Από τη στήλη αυτήν και στο παρελθόν έγραψα για τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, στα οποία αναφέρεται σε γεγονότα της Εθνεγερσίας του 1821, καθώς και τις πρώτες κρίσιμες δεκαετίες του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
Καθώς από ότι γνωρίζω τα Απομνημονεύματα είναι η μόνη εκτενής βιωματική αναφορά στη σημαντική εκείνη περίοδο για τη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας, έκανα περαιτέρω έρευνες σχετικά με το θέμα αυτό, και θα αναφερθώ σε απόψεις που έχουν εκφράσει διάφοροι σχολιαστές.
Επειδή στα Απομνημονεύματα ο Μακρυγιάννης κάνει λόγο για ιστορικές εξελίξεις που οδήγησαν στην επιλογή του Όθωνα, γιου του βασιλιά της Βαυαρίας, ως του πρώτου βασιλιά της Ελλάδας, πολύ συνοπτικά θα αναφερθώ στην πρώτη μετεπαναστατική περίοδο.
Πρώτος Κυβερνήτης του ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους ήταν ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο οποίος γεννήθηκε στην Κέρκυρα τον Φεβρουάριο του 1776. Είχε σπουδάσει Ιατρική, Φιλοσοφία και Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβας της Ιταλίας.
Το 1809 ο Καποδίστριας εντάχθηκε στη διπλωματική υπηρεσία της Ρωσίας, κατόπιν προσκλήσεως του Τσάρου Αλέξανδρου Α’. Το 1813 διορίστηκε εκπρόσωπος της Ρωσίας στην Ελβετία, στην πρώτη του μεγάλη αποστολή, με σκοπό να συνεισφέρει στην απαλλαγή της από την επιρροή του Ναπολέοντα. Μετά τις μεγάλες του διπλωματικές επιτυχίες, ο Τσάρος τον έχρισε Υπουργό Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, θέση στην οποία είχε παραμείνει από το 1816 έως το 1822.
Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης ο Καποδίστριας υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το προαναφερθέν αξίωμά του, καθώς είχε διαφωνήσει με τον τσάρο Αλέξανδρο, ο οποίος καταδίκαζε κάθε επαναστατική κίνηση στην Ευρώπη. Το 1822 εγκαταστάθηκε στη Γενεύη της Ελβετίας, και από εκεί βοηθούσε ποικιλοτρόπως το επαναστατημένο ελληνικό έθνος.
Τον Μάρτιο του 1827 η Εθνοσυνέλευση στην Τροιζήνα εξέλεξε τον Καποδίστρια Κυβερνήτη του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, και τον Ιανουάριο του 1828 ο Καποδίστριας αποβιβάσθηκε στο Ναύπλιο, πρωτεύουσα τότε της Ελλάδας, για να αναλάβει τα καθήκοντά του.
Λίγα χρόνια αργότερα, συγκεκριμένα το πρωί της 27ης Σεπτεμβρίου 1831 ο Ιωάννης Καποδίστριας δέχθηκε δολοφονική επίθεση από τον Κωνσταντίνο και τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο, όταν πήγαινε για να εκκλησιασθεί, και έπεσε νεκρός.
Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια οι προστάτριες δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία) εξέλεξαν βασιλιά της Ελλάδας τοn Όθωνα, δευτερότοκο γιο του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου.
Η Εθνική Συνέλευση στην Πρόνοια του Ναυπλίου επικύρωσε την εκλογή του βασιλιά. Το ελληνικό κράτος την περίοδο εκείνη απαρτιζόταν από την Πελοπόννησο, την Στερεά Ελλάδα, την Εύβοια, τις Κυκλάδες, τις Σποράδες και τα νησιά του Αργοσαρωνικού.
Ο Όθων έφτασε στο Ναύπλιο στις 25 Ιανουαρίου 1833. Ήταν τότε 17 ετών. Ως την ενηλικίωσή του την εξουσία θα ασκούσε τριμελής Αντιβασιλεία από Βαυαρούς, που είχε ορισθεί από τον βασιλιά της Βαυαρίας.
