Η επιλογή του Τζον Βαν’τ Σιπ για τον πάγκο της εθνικής Ελλάδος από την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία αντιμετωπίστηκε με σκεπτικότητα από μεγάλη μερίδα του φίλαθλου κοινού. Το φτωχό βιογραφικό του Ολλανδού και της ομάδας του, που αποτελείται από τον βετεράνο άσο της Ελλάς Μελβούρνης, Μιχάλη Βαλκάνη και τον Άρον Βίντερ, άλλωστε, δεν άφηνε και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Ωστόσο οι ίδιοι με τη δουλειά που κάνουν φρόντισαν από τα πρώτα κιόλας παιχνίδια να αντιστρέψουν το εις βάρους τους κλίμα και να κάνουν τον κόσμο να επιστρέψει στο γήπεδο ώστε να υποστηρίξει την ομάδα, χάρη στον ελκυστικό τρόπο παιχνιδιού που προσπαθούν να εισάγουν. Μιλώντας στον “Νέο Κόσμο”, ο Μιχάλης Βαλκάνης αναλύει τον τρόπο με τον οποίο επετεύχθη αυτό αλλά και τα πλάνα του προπονητικού τιμ για τη συνέχεια.

Η απόφασή σας να απομακρύνετε κάποια ονόματα από την εθνική, όπως ο Παπασταθόπουλος, ο Μανωλάς, κλπ, δημιουργήσε αντιδράσεις. Πώς διαχειριστήκατε την κατάσταση;

Δεν έγινε απομάκρυνση, απλά αξιοποιήσαμε τα τελευταία παιχνίδια της διοργάνωσης που δεν είχαν βαθμολογικό ενδιαφέρον ώστε να δούμε και κάποιους άλλους παίκτες. Για τον Παπασταθόπουλο, τον Μανωλά και τα υπόλοιπα παιδιά, γνωρίζουμε την αξία τους και το τι μπορούν να προσφέρουν, αλλά ήταν σημαντικό να δούμε ποιοι άλλοι παίκτες μπορούν να σταθούν σε αυτό το επίπεδο και να δώσουμε ευκαιρίες, να δούμε άλλους αθλητές σε αυτά τα παιχνίδια που ήταν σε μια καλή διοργάνωση. Δεν έχουμε τελειώσει μαζί τους, τώρα το Μάρτη ξεκινάμε πάλι προετοιμασία για το Nations League.

Δηλαδή υπάρχει περίπτωση να τους δούμε ξανά να επιστρέφουν στην εθνική;

Ναι, υπάρχει. Εξαρτάται φυσικά από την απόδοσή τους, πως παίζουν, ποιοι είναι φορμαρισμένοι, κλπ.

Η εθνική ομάδα δεν χαρακτηρίζεται από το επιθετικό της παιχνίδι ούτε από την ταχύτητα της ανάπτυξης. Τι ήταν αυτό που σας έκανε να προσανατολιστείτε προς τα εκεί; Ήταν αυτό το πλάνο σας από την αρχή ή είδατε εσείς κάποια στοιχεία στους παίκτες που σας επέτρεψαν να το εφαρμόσετε;

