Σύμφωνα με άρθρο της αθηναϊκής εφημερίδας Το Βήμα στην έκδοση της 19ης Δεκεμβρίου 2018, 48.000 σχολεία θα κλείσουν στην Ελλάδα ως το 2035, καθώς ήδη καταγράφεται μείωση του αριθμού νηπίων στα νηπιαγωγεία, και του αριθμού μαθητών στις πρώτες τάξεις του δημοτικού σχολείου. Παράλληλα, ο αριθμός των εκπαιδευτικών από 180.300 το 2009 ενδέχεται να μειωθεί σε 110.5000 το 2035.

Η εν λόγω εφημερίδα την ανησυχητική αυτήν πρόβλεψη για μελλοντικές εξελίξεις στην εκπαίδευση την στηρίζει στο γεγονός ότι ο αριθμός των μαθητών από 1.530.000 το 2000 μειώθηκε στο 1.490.000 το 2009 και στο 1.440.000 το 2016.

Σύμφωνα με έρευνα από το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) η μείωση των νηπίων στα νηπιαγωγεία και στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού οφείλεται κυρίως στους ακόλουθους λόγους:

α) Στην εξωτερική μετανάστευση οικογενειών, κυρίως αλλοδαπών, αλλά και Ελλήνων, μετά την έναρξη της κρίσης. Μεταξύ αυτών ήταν και μεγάλος αριθμός Ελλήνων με πανεπιστημιακή μόρφωση, οι οποίοι αναφέρονται ως brain drain.
β) Στη μείωση των γεννήσεων. Μετά την έναρξη της οικονομικής κρίσης το 2010, οι γεννήσεις παιδιών από 118.300 το 2008 μειώθηκαν στις 88.500 το 2017 λόγω της αβεβαιότητας που παρατηρήθηκε στην απασχόληση, και ως εκ τούτου στη δυνατότητα νέων ζευγαριών να δημιουργήσουν οικογένειες για οικονομικούς λόγους.

Ειδικότερα, στην εν λόγω μελέτη διερευνώνται και τα ακόλουθα θέματα:

Α. Το γεγονός ότι οι μαθητές στα σχολεία όσο πάνε και λιγοστεύουν, καθότι μετά την έναρξη της κρίσης ο αριθμός τους μειώθηκε κατά 5.9%.
Β. Το ενδεχόμενο μείωσης του αριθμού των σχολείων κατά 30,8% μέχρι το 2035.
Γ. Το ενδεχόμενο μείωσης του αριθμού του διδακτικού προσωπικού όλων των βαθμίδων.

Για το ποιες θα είναι οι επιπτώσεις, και πότε αναμένεται ότι θα εκδηλωθούν στα διάφορα επίπεδα της εκπαίδευσης, η εν λόγω έκθεση κάνει τις ακόλουθες προβλέψεις:

1) Στις διαφορετικές ειδικότητες εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης α) νηπιαγωγών,
β) δασκάλων, γ) των εκπαιδευτικών ειδικοτήτων που διδάσκουν στα Δημοτικά σχολεία.
2) Σε όλες τις ειδικότητες εκπαιδευτικών Μέσης Εκπαίδευσης.
3) Στην Ανώτατη Εκπαίδευση.

Η μελέτη του ΙΟΒΕ καταγράφει τις μεταβολές που έχουν σημειωθεί στους βασικούς τομείς του εκπαιδευτικού συστήματος, μετά την έναρξη της κρίσης, και αναλύει τις επιπτώσεις των δημογραφικών μεταβολών που έχουν σημειωθεί, αναφορικά με τη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος.

Προκειμένου να καταγράψει, και να αναλύσει πληρέστερα τις επιπτώσεις της κρίσης στην εκπαίδευση, η μελέτη του ΙΟΒΕ περιέχει εναλλακτικές προοπτικές στην μελλοντική εξέλιξη του εκπαιδευτικού συστήματος με βάση τις δημογραφικές τάσεις.

Οι εναλλακτικές αυτές προοπτικές δείχνουν ότι, αν στο μεταξύ δεν υπάρξουν σημαντικές αυξήσεις στις γεννήσεις, ή μαζική επιστροφή Ελλήνων, αλλά και εισροή μεταναστών από άλλες χώρες στην Ελλάδα στα προσεχή χρόνια, ο συνολικός αριθμός των μαθητών από 1.480.000 το 2008 θα μειωθεί στο 1.050.000 περίπου μέχρι το 2035, όταν δηλαδή θα έχει επηρεάσει το εκπαιδευτικό σύστημα και η πιο πρόσφατη μείωση γεννήσεων που σημειώθηκε το 2017.