Τα μέτρα όμως που ελάμβαναν τα μέλη της Αντιβασιλείας συχνά έρχονταν σε αντίθεση με τις προσδοκίες των Ελλήνων, και για τον λόγο αυτόν προκάλεσαν αρχικά δυσφορία, και αργότερα αντίδραση, που αντιμετωπίσθηκε από τους Βαυαρούς με διώξεις και με ένοπλη επέμβαση.
Τελικά, την 3η Σεπτεμβρίου 1843 πραγματοποιήθηκε εξέγερση μεγάλου αριθμού Ελλήνων, με οργανωτές τον Συνταγματάρχη Δημήτριο Καλλέργη και τον αγωνιστή του 1821 Μακρυγιάννη.
Μετά από πρόταση του Μακρυγιάννη, ζητήθηκε από τον Όθωνα να συγκαλέσει μέσα σε έναν μήνα εθνική συνέλευση για την εκπόνηση Συντάγματος. Ο Όθων, παρά την αρχική του άρνηση, αναγκάστηκε να υποχωρήσει, και η συνέλευση άρχισε τις εργασίες της στις 8 Νοεμβρίου 1843 και τις συνέχισε ως την άνοιξη του 1844.
Σύμφωνα με το Σύνταγμα, το οποίο ψηφίστηκε στις 18 Μαρτίου 1844, την εκτελεστική εξουσία θα ασκούσε ο βασιλιάς, ο οποίος θα μπορούσε να διορίζει και να παύει τους υπουργούς χωρίς την έγκριση της Βουλής. Στο Σύνταγμα υπήρχαν και κάποιες φιλελεύθερες διατάξεις, όπως η ισότητα των πολιτών απέναντι στο νόμο, η ελευθερία του τύπου, καθώς και η κατάργηση της δουλείας και των βασανιστηρίων.
ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ
Ο Μακρυγιάννης ήταν ένας από τους κορυφαίους αγωνιστές του 1821. Γεννήθηκε το 1797 στο Αβορίτι της Δωρίδας από φτωχούς γονείς. Το πραγματικό του όνομα ήταν Τριανταφύλλου. Κατά τη διάρκεια του αγώνα τον αποκαλούσαν Μακρυγιάννη για το ψηλό του ανάστημα, όνομα που το κράτησε και με αυτό παρέμεινε στην ιστορία.
Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε με στερήσεις και κακουχίες, ανάμεσα στις περιπέτειες και στους κατατρεγμούς των δικών του από τους Τουρκαλβανούς. Το 1804 κατά το διωγμό των αρματολών ο πατέρας του σκοτώθηκε και ο Μακρυγιάννης, μόλις εφτά χρονών, άρχισε να δουλεύει για να συντηρήσει τον εαυτό του και να βοηθήσει την οικογένειά του.
Το 1811 πήγε στην Άρτα, όπου δούλεψε στα κτήματα του προύχοντα Αθανάσιου Λιδωρίκη. Το 1817 επιδόθηκε στο εμπόριο, και χάρη στο ζήλο και την εργατικότητά του κατάφερε να αποκτήσει σημαντικά κέρδη και να καλυτερεύσει τη ζωή του.
Η εμπορική του δραστηριότητα στην Άρτα κράτησε έως το 1820.Τότε όμως τα σουλτανικά στρατεύματα τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν επειδή τάχα ήταν όργανο του Αλή Πασά. Ωστόσο, κατόρθωσε να δραπετεύσει, κατέφυγε στα βουνά και εντάχθηκε στους αρματολούς και κλέφτες. Το 1820 είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία και είχε αποφασίσει με καρδιά και νου να παλέψει για την ανάσταση του γένους. Το 1822 διορίστηκε υποδιοικητής του Κάστρου της Ακρόπολης, με διοικητή τον Ιωάννη Γκούρα και αρχηγό της Ανατολικής Ελλάδας τον Οδυσσέα Ανδρούτσο.
