Την Παρασκευή ο πρωθυπουργός Scott Morrison, αναμένεται να ανακοινώσει τη χαλάρωση κάποιων αυστηρών μέτρων που είχαν τεθεί σε ισχύ τις τελευταίες εβδομάδες προκειμένου να περιοριστεί η διασπορά του κορονοϊού.

Όπως, αποδείχτηκε τα μέτρα λειτούργησαν, καθώς σε ολόκληρη την Αυστραλία τα κρούσματα έχουν μειωθεί αισθητά, επιτρέποντας κάποια βήματα προς την έξοδο από το πάγωμα των δραστηριοτήτων, το οποίο επήλθε αναγκαστικά λόγω των μέτρων, πλήττοντας την οικονομία της χώρας.

Ωστόσο, στη Βικτώρια η εικόνα δεν είναι τόσο αισιόδοξη όσο στις υπόλοιπες Πολιτείες, λόγω κυρίως της νέας εστίας του ιού που εντοπίστηκε στη μονάδα επεξεργασίας κρεάτων Cedar Meats στη Μελβούρνη και κρατά τον αριθμό των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων σε υψηλότερα σε σχέση με τις άλλες Πολιτείες και Περιοχές επίπεδα.

Τα κρούσματα από τη συγκεκριμένη μονάδα ανήλθαν στα 49 ενώ χθες αναφέρθηκαν και άλλα 17 νέα κρούσματα στην πολιτεία.

Ο φόβος που συνδέεται με το ενδεχόμενο ύπαρξης και άλλων τέτοιων «κρυφών» εστιών, όπως αυτό στο Cedar Meats ίσως είναι και ο λόγος που, σύμφωνα με τα αποτελέσματα πρόσφατης σχετικής έρευνας, οι Αυστραλοί αντιμετωπίζουν την επικείμενη άρση των περιορισμών με αμφιθυμία.

Κάποιοι αισθάνονται ακόμα κάπως μουδιασμένοι, ενώ άλλοι, ενδεχομένως πιο θαρραλέοι, έχουν ήδη προβεί σε κινήσεις που αποδεικνύουν ότι είναι έτοιμοι για το επόμενο βήμα, επιστρέφοντας στο χώρο εργασίας τους, ανοίγοντας τις επιχειρήσεις τους και κυκλοφορώντας πιο ελεύθερα.

Η ΕΡΕΥΝΑ

Η νέα έρευνα που πραγματοποίησε η Vox Pop Labs, σε συνεργασία με το ABC, σε 2.225 άτομα, διαπίστωσε ότι μόνο ένας στους οκτώ Αυστραλούς θα επέλεγε να παρευρεθεί σε μια μεγάλη εκδήλωση, ακόμη κι αν ήταν ελεύθερος να το κάνει, λιγότεροι από ένας στους πέντε θα έμπαιναν σε αεροπλάνο και μόνο το 40% θα πήγαινε σε μπαρ ή εστιατόριο.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το 41% των Αυστραλών πιστεύει ότι θα χρειαστεί να περάσουν τουλάχιστον 12 μήνες πριν τα πράγματα «επιστρέψουν κάπως στην κανονικότητά τους», ενώ το 22% πιστεύει πως κάτι τέτοιο θα συμβεί σε έξι μήνες.

Τα αποτελέσματα αυτά εγείρουν πολλά ερωτηματικά τόσο για τις κυβερνήσεις που βρίσκονται στη φάση της σταδιακής άρσης των περιορισμών, όσο και για τις επιχειρήσεις που ενδέχεται να είναι σε θέση να ανοίξουν ξανά μέσα σε μια κατάσταση που εξακολουθεί να παραμένει πολύ αβέβαιη.

ΣΤΟΧΟΣ Η ΕΠΑΝΑΚΤΗΣΗ ΤΩΝ ΧΑΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

«Για να επιστρέψουν και πάλι οι Αυστραλοί στις εργασίες τους, θα πρέπει να εξασφαλίσουμε ότι αυτή η επιστροφή γίνεται στο πλαίσιο μιας ασφαλούς οικονομίας.

Προσπαθούμε να βρούμε πώς θα είναι αυτή η ασφαλής οικονομία, ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε προς αυτήν την κατεύθυνση», δήλωσε ο πρωθυπουργός Scott Morrison, αφού είπε ότι η δουλειά του τώρα επικεντρώνεται στο να επιστρέψουν στη δουλειά οι 1 εκατομμύριο Αυστραλοί που έχουν μείνει άνεργοι λόγω του κορονοϊού.

Προτεραιότητα θα δοθεί στον τομέα της φιλοξενίας, όπου εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έχουν παυθεί λόγω των περιοριστικών μέτρων.

ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ Η ΑΜΦΙΘΥΜΙΑ

Η ψυχολόγος Δρ Rachael Murrihy, η οποία είναι επίσης διευθύντρια του μη κερδοσκοπικού οργανισμού «The Kidman Center» στο Σίδνεϊ, λέει ότι η μετάβαση από την απομόνωση στη νέα κατάσταση θα είναι αρκετά δύσκολη για τους περισσότερους ανθρώπους και μπορεί να βιώνουν ανάμεικτα συναισθήματα ακόμη και για τα πιο απλά πράγματα, όπως το να βγουν για φαγητό ή να πάνε σε μια αθλητική εκδήλωση.

«Μπορεί να αισθάνεστε γεμάτοι ελπίδα και ενθουσιασμό για το γεγονός ότι η κοινωνική απομόνωση και οι περιορισμοί χαλαρώνουν ενώ ταυτόχρονα να αισθάνεστε φόβο και ανησυχία και αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό» λέει η ειδικός και συμπληρώνει ότι είναι δύσκολο να προβλεφθεί η τυχόν επίδραση της κατάστασης αυτής στην αυτοπεποίθηση των ανθρώπων σε βάθος χρόνου.

«Γνωρίζουμε από μια μεγάλη ανασκόπηση που δημοσιεύτηκε στο αξιόπιστο επιστημονικό περιοδικό The Lancet ότι όσο περισσότερο διαρκεί η περίοδος της καραντίνας και της κοινωνικής απομόνωσης, τόσο μεγαλύτερες είναι οι επιπτώσεις για τους ανθρώπους» λέει.

«Αυτός είναι ο λόγος που αποκαλούν τον κορονοϊό «το μεγάλο ψυχολογικό πείραμα» γιατί στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε ποια θα είναι τα αποτελέσματα, αν και παρατηρούμε ήδη μια ανησυχητική αύξηση των προβλημάτων που σχετίζονται με την ψυχική υγεία στον πληθυσμό» καταλήγει η επιστήμονας.