Αθώος δήλωσε ο 33χρονος Christopher Bell στην κατηγορία δολοφονίας της τότε συντρόφου του Natalina Angok που βρέθηκε νεκρή τον Απρίλιο σε στενάκι της Chinatown στη Μελβούρνη, με τη δίκη να αναμένεται να ξεκινήσει την Πέμπτη ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Σύμφωνα με τα όσα έχουν ακουστεί μέχρι στιγμής στο δικαστήριο, ο κ. Bell, με τον οποίο το θύμα βρισκόταν σε νυχτερινή έξοδο το βράδυ της δολοφονίας της, έπασχε από σχιζοφρένεια και του είχε μόλις δοθεί εξιτήριο από την ψυχιατρική κλινική όπου βρισκόταν.
Το πρωί γύρω στις 8.15π.μ. μετά το βράδυ του περιστατικού, ο κ. Bell είχε επισκεφθεί το καζίνο Crown ενώ το μεσημέρι της ίδιας μέρας σε ανάκρισή του από τους αστυνομικούς παραδέχθηκε ότι την είχε σκοτώσει.
Ο ανώτερος αστυνομικός ερευνητής Sean Campbell από το τμήμα ανθρωποκτονιών μίλησε για απόσπασμα βίντεο από το κύκλωμα κλειστής τηλεόρασης (CCTV) που έδειχνε την κ. Angok να περπατά γύρω στις 5 τα ξημερώματα μαζί με έναν άνδρα επί της Celestial Avenue, το στενάκι όπου περίπου μιάμιση ώρα αργότερα εντοπίστηκε το πτώμα της από περαστικό.
Δεν υπήρχαν εμφανή τραύματα στο θύμα, ανέφερε ο κ. Campbell, εκτός από σημεία που έδειχναν αποχρωματισμό στον λαιμό της.
Κατά τις 12.40 μ.μ. το μεσημέρι της επομένης, η αστυνομία επισκέφθηκε τον κ. Bell στο ξενοδοχείο Space επί της Russell Street.
“Ρώτησα τον κατηγορούμενο για το πού βρισκόταν την προηγούμενη νύχτα και μου απάντησε ‘Φέρε μου ένα ποτό και θα σου πω μια ιστορία'”, ανέφερε χαρακτηριστικά ο αστυνομικός.
Κατόπιν ομολογίας του στο αστυνομικό τμήμα, ο κ. Bell συνελλήφθη.
Ωστόσο τη Δευτέρα στο δικαστήριο δήλωσε αθώος στην κατηγορία δολοφονίας.
Ο κ. Bell είχε σχέση με την 32χρονη κ. Angok για περίπου έναν χρόνο, σύμφωνα με την οικογένεια του θύματος.
Το ζευγάρι είχε βγει για νυχτερινή έξοδο το βράδυ που έμελλε να ήταν το τελευταίο για την κ. Angok, με βίντεο CCTV να έχουν καταγράψει τις κινήσεις τους στο κέντρο της πόλης.
Μεταξύ άλλων, επισκέφθηκαν την κάβα ενός μπαρ, όπου σύμφωνα με υπάλληλο που εργαζόταν εκείνο το βράδυ είχε πιάσει επ’ αυτοφώρω τον κ. Bell να επιχειρεί να κλέψει ένα μπουκάλι. Ο εργαζόμενος τους ζήτησε τότε να αποχωρήσουν από το μαγαζί και υποστηρίζει ότι η κ. Angok προσπαθούσε συνεχώς να απολογηθεί για λογαριασμό του, ενώ ο σύντροφός της τους καλούσε για καβγά στον δρόμο και σύμφωνα με άλλον υπάλληλο του μαγαζιού μύριζε αλκοόλ και απευθύνθηκε με υβριστικό χαρακτηρισμό στην κ. Angok.
Στο δικαστήριο ακούστηκε ακόμη η κατάθεση του οδηγού ταξί που μετέφερε κατόπιν το ζευγάρι σε άλλο μέρος, ο οποίος ανέφερε ότι η κ. Angok έβριζε τον κ. Bell κατά τη διάρκεια της κούρσας κατηγορώντας τον ότι ποτέ δεν πλήρωνε για τίποτα, με τον ίδιο να εμφανίζεται επίσης θυμωμένος.
Σε προηγούμενη δικαστική ακρόαση είχε ειπωθεί ότι ο κ. Bell δεν έπαιρνε τα αντιψυχωτικά φάρμακα που του είχαν συνταγογραφηθεί την περίοδο που έλαβε χώρα η δολοφονία της κ. Angkok.
H 32χρονη έμενε σε προάστιο του Geelong μαζί με τον αδελφό της, με την οικογένειά της να έχει φτάσει στην Αυστραλία το 2000 διαφεύγοντας από το εμπόλεμο Σουδάν.