Από την ηλικία των επτά ετών ο κόσμος των ‘παραφυσικών’ φαινομένων μάγευε τη Σούλα Βαΐτση. Στην αρχή, φοβόταν, σαν ενήλικας πια… θεωρεί πως είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής και της προσωπικότητάς της.
“Όταν ήμουν επτά ετών είχα πάει στις κούνιες με την ξαδέρφη μου. Εκείνη έκανε, εγώ όχι. Είχαμε και οι δύο τα μαλλιά μας αλογοουρά. Ξαφνικά ένιωσε ένα έντονο τράβηγμα και νόμιζε πως ήμουν εγώ. Στεκόμουν μακριά της. Ύστερα και ενώ κάναμε κούνια και οι δυο κάτι τράβηξε δυνατά τα μαλλιά μου. Εκεί τρομάξαμε. Πηδήξαμε κάτω και αρχίσαμε να τρέχουμε. Γύρισα πίσω να δω και μια γυναίκα με μαύρα μάτια και μαύρα μακριά μαλλιά με τα χέρια της να κρέμονται χωρίς ζωή αιωρούταν σχεδόν ένα μέτρο πάνω από το έδαφος. Φορούσε ένα λευκό φόρεμα. Δε τα το ξεχάσω ποτέ”.
Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα για τη Σούλα, και ενώ για αρκετά χρόνια φοβόταν και δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί συνέβαινε σε εκείνη, γιατί εκείνη έπρεπε να βλέπει σκοτεινές οντότητες ή την ενέργεια νεκρών που δεν είχαν ‘επιλύσει’ σοβαρά ζητήματα πριν πεθάνουν, σήμερα πια πιστεύει πως όλα για κάποιο λόγο γίνονται.
Πώς όμως περνά μια τυπική μέρα στη ζωή της Σούλας;
Η Σούλα, εκτός από κυνηγός φαντασμάτων είναι μητέρα και εργάζεται καθημερινά ως υπεύθυνη πωλήσεων σε γνωστή εταιρία έχοντας αναλάβει όλο τον τομέα της Βικτώριας.
Η ζωή της τη μέρα είναι όπως ακριβώς κάθε άλλης γυναίκας στη θέση της, μόλις σχολάσει από την κυρίως εργασία της, όμως, τα πράγματα αλλάζουν.
“Εκεί είναι που ξεκινά η δεύτερη ζωή μου. Αυτό που κάνω – θέλω και το κάνω – είναι άλλη μία πλήρης απασχόληση, που λαμβάνει χώρα τις περισσότερες φορές νύχτα”, λέει στο “Νέο Κόσμο”.
“Το τελευταίο πεντάμηνο ειδικά, συνεργάζομαι και με άλλους ειδικούς, με μέντιουμ και εξορκιστές και έχουμε δημιουργήσει μια ομάδα κρούσης, με σκοπό να βοηθήσουμε όλους εκείνους που το έχουν ανάγκη”.
Τα άτομα που έχει επιλέξει να την συνοδεύουν στις εξορμήσεις της, έχουν όλα πολλά χρόνια εμπειρίας στο χώρο του μεταφυσικού και παραφυσικού. Η ομάδα που έχει δημιουργήσει προκειμένου να ερευνά την ύπαρξη πνευμάτων χρησιμοποιεί μηχανήματα θερμικής μέτρησης, κάμερες, ανιχνευτές ήχου και ηχογραφήσεις εκτός από κλασικές μεθόδους επίκλησης ή ενεργειακού ‘καθαρισμού’ με αγιασμό, προσευχή ή καύση φύλλων φασκομηλιάς.
“Μας καλούν κυριολεκτικά παντού’, λέει. “Μάλιστα, είναι πιο πιθανό να μας καλέσουν σε ένα άδειο οικόπεδο ή ένα κομμάτι γης, μια παλιά παμπ, ένα ξενοδοχείο… από ό,τι σε ένα σπίτι”.
Σύμφωνα με τη Σούλα, υπάρχουν πολλά πνεύματα Αβορίγινων σε χωράφια και ποτάμια, οι οποίοι δολοφονήθηκαν άγρια. Το ίδιο και σε κομμάτια γης που πάρθηκαν παρά τη θέληση των νόμιμων ιδιοκτητών τους. Συχνά, όπως η ίδια δηλώνει, τα μέλη της ομάδας της έρχονται αντιμέτωπα με πνεύματα παιδιών ή γυναικών που έχουν κακοποιηθεί και δολοφονηθεί ή αγνοούνταν σε δασικές εκτάσεις και ποτάμια.
“Το πιο συχνό είναι οι παλιές παμπ. Παραδείγματος χάρη είναι πιο σύνηθες να υπάρχουν φαντάσματα σε μια παμπ 180 ετών παρά σε ένα νεόδμητο σπίτι.”
