμης διαμονής. Το γράμμα που της έστειλαν από το υπουργείο ανέφερε ότι ο χρόνος που θα μεσολαβούσε έως ότου τα παιδιά της Ελένης πάρουν τη βίζα μόνιμης διαμονής, υπολογιζόταν στους 12 μήνες.

Μέχρι εδώ κανένα πρόβλημα με το υπουργείο. Τα προβλήματα για την Ελένη και τα παιδιά της άρχισαν όταν τα παιδιά πήγαν στο σχολείο.

«Έγραψα τα παιδιά στο δημόσιο Δημοτικό σχολείο της περιοχής μου. Μετά από ένα μήνα λαμβάνω έναν λογαριασμό $7,000, που ήταν τα δίδακτρα που έπρεπε να πληρώσω και για τα δύο μου παιδιά για το τελευταίο τρίμηνο της σχολικής χρονιάς. Έπεσα από τα σύννεφα. Νόμιζα ότι τα παιδιά μου που είχαν την μεταβατική βίζα, θα φοιτούσαν δωρεάν. Δεν ήταν όμως έτσι. Με πληροφόρησαν ότι θεωρούνται αλλοδαποί και ότι θα πρέπει να πληρώσουν για την φοίτησή τους στο σχολείο».

Ως μοναχική μητέρα με δύο ηλικιωμένους γονείς, δύο παιδιά και χαμηλό εισόδημα, ήταν αδύνατο για την Ελένη να πληρώσει αυτά τα χρήματα. Από την άλλη ως έντιμος άνθρωπος δεν ήθελε να χρωστά χρήματα που ήξερε ότι δεν μπορούσε να πληρώσει.

«Τα έβγαλα από το σχολείο. Τα κράτησα σπίτι και ερχόταν μία φίλη μου να τους κάνει μάθημα στο σπίτι», μου λέει.

Προσπαθώντας να βρει μία λύση έστειλε επιστολή στο υπουργείο εξηγώντας τους την θέση που βρίσκεται.

«Καμία απάντηση. Αυτό που τους ζητούσα ήταν να επισπεύσουν την διαδικασία εξέτασης της αίτησής μας».

ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ HILL
Η επόμενη λύση της ήταν να πάει στον βουλευτή της περιοχής της και να του εξηγήσει τι της συμβαίνει όπως και έκανε.

Ο ομοσπονδιακός βουλευτής του Εργατικού κόμματος που εκλέγεται στην έδρα Bruce, Julian Hill, έχει επανειλημμένως «ενοχλήσει» το υπουργείο Μετανάστευσης με το θέμα των μεγάλων καθυστερήσεων στη εξέταση αιτήσεων για βίζες και για χορήγηση υπηκοότητας και ανταποκρίθηκε άμεσα στο πρόβλημα της Ελένης.

«Έστειλα επιστολή στον υπουργό David Coleman, ζητώντας του να επέμβει ασκώντας τη διακριτική του εξουσία. Επίσης τηλεφώνησα αμέτρητες φορές κυνηγώντας το θέμα» λέει στον «Νέο Κόσμο» ο κ. Hill.

Θα φανταζόταν κανείς ότι ο υπουργός θα ανταποκρινόταν έστω και αρνητικά στο αίτημα του συναδέλφου του Hill αλλά και πάλι καμία ανταπόκριση.

Η αναλγησία και αδιαφορία του υπουργού Μετανάστευσης David Coleman, επιβεβαιώθηκε και από τον «Νέο Κόσμο», καθώς μέχρι χθες το απόγευμα και 24 ώρες μετά την προσπάθεια της γράφουσας να πάρει κάποιες απαντήσεις από το γραφείο του πρωθυπουργού για το θέμα, αυτό στάθηκε αδύνατο. Το ηλεκτρονικό μήνυμα που στείλαμε στον υπουργό εκθέτοντάς του το θέμα και ρωτώντας τον για τις προθέσεις του, έμεινε αναπάντητο.

«Η Ελένη είναι Αυστραλή πολίτης και έχει κάθε δικαίωμα να νιώθει εγκαταλελειμμένη από την κυβέρνηση της χώρας της. Ο Peter Dutton έχει περικόψει το προσωπικό του υπουργείου Μετανάστευσης και προσπαθεί να αναθέσει την εξέταση των αιτήσεων για χορήγηση βίζας και υπηκοότητας σε ιδιωτικές εταιρίες προκαλώντας τεράστιες καθυστερήσεις και σοβαρά προβλήματα σε πολλές οικογένειες όπως αυτήν της Ελένης» μας είπε ο βουλευτής Hill.

Υπενθυμίζουμε ότι το υπουργείο Μετανάστευσης τελεί υπό την αιγίδα του Υπουργείου Εσωτερικών Υποθέσεων, χαρτοφυλάκιο που ανήκει στον Peter Dutton.

«Δεν μπορώ να το πιστέψω. Ούτε μία απάντηση» πρόσθεσε ο Julian Hill εκφράζοντας παράλληλα την έκπληξη και δυσαρέσκειά του για τη συμπεριφορά του υπουργού Coleman.

Να υπενθυμίσουμε εδώ πως ο Peter Dutton, τότε υπουργός Μετανάστευσης, φρόντισε πριν από κάμποσο καιρό ώστε οι νταντάδες φιλικών του οικογενειών να μην απελαθούν. Γι’ αυτές ο υπουργός άσκησε άμεσα το δικαίωμα διακριτικής επέμβασης και μέσα σε μία ώρα οι νταντάδες που βρίσκονταν ένα βήμα πριν την απέλαση, εισήλθαν στη χώρα με τις ευλογίες του.

ΜΠΡΑΒΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΟΑKLEIGH
Για την υπόθεση της Ελένης ενημερωθήκαμε για πρώτη φορά τη Δευτέρα. Το πρόβλημά της ήταν είδηση αλλά πάνω από όλα όμως ήταν ένα πρόβλημα που κρατούσε δύο παιδιά εκτός σχολείου, ένα πρόβλημα που πλήγωνε βαθιά μία μητέρα που παρά τη σκληρή της δουλειά για να εξασφαλίσει ό,τι καλύτερο μπορούσε για τα πιο πολύτιμα πρόσωπα στη ζωή της, τα δύο της παιδιά, κάποιοι γραφειοκράτες και πολιτικοί της αφαιρούσαν αυτό το δικαίωμα.

Όπως ισχύει για όλα τα προβλήματα, εκτός από μερικά που σχετίζονται με την υγεία, έτσι και γι’ αυτό υπήρχε λύση.

Είναι άξια συγχαρητηρίων η Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Oakleigh και Περιχώρων και ο πρόεδρός της Άγγελος Σαρδέλης που σε λιγότερο από 24 ώρες, μετά την ενημέρωση που του παρείχε ο «Νέος Κόσμος», άνοιξε τις πόρτες του Oakleigh Grammar, για να δεχθεί έναντι ενός συμβολικού ποσού τον Κώστα και τον Πάνο.

«Είμαστε όσο μπορούμε και όπως μπορούμε κοντά στα παιδιά μας» δήλωσε ο διευθυντής του Oakleigh Grammar Mark Robertson χθες προσθέτοντας ότι τα «παιδιά είναι καλοδεχούμενα».

Εκεί που η πολιτεία αδιαφορεί, η παροικία μας, τελικά, βρίσκει λύσεις.

Ο Πάνος και ο Κώστας από χθες το απόγευμα είναι επισήμως μαθητές του Oakleigh Grammar.