«Η Ελλάδα μου έμαθε ότι μπορείς να κάνεις μεγάλα όνειρα κι ας είσαι μικρός…»

Συνέντευξη με την Γεωργία Γραμματικού


Είχα να τη δω… κάποια καλοκαίρια και χειμώνες, ήξερα όμως ότι δραστηριοποιείται στην Αθήνα και, μάλιστα, σε διάφορα επίπεδα.
Η Γεωργία Γραμματικού, γεννημένη στη Μελβούρνη, φαίνεται να έχει αποφασίσει από πολύ νωρίς ότι η ζωή δεν είναι μονόδρομος.
Σπούδασε Νομικά και Οικονομικά, άσκησε για ένα διάστημα τη δικηγορία, τον ίδιο καιρό, όμως, τη βρίσκουμε να συμμετέχει ενεργά στα πολιτιστικά δρώμενα της ελληνικής παροικίας και για ένα διάστημα να είναι υπεύθυνη του Πολιτιστικού Γραφείου της Ελληνικής Κοινότητας.
Στην Ελλάδα συνέχισε σπουδές στη Μουσική και κυκλοφόρησε δύο CDs με συνθέσεις της. Συνεργάστηκε με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τον Γιώργο Μαρίνο, την Ελένη Βιτάλη, τον Γιάννη Μηλιώκα και τον Χρήστο Νικολόπουλο.
Σήμερα εμφανίζεται ως τραγουδοποιός σε μουσικές σκηνές της Αθήνας, ενώ παράλληλα είναι εκπαιδευτικός στο International School of Athens.
Είναι πολυτάλαντη, ευφυής, θαρραλέα.
Την συνάντησα πρόσφατα στην πόλη μας και είχα μια κουβέντα μαζί της. Ήθελα να λύσω κάποιες απορίες που κουβαλούσα από καιρό.

Ποιος ήταν ο λόγος που πριν τριάντα σχεδόν χρόνια, γεννημένη εδώ και ενώ είχες ήδη ξεκινήσει μια σταδιοδρομία στους χώρους που σε ενδιέφεραν, αποφάσισες να ζήσεις στην Ελλάδα;
Στο σχολείο είχα έρθει σε επαφή με τις ιδέες περί ταξιδιού και περιπλάνησης ως αφηγήματα στην ελληνική μυθολογία, ιστορία, αλλά και ποίηση. Η «Ιθάκη» του Καβάφη παραμένει από τα αγαπημένα μου. Επίσης, οι γονείς μου αλλά και οι γονείς της μητέρας μου ήταν μετανάστες. Τι πιο φυσικό λοιπόν να έχω τα γονίδια της μετακίνησης και της μεταβλητότητας. Οι «Σειρήνες» στη δική μου περίπτωση ήταν η ελληνική γλώσσα και η ελληνικότητα. Με αυτό εννοώ ένα σύστημα αξιών που βάζει στην κορυφή του την ευγένεια και το συναίσθημα και όχι την ποσότητα, το μέγεθος. Βέβαια, η ελληνικότητα μπορεί να ανθίζει όπου την σπείρει κανείς, δεν είναι αποκλειστικότητα του ελλαδικού χώρου. Αυτό όμως το γνωρίζω τώρα, αφού ταξίδεψα.

Μετά από μακρόχρονη απουσία βρίσκεσαι ξανά στους Αντίποδες. Έχουν προηγηθεί άλλες επισκέψεις και, αν ναι, τι σε φέρνει πίσω;
Κατ’ αρχάς, οικογενειακοί και φιλικοί δεσμοί. Οι άνθρωποι που συναναστρεφόμαστε στην εφηβεία αλλά και στα πρώτα δημιουργικά μας χρόνια μας στιγματίζουν, και έχω πολλά τέτοια στίγματα εδώ! Είναι αυτοί που όσο κι αν αργώ να επιστρέψω με περιμένουν για να με αγαπήσουν ξανά, με τις αλλαγές μου. Φυσικά, κι εγώ εκείνους.
Ο άλλος λόγος είναι για να βρεθώ στο πολυπολιτισμικό περιβάλλον της Αυστραλίας. Κάθε φορά εντοπίζω θετικές αλλαγές και προσεγγίσεις στο πώς μπορούν να συνυπάρχουν άνθρωποι χωρίς κοινό παρελθόν και ιστορία. Άλλες ξεκινούν από την Πολιτεία και άλλες από την κοινωνία, σαν αυτορρύθμιση. Ειδικά στην εποχή μας με την αυξημένη μετακίνηση πληθυσμών, έχουμε ανάγκη από μοντέλα συνύπαρξης, με σεβασμό στα εθνικά χαρακτηριστικά. Αυτές τις ιδέες μεταφέρω στην Ελλάδα, στους μαθητές μου στο κολλέγιο που διδάσκω, αλλά και στην καθημερινότητά μου ή και την μουσική μου.

