Η Επιτροπή «Ελλάδα 2021» που ανακοινώθηκε από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη για τους εορτασμούς της επετείου των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821 δημιούργησε πλήθος αντιδράσεων, θετικές και μερικές αρνητικές. Κάποιοι εξέφρασαν επιφυλάξεις για το εάν η κυρία Γιάννα Αγγελοπούλου-Δασκαλάκη είναι το κατάλληλο άτομο να ηγηθεί αυτής της Επιτροπής ή για το εάν το ανακοινωθέν σήμα της Επιτροπής είναι το κατάλληλο για τους σκοπούς της.
Ως συνήθως, στην Ελλάδα, οποιαδήποτε σπουδαία δημόσια κίνηση ακολουθείται συχνά από τους υποστηρικτές και τους επικριτές της. Περισσότερο αναμενόμενο ήταν να υπάρξει το ίδιο και για την ανακοίνωση μιας σπουδαίας Επιτροπής για τον εορτασμό μιας τέτοιας βαρυσήμαντης επετείου. Η πρόεδρος της Επιτροπής κυρία Γιάννα Αγγελοπούλου–Δασκαλάκη είχε μια επιτυχή ηγετική συμμετοχή στην οργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας το 2004 και δεν υπάρχουν σοβαρές αντιρρήσεις ότι πρόκειται για ένα ικανότατο άτομο να ηγηθεί και της σημερινής Επιτροπής. Το ίδιο, επίσης, ισχύει και για τα μέλη που ανακοινώθηκαν ότι θα στελεχώσουν την Επιτροπή. Ωστόσο, η Επιτροπή και τα πρόσωπα θα κριθούν από το έργο τους παρά από τις όποιες αόριστες ή προκατειλημμένες προκαταβολικές αντιρρήσεις.
Η κυρία Αγγελοπούλου–Δασκαλάκη μίλησε σωστά ότι το έργο της Επιτροπής θα πρέπει να είναι κάτι παραπάνω από μια λαμπρή γιορτή, να είναι μια αποτίμηση της ιστορικής πορείας της χώρας. Πράγματι, το έργο της Επιτροπής θα πρέπει να περιλαμβάνει μια ευκαιρία υπέρβασης της καθημερινότητας, την οργάνωση διαλέξεων, συνεδρίων, εκθέσεων, συναυλιών, παρουσίαση βιβλίων, δημοσίευση άρθρων, ανεβάσματος θεατρικών παραστάσεων και πλήθους άλλων εκδηλώσεων, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό και ευκαιρίες αναστοχασμού των θετικών και αρνητικών σημείων αυτής της 200χρονης ιστορικής πορείας. Για να υπάρξει κριτική αποτίμηση, οι εκδηλώσεις θα πρέπει να δίνουν την ευκαιρία για τη νηφάλια έκφραση και συζήτηση όλων των απόψεων και όχι αναμηρυκασμών της επίσημης ιστορίας του ενός βιβλίου του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος με τις συνήθεις παραλείψεις, διαστρεβλώσεις και ανακατέματος μύθων και ιστορικής αλήθειας.
Ο Ρήγας Φεραίος, ο πρόδρομος και πρωτομάρτυρας της Επανάστασης, είχε πει: «Σκέπτεται σωστά όποιος στοχάζεται λέφτερα». Με τον τρόπο αυτό θα πρέπει να εξεταστούν η δίωξη του Ρήγα Φεραίου και των ιδεών του, η «Πατρική Διδασκαλία» αλλά και η «Αδελφική Διδασκαλία» του Αδαμάντιου Κοραή, το βιβλίο «Ελληνική Νομαρχία», οι αφορισμοί των Σουλιωτών και της Ελληνικής Επανάστασης, οι ρόλοι των Κουτσαμπάσηδων, των Κλεφτών, των Ναυτικών, των Φαναριωτών, των Φιλελλήνων, των Μεγάλων Δυνάμεων, των Εμφυλίων Πολέμων, οι απόψεις του Μακρυγιάννη και του Κολοκοτρώνη αλλά και του Θεόφιλου Καΐρη, του Χαριλάου Τρικούπη, του Θεόδωρου Δεληγιάννη, του Ελευθερίου Βενιζέλου, του Κωνσταντίνου. Οι απόψεις και οι δράσεις του Ιωάννη Μεταξά, του ΄Αρη Βελουχώτη, του Σιάντου, του Νίκου Ζαχαριάδη, του Νικολάου Πλαστήρα, του Κωνσταντίνου Καραμανλή, του Ανδρέα Παπανδρέου, και άλλων.