“Μη φανταστείτε όμως ότι με το που μας καλούν να ερευνήσουμε και βρεθούμε εκεί πως τα φαντάσματα ή οι αρνητικές οντότητες εμφανίζονται αμέσως. Μπορεί να χρειαστεί να πάμε και δύο και τρεις και τέσσερις φορές. Πάντα με σεβασμό και χωρίς να προκαλέσουμε, μέχρις ότου το πνεύμα αποφασίσει να μας αποκαλυφθεί”, εξηγεί.
Κατόπιν, ξεκινά η διαδικασία της απομάκρυνσης. Σύμφωνα με τη Σούλα, η απόφαση για το αν ένας χώρος, ένα κομμάτι γης ή ένα άτομο είναι στοιχειωμένο ή υπό την επήρεια κάποιου πνεύματος δεν παίρνεται εύκολα.
“Πάντα μας συνοδεύει κάποιο έμπειρο μέντιουμ που ερευνά την κατάσταση πρώτο. Ύστερα εγκαθιστούμε κάμερες παντού και ηθογραφούμε τα πάντα ενώ μετράμε θερμοκρασία με υπέρυθρες. Πάντα προσπαθούμε να αποκλείσουμε τον ανθρώπινο παράγοντα και το περιθώριο λάθους. Αν υπάρχουν σκιές που κινούνται ανεξήγητα στο χώρο θα προσπαθήσουμε να αποκλείσουμε οποιονδήποτε εξωγενή παράγοντα μπορεί να τη δημιουργεί. Αν ακούγονται ήχοι ξαφνικά ή φωνές, το ίδιο. Αν με τίποτα δεν μπορούμε να το εξηγήσουμε, τότε ναι, το αποδίδουμε σε κάποια μεταφυσική δραστηριότητα”.
Δεν είναι λίγες οι φορές, περιγράφει η Σούλα, που έπιπλα σέρνονται και μετακινούνται μόνα τους κατά μήκος πατωμάτων και τοίχων. Σε πιο σπάνιες περιπτώσεις, κατά τη διάρκεια εξερευνήσεων που είναι ανοιχτές στο κοινό, έχει συμβεί συμμετέχοντες να δέχονται σπρωξιές ή χτυπήματα, ακόμη και γρατσουνιές από ανεξήγητη πηγή.

Τι γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις;
“Πάντα προειδοποιούμε τον κόσμο να είναι σε ετοιμότητα και να μην προκαλούν τυχόν πνεύματα. Συχνά, και αυτό συμβαίνει περισσότερο με άτομα νεαρής ηλικίας, πολλοί συμμετέχουν για πλάκα. Προσπαθούμε να τους εξηγήσουμε πως δεν είναι αστείο και πως υπάρχουν συνέπειες… Ακόμη και για εμάς τους ίδιους που έχουμε χρόνια εμπειρία. Αν κάποιο επιθετικό πνεύμα ‘αγγίξει’ κάποιον από τους παρευρισκόμενους υπάρχει πάντα ενεργειακός θεραπευτής ή μέντιουμ. Καίμε φασκόμηλο, διαβάζουμε προσευχές, ραντίζουμε το άτομο και γενικά προσπαθούμε με κάθε τρόπο να απομακρύνουμε την αρνητική ενέργεια”.
Τα πνεύματα συνήθως ανήκουν σε ανθρώπους, έχουν αισθήματα και επιθυμίες. Αν ταλανίζονται από ανεπίλυτα ζητήματα μεταθανάτια και δεν έχουν καταφέρει να ‘αποσυρθούν’ ενδέχεται να είναι επιθετικά και θυμωμένα, προειδοποιεί η κυνηγός φαντασμάτων.
“Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο δεν εγκρίνουμε τη χρήση λευκής ή μαύρης μαγείας, τα χαρτιά, το λεγόμενο ‘τραπέζι’ επίκλησης που πολλές φορές συναρπάζει παιδιά και εφήβους”, λέει η Σούλα.
“Κάθε φορά που εμπλέκεται κανείς σε τέτοιες δραστηριότητες ανοίγουν πόρτες. Πύλες μεταξύ αυτού του κόσμου που συνειδητά αντιλαμβανόμαστε και του μεταφυσικού. Αν δεν είναι κανείς έμπειρος, αυτές οι πόρτες μένουν ανοιχτές και τα πνεύματα ενδέχεται να μη γυρίσουν πίσω. Ταλαιπωρούνται και αυτά, ή αν πρόκειται για αρνητική οντότητα ταλαιπωρείται ο άνθρωπος που τα κάλεσε και ο περίγυρος του”.
Η Σούλα παραδέχεται πως κανείς δεν γνωρίζει τι συμβαίνει πραγματικά μετά το θάνατο. Παρότι έχει διαβάσει και ερευνήσει διάφορες θρησκείες, τεχνικές και θεωρίες γύρω από το χώρο του μεταφυσικού, επιμένει πως η πραγματική διάσταση παραμένει άγνωστη.
