Αν το κράτος διέθετε σε κάθε νοικοκυριό τέσσερις ξεχωριστούς κάδους σκουπιδιών θα μπορούσε να εξοικονομήσει έως και 324 εκατομμύρια δολάρια.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει η συμβουλευτική εταιρία ΕΥ κατόπιν σχετικής έρευνας που εκπόνησε, σύμφωνα με την οποία εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια καταλήγουν στον κάλαθο των αχρήστων καθώς τα ανακυκλώσιμα υλικά μολύνονται από τα κοινά σκουπίδια επειδή πετιούνται στον ίδιο κάδο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας που δημοσιεύτηκαν την Πέμπτη τα ανακυκλώσιμα υλικά που πετιούνται ετησίως και μπορούν να ξαναχρησιμοποιηθούν επιτυχώς είναι αξίας μόλις 4,2 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η εταιρία προτείνει μια σειρά μέτρων – όπως η χορήγηση επιπλέον κάδων ή διαχωριστικών κάδων που θα εμποδίζουν την ανάμιξη των ανακυκλώσιμων με τα μη ανακυκλώσιμα υλικά – μετατρέποντας τα οικιακά απόβλητα σε νέα προϊόντα αξίας 324 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η πολιτειακή κυβέρνηση προσανατολίζεται σε μια νέα πολιτική περισυλλογής σκουπιδιών η οποία πιθανά να προβλέπει τον εφοδιασμό των σπιτιών με έναν επιπλέον τέταρτο κάδο, ενώ στοχεύει και στην επαναχρησιμοποίηση των ανακυκλώσιμων υλικών.
Σύμφωνα πάντα με την ίδια έρευνα, η αξία των αποβλήτων των κάδων ανακύκλωσης ήταν μόνο δύο εκατομμύρια δολάρια στον τόνο, κάτι που οφείλεται κυρίως στην ανάμιξη ανακυκλώσιμων με μη ανακυκλώσιμα υλικά καθώς και στα υπολείμματα τροφίμων αλλά και στο ότι οι άνθρωποι πετούν μη ανακυκλώσιμο υλικό.
Επιπλέον οι εταιρίες ανακύκλωσης ξοδεύουν έως και 200 δολάρια για κάθε τόνο «μολυσμένων» ανακυκλώσιμων που στέλνουν στις χωματερές. Όμως, αν αυτό το υλικό είχε υποβληθεί σε σωστό διαχωρισμό, τότε η αξία του περιεχομένου του κάθε κάδου θα μπορούσε να φτάνει έως και τα 156 δολάρια για κάθε τόνο.
Για παράδειγμα, ο κάθε τόνος καθαρών πλαστικών μπουκαλιών γάλακτος αξίζει 500 δολάρια. η αξία αυτή πέφτει στα 110 δολάρια ο τόνος όταν τα μπουκάλια έχουν αναμιχθεί με άλλα σκουπίδια, ενώ θα κοστίσει στους επεξεργαστές 130 δολάρια ο τόνος για να αποσταλεί στη χωματερή επειδή φέρει ακόμα την ετικέτα ή το καπάκι.
Η έρευνα δεν στέκεται μόνο στην καταγραφή αυτής της δυσάρεστης πραγματικότητας αλλά τονίζει την ανάγκη για περισσότερη εκπαίδευση των νοικοκυριών σε θέματα σχετικά με την ανακύκλωση και για παροχή πληροφοριών από πλευράς των εταιριών σε ό,τι αφορά την απόρριψη των προϊόντων τους επάνω στη συσκευασία τους.
Η λύση, σύμφωνα με την ΕΥ μπορεί να βρίσκεται στην καθιέρωση ενός εθνικού συστήματος δοχείων συγκέντρωσης απορριμμάτων σε συνδυασμό με την επιβολή ενός φόρου «πρωτογενών υλικών» που θα ενθάρρυνε τη χρήση προϊόντων ανακύκλωσης στην παραγωγή νέων αγαθών, η οποία θα μπορούσε με τη σειρά της να προωθηθεί με την παροχή κινήτρων για επενδύσεις στην ανάπτυξη προϊόντων.
Ο εκπρόσωπος της ΕΥ, υπεύθυνος για θέματα κλιματικής αλλαγής και βιωσιμότητας κ. Terence Jeyaretnam δήλωσε χαρακτηριστικά: «Πρέπει να αλλάξουμε ριζικά τη νοοτροπία μας. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε την πραγματικότητα και να αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε τα απόβλητά μας ως επεξεργάσιμο εμπόρευμα, όπως ο σίδηρος και ο χρυσός και όχι ως σκουπίδια».