Την 1η Φεβρουαρίου 2020 ανακοινώθηκε ότι «εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας για τον νέο κορωνοϊό ορίζεται ο καθηγητής Παθολογίας-Λοιμωξιολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ (Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών) και επιστημονικός συνεργάτης του ΕΟΔΥ Σωτήρης Τσιόδρας».

Τότε ελάχιστοι Έλληνες θα τον αναγνώριζαν εάν τον έβλεπαν π.χ. στον διάδρομο κάποιου νοσοκομείου. Και η φυσιογνωμία του θα παρέμενε άγνωστη ευρύτερα για μερικές εβδομάδες ακόμη. Όμως, η ανωνυμία τελείωσε οριστικά για τον ίδιο στις 26 Φεβρουαρίου, όταν και άρχισε να ενημερώνει μέσω τηλεόρασης τον ελληνικό λαό για την εξέλιξη της επιδημίας του Covid-19, αμέσως μετά την καταγραφή του πρώτου κρούσματος στη χώρα.

Θα χρειαζόταν σχετικά ελάχιστος χρόνος, μόλις λίγο περισσότερο από 40 ημέρες, έως ότου η Ελλάδα θα αναδείκνυε σε δημοφιλέστερο δημόσιο πρόσωπο της χώρας αυτό τον συνεσταλμένο, χαμηλόφωνο 55χρονο καθηγητή της Ιατρικής.

Και έτσι μάθαμε και εμείς-και το έμαθε όλος ο κόσμος- ότι ο Σωτήρης Τσιόδρας γεννήθηκε στο Σίδνεϊ, όπως αναφέραμε και σε προηγούμενο δημοσίευμα του «Νέου Κόσμου».

Κάποιοι στην Ελλάδα περιγέλασαν την αγάπη του για τον εκκλησιασμό και την ψαλτική. Η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, είναι οικογενειακή παράδοση: ο κ. Τσιόδρας προέρχεται από οικογένεια ψαλτών.

Όπως μάθαμε οι γονείς του, αμφότεροι μετανάστες από την Πελοπόννησο στην Αυστραλία τη δεκαετία του 1960, γνωρίστηκαν μέσα σε εκκλησία στην ελληνική παροικία του Σίδνεϊ.

Μάλιστα, ο πατέρας του ήταν ψάλτης σε ελληνική εκκλησία του Σίδνεϊ και η μητέρα το στην εκκλησιαστική χορωδία.

Ψάλτες είναι επίσης και οι δύο αδελφοί του καθηγητή.

Πέραν της χριστιανικής ευλάβειας, η οποία και αυτή είναι ίδιον της οικογένειας Τσιόδρα, ο καθηγητής έχει κάνει σπουδές Βυζαντινής Υμνωδίας παράλληλα με την Ιατρική. Λέγεται, μάλιστα, ότι προς την ίδια κατεύθυνση έχει ωθήσει και τα παιδιά του, το μεγαλύτερο εκ των οποίων, ο πρωτότοκος γιος του, επί του παρόντος εκπληρώνει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις και προαλείφεται για καριέρα ανάλογη του πατρός του ύστερα από τις σπουδές Ιατρικής στις ΗΠΑ.

Το μικρότερο τέκνο είναι ένα κορίτσι 7 χρόνων. Από ό,τι φαίνεται, όμως, ο σαρκασμός για την ψαλτική ήταν το ευαίσθητο σημείο του καθηγητή, εξ ου και ενέδωσε στον πειρασμό να ανοίξει διάλογο με ένα τρολ του Twitter, κρυπτόμενο υπό το ψευδώνυμο «To_pouli_tou_Rouli». Το τρολ έγραψε «αύριο σε ποια εκκλησία θα ψαλλετε;

Να μην γυρίζουν όλες τις εκκλησίες οι πιστοί και γίνονται ουρές παντού» σαρκάζοντας την επίσκεψη του κ. Τσιόδρα, στις 22 Μαρτίου, στον ναό της Αναστάσεως στα Σπάτα, όπου και συμμετείχε ως ψάλτης στη δέηση. Η δική του εκδοχή ήταν «με ειδική άδεια και 1 άτομο σε 1000 τετ. μέτρα – αυτός είναι ο ρατσισμός για τον οποίο μιλάω κι εσείς αγαπητέ φίλε δεν καταλαβαίνετε».

