Στο λεξικό της ανθρωπιάς, στο λήμμα «ανθρωπίστρια» θα έπρεπε να μπει το όνομα της Μαρίας Στρίντζου. Τριάντα χρόνια δίπλα στους αναξιοπαθούντες της Ινδονησίας, της Αιθιοπίας, του Σουδάν και της Ερυθραίας καθώς και στις μειονεκτούσες γυναίκες της Αυστραλίας την έχουν ταυτίσει στις συνειδήσεις όλων μας με τις αξίες της προσφοράς και της αλληλεγγύης.
Μεγάλωσε στη Νότια Μελβούρνη και μετά την ολοκλήρωση των σπουδών της στην εκπαίδευση στο Πανεπιστήμιο Μελβούρνης, εργάστηκε σε μια υπηρεσία εύρεσης στέγασης για γυναίκες με ψυχολογικά προβλήματα.
Το 1988, ήταν η πρώτη Ελληνοαυστραλή που εντάχθηκε στο πρόγραμμα Αυστραλοί Εθελοντές στο Εξωτερικό (Australian Volunteers Abroad) και πέρασε δύο χρόνια επί Σουχάρτο στην Ινδονησία, εκπονώντας προγράμματα στήριξης των ευάλωτων γυναικών της περιοχής.
Στη συνέχεια, εντάχθηκε στην Κοινοτική Βοήθεια στο Εξωτερικό (Community Aid Abroad), που τώρα ονομάζεται Oxfam Australia, ως Υπεύθυνη του Έργου Horne of Africa, έχοντας την επιμέλεια προγραμμάτων βοήθειας στην Αιθιοπία, το Σουδάν και την Ερυθραία.
Επτά χρόνια αργότερα, προσχώρησε στον μη κυβερνητικό Οργανισμό «Εταιρεία Ανακούφισης του Τίγκρεϊ» (Relief Society of Tigray (REST)), ως επικεφαλής της συλλογής κεφαλαίων και των δημοσίων σχέσεων, δουλεύοντας για την ευημερία και την επισιτιστική ασφάλεια τεσσάρων εκατομμυρίων από τους φτωχότερους και πιο πεινασμένους πληθυσμούς στον κόσμο.

Το 2005 ίδρυσε επίσης το Hawzien Orphan Project, το οποίο βοήθησε εκατοντάδες παιδιά, μεταξύ των οποίων και τον θετό γιο της Haftu, τον οποίο υιοθέτησε κι έφερε μαζί της πίσω στην Αυστραλία το 2011 επιστρέφοντας σπίτι μετά από 18 ολόκληρα χρόνια στην Αντίς Αμπέμπα.
Σήμερα, εξακολουθεί ακόμη να συνεργάζεται με την REST, παραμένοντας πάντα δίπλα στα ορφανά παιδιά και υποστηρίζοντας την ανάπτυξη της Αιθιοπίας.
Κάθε χρόνο, συγκεντρώνει περισσότερα από 50 εκατομμύρια δολάρια για τους ανθρώπους του Τίγκρεϊ.
Για την πολυετή προσφορά της και το φιλανθρωπικό της έργο τιμήθηκε φέτος από το Ελληνοαυστραλιανό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο με το βραβείο Community Service Award (Βραβείο για Υπηρεσίες προς την Ευρύτερη Κοινότητα).
Ποια είναι, όμως η Μαρία Στρίντζου και πώς τα καταφέρνει να σηκώνει στην πλάτη της το βάρος ενός δοκιμαζόμενου λαού επί τόσα χρόνια; Θέλησα να τη γνωρίσω λίγο περισσότερο και ειλικρινά η κουβέντα μου μαζί της ήταν από εκείνες που σου αλλάζουν τη ζωή, που σε κάνουν να αναλογιστείς πως από τη μια υπάρχουν άνθρωποι σαν τη Μαρία και από την άλλη είμαστε εμείς οι υπόλοιποι.

