Είναι γενικά αποδεκτό ότι η Αυστραλία αντιμετωπίζει έναν άνευ προηγουμένου θανατηφόρο ιό που επηρεάζει τόσο σοβαρά τις ζωές και τις οικονομίες των ανθρώπων.

Αν και πρέπει να είμαστε ευγνώμονες για τα μέτρα που ελήφθησαν με στόχο τη διάσωση ζωών και την ελαχιστοποίηση των οικονομικών βαρών, με την εξίσου άνευ προηγουμένου θετική ανταπόκριση της πλειοψηφίας του πληθυσμού, ο κίνδυνος επανεμφάνισης της πανδημία απέχει πολύ από το να παρέλθει και εξακολουθεί να είναι ορατός τόσο στην Αυστραλία όσο και στον υπόλοιπο κόσμο. Η επιστροφή στη λεγόμενη «κανονικότητα» πρέπει να καθορίζεται από τους ειδικούς στον τομέα της Υγείας και όχι από τις επιταγές των ταγών των οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων.

Υπάρχουν πολλά περισσότερα πράγματα που πρέπει να κάνουμε τώρα ώστε να διασφαλίσουμε ότι η υγειονομική περίθαλψη και τα διάφορα επιδόματα και οι έξτρα πληρωμές, δεν θα αφήνουν κανέναν αβοήθητο καθώς και το ότι η μετά τον ιό οικονομία θα λειτουργεί το ίδιο για όλους τους ανθρώπους. Και ακόμα το ότι τα δημοκρατικά, συνδικαλιστικά και εργατικά δικαιώματα δεν πρέπει να υπομονευθούν περαιτέρω και, ως εκ τούτου, η προτεινόμενη προς τούτο νομοθεσία πρέπει να εγκαταλειφθεί.

Το δημόσιο σύστημα υγείας που αναβαθμίστηκε για να αντιμετωπίσει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης εξαιτίας της πανδημίας, υποχρηματοδοτείται, δεν διαθέτει όλες τις υλικές προϋποθέσεις και δεν είναι επαρκώς στελεχωμένο και, ακόμη και στις καλύτερες στιγμές του, πρέπει να λάβει την υποστήριξη που χρειάζεται για να επιτελέσει κάτι καλύτερο τώρα και στο μέλλον.

Τα γηροκομεία, ως επί το πλείστον ιδιωτικά –και γι’ αυτό πρόσφορα και ευάλωτα στην εξάπλωση του ιού και τα οποία βρέθηκε, μετά από ενδελεχή έρευνα εξεταστικής επιτροπής πέρυσι, ότι αμελούσαν συστηματικά τη φροντίδα των ηλικιωμένων- θα πρέπει να υπόκεινται σε αυστηρή παρακολούθηση για το αν συμμορφώνονται με την πολιτική υγείας, αλλιώς να κλείσουν εάν είναι ανίκανα να το πράξουν.

Επίσης, πρέπει να ληφθούν αυστηρά μέτρα υγείας και ασφάλειας για άτομα που ζουν σε περιβάλλον όπου επικρατεί μεγάλη συμφόρηση, όπως διαμερίσματα σε συγκροτήματα κρατικής στέγης (housing commission), διαμερίσματα-«τρύπες» σε κόμπλεξ πολυκατοικιών, κέντρα κράτησης μεταναστών και προσφύγων, φυλακές και εστίες αστέγων, καθώς και περιοχές όπου κατοικούν αυτόχθονες.

Η στήριξη στο εισόδημα ύψους 130 δισεκατομμυρίων δολαρίων που ανακοινώθηκε και πρέπει να καταβληθεί από τον δημόσιο κορβανά, πρέπει να καλύψει δύο εκατομμύρια περιστασιακά εργαζομένους και τους εργαζόμενους με βίζα, οι οποίοι έχουν έως τώρα μείνει στα… κρύα του λουτρού. Το ότι οι πολιτειακοί πρωθυπουργοί συμβουλεύουν τους κατόχους βίζας να φτιάξουν τις βαλίτσες τους και να επιστρέψουν στις χώρες τους, είναι άδικο, απάνθρωπο και σίγουρα, υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν είναι πρακτικό.

