Όταν ο αστροναύτης Jim Irwin πάτησε στο Φεγγάρι ήταν 1971. Λέγεται πως σήκωσε το ένα του χέρι, έκλεισε το ένα μάτι και ύστερα σήκωσε τον αντίχειρα.
Το νύχι του στον αντίχειρα κάλυψε ολόκληρο το σχήμα της Γης όπως φαίνεται από το διάστημα, και μαζί της και τα τότε 3,9 δισεκατομμύρια πληθυσμού.
Αν έκανε το ίδιο σήμερα, ο αντίχειράς του θα έκρυβε 7,7 δισεκατομμύρια γήινους.
Στο διάστημα που σας πήρε να διαβάσετε αυτήν την πρόταση (περίπου πέντε δευτερόλεπτα), 24 άνθρωποι γεννήθηκαν.
Μέχρι να φτάσετε στο τέλος αυτού του άρθρου (σε πέντε περίπου λεπτά), περισσότεροι από 1,400 άνθρωποι θα έχουν γεννηθεί.
Από χτες μέχρι σήμερα, ο πληθυσμός της Γης — μείον τους θανάτους, αυξήθηκε σχεδόν κατά 140,000 άτομα.
Υπάρχει άραγε κάποιο ανώτερο όριο αριθμού ανθρώπων που μπορεί να φιλοξενήσει ο πλανήτης και πώς θα καταλάβουμε αν τον έχουμε ήδη ξεπεράσει;
Σύμφωνα με το Earth Overshoot Day που φέτος έπεσε στις 29 Ιουλίου, τρεις μέρες νωρίτερα από ό,τι πέρσι, το ξεπεράσαμε.
Τι είναι το Earth Overshoot Day, λοιπόν; Αν υποθέσουμε πως με βάση το πόσο γρήγορα ανανεώνονται οι πόροι φυσικής ενέργειας του πλανήτη, τι αποθέματα νερού και τροφής υπάρχουν για τον πληθυσμό των ανθρώπων και των ζώων για να κυλήσουν όλα ομαλά για ένα χρόνο, το Overshoot Day είναι η μέρα που το ιδανικό απόθεμα που έπρεπε να ξοδέψουμε τελειώνει. Ο χρόνος όμως δεν τελείωσε στις 29 Ιουλίου, κάτι που σημαίνει ότι ο πληθυσμός της Γης, μέχρι τη λήξη του έτους θα έχει καταναλώσει περισσότερη ενέργεια από όση θα έπρεπε κατά τέσσερις μήνες.
Το βλαβερό αποτύπωμα που αφήνουμε στον πλανήτη προστίθεται στις εκκρίσεις του επόμενου έτους και η επιπλέον ενέργεια που καταναλώνουμε αφαιρείται από το απόθεμα της επόμενης χρονιάς αντίστοιχα.
Κάθε πέρσι και καλύτερα;
Αυτό αποδεικνύουν τα στοιχεία που δημοσιεύει το Global Footprint Network (Διεθνές Δίκτυο Αποτυπώματος) βάσει των υπολογισμών που πραγματοποίησε επεξεργαζόμενο στοιχεία που συγκέντρωσαν τα Ηνωμένα Έθνη. Τα στοιχεία αφορούν μετρήσεις σε σοδειές φαγητών όσο και πρώτων υλών, κτηνοτροφία, ιχθυοκαλλιέργειες, ξυλεία, δασικές εκτάσεις, αστική πολεοδομία, εκκρίσεις διοξειδίου του άνθρακα και άλλα.
Το Global Footprint Network χρησιμοποιεί τις μετρήσεις για να υπολογίσει το μέσο αποτύπωμα κατά κεφαλή που αφήνει ο μέσος κάτοικος 200 χωρών και κατόπιν το συνολικό αποτύπωμα που αφήνει ο καταγεγραμμένος πληθυσμός της Γης.
Και ενώ για τον υπόλοιπο κόσμο το απόθεμα που προοριζόταν για το 2019 τελείωσε στις 29 Ιουλίου, για την Αυστραλία εξαντλήθηκε στις 31 Μαρτίου. Αν όλος ο πλανήτης κατανάλωνε όπως εμείς “θα το είχαμε κλείσει το μαγαζί” σε 90 μέρες!
Θα μπορούσαν βέβαια τα πράγματα να είναι ακόμη χειρότερα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες το ξεπέρασαν στις 15 Μαρτίου. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στις 8 και το Κατάρ από τις 11 κιόλας Φεβρουαρίου. Αν ήμασταν σαν το Κατάρ θα χρειαζόμασταν 8,7 ακόμη πλανήτες Γη για να βγάλουμε το χρόνο.
Κι ενώ το Κιργιστάν θα φτάσει μέχρι τις 26 Δεκεμβρίου, καμίας χώρας οι κάτοικοι δεν καταναλώνουν σύμφωνα με το ρυθμό που μπορεί οι Γη να αναπληρώσει τα αποθέματά της.