ΕΝΑ ΠΟΛΥΤΙΜΟ ΤΑΞΙΔΙ
Τριάντα χρόνια προσφοράς, τριάντα χρόνια δίπλα στους αναξιοπαθούντες της Αφρικής. Έζησε μαζί τους, εντάχθηκε στις κοινότητές τους, έγινε κομμάτι τους και δεν τους εγκατέλειψε ακόμα και όταν μαινόταν ο πόλεμος και δίπλα της έσκαγαν βόμβες κι έπεφταν πυροβολισμοί. Όταν όλοι οι ξένοι έντρομοι εγκατέλειπαν την Αιθιοπία, η Μαρία έμεινε εκεί για να κάνει αυτό που ήξερε να κάνει καλύτερα: να στηρίζει, να ελπίζει και να αγωνίζεται για ένα καλύτερο αύριο. Άραγε, άξιζε τον κόπο, τον πόνο και τις θυσίες;
«Πλησιάζοντας τα 31 χρόνια προσφοράς μπορώ να πω πως άξιζε και με το παραπάνω», λέει η Μαρία και η φωνή της ζωντανεύει. «Ήταν ένα καταπληκτικό ταξίδι κατά τη διάρκεια του οποίου ήμουν σε θέση να αλλάξω τις ζωές τόσων ανθρώπων συνεισφέροντας στην ευημερία τους και δίνοντάς τους φωνή. Αυτό είναι το σπουδαιότερο. Να δίνεις φωνή σε εκατομμύρια φτωχούς που ζουν στο περιθώριο και κανείς δεν τους ακούει σίγουρα αξίζει τον κόπο και θα συνεχίσω να το κάνω μέχρι να μην αντέχω πλέον σωματικά ή πνευματικά. Είναι πολύ ικανοποιητικό και πολύ ανταποδοτικό».
ΟΛΑ ΓΙΑ ΤΟ ΤΙΓΚΡΕΪ
Η Μαρία εργάζεται εθελοντικά για το REST, έναν ανθρωπιστικό οργανισμό της Αιθιοπίας ο οποίος ξεκίνησε τη δράση του την εποχή του λιμού και του πολέμου στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Ρόλος της είναι η εκπόνηση αναπτυξιακών προγραμμάτων αλλά κυρίως η υποβολή προτάσεων στους μεγάλους δωρητές όπως οι ΗΠΑ και τα Ηνωμένα Έθνη.
«Μπορεί να μου πάρει έως και δύο χρόνια για να ετοιμάσω μια πρόταση. Οι δωρητές μάς παρέχουν τρόφιμα και χρήματα για αναπτυξιακά έργα. Εκτός του REST εργάζομαι και ιδιωτικά προσπαθώντας να συγκεντρώσω κεφάλαια μέσα από την ελληνική κοινότητα, τους φίλους, την οικογένεια και τα σχολεία της περιοχής τα οποία διατίθενται κυρίως για τα ορφανά παιδιά και για δραστηριότητες σχετικές με την εκπαίδευση στο απομακρυσμένο Τίγκρεϊ», λέει η Μαρία που κάθε χρόνο καταφέρνει να συγκεντρώνει δωρεές ύψους 50 εκατομμυρίων δολαρίων Αμερικής για την δεύτερη πατρίδα της, το Τίγκρεϊ.
«Ως ποσόν φαίνεται υπερβολικό, αλλά αν σκεφτεί κανείς ότι μιλάμε για εκατομμύρια ανθρώπους που έχουν τεράστιες ανάγκες όπως συστήματα υγείας, εκπαίδευσης, ύδρευσης και άρδευσης, ανάπτυξη της γεωργίας, τεχνολογία, δεν είναι πολλά», εξηγεί η Μαρία.
Μιλάει για τους ανθρώπους του Τίγκρεϊ και η φωνή της «σπάει» καθώς περιγράφει πώς στην ουσία κερδίζουν τη βοήθεια που τους παρέχεται, δουλεύοντας εθελοντικά σε διάφορα έργα υποδομών.
