Το 1929 ιδρύθηκε ο ΕΟΤ, ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού και ταυτόχρονα ξεκίνησε και η προβολή της Ελλάδας στο διεθνές στερέωμα, με τη δημιουργία μιας σειράς ετήσιων καλλιτεχνικών αφισών.
Η Ελλάδα εξιδανικεύτηκε διαχρονικά μέσα από γραφικά τοπία, ιστορικά μνημεία και αρχαιολογικά ευρήματα, μυθολογικά και θρησκευτικά στοιχεία αλλά και στιγμές από την καθημερινή ζωή, με τα οποία μπορούσε να ταυτιστεί συλλογικά κάθε Έλληνας. Και έτσι δημιουργήθηκε μια εικόνα-σύμβολο που προέβαλλε την ιστορική μνήμη αλλά και την πολιτιστική κληρονομιά της χώρας. Την ίδια στιγμή, που ενισχυόταν ο «τουριστικός μύθος» που έδενε όλους τους «μη Έλληνες» με την ίδια τη χώρα και τους κατοίκους της.
Μέσα από αυτές τις εικαστικές δημιουργίες στη διάρκεια σχεδόν ενός αιώνα, το παρελθόν συνυπάρχει με το παρόν ενώ τα στερεότυπα της θάλασσας, του ήλιου και της φιλόξενης γης, ξεκάθαρα κυριαρχούν.
Σαν τις «σειρήνες» του Οδυσσέα, αποπλανούν τις αισθήσεις του θεατή, τον κάνουν να παραμερίζει την καθημερινότητά του και να κατακλυζεται από μια έντονη επιθυμία να βρεθεί εκεί. Στην Ελλάδα. Στο φως. Στη χώρα του απέραντου γαλάζιου, της απόλυτης χαλάρωσης και του ατέλειωτου καλοκαιριού! Σε μια χώρα που «λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και το αγόρι μου» ταυτίζονται νοητικά με μια παραμυθένια ζωή στα Ηλύσια Πεδία!
Πολλές από αυτές τις αφίσες είναι έργα καταξιωμένων εικαστικών και ζωγράφων, όπως οι Μόραλης, Τέτσης, Μυταράς, Τσόκλης, Φασιανός, Βασιλείου, Βακιρτζής, Βυζάντιος, Μαλέας, Τσαρούχης, Πολυχρονιάδης, Βιτσώρης, Παπαγεωργίου, Ορφανός, Λιάσκας, Κατζουράκης, Takis, Μανουσάκης, Βήττος, F. Carabott και πολλοί άλλοι. Αλλά και διάσημων φωτογράφων, όπως οι Έλλη Σεραϊδάρη (Nelly’s), Μελετζής, Χαρισιάδης, καθώς και σπουδαίων γραφιστών.
Τα τελευταία χρόνια είναι αλήθεια ότι οι αφίσες του ΕΟΤ έχουν χάσει κάπως τον δρόμο τους, πέφτοντας στην παγίδα της φανταχτερής διαφήμισης. Στη θεματολογία επιλέγονται πλέον φωτογραφικά «σιγουράκια» όπως η Σαντορίνη, ο Παρθενώνας, η παραλία με το ναυάγιο ή τα άσπρα σπιτάκια με τα γαλάζια παράθυρα στο Αιγαίο.
Σε τίποτα όμως αυτό δεν μειώνει την καλλιτεχνική αξία των αφισών προηγούμενων δεκαετιών. Όπου στις απεικονίσεις τους, η πρωταρχική ανάγκη της διαφήμισης συναντά υπαρξιακά την περιρρέουσα Τέχνη. Εκεί που ο Ιμπρεσιονισμός και η Αρ Νουβό, συνυπάρχουν με τον Κυβισμό, την Ποπ-αρτ και τον Μεταμοντερνισμό. Και συχνά η παρουσίαση των θεμάτων είναι από διαφορετικές γωνίες, με διαίρεση του περιεχομένου και των αντικειμένων και επανασύνδεσή τους σε πιο λιτές γεωμετρικές φόρμες και χρώμα.
Επιτρέψτε μου να τολμήσω να πώ ότι, πολλά από αυτά τα έργα Τέχνης –γιατί περί αυτού πρόκειται- θα άξιζε κάποτε να τα θαυμάσουμε και σε μια μόνιμη περίοπτη θέση στον τοίχο ενός μουσείου Μοντέρνας Τέχνης. Ίσως δίπλα σε έναν Μοντριάν, έναν Πόλοκ, έναν Γουόρχολ ή και –γιατί όχι;- δίπλα σε έναν Πικάσο! Βρε, λέτε;
O Γυρολόγος
και για την αντιγραφή,
Βαγγέλης Καρακάσης