Κοιτάξτε, η φιλοσοφία η δική μας είναι αυτή που είπατε και για αυτόν ακριβώς τον λόγο μας έφερε η Ομοσπονδία. Εμείς όπου και να πάμε με τον κ. Βαν’τ Σιπ λειτουργούμε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, απλά στην αρχή πρέπει να δούμε λίγο την κατάσταση και να ψάξουμε να βρούμε και παίκτες που να ανταποκρίνονται στη δική μας φιλοσοφία. Επειδή ως Έλληνας, παρακολουθώ εδώ και πολλά χρόνια την εθνική, θεωρώ πως υπάρχει μια νοοτροπία στον τρόπο παιχνιδιού πως πρέπει να κρατάμε γερά στην άμυνα, να βγάλουμε καμιά φάση και να κερδίσουμε έτσι το ματς. Εμείς θέλουμε να το αλλάξουμε αυτό, αφού και το ίδιο το ποδόσφαιρο έχει αλλάξει. Μια από τις μεγαλύτερες (ποδοσφαιρικά) χώρες του κόσμου που έπαιζε έτσι, η Ιταλία, κι αυτή πλέον έχει αλλάξει τον τρόπο που παίζει μπάλα. Και μιλάμε για τους ανθρώπους που έφεραν το “κατενάτσιο” στον ποδοσφαιρικό κόσμο! Κι αυτοί όμως έχουν καταλάβει πως δεν κερδίζεις πια έτσι, έχει αλλάξει πολύ το παιχνίδι. Εμείς από την πλευρά μας πιστεύουμε πως με τους νεαρούς παίκτες που παρακολουθούμε και δοκιμάζουμε τόσο από την Ελλάδα όσο και από το εξωτερικό, οι οποίοι διαθέτουν σπουδαία τεχνική κατάρτιση και εξυπνάδα, θα πρέπει να τους δώσουμε την αυτοπεποίθηση και το κουράγιο ότι μπορούν κι εκείνοι να παίξουν έτσι. Και με τη δουλειά που κάνουμε τους προετοιμάζουμε ώστε να καταλάβουν το τι θέλουμε από αυτούς και πιστεύουμε πως μπορούν να το καταφέρουν. Νομίζω ότι και τα ίδια τα παιδιά είναι πολύ ευχαριστημένα με αυτόν τον τρόπο παιχνιδιού, αφού και σαν φιλοσοφία αν το δείτε, όταν ήταν μικρά κι έπαιζαν μπάλα στα σχολεία ή τις αυλές και είχαν όνειρα ότι κάποια στιγμή θα γίνουν επαγγελματίες, ποτέ δεν έλεγαν “α, θα κάτσω πίσω να κάνω άμυνα και να βγω στην αντεπίθεση”! Όλοι ήθελαν να ντριμπλάρουν, να κάνουν σουτ, να βάλουν γκολ και να γίνουν ήρωες! Ε, αυτό θέλουμε κι από τους παίκτες της εθνικής Ελλάδος αυτή τη στιγμή, να παίζουν έτσι και να αλλάξουμε την νοοτροπία. Και νομίζω πως ήδη με αυτά τα τρία παιχνίδια, ο κόσμος έχει αρχίσει να αλλάζει τη στάση του απέναντι στην ομάδα και να σκέφτεται ότι όντως μπορεί να παίξει έτσι. Τώρα βέβαια αναγνωρίζουμε εμείς σαν προπονητές ότι έχουμε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά μας γιατί θα παίξουμε με καλύτερες εθνικές, αλλά έχουμε κάνει ένα πρώτο βήμα κι όσο πηγαίνουμε θα βελτιωνόμαστε.

Ποιοι είναι οι ρεαλιστικοί σας στόχοι για την νέα χρονιά;

Από την αρχή ο στόχος μας είναι να περάσουμε αυτή τη φιλοσοφία, δηλαδή να κάνουμε την εθνική να παίζει επιθετικό ποδόσφαιρο, να κυριαρχεί στις αναμετρήσεις της και να δημιουργεί πολλές ευκαιρίες για γκολ. Και να σας πω την αλήθεια, θεωρούσαμε πως θα χρειαζόμασταν περισσότερο καιρό για να περάσουμε αυτό το μήνυμα προς τους παίκτες! Γιατί δεν έχεις και την ώρα να δουλεύεις και πολύ μαζί τους, δεν είναι σαν να βρίσκεσαι σε σύλλογο όπου έχεις την ευχέρεια να εργάζεσαι καθημερινά με τους ίδιους. Αλλά είμαστε πολύ ικανοποιημένοι με την πρόοδο που έχει δείξει η ομάδα. Αυτός είναι ο πρώτος και κυριότερος στόχος αφού έτσι πιστεύουμε πως μέσω της αλλαγής φιλοσοφίας θα μπορούμε να κερδίζουμε και περισσότερα παιχνίδια, κάτι που θα μας οδηγήσει στο δεύτερο που είναι και το “plan Qatar” όπως το λέει και ο κ. Βαν’τ Σιπ. Να πάμε στο Παγκόσμιο Κύπελλο παίζοντας αυτό το ευχάριστο ποδόσφαιρο, να μπορεί να μας βλέπει ο κόσμος στην Ελλάδα και στην Αυστραλία και να μας χαίρεται.