Έχεις αισθανθεί ποτέ διχασμένη;
Φυσικά. Πριν φύγω από την Αυστραλία υπήρχαν αρκετές εσωτερικές συγκρούσεις. Υπήρξε η διάσταση ανάμεσα στις δύο γλώσσες, ελληνικά στο σπίτι και αγγλικά έξω από αυτό. Υπήρχε και η διάσταση μεταξύ της δικηγορίας που ασκούσα με τα θέματα του πολιτισμού και της γλώσσας που με ενδιέφεραν επίσης. Ο χρόνος όμως έφερε μία σύνθεση. Έτσι σήμερα στην καθημερινότητά μου ως καθηγήτρια αλλά και ως μουσικός, συνυπάρχουν τα ελληνικά, τα αγγλικά, η νομική, η μουσική και οι πολιτικές επιστήμες.

Πιστεύεις σήμερα ότι πήρες τότε τη σωστή απόφαση;
Ναι, είμαι σίγουρη. Γιατί ξεκίνησα για ένα ταξίδι με πολλή περιπέτεια που συνεχίζεται ακόμα.

Νιώθεις δικαιωμένη και, αν ναι, γιατί;
Δικαίωση είναι για μένα όταν καταφέρνεις να είσαι πιστός στα οράματα που δημιουργείς, ειδικά όταν ο περίγυρος δεν τα κατανοεί.
Να σας δώσω ένα παράδειγμα. Τα πρώτα δεκαπέντε χρόνια στην Ελλάδα όταν μάθαιναν ότι γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αυστραλία με ρωτούσαν «και γιατί ήρθες;» Τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια, της λεγόμενης κρίσης, με ρωτούν «γιατί δεν φεύγεις;» Ένα όραμα οφείλει να ξεπερνά τον βιοπορισμό. Η δικαίωση, θέλω να πω, είναι ένα καθαρά προσωπικό βίωμα.

Η Γεωργία Γραμματικού με τον γνωστό λαουτιέρη Χρήστο Μπαλτζίδη στη Μελβούρνη το 2004. Στο βάθος, στο μπαρ, διακρίνεται ο αείμνηστος διευθυντής του «Νέου Κόσμου» Τάκης Γκόγκος

Tι επίδραση είχε σε σένα η οικονομική (και όχι μόνο) κρίση στην Ελλάδα; Υπήρξαν σκέψεις επανόδου;
Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα είναι απόρροια της κρίσης ταυτότητας που ξεκίνησε με την ένταξή της στην ευρωζώνη. Από τη μια, υπήρχαν τα οικονομικά οφέλη και, από την άλλη, η αλλοίωση της ταυτότητας. Αυτή την αλλοίωση παρακολουθώ με ανησυχία από καιρό. Προσωπικά, αυτό με θλίβει περισσότερο από την οικονομική κατάσταση. Σκέψεις επανόδου, θα έκανα αλλά όχι με οικονομικά κριτήρια.

Είσαι αισιόδοξη όσον αφορά την ανάκαμψη;
Έχω την χαρά να συναναστρέφομαι με νέους και με κάνει αισιόδοξη η ευγένειά τους, η αδιαφορία τους για την πολιτική που εκφράζεται από τον μικροκομματισμό, η δίψα τους να δημιουργήσουν κάτι που θα έχει όφελος και για την κοινωνία που ζουν. Βέβαια, καλούνται να λύσουν μεγάλα θέματα όπως αυτό του περιβάλλοντος, για το οποίο δεν είμαι και τόσο αισιόδοξη με τις παρούσες διεθνείς ηγεσίες.