Η σοβαρότητα, η ολοκληρωμένη γνώση του αντικειμένου, μαζί με την ψυχραιμία και τη μετριοφροσύνη του, έπεισαν αμέσως τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, ότι αυτός ήταν ο κατ’ εξοχήν κατάλληλος για τη θέση του επιτελάρχη στην εκστρατεία κατά του COVID-19.

Στις 15 Απριλίου ο ALPHA παρουσίασε στο βραδινό δελτίο ειδήσεων τα ευρήματα της τελευταίας πανελλαδικής δημοσκόπησης που διεξήγαγε η εταιρεία Marc. Η αποδοχή του Σωτήρη Τσιόδρα είναι σχεδόν καθολική.

Σε συντριπτικό ποσοστό 94,6% (81,6% θετικές γνώμες και 13,6% μάλλον θετικές) οι ερωτηθέντες δήλωσαν ότι έχουν θετική άποψη γι’ αυτόν. Δηλαδή, για τον άνθρωπο ο οποίος εμφανίζεται στις τηλεοπτικές οθόνες κάθε απόγευμα στις 6, με ακρίβεια και συνέπεια σαν να έδινε φάρμακο σε ασθενή, για να μεταδώσει τα τελευταία νέα από το μέτωπο της πανδημίας στην Ελλάδα και τον κόσμο. Και επίσης για να μοιραστεί «με τους συμπολίτες μας», όπως συνηθίζει να λέει, κάθε είδους πληροφορία η οποία μπορεί να αποδειχτεί χρήσιμη στον κοινό αγώνα ενάντια σε μια θανάσιμα επικίνδυνη νόσο.

Πολύ συχνά, δε, δεν διστάζει να μοιραστεί τις προσωπικές του σκέψεις, με έναν τρόπο εντελώς ιδιαίτερο, μετρημένο, βαθιά ανθρώπινο και αναπόφευκτα συγκινητικό.
Κάθε μέρα, στις 6 το απόγευμα, όλοι οι Έλληνες δίνουν ραντεβού μαζί του μπροστά στις οθόνες τους.

Θα πρέπει να ψάξει κανείς εξονυχιστικά στη σύγχρονη ελληνική ιστορία για να εντοπίσει κάποια περίπτωση παρόμοια με αυτήν του κ. Τσιόδρα. Η εμπιστοσύνη που δείχνει στο πρόσωπό του σχεδόν σύσσωμος ο ελληνικός λαός και εν μέσω της χειρότερης υγειονομικής κρίσης που έπληξε ποτέ τη χώρα, πιθανότατα δεν έχει κανένα προηγούμενο.

Αυτό μαρτυρά, άλλωστε, το 94,6% της σφυγμομέτρησης. Η ίδια δημοσκόπηση, ωστόσο, αποκαλύπτει και άλλες, λίαν ενδιαφέρουσες, πτυχές του «φαινομένου Τσιόδρα». Όπως π.χ. ότι, προκειμένου να τον ακούσουν, οι Έλληνες άλλαξαν τις τηλεοπτικές τους συνήθειες. Σύμφωνα με την έρευνα της Marc, το 66,7% παρακολουθεί ανελλιπώς τις συνεντεύξεις Τύπου, εκτινάσσοντας την τηλεθέαση της ΕΡΤ στην έως πριν από λίγο καιρό κλινικά νεκρή απογευματινή της ζώνη.

Από πολιτική σκοπιά, συνεκτιμώντας τον παράγοντα της κομματικής προτίμησης βάσει της ψήφου των ερωτώμενων στις βουλευτικές εκλογές του Ιουλίου 2019, η έρευνα της Marc δείχνει ότι το 97,8% όσων ψήφισαν Νέα Δημοκρατία τάσσεται υπέρ του καθηγητή. Το ίδιο και το 97,4% των ψηφοφόρων του ΚΙΝ.ΑΛ., το 96,4% του ΚΚΕ, το 81,8% του ΜέΡΑ25 κ.λπ. Ίσως, όμως, το πιο αξιοσημείωτο σε αυτή την κατηγοριοποίηση είναι το πλήθος των υποστηρικτών του μεταξύ των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ: 93,8%.