«Είναι άνθρωποι που έχουν υποφέρει τα μέγιστα και εν τούτοις αγωνίζονται, οπότε θα κάνω ό,τι μπορώ για αυτούς και για να τους εξασφαλίσω πηγές εσόδων», λέει η ομογενής ανθρωπίστρια που δεν διστάζει να στέκεται απέναντι σε οργανισμούς – κολοσσούς και εν τούτοις να κερδίζει.
«Θα πρέπει να καταλάβετε ότι το REST είναι ένας μικρός τοπικός οργανισμός που δύσκολα μπορεί να ανταγωνιστεί τους μεγάλους οργανισμούς όπως τα Ηνωμένα Έθνη και τις άλλες μη κυβερνητικές οργανώσεις που όπως είναι φυσικό παίρνουν τη μερίδα του λέοντος των χρηματοδοτήσεων. Έτσι το γεγονός ότι καταφέρνουμε να εξασφαλίζουμε αυτά τα ποσά οφείλεται πρώτα και κύρια στην ποιότητα του έργου μας, στην καλή μας φήμη και στη μαχητικότητά μας. Πρέπει να αγωνιζόμαστε για να εξασφαλίσουμε τα χρήματα».

Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΤΙΓΚΡΕΪ
Κι όταν η Μαρία μιλάει για αγώνα το εννοεί. Έζησε στο Τίγκρεϊ από το 1991 έως το 2012. Τώρα εργάζεται πλέον με βάση της τη Μελβούρνη. Φυσικά είναι ανάγκη να πηγαινοέρχεται για να κάνει αξιολογήσεις και ό,τι άλλο απαιτείται για να πετύχει το σκοπό της. Δεν έχει ωράριο, δουλεύει 7 ημέρες την εβδομάδα και δεν έχει πάει διακοπές για περισσότερα από 20 χρόνια. Αλήθεια, αναρωτιέται κανείς πού βρίσκεται η Μαρία μέσα σε όλο αυτό;
Την απάντηση τη δίνει η ίδια με αφοπλιστικό τρόπο. «Δεν είναι δουλειά. Αυτή είναι η ζωή μου. Δεν ξεχωρίζω τον εαυτό μου από αυτούς τους ανθρώπους. Αισθάνομαι κομμάτι τους. Μοιράζομαι τον πόνο τους όταν τα πράγματα δεν είναι καλά, για παράδειγμα όταν έρχεται ξηρασία, ή κάποια διαμάχη. Οι ρίζες μου είναι εκεί».
Στο πρόσωπό της Μαρίας, όμως, φαίνεται πως και οι άνθρωποι του Τίγκρεϊ βλέπουν τον άνθρωπό τους. Όλες οι πόρτες είναι ανοιχτές για εκείνη. Όλοι την ξέρουν.
«Να η Μαρία!», λένε όταν περνάει. Την αποκαλούν, «Η μητέρα του Τίγκρεϊ» και είναι πολύ περήφανη γι’ αυτό. «Αυτή είναι η ανταμοιβή μου», λέει συγκινημένη.
«Στο πέρασμα των χρόνων έχω δει κοινότητες να αλλάζουν. Να χτίζονται σπίτια και σχολεία, να γίνονται μεγάλα έργα και σκέφτομαι, αν μπορώ να συμβάλλω σε αυτή την αλλαγή, μπορώ να αρνηθώ»;
Η ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ
Φυσικά δεν έχει αρνηθεί ποτέ της να βοηθήσει, απεναντίας έχει αφιερώσει ολόκληρη τη ζωή της σε αυτή την απομακρυσμένη γωνιά της γης. «Αυτοί οι άνθρωποι, τα ορφανά εξαρτώνται από εμένα. Υπάρχουν παιδιά με aids, χρόνιες ασθένειες που δεν έχουν γονείς και κανένα δίκτυο στήριξης και 4-5 από αυτά βρίσκονται τώρα στο πανεπιστήμιο», λέει γεμάτη περηφάνια.