Ποια είναι η άποψή σου για τη μαζική φυγή των νέων;
Όταν επιδεινώνεται η κατάσταση στη χώρα που ζεις, μετακινείσαι, αν μπορείς. Δεν τίθεται θέμα πατριωτισμού. Το ίδιο έκαναν τα κύματα Ελλήνων μεταναστών που έφυγαν μετά τον πόλεμο για Αμερική, Αυστραλία και αλλού. Η μετανάστευση για την Ελλάδα είναι μέρος της ιστορίας της όπως φαίνεται κι από τα τραγούδια μας. Ακόμα τραγουδάμε για το μαντήλι κάποιου Γιάννη που το λέρωσε η ξενιτειά. Είναι ιστορική ευθύνη, όμως, αυτών που έφεραν τη χώρα σε τόσο δυσμενή κατάσταση στον 21ο αιώνα και, μάλιστα, σε καιρό ειρήνης, κι ενώ είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης!

Τι έχεις να πεις για την κόντρα μεταξύ των παλαιών και νέων Ελλήνων μεταναστών στην Αυστραλία και όχι μόνο;
Μου προκαλεί εντύπωση αυτή η πληροφορία. Θα είχαν πολλά να προσφέρουν οι μεν στους δε. Οι παλιοί ήδη προσφέρουν την παρακαταθήκη του καλού ονόματος που δημιούργησαν εδώ. Το να πεις, ως νεοφερμένος, σε μια συνέντευξη για δουλειά ότι είσαι Έλληνας σημαίνει ότι είσαι έντιμος, εργατικός, φιλότιμος. Αυτή την εικόνα δημιούργησαν οι πρώτοι Έλληνες δεκαετίες τώρα. Οι νέοι μπορούν να προσφέρουν στο θέμα της γλώσσας και στην ενίσχυση του πολιτισμού. Ίσως χρειάζεται απλά λίγος χρόνος ώσπου να γνωριστούν καλύτερα.

Στη ζωγραφική φαίνεται να σε εμπνέει η τεχνοτροπία των γηγενών της Αυστραλίας. Πώς το εξηγείς;
Η ιστορία των γηγενών πάντα με ενδιέφερε ιστορικά και εικαστικά. Βλέπω με ικανοποίηση σε κάθε μου επιστροφή ότι γίνεται αποκατάσταση του ιστορικού αφηγήματος που τους περιλαμβάνει, ως όφειλε. Εικαστικά, με ενδιαφέρουν τα χρώματα, τα υλικά και τα σχήματά τους, που τα συνθέτω με μοτίβα από τη Μεσόγειο όπως παράθυρα, ψάρια και καράβια. Αυτό το πάντρεμα έγινε σχεδόν ασυνείδητα. Ίσως με επηρέασε η ιστορία τους και ασχολήθηκα με αυτό το είδος ως ζωγραφική.

Τελικά τι σημαίνει Αυστραλία και τι Ελλάδα για σένα;
Οι δύο χώρες είναι οι δυο γονείς μου, οι δυο πατρίδες μου και τις κουβαλώ μέσα μου όπου κι αν ταξιδέψω. Η μια με τροφοδοτεί με συναίσθημα η άλλη με λογική. Η Αυστραλία είναι το συναίσθημα, η παιδική μου ηλικία, οι αγάπες, το χιούμορ μου. Η Ελλάδα, οι ιδέες της εννοώ, με σχημάτισαν και με ενηλικίωσαν πνευματικά, μου έδωσαν κοινωνικότητα και την ανάγκη να συμμετέχω στα κοινά. Η ιστορία της Ελλάδας μου έμαθε ότι μπορείς να κάνεις μεγάλα όνειρα κι ας είσαι μικρός. Δείτε τι κατάφερε να προσφέρει στην ανθρωπότητα ένα τόσο μικρό κομμάτι γης.