Εκδηλώσεις τιμής και μνήμης για τους πεσόντες στη Μάχη της Καλλίπολης πραγματοποιήθηκαν το περασμένο Σάββατο στις περιοχές Πορτιανού και Μούδρο στη Λήμνο.
Το πρόγραμμα στο Κοινοπολιτειακό Κοιμητήριο Πορτιανού περιελάμβανε επιμνημόσυνη δέηση, κατάθεση στεφάνων και επίσκεψη και περιήγηση στο Λαογραφικό Μουσείο Πορτιανού του Δήμου Λήμνου.
Στη συνέχεια έγινε κατάθεση λουλουδιών στην Αναμνηστική Πλάκα στην «Αυστραλιανή Προβλήτα» στον Άγιο Παύλο του Μούδρου και παρουσίαση έκθεσης με θέμα «Λήμνος και η δράση της Ελληνικής Αεροπορίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο» από τον Υποπτέραρχο ε.α Διογένη Τσιπουρίδη.
Ακολούθησαν άλλες εκδηλώσεις στο Κοινοπολιτειακό Κοιμητήριο Μούδρου και ομιλίες και καλλιτεχνικό πρόγραμμα στο Πολιτιστικό Κέντρο Μούδρου όπου μίλησε και ο ομογενής Λι Ταρλάμης.
Όπως γράψαμε και στον «Νέο Κόσμο» της Δευτέρας, στην Ελλάδα, το 1915, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ελπίζοντας ότι η κατάληψη των Δαρδανελίων θα είχε ως αποτέλεσμα τη διεκδίκηση της Κωνσταντινούπολης έδωσε την άδεια στη Μεγάλη Βρετανία να χρησιμοποιήσει τη Λήμνο ως ναυτική βάση.
Έτσι, στις 4 Μαρτίου 1915 οι πρώτοι Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί στρατιώτες από το εκστρατευτικό σώμα ANZAC (Australian and New Zealand Army Corps) πάτησαν για πρώτη φορά το πόδι τους σε ελληνική γη. Το λιμάνι του Μούδρου με τα απάνεμα νερά του, τους υποδέχθηκε. Η στεριά, όμως, δεν ήταν και τόσο φιλική γι’ αυτούς. Η ξερή γη, έντονο χαρακτηριστικό της λημνιακής φύσης, οι γυμνοί λόφοι και η έλλειψη νερού δεν υπόσχονταν την καλύτερη διαμονή. Παρ’ όλα αυτά, για πολλούς το ηφαιστειογενές τοπίο της Λήμνου ήταν ασυγκρίτως καλύτερο από την έρημο και τη ζέστη της Αιγύπτου. Οι πρώτες εντυπώσεις του στρατιώτη Τ. Α. Μάιλς για τους Έλληνες: “Οι κάτοικοι του νησιού ζουν σε πρωτόγονες συνθήκες. Έχουν μικρά σπίτια και αρκετοί από τους άνδρες φορούν προβιές αρνιών και περπατούν ξυπόλυτοι ή φορούν σκληρά παπούτσια”.
Οι ξένοι στρατιώτες άρχισαν σιγά-σιγά να ξεθαρρεύουν και να συναναστρέφονται τους ντόπιους. Ο σηματωρός Ν.Κ. Χάρβεϊ γράφει στα απομνημονεύματά του: “Δεν είχαμε αρκετά ξύλα, σε αντίθεση με το αλκοόλ που ήταν μπόλικο, κάθε μαγαζί στη Λήμνο μέχρι το τέλος του Μαρτίου πουλούσε μπύρα και κονιάκ. Υπήρχε έλλειψη καύσιμων ξύλων. Οι κάτοικοι χρησιμοποιούσαν μικρά κομμάτια κάρβουνου για να μαγειρέψουν. Μετά ήρθε το Πάσχα τους και με μεγάλη περιέργεια παρακολουθούσαμε τον τρόπο με τον οποίο το γιόρταζαν. Οι καμπάνες των εκκλησιών τους χτυπούσαν συχνά και για δύο περίπου μέρες δεν σταματούσαν καθόλου. Την ημέρα του Πάσχα ήρθαν στο στρατόπεδο οι Έλληνες και μας πρόσφεραν κόκκινα αυγά και άλλα δώρα”.
Στις 20 Απριλίου 1915 το λιμανάκι του Μούδρου πλημμύρισε από πολεμικά πλοία των συμμαχικών δυνάμεων. Ο Τ. Α. Μάιλς γράφει: “Κανένα άλλο λιμάνι του κόσμου εκείνες τις μέρες δεν είχε περισσότερα πλοία απ’ αυτό το λιμανάκι της Λήμνου”.
Είχε έλθει η ώρα της μάχης. Οι Αυστραλονεοζηλανδοί ξεκίνησαν από την ελληνική γη το απόγευμα της 24ης Απριλίου για να επιτεθούν στην Καλλίπολη και να πάρουν τον έλεγχο των Στενών από τους Τούρκους.
Οι επιχειρήσεις, που κράτησαν έως τον Ιανουαρίου του 1916, στέφθηκαν από παταγώδη αποτυχία. Κάπου 2.000 Αυστραλοί βρήκαν τραγικό θάνατο εκείνο το πρωινό της 25ης Απριλίου 1915, αφού οι Τούρκοι, που ανήκαν στο αντίπαλο στρατόπεδο των “Κεντρικών Δυνάμεων”, τους περίμεναν κρυμμένοι στις ακτές της Καλλίπολης και τους αποδεκάτισαν. Τους επόμενους μήνες άλλοι 11.000 Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί στρατιώτες άφηναν την τελευταία τους πνοή στα μέρη εκείνα. “Χρειάστηκαν 10 χρόνια για να παρθεί η Αρχαία Τροία που βρισκόταν στα ίδια Στενά. Τώρα καταλαβαίνω πόσο δύσκολο είναι να κατακτήσουμε τα Στενά αυτά” παραδέχτηκε ο στρατηγός της συμμαχικής δύναμης, σερ Ίαν Χάμιλτον, μετά την πρώτη μάχη στα Δαρδανέλια.
Η σφαγή στάθηκε αφορμή για τη δημιουργία κλίματος εθνικής ομοψυχίας στην Αυστραλία και να πάρει σάρκα και οστά το όνειρο της δημιουργίας του Αυστραλιανού έθνους. Το 1901 οι βρετανικές αποικίες της Αυστραλίας είχαν ενωθεί και είχαν δημιουργήσει το ομόσπονδο αυστραλιανό κράτος, που όμως δεν είχε ακόμα συνοχή, κάτι που του έδωσε η θυσία της Καλλίπολης.
Στην απόβαση της Καλλίπολης πήραν μέρος και 12 Ελληνοαυστραλοί: ο δεκανέας Τζακ Μαρκ, ο υποδεκανέας Τζον Ζαβιτσάνος και οι στρατιώτες Πέρσυ Κουκουσάκης, Κώστας Αρώνης, Γιώργος Κρίτον, Ρόμπερτ Κρόκος, Άθα Χάλκας, Λεωνίδας Μανούσου, Γιώργος Πάπας, Πίτερ Ράντος, Ρόι Ραλφ και Αναστάσιος Ρεμπέα. Ο μόνος άτυχος υπήρξε ο 24χρονος μάγειρας Πίτερ Ράντος, που έπεσε στο πεδίο της μάχης.