ΘΑ ΜΕΙΩΘΕΙ ΚΑΙ Ο ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ

Αναφορικά με τα δημοτικά σχολεία, ο αριθμός τους υπολογίζεται ότι από 15.500 που ήταν το 2008, και 13.870 το 2015, το 2035 ενδέχεται να μειωθεί στις 10.700.
Πάλι σύμφωνα με την έρευνα του ΙΟΒΕ, οι αρνητικές επιπτώσεις που έχουν ήδη σημειωθεί στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση από τις πρόσφατες δημογραφικές εξελίξεις στην Ελλάδα, θα επεκταθούν και στα Γυμνάσια από το 2022, και στη συνέχεια στα Γενικά και στα Επαγγελματικά Λύκεια από το 2025. Στην τριτοβάθμια εκπαίδευση οι επιπτώσεις αυτές θα αρχίσουν να εκδηλώνονται από το 2028 και μετά.

Βέβαια και ο αριθμός των εκπαιδευτικών θα υποστεί τις αρνητικές αυτές επιπτώσεις, καθώς υπολογίζεται πως από 180.300 που ήταν το 2009, θα μειωθεί στις 110.500 το 2035.

Οι εκτιμήσεις των ειδημόνων είναι ότι αν οι δημογραφικές μεταβολές που ήδη έχουν σημειωθεί, και η προοπτική μείωσης του εν γένει μαθητικού πληθυσμού που διαγράφεται, δεν αναστραφούν σύντομα, θα έχουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στον τομέα της εργασίας, καθότι θα μειωθεί ο αριθμός των πολιτών με τα απαραίτητα προσόντα, και τις δεξιότητες που απαιτούνται, για την ανοδική πορεία της οικονομίας της χώρας.

Ιστορικά, από την σύσταση του σύγχρονου ελληνικού κράτους, η εκπαίδευση συνδέθηκε με την κοινωνική κινητικότητα και διαστρωμάτωση. Για παράδειγμα, η μετάβαση από τη δευτεροβάθμια στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αποτελούσε πάντα μια πολύ σημαντική διαδικασία, καθώς το πανεπιστημιακό πτυχίο είχε θεωρηθεί ως το μέσον για την πρόσβαση σε επαγγέλματα υψηλού κύρους, και ως εκ τούτου ως παράγοντας για την κοινωνική ανέλιξη των πολιτών και την οικονομία της χώρας γενικά.

Με άλλα λόγια, η κατοχή θεμελιωδών γνώσεων αποτελεί όλο και περισσότερο βασικό κριτήριο κοινωνικής ιεράρχησης, καθώς οι κοινωνικές διακρίσεις τείνουν να υφίστανται μεταξύ εκείνων που έχουν τα απαραίτητα εκπαιδευτικά εφόδια, και εκείνων που δεν έχουν.

Η ένταξη της Ελλάδας σε ένα απόλυτα ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον επιβάλλει
τον εξοπλισμό των πολιτών με προσόντα, τα οποία αποκτώνται με τη συνέχιση των
σπουδών από την δευτεροβάθμια στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι ένα από τα κριτήρια για τις επενδύσεις από πολυεθνικές εταιρείες σε διάφορες χώρες είναι η ύπαρξη εξειδικευμένου εργατικού προσωπικού.

Η αθηναϊκή εφημερίδα Τα Νέα, στην έκδοση της 21ης Ιανουαρίου 2019, σε άρθρο της με τίτλο «Συναγερμός για το δημογραφικό: Η κρίση αποδεκάτισε τον ελληνικό πληθυσμό», αναφέρεται σε διάλεξη του Γιώργου Ραχιώτη, επίκουρου Καθηγητή Επιδημιολογίας και Επαγγελματικής Υγιεινής, του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, με θέμα «Όψεις του Δημογραφικού Προβλήματος στην Ελλάδα. Παρελθόν, Παρόν και Στόχοι».

Ο κ. Ραχιώτης ανέφερε πως για την άμεση αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος πρέπει να δρομολογηθεί σχέδιο για την επάνοδο στη χώρα των νέων επιστημόνων παραγωγικής ηλικίας και υψηλής ειδίκευσης. Επίσης τόνισε την ανάγκη για την παροχή οικονομικών κινήτρων για την αύξηση των γεννήσεων όχι μόνο για τους πολύτεκνους, αλλά και για το πρώτο και δεύτερο παιδί.

