Σαράντα πέντε χρόνια πέρασαν από τον μαύρο Ιούλιο του ’74 που έμελλε να αλλάξει την ελληνοκυπριακή ιστορία και τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων. Από τότε, μέχρι σήμερα και μέχρι να δοθεί η λύση που όλοι περιμένουμε για το κυπριακό, ένα σύνθημα στοιχειώνει το νου και την καρδιά κάθε Έλληνα: «Δεν ξεχνώ».
Με αυτό μεγαλώσαμε, με αυτό πορευόμαστε ελπίζοντας κάποτε «να γυρίσει ο ήλιος». Υπάρχουν κι εκείνοι, όμως που κουράστηκαν στο δρόμο, ίσως γιατί απογοητεύτηκαν, ίσως γιατί απελπίστηκαν και άφησαν το σύνθημα να ξεθωριάσει μέσα τους. Θα ξεχαστεί, λοιπόν, η Κύπρος τελικά; Θα χαθεί κι αυτή στο χρονοντούλαπο της ιστορίας ως ένα ακόμα απατηλό όνειρο του Ελληνισμού; Την απάντηση δίνει αυτή η φωτογραφία. Αυτή η εικόνα της ηλικιωμένης γυναίκας που παρά το κρύο και τη βροχή περπάτησε με περηφάνια το μονοπάτι της συμβολικής διαμαρτυρίας. Η απόσταση – χρονική και χιλιομετρική – δεν φαίνεται να την αφορά.
Να σταθώ, να της μιλήσω, να την ρωτήσω… ντρέπομαι. Ντρέπομαι γιατί δεν περπατώ δίπλα της. Γιατί ξέχασα κι εγώ, όπως πολλοί άλλοι. Γιατί απλά περιμένω «να γυρίσει ο ήλιος». Μα για να γίνει αυτό «θέλει δουλειά πολλή», όπως είπε σοφά ο ποιητής. Κι αυτή η γυναίκα, το ξέρει. Αυτή δεν περιμένει από τους άλλους. Αυτή είναι «η άλλη» που διεκδικεί, που αγωνίζεται. Απλά, σιωπηρά μα ταυτόχρονα τόσο εκκωφαντικά.
Δεν εξάντλησα τις χίλιες λέξεις της εικόνας… Αφήνω το κενό να το συμπληρώσεις, εσύ, αναγνώστη, με τις δικές σου σκέψεις. Με τις δικές σου ελπίδες, όπως ζωντανεύουν στο πρόσωπο αυτής της αγωνίστριας γυναίκας.
Ελπίδες πως, αν ακολουθήσουμε το παράδειγμά της, αν αρχίσουμε να βαδίζουμε δίπλα της, ίσως ο δρόμος να μας οδηγήσει ξανά στις «χαμένες πατρίδες». Και ίσως, ποιος ξέρει, να φέρουμε γρηγορότερα τους χρόνους και τους καιρούς που θα’ ναι δικές μας πάλι…