Αποσύρθηκαν οι κατηγορίες για συνέργεια σε αυτοκτονία που βάρυναν τον Neil O’Riordan από την Καμπέρα, ο οποίος είχε υποστηρίξει τη γυναίκα του στην απόφασή της να βάλει τέρμα σ τη ζωή της, αφού οι εισαγγελείς αποφάσισαν ότι δεν ήταν προς το δημόσιο συμφέρον να τον διώξουν για μια πράξη «αγάπης και συμπόνιας».

Παρόλα αυτά, όμως, ο Δημόσιος Κατήγορος της Περιοχής Πρωτευούσης (ACT) Shane Drumgold εξηγώντας τους λόγους που τον οδήγησαν σε αυτή την απόφαση, δήλωσε κατηγορηματικά ότι δεν είχε καμιά πρόθεση να δώσει το πράσινο φως για την υποβοηθούμενη αυτοκτονία στην Καμπέρα.

Η Penelope Blume, που επί 25 χρόνια υπήρξε σύζυγος του Neil O’Riordan, υπέφερε από τη νόσου των κινητικών νευρώνων σε προχωρημένο στάδιο, όταν άφησε την τελευταία της πνοή στην αγκαλιά του στο σπίτι τους στις 15 Μαρτίου.

Οι δυο τους μοιράστηκαν ένα τελευταίο γεύμα και κάθισαν μαζί αγκαλιασμένοι μιλώντας μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες.

Κατά την τέλεση της πράξης της αυτοκτονίας, η κ. Blume χρησιμοποίησε ένα αντικείμενο το οποίο ο σύζυγός της είχε τροποποιήσει κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίσει ότι εκείνη θα βρισκόταν σε πλήρη αναισθησία πριν πεθάνει. Για το λόγο αυτό, ο Neil O’Riordan κατηγορήθηκε για συνέργεια σε αυτοκτονία.

Στην κατάθεσή του ο ίδιος είπε πως είχε προσπαθήσει να αποθαρρύνει τη σύζυγό του να τερματίσει τη ζωή της, ενώ είχε καταφέρει να την πείσει να καθυστερήσει την απόφασή της. Η κ. Blume ήθελε να το κάνει πριν χάσει πλήρως την κινητικότητά της.

Ο Εισαγγελέας Drumgold διαπίστωσε τελικά ότι ο κ. O’Riordan είχε ως μοναδικά του κίνητρα «την αγάπη και την συμπόνια» όταν βοήθησε την άρρωστη σύντροφό του να έχει ένα «γρήγορο και ανώδυνο» θάνατο.

Ο κ. Drumgold είπε, ότι χωρίς την αρωγή του κ. O’Riordan, η κ. Blume ενδεχομένως να έπρεπε να υποστεί έναν παρατεταμένο και βασανιστικό θάνατο.

«Παρόλο που τα αποδεικτικά στοιχεία καταδεικνύουν ότι ο κατηγορούμενος βοήθησε την αποθανούσα, η βοήθεια που προσέφερε ήταν ελάχιστη, παρακινούμενη εξ ολοκλήρου από αγάπη και συμπόνια και σχεδιάστηκε για να εξασφαλίσει ότι ο θάνατος της εκλιπούσας θα ήταν γρήγορος και ανώδυνος», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Την Τρίτη, ο κ. Drumgold πληροφόρησε το Πλημμελειοδικείο ότι αποφάσισε να μην προχωρήσει την υπόθεση, εκθέτοντας μια σειρά από λόγους που τον οδήγησαν στην παύση της δίωξης.

«Ο σκοπός της δημοσίευσης αυτών των λόγων είναι για να εξασφαλιστεί η διαφάνεια και η υπευθυνότητα κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων», δήλωσε ο κ. Drumgold στο δικαστήριο.

Ο κ. Drumgold εξήγησε ότι η απόφαση του για τη δίωξη ή μη της συγκεκριμένης υπόθεσης βασίστηκε σε δύο κρίσιμα ερωτήματα:

Το πρώτο ερώτημα ήταν αν τα αποδεικτικά στοιχεία προσέφεραν εύλογες πιθανότητες για καταδίκη.

Στο ερώτημα αυτό, η απάντηση ήταν θετική καθώς ο κ. O’Riordan είχε γνώση της επικείμενης αυτοκτονίας και σκόπιμα τροποποίησε το αντικείμενο που χρησιμοποιήθηκε για να επιφέρει το θάνατο της συζύγου του.

Το δεύτερο ερώτημα ήταν αν η υπόθεση αφορούσε το δημόσιο συμφέρον.

Εδώ, ο κ. Drumgold κατέληξε ότι η άσκηση δίωξης κατά του κ. O’Riordan δεν θα ωφελούσε το δημόσιο συμφέρον, καθώς οι συνέπειες θα ήταν «αδικαιολόγητα σκληρές και καταπιεστικές υπό τις περιστάσεις».

Ωστόσο, ο κ. Drumgold δήλωσε ότι δεν ήταν πρόθεσή του να δημιουργήσει ένα προηγούμενο για την αντιμετώπιση των υποβοηθούμενων αυτοκτονιών στην Περιοχή Πρωτευούσης (ACT), τονίζοντας ότι η απόφαση αυτή δεν αποτελεί πολιτική θέση της κυβέρνησης.

«Πρέπει να καταστεί σαφές ότι η άσκηση της διακριτικής μου ευχέρειας σε αυτό το θέμα δεν αποσκοπεί καθόλου στην παροχή καθοδήγησης για το πώς θα υποβοηθήσουμε μια αυτοκτονία και θα αποφύγουμε τη δίωξη», ανέφερε.

«Η απόφαση βασίζεται στις ιδιαίτερες συνθήκες της συγκεκριμένης υπόθεσης καθώς και στους κανόνες της Πολιτικής Διώξεων της Εισαγγελίας Περιοχής Πρωτευούσης», κατέληξε.

Εάν εσείς ή κάποιος που γνωρίζετε χρειάζεται βοήθεια, καλέστε:
Lifeline on 13 11 14
Kids Helpline on 1800 551 800
MensLine Australia on 1300 789 978
Suicide Call Back Service on 1300 659 467