Αναφερόμενος στην οικονομική κρίση των τελευταίων χρόνων, και στις δημογραφικές επιπτώσεις της, ο κ. Ραχιώτης εξέφρασε τις ακόλουθες απόψεις:

«Η Ελλάδα υπέστη μία κολοσσιαία οικονομική και κοινωνική καταστροφή (πτώση του ΑΕΠ κατά 30%, έκρηξη της ανεργίας), πρωτοφανή για τα μεταπολεμικά δεδομένα. Οι ευαίσθητες δημογραφικές ισορροπίες ανατράπηκαν, οι γεννήσεις μειώθηκαν δραματικά. Ενδεικτικά, κατά την περίοδο 2015-2017 οι θάνατοι ξεπέρασαν τις γεννήσεις κατά 91.207, ενώ το 2017 οι γεννήσεις έπεσαν κάτω από τις 90.000 ετησίως. Το ίδιο χρονικό διάστημα καταγράφηκε, επίσης, και ανατροπή του μεταναστευτικού ισοζυγίου με τη διαρροή στο εξωτερικό εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων παραγωγικής ηλικίας και υψηλής εκπαίδευσης και ειδίκευσης. Το αποτέλεσμα αυτών των δημογραφικών εξελίξεων ήταν ο ελληνικός πληθυσμός μεταξύ 2008-2017 να μειωθεί κατά 355.000 κατοίκους».

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι πρόσφατες δημογραφικές εξελίξεις, και ιδιαίτερα η μείωση των γεννήσεων, με συνέπεια τη μείωση του μαθητικού πληθυσμού μετά την έναρξη της οικονομικής κρίσης, έχει πολλαπλές αρνητικές επιπτώσεις στον τομέα της εκπαίδευσης, καθότι συνεπάγεται τη μείωση των σχολικών μονάδων, και ως συνέπεια τη μείωση των εκπαιδευτικών σε διάφορα επίπεδα.

Ιδιαίτερη βαρύτητα έχει η έκθεση της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για το Δημογραφικό, η οποία παρουσιάστηκε στο Κοινοβούλιο στις αρχές του Μαρτίου 2019. Η εν λόγω έκθεση προβλέπει ότι στο τέλος του 2035 ο πληθυσμός της Ελλάδας θα κυμανθεί από 10.400.000 έως 9.500.000.

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της διακομματικής έκθεσης, ο μέσος όρος ηλικίας του πληθυσμού 15-64 ετών θα εξακολουθήσει να ανεβαίνει και η δημογραφική γήρανση δεν πρόκειται να ανακοπεί, καθώς το ποσοστό των άνω των 65 ετών θα αυξάνεται συνεχώς.

Στην έκδοση της 9ης Απριλίου 2019 η εφημερίδα Η Καθημερινή, δημοσίευσε άρθρο με τίτλο «Παναγιώτης Λιαργκόβας – Νικόλαος Αποστολόπουλος: Σπούδασε και βγάλε διαβατήριο για τα ξένα».

Ο Π. Λιαργκόβας και ο Ν. Αποστολόπουλος, πανεπιστημιακοί καθηγητές και οι δύο, στο εν λόγω άρθρο τους μεταξύ άλλων εξέφρασαν και τις ακόλουθες απόψεις:
«Κάθε απόφοιτος ιατρικής, πολυτεχνείου και άλλων πανεπιστημιακών σχολών στοιχίζει στο ελληνικό Δημόσιο, σύμφωνα με έρευνες, περίπου 200.000 ευρώ και σε αυτό πρέπει να προστεθούν τα χιλιάδες ευρώ που ξοδεύουν οι γονείς για τις γυμνασιακές, λυκειακές και πανεπιστημιακές σπουδές.

Στην ερώτηση τι σκοπεύεις να κάνεις μετά τις σπουδές σου, η πιθανή απάντηση που θα λάβεις είναι ότι «θα φύγω για καριέρα στο εξωτερικό». Η απάντηση αυτή αποτυπώνει την πιο σοβαρή και δύσκολα αναστρέψιμη επίπτωση της οικονομικής κρίσης, οδηγώντας στην «αναγκαστική» μετανάστευση στο εξωτερικό χιλιάδες νέους ανθρώπους».

Από τα προαναφερθέντα δημοσιεύματα σε εφημερίδες της Ελλάδας βγαίνει το συμπέρασμα ότι τα κύρια προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα, και που σε μεγάλο βαθμό είναι απόρροια της οικονομικής κρίσης των τελευταίων χρόνων, είναι οι αρνητικές δημογραφικές εξελίξεις, οι επιζήμιες επιπτώσεις τους στα διάφορα επίπεδα της παιδείας, και η τάση νέων και επιστημόνων να ζητούν να κάνουν καριέρα σε άλλες χώρες, φαινόμενο γνωστό ως brain drain.