Παρατηρούμε όμως πως έχετε εισάγει αρκετό νέο αίμα με παίκτες που αγωνίζονται κυρίως στα πρωταθλήματα του εξωτερικού. Θεωρείται πως το επίπεδο της Σουπερλίγκας δεν είναι τέτοιο που να μπορεί να προσφέρει αρκετά ανταγωνιστικούς ποδοσφαιριστές στην εθνική ομάδα;

Δεν νομίζω πως ισχύει κάτι τέτοιο αφού αν δείτε την αρχική ενδεκάδα στο τελευταίο μας παιχνίδι είχαμε τον Μάνταλο, τον Γαλανόπουλο, τον Κουρμπέλη, τον Λημνιό, τον Γιαννούλη, τον Μπακάκη, και πολλούς άλλους.

Ναι, βέβαια. Αλλά με την προσθήκη ορισμένων παικτών όπως ο Βαγγέλης Παυλίδης ή ο Σεμπάστιαν Βασιλειάδης, το όνομα του οποίου συζητήθηκε αρκετά, επιδεικνύετε μια μικρή προτίμηση προς τους αθλητές που παίζουν εκτός Ελλάδας.

Να ξέρετε κάτι. Δεν κοιτάμε που παίζουν, σε ποια ομάδα, σε ποια χώρα ή πόσα χρόνια. Κοιτάμε πρώτα απ’ όλα το αν ένας παίκτης μπορεί να ανταποκριθεί στο δικό μας παιχνίδι, τον χαρακτήρα του, τον ζήλο που επιδεικνύει να παίξει για την εθνική ομάδα και πως θα χωρέσει μέσα στο σύνολο που χτίζουμε. Το πρώτο πράγμα που κάναμε και το έχει τονίσει πολλές φορές ο κ. Βαν’τ Σιπ σε συνεντεύξεις του εδώ στην Ελλάδα, πριν καν προχωρήσουμε σε τακτικές και ενδεκάδες, είναι να φτιάξουμε ομάδα. Μια οικογένεια που να παλεύει ο ένας για τον άλλον. Γιατί αν δεν το κάνεις αυτό, ότι στρατηγική κι αν σχεδιάσεις, ότι άλλο και να κάνεις, παιχνίδι δεν κερδίζεις. Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε τώρα, να φέρουμε παίκτες στην εθνική που να θέλουν να είναι μέλη της και να δένονται μεταξύ τους. Απο’ κει και πέρα ηλικία δεν κοιτάμε. Κοιτάμε το ταλέντο, την τεχνική κατάρτιση και την φυσική κατάσταση ώστε να αντεπεξέλθουν σε αυτά που τους ζητάμε.

Η απόδοση της εθνικής σε αυτά τα πρώτα παιχνίδια ήταν δεδομένα εντυπωσιακή, όμως οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως δεν υπήρχε ιδιαίτερο βαθμολογικό κίνητρο. Νομίζετε πως αν οι απαιτήσεις αυξηθούν μπορεί να παίξει ρόλο στην απόδοση της ομάδας;