Εφόσον καταναλώνουμε γρηγορότερα από όσο χρειαζόμαστε για να αναπληρώσουμε πώς και δεν έχουμε ακόμη εξαφανιστεί;
Οι επιστήμονες που μελετούν τη δυναμική των πληθυσμών δύο πράγματα επισημαίνουν σχετικά με την παρεμβατική συμπεριφορά ομάδων ζώων. Τυπικά, ο πληθυσμός ενός παρεμβατικού είδους που μετακινείται σε νέα περιοχή – και απελευθερώνεται από άλλα είδη που είναι πιο ψηλά από αυτό στην τροφική αλυσίδα- ακμάζει. Οι αριθμοί του αυξάνονται πέρα από το όριο (carrying capacity) που μπορεί να αντέξει και τροφοδοτήσει η περιοχή, εξαντλώντας κατά συνέπεια τα αποθέματα φαγητού και νερού ή ό,τι άλλο χρειάζεται προκειμένου να επιζήσει. Αυτό συμβαίνει όχι μόνο εις βάρος της περιοχής που μεταναστεύει το είδος αλλά και των άλλων ομάδων ζώων που ζουν εκεί.
Στην περίπτωση του ανθρώπου, η σύγχρονη ιατρική και η τεχνολογία φρόντισαν για την εξέλιξη το είδους. Πράγματα που μας σκότωναν κάποτε, πλέον δεν αποτελούν απειλή και μπορούμε να εκμεταλλευτούμε πηγές ενέργειας ακόμη και πέρα από τα όρια του πλανήτη, πολύ γρηγορότερα από άλλοτε.
Στην περίπτωση των άλλων ζώων όμως, δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα και τα ελαττωμένα αποθέματα δημιουργούν τόσο ισχυρό ανταγωνισμό που μόνο τα πιο δυνατά είδη επιβιώνουν.
Εκείνα που δεν τα καταφέρνουν, χάνονται. Κατόπιν, οι πληγέντες πληθυσμοί αναρρώνουν σταδιακά, όσο αργά χρειάζεται προκειμένου να μην ξεπεραστεί ποτέ ο αριθμός που “έσπασε” την ισορροπία.
Οι πρώτες ανησυχίες από ομάδες επιστημόνων εκφράστηκαν τη δεκαετία του 1970, καθώς ο αριθμός του ανθρώπινου πληθυσμού άρχισε να σημειώνει ραγδαία αύξηση. Από τους πρωτοπόρους ήταν ο βιολόγος Ben Phillips του Πανεπιστημίου Μελβούρνης.
“Έκτοτε έλαβαν χώρα συγκλονιστικές τεχνολογικές καινοτομίες που έχουν αυξήσει τη δυνατότητά μας να δημιουργούμε και να ανακαλύπτουμε αποθέματα, οπότε η δυνατότητα του πλανήτη να μας αντέξει και να μας θρέψει είναι μεγαλύτερη”, είχε πει ο Δρ. Phillips. “Σε κάποιο βαθμό κερδίσαμε χρόνο. Δεν έχουμε φτάσει ακόμη στην κρίσιμη καμπή”.
Τα συνεχώς μειούμενα αποθέματα, η κλιματική αλλαγή, και ο βαθμός με τον οποίο είδη προς εξαφάνιση χάνονται είναι πρωτοφανή και δείχνουν πως όχι απλώς βρισκόμαστε σε κρίσιμο σημείο, αλλά στο χείλος της καταστροφής.
Ποιο είναι το πρόβλημα τελικά; Ο ρυθμός με τον οποίο αυξανόμαστε ή ο ρυθμός με τον οποίο καταναλώνουμε;
Αν οι Αυστραλοί θέλουμε να συνεχίσουμε να ζούμε ως έχει, χωρίς να κάνουμε αλλαγές και αν θέλουμε σαν πλανήτης να μας αντιπροσωπεύει το αποτύπωμά μας, τότε ο αριθμός των ατόμων που αντέχει να φιλοξενείη Γη δεν θα ξεπερνούσε τα 1,9 δισεκατομμύρια. Αυτός πάνω-κάτω ήταν ο πληθυσμός της 100 χρόνια πριν, το 1919.
Εναλλακτικά, θα πρέπει να ξεκινήσουμε να ψάχνουμε για άλλους πλανήτες σαν τη Γη προκειμένου να εξασφαλίσουμε την επιβίωσή μας.
Ακόμη κι αν ο ρυθμός με τον οποίο αυξάνεται ο πληθυσμός της Γης σταθεροποιηθεί, ο ρυθμός με τον οποίο καταναλώνουν πηγές τα ανεπτυγμένα έθνη είναι πολύ υψηλότερος από αυτόν που μπορεί να αντέξει ο πλανήτης.
Το πρόβλημά έχει ως εξής: Τι μπορούμε να κάνουμε πριν την καταστροφή; Να ελαττώσουμε την κατανάλωση;
Το καλό είναι πως όλα αυτά που μπορούμε να κάνουμε για να μειώσουμε το αποτύπωμά μας έχουν κι άλλα θετικά.
