Ήταν ένα τέλειο ανοιξιάτικο πρωινό στο Παρίσι και ο διάσημος Ιρλανδός συγγραφέας Σάμιουελ Μπέκετ, περπατούσε στους ηλιόλουστους δρόμους της πόλης του Φωτός με έναν φίλο του. Εντυπωσιασμένος από τα χρώματα και τα αρώματα της άνοιξης και τη λάμψη της πόλης υπό το φως του ήλιου, ο φίλος του Μπέκετ, γυρίζει και του λέει: Κάτι τέτοιες μέρες δεν σε κάνουν να νιώθεις ευτυχής που ζεις; Και ο Μπέκετ απαντά: Δεν θα το πήγαινα τόσο μακριά!

O πεσιμισμός του Μπέκετ δεν έχει καμία σχέση με την μαχητικότητα του Ιορδάνη Μαύρου, του ομογενή πρωταθλητή του πολυπολιτισμού από το Geelong της Βικτώριας που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 70 ετών πριν λίγες μέρες. Το χαρακτηριστικό του Ιορδάνη που με έκανε να σκεφτώ αυτήν την φράση του Μπέκετ είναι η ανήσυχη και αφοσιωμένη στο να προσφέρει και να βοηθά τους συνανθρώπους του, ζωή του, που τελείωσε πρώιμα.

Ο Ιορδάνης παρά τα όσα είχε προσφέρει στους συνανθρώπους του, δεν επαναπαύτηκε ποτέ. Όταν οι συνεργάτες του αλλά και οι άνθρωποι τον επαινούσαν για την προσφορά του και με χαρακτηρισμούς του τύπου «ο πρωταθλητής του πολυπολιτισμού» αυτός με τις πράξεις του, τους απαντούσε «δεν θα το πήγαινα τόσο μακριά».

«Ποτέ του δεν αναζήτησε τη δημοσιότητα ή τους τίτλους. Τους απέφευγε με πάθος. Εκείνο που τον οδηγούσε στην ζωή του ήταν η κοινωνική συνείδηση. Κατάφερε πολλά για τις μεταναστευτικές κοινότητες εδώ στο Geelong αλλά δεν ικανοποιούνταν ποτέ. Ικανοποιούνταν όχι από τις λύσεις που έδινε αλλά από τις προκλήσεις που συναντούσε» λέει ο στενός του φίλος, κουμπάρος και συνοδοιπόρος στην προσπάθειά του να ιδρύσουν υπηρεσίες για τις μεταναστευτικές κοινότητες της πόλης, Γιώργος Μπάλλας.

Ο Ιορδάνης Μαύρος από το Λόφο Ελασσόνας, άφησε την Ελλάδα στα 20 χρόνια του και ήρθε μετανάστης στην Αυστραλία. Όπως πολλοί άλλοι Έλληνες μετανάστες δεν ήξερε Αγγλικά και το να αρχίσει να δουλεύει ως εργάτης δεν ήταν επιλογή του αλλά αναγκαιότητα.

Το πρώτο Δ.Σ. του MAGC. Ο Ιορδάνης πρώτος από αριστερά

O Ιορδάνης, όμως, δεν φοβόταν τη σκληρή δουλειά. Το απέδειξε.

«Δούλευε και σπούδαζε. Ούτε αγγλικά δεν ήξερε όταν άρχισε τις σπουδές του στο Τμήμα Κοινωνικής Μέριμνας στο La Trobe» λέει ο κ. Γιώργος.

Τελείωσε τις σπουδές του και άρχισε να αναζητά τον ρόλο που θα άλλαζε όχι μόνο την δική του ζωή αλλά και τη ζωή πολλών συνανθρώπων του.

«Του πρότεινα τον ρόλο του Κοινωνικού Λειτουργού στο Migrant Resource Center στο Geelong. Εκείνη την εποχή ήμουν Προεδρεύων σύμβουλος του Συμβουλίου Εθνοτικών Κοινοτήτων του Geelong υπό την αιγίδα του οποίου τελούσε και η υπηρεσία Migrant Resource Centre. Από την πρώτη στιγμή που άρχισε να εργάζεται εκεί ο Ιορδάνης έδειξε το πόσο άξιος ήταν. Από απλός κοινωνικός λειτουργός έφτασε στον ρόλο του γενικού διευθυντή της Υπηρεσίας. Ακούραστος, εργατικός, μαχητικός εργαζόμενος, που πάντα προσπαθούσε να βοηθήσει τους μετανάστες του Geelong και της ευρύτερης περιοχής» λέει ο κ. Γιώργος, προσθέτοντας ότι ο επαγγελματισμός και η αφοσίωσή του στα κοινά δεν στέρησε ούτε από τα παιδιά του, ούτε από την σύζυγό του την παρουσία του.

Ο Ιορδάνης δεν ήταν απλώς ένας καλός άνθρωπος που στήριζε τους μετανάστες. Δεν τον ενδιέφερε μόνο το παρόν αλλά και το μέλλον τους.