O σεμνός καθηγητής. Φώτο: Eurokinissi

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΥΛΑΒΕΙΑ

Ένας γιατρός και δη καθηγητής πανεπιστημίου με διεθνείς περγαμηνές, ο οποίος μιλά για αγάπη, αλληλεγγύη και ίσα δικαιώματα πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας για όλους, μοιάζει κάπως παράταιρος με τον κυρίαρχο κυνισμό.

Σαν απομεινάρι μιας άλλης εποχής, μιας άλλης ευγένειας, όπως αποδεικνύει με τις καθημερινές του παραινέσεις και συμβουλές εκτός κειμένου, ο κ. Τσιόδρας επιμένει να νοιάζεται για τους ηλικιωμένους, για τις οικογένειες που μένουν έγκλειστες και μπορούν να διολισθήσουν στην ένταση και τη βία, για τους μετανάστες και τους Ρομά, για κάθε ευάλωτη και ευπαθή ομάδα, νοιάζεται ακόμη και για τη μειονότητα των ανεύθυνων που αγνοούν τις οδηγίες του και π.χ. ταξιδεύουν για τη γιορτή του Πάσχα, παρά τις απαγορεύσεις.

Τον «κυρ-Σωτήρη», τον δικό τους άνθρωπο ζητούν οι Ρομά στο Αττικόν. Δικό τους άνθρωπο τον θεώρησαν και οι κάτοικοι της Νέας Σμύρνης της Λάρισας, σπεύδοντας, μάλιστα, οι ίδιοι να εξουδετερώσουν κάποιες θερμόαιμες αντιδράσεις.

Ακόμη και σε αυτούς εξηγεί υπομονετικά πώς θα πρέπει να κινηθούν, πώς να πλησιάσουν τυχόν ηλικιωμένους συγγενείς τους. Και δεν έχει κανένα πρόβλημα να μιλήσει στη γλώσσα που όλοι καταλαβαίνουν, ασχέτως εάν πριν από μερικά δευτερόλεπτα αναφερόταν σε αλγορίθμους και μαθηματικά μοντέλα, καμπύλες εξέλιξης της επιδημίας και δείκτες διασποράς του ιού:

«Δεν μπορείς να πεις ότι “εγώ έχω τον πατέρα μου, ο οποίος είναι μόνος του και θέλω να πάω να τον δω”. Είναι καλύτερα να πας να του αφήσεις το φαγάκι και να φύγεις, παρά να πας και να κάτσεις μαζί του, μη γνωρίζοντας ότι είσαι φορέας του ιού και να του τον μεταδώσεις. Το “ωχ αδερφέ” και το “δεν βαριέσαι” δεν είναι γι’ αυτή την περίοδο. Ας το αφήσουμε λίγο. Ας το μειώσουμε ακόμα περισσότερο, ώστε να μπορούμε μετά να ξελασκάρουμε την κατάσταση. Ο ιός δεν κάνει διακρίσεις, το έχουμε πει. Είναι ένα πράγμα αόρατο. Αλλά δεν πρέπει να του δώσουμε αυτή την ευκαιρία αυτή τη στιγμή. Είμαστε σε καλό σημείο. Μη χαλάσουμε την εικόνα. Αυτήν την αίσθηση έχω και τα λέω απλά».

ΚΑΘΕ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΣΤΙΣ 6

Όπως λένε άτομα που τον συναναστρέφονται καθημερινά και που δυσκολεύονται να εντοπίσουν κάτι μεμπτό στον χαρακτήρα και τη συμπεριφορά του, ο κ. Τσιόδρας επιμένει, σχεδόν προκλητικά, κόντρα στο πνεύμα των καιρών, να συμπεριφέρεται ως αντι-ήρωας, καθώς ενσαρκώνει το προ πολλού εγκαταλειμμένο, το ελάχιστα ελκυστικό, το «ντεμοντέ» σύνδρομο του Καλού Σαμαρείτη.