Για εκείνη αυτή είναι η ανταμοιβή της. Και μία ακόμη μεγαλύτερη, ανεκτίμητη, όπως μας εξομολογείται: ο γιος της. «Αν δεν είχα ασχοληθεί με το Τίγκρεϊ και αν δεν είχα ξεκινήσει το πρόγραμμα για τα ορφανά, χάρις στη μητέρα μου, που με βοήθησε να συγκεντρώσω τα χρήματα, δεν θα είχα τώρα το γιο μου που είναι ό,τι πολυτιμότερο έχω στη ζωή μου. Άλλωστε και το όνομά του, Haftu, σημαίνει «τα πλούτη μου».
ΕΝΑΣ ΦΑΥΛΟΣ ΚΥΚΛΟΣ
Όση ώρα μιλούσα με τη Μαρία για τους βασανισμένους λαούς της Αφρικής και για το έργο της ένα ερώτημα πλανιόταν διαρκώς στο νου μου: «Θα σταματήσει ποτέ ο κόσμος να είναι χωρισμένος στα δύο»;
«Δε νομίζω», απαντά. «Είναι πολύ μεγάλα τα συμφέροντα για να σταματήσει αυτή η κατάσταση. Η Αιθιοπία κατέχει θέση κλειδί. Οι πηγές του Νείλου βρίσκονται εκεί κι όμως οι άνθρωποι πασχίζουν για νερό. Τους θέλουν σκλάβους και θα παραμείνουν σκλάβοι γιατί έχουν τις εσωτερικές τους διαμάχες τις οποίες εκμεταλλεύονται οι «έξωθεν» και «άνωθεν» δυνάμεις κι επίσης είναι αμόρφωτοι».
Εκεί μπαίνει το «REST» και η Μαρία που επιχειρούν να φέρουν την αλλαγή στις ζωές αυτών των ανθρώπων ανατρέποντας όλα τα εναντίον τους δεδομένα. Αφετηρία είναι η ελπίδα και οι ευκαιρίες για τα παιδιά, που όμως δεν αρκούν πάντα για να «γυρίσει ο ήλιος», όπως εξηγεί η ίδια με πικρία.
«Όταν έστησα τη βιβλιοθήκη στο Τίγκρεϊ, άκουσα κάποιο παιδί να λέει σε ένα άλλο: «τώρα που υπάρχουν βιβλία, τώρα θα γίνω γιατρός». Είναι κάτι καινούριο για αυτά τα παιδιά. Αισθάνονται για πρώτη φορά ότι έχουν μια ευκαιρία που τους ανοίγει νέους ορίζοντες γεμίζοντας τις ψυχές τους με ελπίδα. Την ίδια στιγμή, όμως, αναρωτιέμαι, χωρίς ηλεκτρισμό στα σπίτια, χωρίς να έχουν δει ποτέ τους υπολογιστή πώς θα σταθούν στο σημερινό κόσμο; Και με πονάει η γνώση ότι ακόμα και αν πάνε στα πανεπιστήμια, αν επιλέξουν να γυρίσουν πίσω και δεν υπάρχουν δουλειές αναγκαστικά θα γίνουν αγρότες. Είναι ένας φαύλος κύκλος».

Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ
Η γνώση όλων αυτών των αντιξοοτήτων δεν πτοεί τη Μαρία. Αντίθετα την πεισμώνει και την κάνει να αγωνίζεται ακόμη πιο σκληρά για να σπάσει αυτόν τον φαύλο κύκλο της αδικίας. Το ταξίδι της μοναχικό και δύσκολο. Τα όσα έχει καταφέρει μέχρι σήμερα για τους ανθρώπους του Τίγκρεϊ και όχι μόνο, πολλά και μεγάλα. Εκείνη δεν το βλέπει έτσι γι’ αυτό και πάντα κρατούσε χαμηλό προφίλ. Ήταν πάντα για το λαό της Αιθιοπίας και ποτέ γι’ αυτήν. Ποτέ δεν εμφανιζόταν στα ΜΜΕ, δεν επεδίωκε την προβολή και δεν διεκδικούσε τα εύσημα για τις επιτυχημένες παρεμβάσεις της στην κοινωνία του Τίγκρεϊ. Το μόνο που ήθελε ήταν να είναι απλά μέρος της ζωής των ανθρώπων αυτών.