Υπάρχουν, επίσης, 3 εκατομμύρια άνθρωποι -κυρίως ηλικιωμένοι και μετανάστες- που δεν έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρονικές (on line) πληρωμές και γίνονται θύματα της γραφειοκρατικής επικοινωνίας εξ αποστάσεως. Τα κατά τόπους γραφεία του Centrelink πρέπει να παρέχουν αποτελεσματική πρόσωπο με πρόσωπο και πολυγλωσσική και επιτόπια εξυπηρέτηση. Εάν είναι απαραίτητο να υπάρχουν τρόποι επικοινωνίας με κωφούς στις καθημερινές αναφορές των μέσων ενημέρωσης της κυβέρνησης και των υγειονομικών υπηρεσιών, όπως βλέπουμε, γιατί να μην υφίσταται και κάτι ανάλογο για εκατομμύρια Αυστραλούς των οποίων η Αγγλική δεν είναι η πρώτη γλώσσα; Θα πρέπει να ζητηθεί η γνώμη των εκπροσώπων των εθνοτικών μειονοτήτων και να ληφθούν υπόψη οι καλύτεροι τρόποι επίτευξής τους.

Τα $750 εφάπαξ πληρωμή στους συνταξιούχους είναι προφανώς ανεπαρκή. Δεν αντισταθμίζουν το πραγματικό κόστος ζωής, απλώς και μόνο το ηλεκτρικό ρεύμα κατά την περίοδο του lockdown και την περίοδο του χειμώνα. Οι συντάξεις για όλους τους παραλήπτες του Centerlink θα πρέπει να αυξηθούν κατά $100 την εβδομάδα και οι μειώσεις για ηλεκτρισμό, φυσικό αέριο, νερό κ.λπ. – οι οποίες ήταν στατικές στο 17% εδώ και δεκαετίες, να αυξηθούν στο 20%.

Με την ανεργία που αναμένεται να ανέλθει σε διπλάσια ποσοστά φέτος, η ανάγκη για επενδύσεις σε κοινωνικά και χρήσιμα έργα υποδομής είναι πιο σημαντική και επείγουσα από ποτέ, για ασφαλείς και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας και έξυπνη χρήση των πλούσιων πόρων της Αυστραλίας. Οι πληρωμές για το επίδομα ανεργίας δεν πρέπει ποτέ να επιστρέψουν στα $40 την ημέρα.

Δεν μπορούμε να αφήσουμε τον «προγραμματισμό για την «μετά τον ιό περίοδο» στις μεγάλες επιχειρήσεις και την κυβέρνησή τους, γιατί πρέπει η εργατική τάξη, οι συνταξιούχοι και οι άνεργοι να αναλάβουν οι ίδιοι την τύχη τους. Η θαυμάσια επίκληση του «είμαστε όλοι στο ίδιο σκάφος» κρύβει στην ουσία το γεγονός ότι το σκάφος έχει επιβάτες πρώτης, δεύτερης και τρίτης κατηγορίας και ότι ο καπετάνιος είναι ο ίδιος που το έφερε σε αυτό το καταστροφικό τέλος, λίγο πριν από την έκρηξη του ιού.

Ως άτομα ή εκπρόσωποι οργανώσεων της εργατικής τάξης και των ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων, πρέπει να υποστηρίξουμε με λόγια και μαζικές ενέργειες ότι το χρέος ανάκαμψης της οικονομίας ύψους άνω των $200 δισεκατομμυρίων προέρχεται από τις προτεινόμενες φορολογικές περικοπές ύψους $135 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τους πλούσιους, τα δισεκατομμύρια δολάρια στους πολύ καλά αμειβόμενους συνταξιούχους και άλλους, τους κερδοσκόπους επενδυτές και τις «ιερές αγελάδες» της πολεμικής βιομηχανίας.

Η Αυστραλία δεν συμμετείχε ποτέ τόσο πολύ στις υποθέσεις άλλων χωρών, διαδίδοντας το θάνατο και τη δυστυχία, κάνοντας εχθρούς, αντί να είναι υπέρμαχος της ειρήνης και της φιλίας.

Η «νέα» οικονομία πρέπει να λειτουργεί για τους ανθρώπους, αυτό είναι το ιστορικό καθήκον της εποχής μας, και μόνο οι άνθρωποι, από όλες τις εθνικές προελεύσεις, δρώντας ενωμένα σαν μια δύναμη, μέσω του οργανωμένου εργατικού κινήματος και άλλων κοινωνικών οργανώσεων, μπορούν να διασφαλίσουν την υλοποίηση αυτού του καθήκοντος.

*Ο Γιώργος Ζάγκαλης είναι αντιπρόεδρος της Fair Go For Pensioners Coalition (Βικτώρια) και πρώην πρόεδρος του Public Transport Union (Βικτώρια).