Παρ’ όλα αυτά, όπως συμβαίνει συχνά σε σχέσεις οι οποίες γεννιούνται υπό ανώμαλες ή και τραγικές συνθήκες, ο πολύ στενός και ξεχωριστός δεσμός που έχει δημιουργηθεί ανάμεσα στους Έλληνες και τον ίδιο εμπεριέχει εκ φύσεως μια αντίφαση: όσο περισσότερο τον εκτιμούν, τόσο περισσότερο ανυπομονούν για τη στιγμή που δεν θα τον βλέπουν πια στην οθόνη της τηλεόρασής τους.

Αυτό, βέβαια, δεν είναι παράδοξο, είναι απλώς κομμάτι της νομοτέλειας. Και ουδόλως πτοεί τον ίδιο τον καθηγητή, ο οποίος συνεχίζει και για όσο θα είναι απαραίτητο, να μπαίνει στα σπίτια των Ελλήνων κάθε απόγευμα στις 6, ως γιατρός που επισκέπτεται ασθενείς, ως δάσκαλος που συναντά τους φοιτητές του, αλλά και ως στενός συγγενής.

Είναι πραγματικά παράξενος, εφόσον είναι και ελάχιστα συνηθισμένος ο τρόπος με τον οποίο ο καθηγητής απευθύνεται στον λαό, αναμειγνύοντας όλες του τις ιδιότητες σχεδόν σε κάθε του φράση. Διότι πολύ σπάνια θα μπορούσε ένας γιατρός -και δη με τις δικές του λαμπρές περγαμηνές και τη δική του επιστημονική κατάρτιση- να χρησιμοποιεί φράσεις όπως «δεν μπορώ ούτε θα μπορέσω να συνηθίσω, όπως και όλοι μας, τους θανάτους αυτής της πανδημίας. Είναι η τεράστια απώλεια των αγαπημένων μας, είναι η πληγή στην καρδιά μας».

Είναι εύκολο για έναν γιατρό να οχυρώνεται πίσω από την ψυχρή επιστημονική ορολογία, να απαριθμεί θύματα σαν να μην αφορούσαν ανθρώπινα όντα και σε αμέτρητες μικρές τραγωδίες, να απευθύνει αυστηρές οδηγίες που πρέπει να τηρηθούν απαρέγκλιτα. Και είναι δύσκολο, αλλά αφάνταστα πιο γενναίο και ανθρώπινο, όταν ένας επιστήμονας συμμερίζεται την οδύνη και τον θρήνο, επιτρέποντας στον εαυτό του να δείξει ειλικρινή συμπόνια.

ΠΙΣΤΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Έχει μεγάλο ενδιαφέρον να αναλύσει κανείς σημειολογικά τη δημόσια παρουσία του κ. Τσιόδρα. Το πώς η αποφασιστικότητα και η πεποίθηση ότι η κρίση θα ξεπεραστεί με τη συνεργασία και την πίστη στην επιστήμη, συνδυάζονται κάθε στιγμή με τις ανεπαίσθητες αλλαγές στις εκφράσεις του προσώπου του, με τη συνεσταλμένη στάση του σώματός του, με το λεξιλόγιο και το ύφος του, με το βλέμμα του.

Αυτό το τελευταίο προδίδει μια γνήσια και διαρκή ανησυχία για το εάν γίνεται κατανοητός, κυρίως, όμως, για το εάν θα εφαρμοστούν αυτά που συστήνει. Σε έναν κόσμο αποσυντονισμένο, ξεχαρβαλωμένο εξαιτίας της πανδημίας και του διάχυτου τρόμου, ανάμεσα σε ανθρώπους που πασχίζουν να αποβάλλουν συνήθειες αιώνων, όπως το να μάθουν να χαιρετιούνται ακουμπώντας τους πήχεις των χεριών τους εφόσον η χειραψία ισοδυναμεί περίπου με έγκλημα, ο κ. Τσιόδρας καθιερώνει τα δικά του σινιάλα: υψωμένο δεξί χέρι με το σήμα της νίκης, σκυμμένο κεφάλι και χαμηλωμένο βλέμμα.

Παρά την αντίφαση των συμβολισμών, το μήνυμά του είναι ξεκάθαρο: «Θα νικήσουμε την αρρώστια – αλλά θα πρέπει να είμαστε σεμνοί και προσεκτικοί. Να μη βιαστούμε να πανηγυρίσουμε, γιατί ο ιός θα μας εκδικηθεί».

*Πηγή: «Πρώτο Θέμα».