Τα παιδιά έχουν πάντα το δικό τους τρόπο να καταγράφουν τον κόσμο γύρω τους και συχνά να τον αναπαριστούν.
Η καθημερινότητά τους κάθε άλλο παρά απαρατήρητη περνά από τα μυαλουδάκια και τις ψυχούλες τους που «φωτογραφίζουν» στιγμές που μέσα από τα φίλτρα του χρόνου θα μετατραπούν αργότερα σε πολύτιμες αναμνήσεις.
Τα πρόσωπα –πρότυπα ειδικά κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής τους, εκτός από τους γονείς είναι και οι παππούδες– ίσως κυρίως αυτοί – μιας και είναι εκείνοι που έχουν απεριόριστο (στην παιδική κλίμακα μέτρησης ) χρόνο να διαθέσουν στα εγγονάκια τους.
Συνήθειες, φράσεις–κλισέ, χειρονομίες του παππού και της γιαγιάς αποτελούν ανεξάντλητες πηγές τροφοδότησης του ρεπερτορίου των μιμήσεων των πιτσιρικιών που ζουν για να δίνουν παράσταση στις οικογενειακές συγκεντρώσεις κερδίζοντας το «πολύτιμο» γι’ αυτά ενδιαφέρον των μεγάλων και προκαλώντας ασυγκράτητα γέλια.
Ένα τσίγκλισμα του τύπου «πώς κάνει ο παππούς;» ή «τι λέει η γιαγιά;» είναι αρκετό για να στηθεί μια αυτοσχέδια επιθεώρηση ωρών.
Κάπως έτσι λοιπόν, ο πεντάχρονος Ζαχαρίας Γιαννακόπουλος από το South Morang, σε ανύποπτο χρόνο κάθισε στην πολυθρόνα του παππού του Δημήτρη, φόρεσε τα γυαλιά του κι άρχισε να διαβάζει με ύφος εκατό καρδιναλίων τον «Νέο Κόσμο», την εφημερίδα που από τότε που γεννήθηκε βλέπει τον παππού και τη γιαγιά να διαβάζουν καθημερινά.
Ο παππούς «έπιασε» τον εγγονό του και όπως ήταν φυσικό και τη στιγμή και μας έστειλε τα «αποδεικτικά στοιχεία». Ο κ. Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι φανατικός αναγνώστης του «Νέου Κόσμου» από το 1968, μια συνήθεια που από ό,τι φαίνεται και στη φωτογραφία κληροδότησε στον εγγονό του.