Με την επιθετική του στάση απέναντι στα θεσμικά όργανα της Ε.Ε κατά τη διάρκεια της κρίσης του χρέους, ο Γιάνης Βαρουφάκης είχε κερδίσει τον τίτλο του «ευρω-τρόμου» (Euro-Schreck), σύμφωνα με όσα αναφέρει η γερμανική «Bild».
Στη συνέχεια, για ένα μεγάλο διάστημα υπήρξε ηρεμία από τον πρώην υπουργό Οικονομικών της Ελλάδος, Γιάνης Βαρουφάκης. Τώρα επιστρέφει στη βουλή! Αλλά έχει μικρή επιρροή.
Σύμφωνα με την γερμανική εφημερίδα «Frankfurter Allgemeine Zeitung», ο Γιάνης Βαρουφάκης δεν μπορεί να υπολογίζει σε κανέναν σύμμαχο στη ελληνική βουλή.
«Χαστούκι» ψηφοφόρων στη Χρυσή Αυγή – Εχασε 110.000 ψηφοφόρους σε ενάμιση μήνα
Ένα από τα ευχάριστα μηνύματα που έβγαλε η κάλπη στις εκλογές της 7ης Ιουλίου, ήταν ότι οι ψηφοφόροι γύρισαν την πλάτη στο νεοναζιστικό μόρφωμα της Χρύσης Αυγής και με τη στάση τους το τοποθέτησαν εκεί που του αξίζει. Στο πολιτικό περιθώριο.
Οι πρώην βουλευτές της Χρυσής Αυγής το τελευταίο διάστημα ήταν απόντες από την προεκλογική περίοδο καθώς αρκετοί από αυτούς ήταν απασχολημένοι με τη δίκη της Χρυσής Αυγής που είναι σε εξέλιξη.
Η πτώση στα ποσοστά της Χρυσής Αυγής δεν έγινε εν μία νυχτί. Στις ευρωεκλογές της 26ης Μαϊου είχε αρχίσει να διαφαίνεται ότι ένας μέρος των ψηφοφόρων που είχε δώσει ποσοστό κοντά στο 7% στις εθνικές εκλογές του 2015, άρχισε να γυρίζει την πλάτη στα «μπουμπούκια» της Χρυσής Αυγής.
Έτσι, στις ευρωεκλογές η Χρυσή Αυγή έλαβε 4,87% το οποίο μεταφραζόταν σε 275.734 ψήφους.
Στις χθεσινές εκλογές, η Χρυσή Αυγή απέσπασε το 2,93% των ψήφων, όταν τον Σεπτέμβρη του 2015 όταν και είχε λάβει 6,99% με 18 έδρες. Ενδιαφέρον παρουσιάζει, πέρα από τα ποσοστά, και ο αριθμός των ψηφοφόρων που έδωσαν ψήφο στη ΧΑ.
Χθες έλαβε 165.696 ψήφους από 379.722 πριν από μία τετραετία ενώ αν συγκρίνουμε τους αριθμούς σε σχέση με τις πρόσφατες ευρωεκλογές, το νεοναζιστικό μόρφωμα έχασε 110 χιλιάδες ψηφοφόρους μέσα σε μόλις 1,5 μήνα.
Μπορεί το ακροδεξιό μόρφωμα στις εκλογές του 2012 να συγκέντρωσε υψηλό ποσοστό, όμως το 2019 οι Έλληνες ψήφισαν «όχι» στη Χρυσή Αυγή.
Χαρακτηριστικό του ότι δεν μπορούν να δεχθούν την ήττα τους είναι ότι σύσσωμη η ηγετική ομάδα απειλεί. Πρώτα ο Νίκος Μιχαλολιάκος με τις δηλώσεις που έκανε ότι η Χρυσή Αυγή θα παραμείνει στους δρόμους, από όπου ξεκίνησε, στη συνέχεια ο Ηλίας Παναγιώταρος, που δεν μπορεί να δεχθεί ότι δεν είναι πλέον βουλευτής, και τώρα ο Ηλίας Κασιδιάρης, που γράφει: «Προχωράμε σε άμεση επανακαταμέτρηση των ψήφων σε όλη την επικράτεια!»
Συγχαρητήρια Πούτιν
Συγχαρητήριο τηλεγράφημα στον νέο πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη για την εκλογική νίκη της Νέας Δημοκρατίας απέστειλε ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν.
Σε τηλεγράφημά του, σύμφωνα με πηγές του Κρεμλίνου, ο κ. Πούτιν εξέφρασε την πίστη του για ανάπτυξη του διαλόγου μεταξύ των δύο χωρών.
«Ο επικεφαλής του ρωσικού κράτους εκτιμά ιδιαίτερα τις σχέσεις με την Ελλάδα, που είναι βασισμένες σε παραδόσεις και φιλία αιώνων, καθώς και στην πολιτιστική και πνευματική συγγένεια. Εξέφρασε την πεποίθησή του ότι το έργο του κ. Μητσοτάκη ως επικεφαλής της κυβέρνησης, θα συμβάλει στην ανάπτυξη διμερούς διαλόγου και εποικοδομητικής συνεργασίας σε διάφορους τομείς προς το συμφέρον των δύο εθνών, σε ευθυγράμμιση με την ενίσχυση της σταθερότητας και της ασφάλειας στην ευρωπαϊκή ήπειρο», ανέφερε ο Ρώσος Πρόεδρος.
