«Εδώ είμαστε», θα φωνάξουμε βροντερά όσο ποτέ το ερχόμενο Σαββατοκύριακο κάνοντας την παρουσία μας αισθητή για 33η φορά στην καρδιά της πόλης.
Εκεί που για δεκάδες χρόνια χτυπούσε η καρδιά των Ελλήνων της Μελβούρνης, όχι ένα διήμερο, αλλά σε καθημερινή βάση.

Γυρίζουμε πίσω πανηγυρικά – μ’ όλη τη σημασία της λέξης.

«Πρόκειται για ένα μεγάλο πανηγύρι, λέει ο καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ και παλαίμαχος του θεσμού από τη γέννεσή του, Γιώργος Μενίδης», χωρίς καμία πρόθεση να προσποιηθεί ότι είναι κάτι άλλο.

Με πάνω από 90 περίπτερα να προωθούν την πραμάτεια τους και όχι μόνο, παραδοσιακούς χορούς, μουσικά συγκροτήματα, εκθέσεις παντός είδους και πληθώρα επισκεπτών, το Φεστιβάλ της Lonsdale street, κρατά τα σκήπτρα ως το μεγαλύτερο φεστιβάλ δρόμου σ’ όλον το κόσμο.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΑΔΗΣ

«Πες μου κάπου αλλού που μπορούν να ελκύσουν τόσο κόσμο. Που υπάρχει τόσο ενδιαφέρον από όλες τις γενιές των Ελλήνων και την ευρύτερη κοινωνία. Είμαστε εδώ για να κάνουμε ό,τι μπορούμε να προωθήσουμε την κουλτούρα μας στις νεότερες γενιές αλλά και στην ευρύτερη αυστραλιανή κοινωνία. Είναι μια συνταγή που έχει επιτύχει, τη διατηρούμε και την αναβαθμίζουμε, έχοντας πάντα το χέρι μας στο σφυγμό του χτες και του σήμερα. Ό,τι φαίνεται ίσως απλό, προϋποθέτει πολλή σκέψη και μελέτη. Το αποτέλεσμα είναι εκείνο που κρίνει κάθε φορά, όλη αυτήν τη συλλογική προσπάθεια.

Η αθρόα προσέλευση των ομογενών, κάθε ηλικίας, καθώς και της ευρύτερης αυστραλιανής κοινωνίας σε αριθμούς που δεν μπορούσαμε καν να φανταστούμε πριν μερικά χρόνια, είναι η καλύτερη επιβεβαίωση ότι αυτό που δίνουμε αρέσει. Το γεγονός δε ότι και η πολιτεία μάς στηρίζει, παντοιοτρόπως, είναι ενθαρρυντικό αλλά και ενδεικτικό ότι είμαστε στο σωστό δρόμο.

Σε τελευταία όμως ανάλυση, όπως όλοι πολύ καλά γνωρίζουμε, το τελικό αποτέλεσμα κάθε φορά, δίνει τη σωστή απάντηση. Γι’ αυτό και δεν επαναπαυόμαστε στις δάφνες μας. Πάντα προσπαθούμε και επιδιώκουμε να είμαστε ένα βήμα μπροστά», υποστηρίζει ο πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης, Βασίλης Παπαστεργιάδης.

ΠΑΝΗΓΥΡΙ; ΚΑΝΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

Η κριτική που δέχτηκε, κατά καιρούς, το Φεστιβάλ, ότι πρόκειται για ένα πανηγυράκι, όπου η τσίκνα κυριαρχεί, δε φαίνεται να ενοχλεί έναν από τους πρωτεργάτες του θεσμού, καλλιτεχνικό διευθυντή για μια δεκαετία (κατά διαστήματα), Γιώργο Μενίδη.

«Ναι, είναι ένα μεγάλο πανηγύρι που προϋποθέτει μελέτη 500 σελίδων, αμέτρητους εθελοντές και αρκετούς έμμισθους», δηλώνει εισαγωγικά στη συζήτηση που ακολουθεί.

Aφοπλιστική δήλωση στην οποία θέτει ο ίδιος το ερωτηματικό: «Και τι μ’ αυτό; Πέστο όπως θέλεις. Το αποτέλεσμα μετράει. Ελκύουμε τις νέες γενιές των Ελληνοαυστραλών, μερικοί από τους οποίους έχουν την ευκαιρία να αναδείξουν το ταλέντο τους – όπως μουσικοί – στην ευρύτερη κοινωνία. Νέοι κάθε ηλικίας – μέσα από τα χορευτικά συγκροτήματα – κρατούν τα νήματα της παράδοσης ενωμένα. Το ίδιο και ταλαντούχοι μουσικοί».

Ναι, είναι γεγονός, ότι το νήμα της παράδοσης, χρόνο με το χρόνο, όχι μόνο δεν εξασθενεί, αλλά γίνεται ισχυρότερο και πιο ενδιαφέρον. Νέες ιδέες, συχνά προερχόμενες από τις νέες γενιές , έρχονται να ενισχύσουν και να δώσουν νέο χρώμα στο μεγάλο αυτό πολιτιστικό γεγονός. Ένα συμβάν που στην οργάνωσή του χαρακτηρίζεται από φαντασία, ευελιξία και τάσεις αναβάθμισης.

ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ

«Κρατάμε από την παράδοση του θεσμού τα στοιχεία που, όπως έχει αποδειχτεί, αντέχουν στο χρόνο και αφήνουν χώρο για αναβάθμιση. Σεβόμαστε τις επιθυμίες της πρώτης γενιάς των συμπαροίκων, όπως και εκείνες των νέων γενιών, πάνω στις οποίες στηρίζεται και η συνέχιση του θεσμού. Η επαφή με τη γενέτειρα μας εμπλουτίζει με νέες ιδέες τις οποίες προωθούμε στο πρόγραμμα του διήμερου αυτού γλεντιού. Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι ισορροπίες, μεταξύ του χτες και του σήμερα είναι λεπτές. Εκεί χρειάζεται εγρήγορση», παρατηρεί ο Γιώργος Μενίδης.

Στο ερώτημα ‘ αν υπάρχει ενδιαφέρον από την Ελλάδα για το ιδιαίτερο αυτό συμβάν’, η απάντηση είναι ότι « οι φωτιές έπαιξαν το ρόλο τους και εκεί».

Επρόκειτο να έλθουν είκοσι τουριστικές εταιρείες από την Ελλάδα, προκειμένου να προωθήσουν ταξιδιωτικά πακέτα στην Αυστραλία, αλλά οι πυρκαγιές ματαίωσαν το ταξίδι τους.

«Ο χώρος όμως του διήμερου φεστιβάλ, προσφέρεται για προώθηση και ελληνικών προϊόντων, όπως θα είναι, για παράδειγμα τα περίπτερα της εταιρείας «Παλίρροια».

Επίσης τα κρασιά Λαζαρίδη, θα έχουν προέχουσα θέση στο κοκτέιλ του Σαββάτου. Σίγουρα πρόκειται για έναν συνδυασμό του «τερπνόν μετά του ωφελίμου», με μεγάλες δόσεις διασκέδασης».

Ακούω και διερωτάμαι τί θα μπορούσαν να πούνε σήμερα, όλοι οι επικριτές του Φεστιβάλ Αντίποδες, όλα αυτά τα χρόνια.

Όλοι αυτοί που μιλούσαν – και έγραφαν – για την τσίκνα, τα σουβλάκια και τους λουκουμάδες.

Έχουν γίνει τόσα πολλά από την εποχή του Ελληνικού Φεστιβάλ μέχρι σήμερα.

Ποιοτικές εκδηλώσεις, όπως διαγωνισμοί τραγουδιού, όπου είχε καλεστεί ο αείμνηστος Μάνος Χατζηδάκης να είναι μέλος της κριτικής επιτροπής και το βραβείο πήρε ο εικοσάχρονος τότε Γιώργος Γκόγκος με το τραγούδι «Το πουλί» το 1981. Δυο χρόνια αργότερα, η μουσική εκδήλωση με τον Θέμη Μέξη στο Dallas Brooks Hall που έμεινε στην ιστορία των εκλεκτών πολιτιστικών εκδηλώσεων και τόσες άλλες ποιοτικές εκδηλώσεις, όπως εκθέσεις ζωγραφικής, αναβίωση ηθών και εθίμων, που συγκέντρωναν μεγάλο αριθμό ομογενών, με ελάχιστες όμως εξαιρέσεις, άφηναν απέξω το πλατύτερο κοινό της πόλης μας.

Και εδώ είναι που το Φεστιβάλ της Κοινότητας σήμερα κάνει τη διαφορά.

Είναι μια εντυπωσιακή εκδήλωση, όπου η παράδοσή μας είναι στην κεντρική σκηνή – και όχι μόνο – με πάρα πολλές διαμέτρους και πληθώρα παιχτών και θεατών.
Είναι ένα τεράστιο υπαίθριο πάρτυ όπου όλοι είναι ευπρόσδεκτοι.

Υπάρχουν, εκτός από την κεντρική σκηνή, άλλες μικρότερες που ελκύουν επίσης το ενδιαφέρον πολλών.

Το γεγονός ότι η ψυχαγωγία ενδέχεται να έχει πολλές και διαφορετικές αποχρώσεις, ήχους και ανοίγματα, είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα.

Το ενδιαφέρον των νεότερων γενιών είναι ελπιδοφόρο, όσο ποτέ.

Η γραμμή της Ελληνικής Κοινότητας να ελκύει τους νέους, μόνο ως θετική και ελπιδοφόρα για το μέλλον της ομογένειας, μπορεί να θεωρηθεί.

Στην πληθώρα των περιπτέρων, στον ελληνικό δρόμο αυτό το Σαββατοκύριακο, θα υπάρχει και ένα περίπτερο στο οποίο – μέσω της νέας τεχνολογίας – νέος της τρίτης γενιάς θα μας ‘ταξιδεύει’ στους δρόμους της Αρχαίας Αθήνας!

Η ιδέα αυτή είναι σίγουρο ότι θα εμπνεύσει κι’ άλλους, θα ενθουσιάσει μικρούς και μεγάλους, θα κάνει ίσως νέα ανοίγματα που δεν μπορούσαν καν να φανταστούν οι επικριτές της τσίκνας και των λουκουμάδων που.. σε τελευταία ανάλυση γιατί να εκτοπιστούν;

Kαλή διασκέδαση με σουβλάκι ή μη!