“Αυτό προσπαθούμε να κατανοήσουμε και να αναλύσουμε με την ομάδα μου και όλους τους σταθερούς και μη συνεργάτες. Δεν τα έχουμε καταφέρει ακόμη – κανείς δεν το έχει καταφέρει – αλλά τουλάχιστον παίρνουμε ικανοποίηση γνωρίζοντας πως μπορούμε να βοηθήσουμε εκείνους που το έχουν ανάγκη”, εξηγεί.
“Ποτέ δεν παίρνουμε χρήματα. Παρέχουμε τις υπηρεσίες μας δωρεάν”, δηλώνει.
“Το θεωρώ απαράδεκτο να πηγαίνει κάποιος να κάνει εξορκισμό ή να ‘καθαρίσει’ ένα χώρο, ένα σπίτι από την αρνητική ενέργεια ή τα πνεύματα και να ζητά χρήματα. Πολλοί απαιτούν εκατοντάδες δολάρια, τα παίρνουν και εξαφανίζονται.”
“Δεν παίζουμε με τον πόνο και την αγωνία των ανθρώπων”!
Και πώς συντηρείτε αυτή η δραστηριότητα; Από δωρεές και ανοιχτά σεμινάρια, ανοιχτές προς το κοινό εξερευνήσεις χώρων. Στις περιπτώσεις αυτές, δραστηριότητες δηλαδή εκπαιδευτικού περιεχομένου υπάρχει ένα υποτυπώδες εισιτήριο συμμετοχής.
“Τα έσοδα καλύπτουν τα έξοδα μετακίνησης και τις προμήθειες ή τον εξοπλισμό που χρειαζόμαστε όταν μας καλούν για ‘καθαρισμούς” Τις περισσότερες φορές καλούμαστε σε σπίτια που βρίσκονται εκτός Μελβούρνης, πάντα εντός Βικτώριας, κάποιες φορές και τέσσερις ώρες μακριά με το αυτοκίνητο”.
Η ανακούφιση που οι υπηρεσίες της προσφέρουν στους άλλους της δίνει χαρά, παρόλα αυτά, συχνά ταλαιπωρείται τόσο εκείνη όσο και οι συνεργάτες της από τις ‘παρενέργειες’ των δραστηριοτήτων τους.
“Μη νομίζετε πως είναι εύκολο ή παιχνίδι. Μπορεί να απομακρύνουμε ένα πνεύμα από ένα χώρο αλλά να το πάρουμε μαζί μας. Αυτό μπορεί να επηρεάσει την καθημερινότητά μας ή τους ανθρώπους γύρω μας. Φυσικά υπάρχει η γνώση και το δίκτυο ατόμων που μπορούν να αλληλοβοηθηθούν. Παραμένει όμως αρκετά ψυχοφθόρα διαδικασία, ιδίως όταν κανείς έχει οικογένεια και κυρίως εργασία όπως εγώ”.
Η Σούλα όμως δεν πτοείται και προσπαθεί ακόμη περισσότερο να ‘ανοίξει τα μάτια’ των γύρω της.
“Όταν μεγάλωνα και κυρίως όταν ήμουν παιδί τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα. Υπήρχε μεγαλύτερη προκατάληψη. Πλέον, ενώ υπάρχει σκεπτικισμός, οι άνθρωποι είναι πιο δεκτικοί στο διαφορετικό και δεν επικρίνουν χωρίς δεύτερη σκέψη την πιθανότητα του υπερφυσικού, μεταφυσικού ή παραφυσικού”.
Αυτός είναι και ένας από τους λόγους, λέει, που έχει δημιουργήσει ξεχωριστή ιστοσελίδα παρέχοντας πληροφορίες σε γονείς, των οποίων τα παιδιά είναι ‘δέκτες’ παρόμοιων ενεργειών.
“Το έχω βιώσει και ξέρω. Οι γονείς φοβούνται όταν το παιδί ‘βλέπει’ τέτοια φαινόμενα. Είναι κάτι πολύ συχνό σε μικρές ηλικίες που το άτομο είναι ανεπηρέαστο από αντιλήψεις και κοινωνικές νόρμες. Τα παιδιά είναι ‘δέκτες’ και πιο ανοιχτά στο μεταφυσικό. Το πρόβλημα είναι πως οι περισσότεροι γονείς θεωρούν αμέσως πως πρόκειται για ψυχική διαταραχή και καταφεύγουν σε φαρμακευτική αγωγή, σε εξορκισμούς ή και σε τιμωρίες δημιουργώντας περισσότερο φόβο και ενοχές στα παιδιά τους”, εξηγεί.
“Εμείς προσπαθούμε να βοηθήσουμε τους γονείς πως είναι σημαντικό να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των παιδιών και να μάθουν περισσότερα προκειμένου τα παιδιά να σταματήσουν να φοβούνται. Όλοι ζούμε σε έναν κόσμο που εν τέλει δεν έχουμε πλήρως κατακτήσει ή καταλάβει και οφείλουμε να είμαστε ανοιχτοί σε όλα τα ενδεχόμενα. Όλα για κάποιο λόγο γίνονται”.