Φέτος η Μεγάλη Εβδομάδα, και η ημέρα του Ορθόδοξου Πάσχα, με άλλα λόγια η μεγαλύτερη εορτή της Χριστιανοσύνης, θα εορτασθεί στις εκκλησίες κεκλεισμένων των θυρών, λόγω της πανδημίας του κορονοϊού που συνεχίζει να πλήττει την ανθρωπότητα, και των μέτρων που έχει θεσπίσει η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση της Αυστραλίας για την αντιμετώπιση του κορονοϊού.

Ενόψει αυτής της εξέλιξης, σκέφθηκα να αναφερθώ σε κάποια ποιήματα με θέμα το Πάσχα, δεδομένου ότι η σταύρωση του Ιησού Χριστού, ο θρήνος της Θεομήτορος, και η Ανάσταση, ενέπνευσαν πολλούς Έλληνες λογοτέχνες.

Κώστας Βάρναλης

Οι πόνοι της Παναγιάς

Πού να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;
Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποια κορφή ερημική;
Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις.
Ξέρω πως θά ‘χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,
που με τα βρόχια της οργής ταχιά θε να σπαράξεις.
Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,
να σκύβω την ανάσα σου ν’ ακώ, πουλάκι μου ζεστό,
να σου ετοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι,
κι ύστερα απ’ το παράθυρο με καρδιοχτύπι να κοιτώ
που θα πηγαίνεις στο σκολιό με πλάκα και κοντύλι…
Κι αν κάποτε τα φρένα σου μ’ αλήθεια, φως της αστραπής,
χτυπήσει ο Κύρης τ’ ουρανού, παιδάκι μου να μη την πεις.
Θεριά οι ανθρώποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν.
Δεν ειν’ αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν!

Διονύσιος Σολωμός

Η ημέρα της Λαμπρής

«Καθαρότατον ήλιο επρομηνούσε
της αυγής το δροσάτο ύστερο αστέρι,
σύγνεφο, καταχνιά, δεν απερνούσε
τ’ ουρανού σε κανένα από τα μέρη
και από κει κινημένο αργοφυσούσε
τόσο γλυκό στο πρόσωπο τ’ αέρι,
που λες και λέει μες στης καρδιάς τα φύλλα:
Γλυκιά η ζωή και ο θάνατος μαυρίλα.
Χριστός Ανέστη! Νέοι, γέροι και κόρες,
όλοι, μικροί – μεγάλοι, ετοιμαστείτε
μέσα στις εκκλησιές τις δαφνοφόρες
με το φως της χαράς συμμαζωχτείτε
ανοίξετε αγκαλιές ειρηνοφόρες
ομπροστά στους Αγίους και φιληθείτε!
Φιληθείτε γλυκά, χείλη με χείλη,
πέστε Χριστός Ανέστη, εχθροί και φίλοι!
Δάφνες εις κάθε πλάκα έχουν οι τάφοι,
και βρέφη ωραία στην αγκαλιά οι μανάδες
γλυκόφωνα, κοιτώντας τες ζωγραφι-
σμένες εικόνες, ψάλλουνε οι ψαλτάδες
λάμπει το ασήμι, λάμπει το χρυσάφι
από το φως που χύνουνε οι λαμπάδες
κάθε πρόσωπο λάμπει απ’ τ’ αγιοκέρι,
όπου κρατούνε οι Χριστιανοί στο χέρι».

Μήτσος Κατσίνης

Χριστός Ανέστη

Φως αναστάσιμο χρυσό κι ο κόσμος λάμπει,
ο σταυρωμένος σήμερα ξανάζησε Χριστός,
ευώδιασε ο άνεμος, σκορπίστηκαν τα θάμπη,
και τραγουδάει τη λύτρωση της Γης κάθε πιστός.
Αναστημένες οι ψυχές, αγάπη, καλοσύνη,
άρχοντες, σκλάβοι, ορφανά, χιλιάδες οι φτωχοί,
τη στράτα τα μεσάνυχτα θα πάρουν μ’ ευφροσύνη,
ίδια να πουν, καλόδεχτη, τ’ ανθρώπου μιαν ευχή:
Χριστός Ανέστη αδελφοί! Παντού ας πάψει ο θρήνος,
δώστε τα χέρια, φίλημα, σαν νά ‘μαστε παιδιά,
τα πάθη συντριφτήκανε, τα γκρέμισε Εκείνος,
στον ήλιο τώρα διάπλατα ν’ ανοίξει κι η καρδιά.
Χριστός Ανέστη αδελφοί! Τα μίση να σβηστούνε,
χέρι με χέρι να πιαστούν ο πόνος κι η χαρά,
φίλοι κι εχθροί αχώριστοι σ’ ένα χορό να μπούνε,
να πάψει κάθε δάκρυ μας, να φύγει η συμφορά.
Χριστός Ανέστη αδελφοί! Στην άγια τούτη ώρα
καρπός ο Μέγας λόγος Του κι εμείς οι μαθητές,
τη διδαχή Του υψώνουμε λαμπάδα ειρηνοφόρα,
κι οδεύουμε να φτάσουμε σ’ αυτήν προσκυνητές.

Στέλιος Σπεράντσας

Ανάσταση

Η Ανάσταση. Και γέμισε χαρά,
λουλούδισε η ψυχή μου σαν το κρίνο.
Κι ανοίγω της λαχτάρας τα φτερά,
ψηλά μες στης αυγής τα φωτερά
γαλάζιο ένα άστρο φως κι εγώ να γίνω.
Ανάσταση. Τα σήμαντρα χτυπούν.
Κι όλα τα δένδρα ανθίζουν πέρα ως πέρα.
Στον κόσμο αυτόν ας μάθουν ν᾿ αγαπούν
όσοι το μίσος έσπειραν κι ας πουν
«Χριστός Ανέστη ετούτη την ημέρα».

Δημήτρης Σιατόπουλος

Ο Επιτάφιος

Στης ανοιξιάτικης βραδιάς, Χριστέ, το θάμα,
που μυστικά σε υμνούν ψυχές και κλώνοι,
το τραγικό σου πάθος μας κυκλώνει,
θάνατος και ζωή στο Ξύλο αντάμα.
Χωρίς καμιά επιτύμβια δόξα, η άγια κλίνη.
Μόνο κοντάρια και σπαθιά στον ώμο.
Κατάρα στον ανθρώπινο τον νόμο,
που την αγάπη σ’ έναν τάφο κλείνει.
Αίμα ιερό, που απ’ τα καρφιά σταλάζεις
αιώνες στην ανθρώπινη την κλήρα,
και πότε γίνεσαι σπαθί και πότε λύρα,
πώς τον κακό μας νου δεν τον αλλάζεις;
Το βογγητό να πάψει από τη γη μας,
και σε γιαλούς, στεριές ειρηνοφόρες,
τραγούδια της δουλειάς να γίνουν οι ώρες,
κι ένα «αγαπάτε αλλήλους» η κραυγή μας.