Σαν άνθρωποι, με το να μειώσουμε την κατανάλωση κρέατος, ιδίως κόκκινου κρέατος, μειώνουμε σημαντικά την κατανάλωση πηγών ενέργειας και αποθεμάτων.
Έρευνες έχουν αποδείξει επίσης ότι η αναδάσωση εκτάσεων ωφελεί σημαντικά το περιβάλλον σε βάθος χρόνο.
Στόχος θα πρέπει να γίνει η συνετή κατανάλωση (mindful consumption), λέει η Gayle Sloan, CEO του Συνδέσμου Διαχείρισης Απορριμάτων και Πόρων της Αυστραλίας (Waste Management and Resource Association of Australia).
“Να σκεφτόμαστε: ‘Το χρειάζομαι αυτό;’ ‘Θα το χρησιμοποιήσω αυτό;’ Κάθε φορά. Θα αποφύγουμε πολλή άσκοπη κατανάλωση,” εξηγεί η κα Sloan.
“Το θέμα είναι πολύ μεγαλύτερο από τα πλαστικά καλαμάκια και τις πλαστικές σακούλες. Πρέπει να επαναχρησιμοποιούμε όσο πιο πολλά μπορούμε”.
Οι πιο μεγάλες αλλαγές που χρειάζονται να υλοποιηθούν όμως είναι σε συστημικό επίπεδο, των οποίων αλλαγών, πρέπει να ηγηθεί η Κυβέρνηση και ο βιομηχανικός κλάδος.
Χρειαζόμαστε μεταφορικά μέσα λιγότερο επιβλαβή προς το περιβάλλον και βιομηχανίες εναλλακτικών πηγών ενέργειας. Πρέπει επίσης να κάνουμε τη μετάβαση από την κάθετη, καθαρά καπιταλιστική και καταναλωτική οικονομία, στην κυκλική οικονομία. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να εγκαταλείψουμε τη λογική προϊόντων μιας χρήσης καθώς και το πακετάρισμα, την άσκοπη χρήση συσκευασίας.
Για να γίνει αυτό, το κυρίως βάρος και η ευθύνη των προϊόντων μιας χρήσης πρέπει να ανήκει και πάλι στους παραγωγούς, όχι μόνο στον καταναλωτή.
Για παράδειγμα, αν μια εταιρία παραγωγής αναψυκτικών, θέλει να πουλήσει το προϊόν της σε πλαστικό κουτάκι, θα πρέπει να μαζέψουν το κουτάκι μετά τη χρήση του και να φροντίζουν να επαναχρησιμοποιηθεί ή να ανακυκλωθεί.
“Χρειαζόμαστε να επεκταθεί ο χρόνος χρήσης ενός προϊόντος ή μιας συσκευασίας και αυτό να αποτελέσει ευθύνη των εταιριών”, λέει η κα Sloan .
“Δεν αρκεί να εισάγουν ένα προϊόν στην αγορά. Πρέπει να είναι υπεύθυνοι γι αυτό μέχρι το τέλος της διάρκειας της ζωής του και οι κυβερνήσεις χρειάζεται να γίνου πιο αυστηρές με τον έλεγχό τους”.
Σε ό,τι έχει να κάνει να κάνει με την αύξηση του πληθυσμού, με γρηγορότερο ρυθμό πολλαπλασιάζονται τα αναπτυσσόμενα έθνη.
Η μόρφωση και χειραφέτηση των γυναικών είναι το κλειδί στο να αλλάξει αυτή η τάση, σύμφωνα με την CEO του Climate Council (Κλιματικό Συμβούλιο) Amanda McKenzie.
Οι στατιστικές δείχνουν πτώση των γεννήσεων όσο οι γυναίκες αποκτούν μεγαλύτερη οικονομική ασφάλεια.
“Υπάρχουν κάμποσοι παράγοντες, ένας είναι η πρόσβαση σε μεθόδους αντισύλληψης και δεύτερος είναι η μόρφωση σε συνδυασμό με καλύτερες οικονομικές συνθήκες, περισσότερες ευκαιρίες”, λέει η κα McKenzie.
“Και μετά είναι η χειραφέτηση [των γυναικών] να λαμβάνουν μόνες τους αποφάσεις για τη ζωή τους”.
Η βελτίωσης της ποιότητας ζωής στα αναπτυσσόμενα έθνη μπορεί να βελτιώσει την ανθεκτικότητα απέναντι στην κλιματική αλλαγή, προσθέτει.
“Γενικά, όσο πιο φτωχός είσαι, τόσο πιο εκτεθειμένος είσαι σε περίπτωση ακραίων καιρικών φαινομένων.”
Αυτή τη στιγμή με το ρυθμό που οδεύουμε ο πληθυσμός της Γης θα έχει φτάσει τα 11 δισεκατομμύρια μέχρι το τέλος του αιώνα.
Και, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, έχουμε μόνο μία Γη για να μας κρατήσει.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο for Life Matters