Γι’ αυτό όταν το Συμβούλιο άρχισε να διερευνά την προοπτική δημιουργίας γηροκομείου που θα απευθύνεται αποκλειστικά σε ηλικιωμένους μεταναστευτικών κοινοτήτων, ο Ιορδάνης φρόντισε από την πρώτη στιγμή να ενταχθεί στην ομάδα των ανθρώπων που ξεκίνησαν τον αγώνα για την χρηματοδότηση και λειτουργία αυτής της υπηρεσίας.

«Εκτός ωρών εργασίας ετοίμαζε τις εισηγήσεις στην κυβέρνηση και σε υπουργεία για τη σπουδαιότητα της δημιουργίας ενός οίκου ευγηρίας. Είχε αναλάβει τον ρόλο του Γραμματέα της συντονιστικής επιτροπής για το έργο. Ήταν ασταμάτητος. Όταν κάποιος υπουργός του έλεγε ότι δεν μπορεί να εκπληρώσει το αίτημά του η απάντησή του ήταν πάντα η ερώτηση που θα μείνει στις σκέψεις όλων μας ‘Γιατίόχι;’» προσθέτει ο κ. Γιώργος.

Το Multicultural Aged Care Geelong (MAGC) άνοιξε τις πόρτες του το 1994. Αυτήν την στιγμή δεν φροντίζει μόνο 110 ηλικιωμένους εντός των εγκαταστάσεών του, είναι επίσης εξοπλισμένο με κατοικίες ανεξάρτητης διαβίωσης ηλικιωμένων ενώ διαχειρίζεται και την φροντίδα ηλικιωμένων που ζουν στο σπίτι τους.

«Η εθνικότητα, η θρησκεία, τα πιστεύω των διαφορετικών μεταναστευτικών ομάδων δεν είχαν σημασία για τον Ιορδάνη. Εκείνο που πάντα κοιτούσε και φρόντιζε να ικανοποιήσει ήταν οι ανάγκες των μεταναστών. Δεν τους άκουγε απλώς, τους καταλάβαινε» αναφέρει ο φίλος του.

Μέσα σε όλο αυτό το πολύπλευρο έργο του θα πρέπει να προσθέσουμε και τα δύο βιβλία που συνέγραψε.

Ο Ιορδάνης Μαύρος

Το πρώτο εκδόθηκε πριν από τέσσερα χρόνια και φέρει τον τίτλο «Η φροντίδα αυτών που δεν μπορούν να φροντίσουν τους εαυτούς τους: Η ιστορία της Πολυπολιτισμικής Υπηρεσίας Φροντίδας Ηλικιωμένων(MAGC) 1994-2014».

Το άλλο του βιβλίο πριν από περίπου ένα μήνα αφορά την ιστορία της Ελληνικής Κοινότητας Geelong», η οποία θρηνεί τον χαμό του, καθώς ο Ιορδάνης δεν ήταν απλά ένα από τα παιδιά της αλλά και ηγέτης της για κάμποσα χρόνια.

Λένε πως δεν μπορείς να κρίνεις ένα βιβλίο από τον τίτλο του και έχουν δίκιο. Στην προκειμένη περίπτωση όμως τα θέματα που πραγματεύονται αυτά τα δύο βιβλία του Ιορδάνη Μαύρου μας επιτρέπουν όχι να κρίνουμε τα βιβλία αλλά να εξάγουμε συμπεράσματα για τον συγγραφέα τους. Ο Ιορδάνης δεν ξόδεψε μελάνι για να γράψει για τον εαυτό του. Δεν έπασχε από το σύνδρομο της αυτοπροβολής. Η ταπεινότητά του έλαμψε δια της απουσίας του από αυτά τα δύο βιβλία. Ήταν και αυτά όπως η ζωή του όλη, μία προσφορά στην κοινωνία. Αλτρουιστής εκ πεποιθήσεως και επί παραδείγματι, προτίμησε να αφήσει το όνομά του στο περιθώριο της ιστορίας δίνοντας προτεραιότητα στους συνανθρώπους του, τους αγώνες τους και τα προβλήματά τους.

«Αγαπούσε την Ελλάδα, την ελληνική ιστορία, μυθολογία και φιλοσοφία. Διάβαζε πολύ αλλά είχε και την ικανότητα να θυμάται αυτά που διάβαζε και να τα μεταδίδει. Ο καρκίνος τον πήρε νωρίς. Ήξερε ότι δεν θα νικήσει αυτήν την μάχη αλλά πολέμησε σαν ήρωας. Δεν απομονώθηκε. Μέχρι τις τελευταίες του μέρες μαχόταν. Το όνειρό του ήταν να ταξιδέψει στην Κρήτη και το Φαράγγι της Σαμαριάς. Το εκπλήρωσε πριν από ενάμισι μήνα. Έφυγε λίγες μέρες μετά την επιστροφή του από την Ελλάδα» καταλήγει ο κ. Γιώργος.

Η προσφορά του Ιορδάνη αναγνωρίστηκε από την Πολιτεία η οποία του απένειμε την τιμητική διάκριση ΟΑΜ.

Ο ταπεινός ήρωας του Πολυπολιτισμού άφησε πίσω του την σύζυγό του Λίνα, τα τρία του παιδιά, Ηλία, Ελένη και Τζούλια και τον εγγονό του Μιχάλη.