ΝΥΤ: Οι Ελληνες υποτιμούσαν τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τώρα είναι πρωθυπουργός
Οι Έλληνες υποτιμούσαν τον Μητσοτάκη
Στη μεγάλη νίκη που εξασφάλισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης αλλά και τις προκλήσεις με τις οποίες έχει βρεθεί και θα βρεθεί αντιμέτωπος αναφέρεται δημοσίευμα των «New York Times».
«Η υποτίμηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν ένα είδος εθνικού σπορ στην Ελλάδα. Μάλιστα όσοι ήθελαν να τον δυσφημίσουν τον αποκαλούσαν “Κούλη”, ένα υποκοριστικό του μικρού ονόματός του, το οποίο χρησιμοποιείται συνήθως για παιδιά στο πλαίσιο χλευασμού», αναφέρει η συντάκτρια στην αρχή του κειμένου και συνεχίζει λέγοντας πως «ωστόσο, μετά τη νίκη του στις εκλογές της Κυριακής, φαίνεται ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο ηγέτης της κεντροδεξιάς παράταξης της ΝΔ είναι “ο τελευταίος που γελάει καλύτερα”.
Σχολιάζοντας την ανέλιξή του στην εξουσία το δημοσίευμα σημειώνει ότι η «άνοδός του αποτελεί μαρτυρία της αντοχής του αλλά και της ριζικής μετατόπισης που έχει υποστεί το πολιτικό σύστημα σε μια δεκαετία με ακραίες οικονομικές δυσκολίες και την επακόλουθη αναμόρφωση των πολιτικών συμμαχιών. Αποτελεί επίσης μια σημαντική αναζωπύρωση για ένα παραδοσιακό πολιτικό κόμμα σε μια εποχή όπου οι ευρωπαϊκές κεντροδεξιές παρατάξεις αγωνίζονται να κερδίσουν τις εκλογές και να σχηματίσουν κυβερνήσεις χωρίς συνασπισμούς με άλλα κόμματα.
Παρόλα αυτά, συνεχίζει η αρθρογράφος, ο κ. Μητσοτάκης θα πρέπει να πείσει ένα μεγάλο κομμάτι του ελληνικού πληθυσμού ότι μπορεί να καταφέρει να οδηγήσει αυτόν τον εξαντλημένο λαό σε καλύτερες μέρες. Μάλιστα θα πρέπει να κερδίσει κι αυτούς που θεωρούν ότι δεν έχει τις ικανότητες να διαχειριστεί την πολυπλοκότητα των τεράστιων οικονομικών και κοινωνικών προκλήσεων, κι αυτό ίσως δεν είναι εύκολο.
Ο ίδιος σε συνέντευξή του είχε αναφέρει ότι «το όνομά του τον είχε βοηθήσει στην πρώτη εκλογή του ως μέλος της ελληνικής Βουλής ωστόσο, αυτό σταδιακά εξελίχθηκε σε βάρος. «Δεν πιστευώ ότι ο κόσμος με ψηφίζει επειδή προέρχομαι από μια πολιτική οικογένεια. Ανιθέτως, βλέπω κόσμο να με ψηφίζει παρόλο που κατάγομαι από μια πολιτική οικογένεια», είπε χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του.
Ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης φαίνεται πως διασκεδάζει με τις προσβολές που χρησιμοποιούνται εναντίον του και τις οποίες αποδίδει στη «βρώμικη πολιτική» του αντιπάλου του και απερχόμενου πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα.
«Πρόκειται πραγματικά για νεοκομμουνιστικό στιλ», προσθέτει και συμπληρώνει «ότι απλά γελάει με τα σχόλια που προέρχονται από κάποιον που δεν έχει δουλέψει ούτε μια μέρα στη ζωή του και που του πήρε δέκα χρόνια να αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο».
Το δημοσίευμα κάνει αναφορά και στις αντιδράσεις με τις οποίες βρέθηκε αντιμέτωπος ο κ. Μητσοτάκης στο εσωτερικό του κόμματος πριν από 3,5 χρόνια στην προσπάθεια να γίνει αρχηγός του κόμματος. «Ως κάποιος που στηρίζει τις ιδιωτικές επιχειρήσεις και έχει ψηφίσει υπέρ των δικαιωμάτων της L.G.B.T. κοινότητας θα έπρεπε να κερδίσει τους τους συντηρητικούς της παράταξης που “παντρεύονται” εθνικιστικές απόψεις και τάσσονται κατά των ομοφυλόφιλων και υπέρ της εκκλησίας, ενώ παράλληλα είναι υπέρ ενός πιο παρεμβατικού κράτους στις ζωές των πολιτών», σχολιάζει η αρθρογράφος.
Παρόλα αυτά, συνεχίζει «το κόμμα τον χρειάζεται και εν τέλει θεωρήθηκε ως κάποιος που θα μπορούσε να μεταρρυθμίσει την παράταξη και να βελτιώσει την εικόνα της ώστε να μπορεί να κερδίσει τις εκλογές».
«Εάν το κόμμα είναι μια μεγάλη εκκλησία τότε έχει μόνο έναν ιερέα», δηλώνει ο ίδιος. «Ηταν καθήκον μου να το κρατήσω ενωμένο και ταυτόχρονα να διασφαλίσω ότι θα το μετατρέψω σε μια σύγχρονη φιλελεύθερη παράταξη», καταλήγει