Ένα email που έφτασε στο «Νέο Κόσμο» μας συγκλόνισε.
Το δημοσιεύουμε ως έχει αφαιρώντας μόνο τα ονόματα.
Το email-κραυγή απελπισίας ανέφερε:
«Είμαι Ελληνίδα ζω και εργάζομαι στην Ελλάδα. Έχω ένα μεγάλο πρόβλημα στη Μελβούρνη. Ο πατέρας μου 77 ετών ζει εκεί τα τελευταία 7ετη με τη σύζυγο του που είναι παιδί Ελλήνων μεταναστών.
Ο πατέρας μου, ονομάζεται και νοσηλεύεται στο νοσοκομείο και συγκεκριμένα στην εντατική ICU με Covid-19.
Από την 1η Αυγούστου ήταν σε απλό θάλαμο, οι γιατροί του είπαν πως είναι καλά και σε δύο μέρες περίπου θα πάρει εξιτήριο. Στις 6 Αυγούστου, μας ενημέρωσαν πως διασωληνώθηκε και μέχρι τις 16 Αυγούστου πήγαιναν όλα καλά κατά τα λεγόμενα των γιατρών και των εξετάσεων που μας έλεγαν .Την ίδια μέρα επικοινώνησαν με τη σύζυγό του που, επίσης, νοσηλευόταν σε άλλο νοσοκομείο λόγο Covid-19 και μόλις είχε εξέλθει από την εντατική.
Της ζήτησαν να προχωρήσουν σε τραχειοτομή για να βοηθήσουν τον πνεύμονα να επανέλθει γρήγορα και συμφώνησε.
Στις 19/08 μας ενημέρωσαν ότι θα πεθάνει την Κυριακή 23/8, χωρίς τελικά να γίνει τραχειοτομή. Περίεργο πως γνώριζαν ακριβώς την ημέρα θανάτου… Το Σάββατο 22/8 μας ενημέρωσαν ότι η υγεία του είναι σταθερή και αν θα συνεχίσει για δύο ημέρες θα συνέλθει.
Την Κυριακή 23/8 μας ενημέρωσαν ότι του χορηγούν μορφίνη μαζί με άλλα κατασταλτικά γιατί ήταν ανήσυχος.
Την Δευτέρα 24/8 μας κάλεσαν και μας ανακοίνωσαν πως θα προχωρήσουν σε ευθανασία.
Αρνηθήκαμε, ζητήσαμε να γίνει τραχειοτομή και να χορηγηθεί βιταμίνη C και η απάντηση ήταν ότι δεν του δίνουμε άλλα περιθώρια και πως έχουν κάνει τα πάντα.
Σήμερα 27/8 μας κάλεσαν ξανά μας ανακοίνωσαν ότι δεν θα κάνουν ευθανασία απλά θα κλείσουν την παροχή οξυγόνου για να πεθάνει. Αύριο το πρωί 10 η ώρα (την Παρασκευή) έχουν καλέσει την σύζυγο του να τον αποχαιρετήσει. Παρακαλώ πολύ ζητάμε την βοήθεια σας».
Ο «Νέος Κόσμος» προσπάθησε, χωρίς επιτυχία να βοηθήσει. Ήρθε σε επικοινωνία ακόμα και με ομογενείς γιατρούς που έδειξαν ενδιαφέρον αλλά ήταν αργά.
Την Παρασκευή ο άτυχος συμπάροικος εξέπνευσε.
Όπως μας είπε η σύζυγό τους ο άτυχος άνδρας ήταν 75 ετών. Τα παιδιά του και τα εγγόνια του ζουν στην Ελλάδα.
Η σύζυγός του εργάζεται στον τομέα στήριξης ατόμων με αναπηρία. Εκεί πιστεύει ότι μολύνθηκε από τον κορονοϊό και προφανώς στη συνέχεια και ο σύζυγός τους.
Τους πήγαν σε ξεχωριστά νοσοκομεία, Μπήκε και η ίδια στην εντατική αλλά ο σύζυγός της αν και στην αρχή φαινόταν ότι ήταν καλά, τελικά δεν άντεξε.
Η ίδια είπε στο «Νέο Κόσμο» πως από την στιγμή που μπήκε στο νοσοκομείο ο άτυχος ομογενής ήταν σαν να μην είχε οικογένεια.
«Πιστεύουμε ότι έγιναν λάθη. Ζητήσαμε να τον πάμε σε άλλο νοσοκομείο αλλά μας είπαν ότι ήταν μάταιο. Δεν υπήρξε καμιά ευαισθησία. Τίποτα και αυτό είναι τραγικό. Θέλω να ξέρουν οι ομογενείς πως αν ο δικός τους είναι σε σοβαρή κατάσταση στο νοσοκομείο οι ίδιοι δεν φαίνεται πως έχουν λόγο».
Η ίδια μας πρόσθεσε: «Ήθελα να κάνω τα πάντα για να μείνει στην ζωή. Μου είπαν ότι θα χάσω τον χρόνο και χρήματα».