Έτσι το βραβείο HACCI ήταν γι’ αυτήν μια έκπληξη. Όταν έλαβε το μήνυμα με το χαρακτηρισμό «εμπιστευτικό» το πρώτο πράγμα που έβαλε με το νου της ήταν ότι η χορηγία της ανακλήθηκε. Μόλις, όμως, συνειδητοποίησε ότι ήταν από το Επιμελητήριο, άρχισε να κλαίει ασταμάτητα, όπως εξομολογείται.
«Η συγκίνησή μου πήγαζε από το γεγονός ότι αισθάνθηκα δικαιωμένη από την ελληνοαυστραλιανή κοινότητα, τη δική μου κοινότητα. Επιτέλους το έργο μου αναγνωριζόταν αλλά όχι μόνο για μένα. Η διάκριση αυτή σήμαινε ότι η φωνή των φτωχών επιτέλους ακούστηκε. Το HACCI, τιμώντας εμένα έδωσε το βήμα για να αναγνωριστούν και να τιμηθούν αυτοί οι άνθρωποι».
Η Μαρία που, όπως λέει, δεν έχει λάβει κανένα άλλο τόσο σημαντικό βραβείο, θεωρεί ότι με τη διάκρισή της από το Ελληνοαυστραλιανό Επιμελητήριο έκλεισε γι’ αυτήν ένας κύκλος. «Όλες τις μεγάλες αξίες που καθόρισαν την πορεία μου και τη στάση μου απέναντι στη ζωή όπως ο ανθρωπισμός, η κοινωνική δικαιοσύνη, η τιμή και το φιλότιμο τις οφείλω στην ελληνική μου καταγωγή. Έτσι με μεγάλωσαν οι γονείς μου. Και αν δεν είχα ανατραφεί ως Ελληνίδα και δεν είχα βιώσει όλες τις δυσκολίες και τις προκλήσεις της δεκαετίας του ’60 δεν θα ήμουν η Μαρία που είμαι σήμερα. Με τη βράβευσή μου από το HACCI που εκπροσωπεί την κοινότητά μου αισθάνομαι ότι έκλεισε ένας κύκλος ζωής».
ΠΕΡΙ ΥΣΤΕΡΟΦΗΜΙΑΣ
«Μητέρα του Τίγκρεϊ», ανθρωπίστρια, πολίτης του κόσμου, αγωνίστρια, όποιο χαρακτηρισμό και να διαλέξουμε για την Μαρία Στρίντζου, θα είναι ταιριαστός μα όχι αρκετός. Η ίδια, με απεριόριστη ταπεινοφροσύνη τους απορρίπτει όλους με το επιχείρημα ότι εκεί έξω υπάρχουν άνθρωποι που θα τους ταίριαζαν περισσότερο οι χαρακτηρισμοί αυτοί.
Εκείνη, θέλει να αφήσει το αποτύπωμά της σε τούτο τον κόσμο ως κάποια που αγαπάει το Τίγκρεϊ και συνέβαλε στην αλλαγή των συνθηκών ζωής των ανθρώπων εκεί φέρνοντας την ευημερία στον τόπο τους. Ως κάποια που αγωνίστηκε πολύ για να δώσει μια ευκαιρία και την ελπίδα σ’ εκείνους που γεννήθηκαν και υπάρχουν εν αγνοία μας στη σκοτεινή πλευρά του ήλιου.