Το ακούμε πολύ αυτό τελευταία. Όμως εμείς μην ξεχνάτε πως ερχόμασταν από ένα στάδιο όπου δυστυχώς τα τελευταία χρόνια δεν τα πηγαίναμε καθόλου καλά. Ο κόσμος δεν την έβλεπε με καθόλου καλό μάτι την εθνική κι όλοι ήταν αρνητικοί απέναντί της. Και κάθε φορά που ένας αθλητής φορούσε αυτή τη φανέλα κι έμπαινε στον αγωνιστικό χώρο, κουβαλούσε μαζί του ένα άγχος ότι έπρεπε να παίξει καλά. Ένιωθαν και οι ίδιοι οι ποδοσφαιριστές πως έπρεπε να κάνουν κάτι ώστε να ανεβάσουν το ηθικό ολόκληρης της Ελλάδας. Οπότε μπορεί από πλευράς βαθμολογίας να μην είχαν ιδιαίτερη σημασία οι αγώνες αυτοί αλλά πάντα υπήρχε αυτή η πίεση. Και με αυτές τις εμφανίσεις που έχουμε κάνει, έχουμε προσπαθήσει να εστιάσουμε σε αυτό. Μπορούν πλέον οι παίκτες και να αντεπεξέλθουν σε αυτό που τους ζητάμε στον αγωνιστικό χώρο αλλά και να τους φύγει αυτό το στρες αφού ξέρουν πως οι νίκες αυτές βοηθούν πάρα πολύ αλλά και με τον τρόπο που παίζουμε ο κόσμος θα γυρίσει πίσω στο γήπεδο να την ενισχύσει. Και οι ίδιοι οι παίκτες πλέον προσπαθούν να το περάσουν αυτό προς τα έξω σε συζητήσεις που κάνουμε μαζί τους. Και με τη δουλειά που θα κάνουμε στο μέλλον πιστεύω θα είμαστε πανέτοιμοι για τις διοργανώσεις που έρχονται, όπου πραγματικά θα έχουμε κάτι να διεκδικήσουμε.

Αυτό που είπατε, να φέρετε τον κόσμο πίσω, θεωρώ το έχετε ήδη καταφέρει, ακόμη και σε αυτές τις πρώτες τρεις αναμετρήσεις και είναι κάτι πολύ σπουδαίο. Γιατί χωρίς τον κόσμο η εθνική δεν υπάρχει.

Θα σας πω ένα περιστατικό που συνέβη στο παιχνίδι με την Ιταλία. Όταν πήγαμε στο “Ολύμπικο” να παίξουμε εκείνο παιχνίδι, πριν ξεκινήσει ο αγώνας ακούσαμε τον εθνικό ύμνο της Ιταλίας, ως είθισται πριν τους αγώνες. Και έβλεπες 60+ χιλιάδες κόσμο, όλοι όρθιοι, όχι απλά να τον φωνάζουν, αλλά να τον τραγουδάνε μέσα από την ψυχή τους. Και μετά την ανάκρουση, κοιταχτήκαμε με τον κ. Βαν’τ Σιπ και χωρίς να πούμε κουβέντα είχαμε την ίδια σκέψη. Το συζητήσαμε και μετά τον αγώνα και είπαμε πως αυτό θέλουμε να φέρουμε και στην Ελλάδα. Γιατί αυτό είναι το ποδόσφαιρο. Και το μεταφέραμε και στους παίκτες, γιατί αυτό μπορούμε να το καταφέρουμε μόνο με την απόδοσή μας. Αυτό είναι το όνειρό μας. Αν κάποια στιγμή καταφέρουμε να γεμίσει το ΟΑΚΑ από φιλάθλους περήφανους για την εθνική, τότε θα ξέρουμε πως έχουμε πετύχει το σκοπό μας.

Κλείνοντας, θα θέλατε να ευχηθείτε κάτι για το νέο έτος;

Υγεία και χαρά. Η υγεία είναι το πιο σημαντικό. Ειρήνη σε όλο τον κόσμο. Και να μπορούν όλοι να κυνηγούν τα όνειρά τους και να μην φοβούνται να τα κυνηγούν, όσο μεγάλα κι αν είναι αυτά!