ΟΙ ΟΜΟΓΕΝΕΙΣ δεν ζητούν πολλά. Σεβασμό στις προσπάθειες και τους αγώνες τους και αναγνώριση της προσφοράς τους. Επίσης, ζητούν να υπάρχουν κανόνες για να μπορέσουν να βοηθήσουν τη γενέτειρά τους, κάτι που πραγματικά θέλουν να πράξουν, αλλά όποτε το έχουν επιχειρήσει, βρίσκονται αντιμέτωποι με τη γραφειοκρατία, τον ανορθολογισμό, συχνά την εκμετάλλευση και, τελικά, στις πλείστες των περιπτώσεων, την απογοήτευση.
Αυτό είναι το περίγραμμα της ευαίσθητης σχέσης ανάμεσα στο εθνικό κέντρο και την «άλλη μισή Ελλάδα» που ζει στο εξωτερικό, την οποία καλείται να στηρίξει αλλά και να αξιοποιήσει ο εκάστοτε πρωθυπουργός.
Πολλοί έχουν πει πολλά γι’ αυτή τη σχέση. Για το πόσο τα πιστεύουν ειλικρινά, έχω αμφιβολίες. Θυμάμαι τη λαχτάρα με την οποία πριν από περίπου είκοσι χρόνια περίμεναν οι ομογενείς να ακούσουν τον Γιώργο Παπανδρέου στην Αστόρια, στο Χιώτικο Σπίτι. Ένα «δικό τους παιδί», ανεξαρτήτως ιδεολογίας, ερχόταν να τους μιλήσει ως υπουργός Εξωτερικών της μητέρας πατρίδας. Τον ενθουσιασμό με τον οποίο τον υποδέχθηκαν. Τις προσδοκίες ότι επιτέλους αυτή η σχέση θα άλλαζε.
Έγιναν κάποιες κινήσεις, αλλά μέχρι εκεί. Η διασύνδεση με τον απανταχού Ελληνισμό, που θα μεγέθυνε και την ισχύ της Αθήνας, παρέμεινε και παραμένει μέχρι σήμερα όνειρο απατηλό.
Είναι και αυτό ένα στοίχημα για τον νέο πρωθυπουργό. Να προχωρήσει σε πράξεις. Η ψήφος των αποδήμων είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Θα έχει μεγάλη σημασία να βρεθεί μια κοινά αποδεκτή προσέγγιση με την αντιπολίτευση. Ειδικά σε αυτή τη σχέση είναι αυτονόητο ότι θέλουμε ενότητα, όχι διαίρεση. Ό,τι γίνει να μην αλλάζει κάθε φορά που αλλάζει κυβέρνηση.
Πέραν των μεγάλων Ελληνοαμερικανών επιχειρηματιών με τους οποίους θα συναντηθεί ο πρωθυπουργός στο Μανχάταν, υπάρχουν και οι απλοί ομογενείς. Είναι σωστή η επιλογή του να μεταβεί στην Αστόρια, εκεί όπου για δεκαετίες χτυπάει η καρδιά των Ελλήνων βιοπαλαιστών, αλλά και μικροεπιχειρηματιών της Νέας Υόρκης. Να τους μιλήσει όχι με γνώμονα την επικοινωνιακή εικόνα, αλλά την ουσία. Και πάνω από όλα ενωτικά.
Ο υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδιος για τον Απόδημο Ελληνισμό είναι ο ίδιος ομογενής και γνωρίζει τις ευαισθησίες και τους προβληματισμούς των ομογενών.
Η Ελλάδα έχει ανάγκη τους ομογενείς –την πολιτική τους επιρροή στα κέντρα αποφάσεων και την οικονομική τους στήριξη– περισσότερο από ό,τι έχουν αυτοί την Ελλάδα.