Ο Μακρυγιάννης συμμετείχε ενεργά σε μάχες που έκριναν την εξέλιξη της Επανάστασης του 1821. Όταν ο Ιμπραήμ εισέβαλε στην Πελοπόννησο, ο Μακρυγιάννης τον πολέμησε στο Νιόκαστρο και μετά τους Μύλους στις 13 Ιουνίου 1825, μαζί με τον Δημήτριο Υψηλάντη, τον Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη, και άλλους οπλαρχηγούς. Στη μάχη εκείνη ο Μακρυγιάννης χαρακτηρίσθηκε ως ο κυριότερος συντελεστής της νίκης, και τραυματίστηκε σοβαρά στο δεξί του χέρι.
Ένα χρόνο αργότερα, όταν ο Κιουταχής κατέλαβε την Αθήνα, ο Μακρυγιάννης οχυρώθηκε στο Ωδείο Ηρώδη του Αττικού, και αντέταξε σθεναρή αντίσταση. Στη μάχη εκείνη οι Έλληνες, μετά από φοβερό αγώνα κατόρθωσαν να αποκρούσουν τους επιτιθέμενους Τούρκους και να σώσουν την Ακρόπολη.
Όμως βαθιά λυπημένος από τις διχόνοιες μεταξύ των αγωνιστών, και βασανισμένος από τις πληγές που έφερε σ’ όλο του το σώμα, ο Μακρυγιάννης απομακρύνθηκε από την στρατιωτική και πολιτική ζωή για ένα διάστημα, μέχρι την κάθοδο του Ιωάννη Καποδίστρια στην Ελλάδα, από τον οποίο διορίσθηκε αρχηγός της Εκτελεστικής δύναμης στην Πελοπόννησο το 1829.
Κατά την περίοδο της αντιβασιλείας του Όθωνα ο Μακρυγιάννης κατηγορούσε την κυβέρνηση ως απολυταρχική και ζητούσε τη σύνταξη Συντάγματος. Το 1840 άρχισε να οργανώνει τον αγώνα υπέρ της καθιέρωσης Συντάγματος, και πρωτοστάτησε στην επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843 για την παραχώρησή του από τη βαυαρική δυναστεία.
Ο Μακρυγιάννης υπήρξε τόσο κατηγορηματικός στην προσπάθειά του για την αναγνώριση των πραγματικών ελευθεριών των Ελλήνων που κατηγορήθηκε για συνωμοσία κατά του βασιλιά, με αποτέλεσμα να συλληφθεί το 1851, να δικαστεί και να καταδικαστεί σε θάνατο.
Η ποινή του μετριάστηκε σταδιακά, έμεινε στη φυλακή τρία χρόνια και αποφυλακίστηκε τελικά το 1854 με τη μεσολάβηση του Δημητρίου Καλλέργη. Η υγεία του όμως που είχε ήδη κλονιστεί από τις κακουχίες και από τα τραύματα κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, επιδεινώθηκε και από την τριετή φυλάκισή του. Έτσι, κατά τα υπόλοιπα 10 χρόνια της ζωής του ο Μακρυγιάννης είχε απομονωθεί στο σπίτι του σε συνοικία της Αθήνας, η οποία φέρει μέχρι σήμερα το όνομά του-‘Μακρυγιάννη’. Πέθανε στις 27 Απριλίου 1864 σε ηλικία 67 ετών.
Την ερχόμενη εβδομάδα θα ολοκληρώσω την αναφορά μου στα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, αναγνωρίζοντας τη συμβολή του Γιάννη Βλαχογιάννη στην ανεύρεση των γραπτών του Μακρυγιάννη, στην μεταγραφή τους –ο Μακρυγιάννης δεν άφηνε διάστημα μεταξύ λέξεων- και στην έκδοσή τους το 1907 με μια εκτεταμένη Εισαγωγή. Επίσης θα δώσω αποσπάσματα από σχόλια κριτικών και γλωσσολόγων για το πρωτότυπο και σημαντικό αυτό έργο, στο πλαίσιο της νεοελληνικής λογοτεχνίας και ιστοριογραφίας.