Να εξεταστούν οι ιδέες για τη γλώσσα και τον πολιτισμό του Αδαμάντιου Κοραή, του Αθανασίου Πάριου, του Διονυσίου Σολωμού, του Γιάννη Ψυχάρη, του Εμμανουήλ Ροΐδη, του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, το Κωστή Παλαμά, του Ελευθερίου Βενιζέλου, του Δελμούζου, του Κορδάτου, του Νίκου Καζαντζάκη, του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, των εκπαιδευτικών και γλωσσικών μεταρρυθμίσεων του 1911, του 1917, του 1929, του 1964, του 1976, του 1983 καθώς και εκείνων που εναντιώθηκαν σ’ αυτές.
Να εξεταστεί η οικονομική, πολιτική και πολιτισμική ιστορία της Νεότερης Ελλάδας, τι είναι μύθος και τι είναι ιστορία, ποια είναι τα στοιχεία που δίνουν στην κοινωνία φτερά και ποια είναι αυτά που την κρατάν καθηλωμένη στη μιζέρια, τους φανατισμούς, την αδιαφορία και τη μοιρολατρία. Τι είναι αυτό που πρέπει να γίνει, τι είναι αυτό που πρέπει ν’ αλλάξει, πού μπορούν και πού θέλουν να πάνε οι Νεοέλληνες.
Επιπλέον, όμως, οι εορτασμοί δεν θα πρέπει να σταματήσουν σε λόγους και δημηγορίες αλλά να προχωρήσουν και σε θετικές πράξεις. Οι Έλληνες να σκεφτούν ότι ένα μεγάλο μέρος της κακοδαιμονίας της χώρας οφείλεται στην γενική αυθαιρεσία, την ανυπακοή των νόμων, τον ετσιθελισμό ιδιωτών και κυβερνώντων, τα αυθαίρετα, το δογματισμό, τους φανατισμούς, την παραγνώριση των απόψεων και των δικαιωμάτων των άλλων.
Οι εορτασμός της Επετείου των 200 χρόνων να δώσει την ευκαιρία στον κάθε Έλληνα να βελτιώσει και να βελτιωθεί αρχίζοντας από τον εαυτό του. Με την άσκηση κριτικής και αυτοκριτικής να γίνουν καλύτεροι πολίτες, καλύτεροι οδηγοί στους δρόμους, καλύτεροι δάσκαλοι, καλύτεροι δημόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι, καλύτεροι επαγγελματίες και επιχειρηματίες, καλύτεροι υποστηριχτές του δημόσιου συμφέροντος. Να αρχίσει να βελτιώνεται η ποιότητα των πολιτικών κομμάτων, των εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης, η ποιότητα ζωής στο Κέντρο, στις πόλεις, στις επαρχίες, σε κάθε Δήμο…
Ν’ αρχίσουν με την ευκαιρία της επετείου των 200 χρόνων να γίνονται νέα σοβαρά έργα υποδομής για το μέλλον, όπως το 2004 ήταν το μετρό ή η γέφυρα Χαριλάου Τρικούπη, ή η Εγνατία Οδός. Αυτή θα έπρεπε να είναι μια άλλη πλευρά του εορτασμού της Εθνικής Παλιγγενεσίας.*Ο Δρ Χρήστος Ν. Φίφης είναι επίτιμος ερευνητής της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών και Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου La Trobe.