Δεν είναι η πρώτη φορά όπου ένας ηγέτης κάνει μια κίνηση για να ανατρέψει υπέρ του μια κατάσταση κι αυτή τελικά αποδεικνύεται μπούμερανγκ.
Αυτή είναι η περίπτωση Τραμπ. Εάν είχε περιοριστεί στη ρητορική περί νοθείας που του «έκλεψε» την επανεκλογή και είχε τροφοδοτήσει τους οπαδούς του με ό,τι έχουν πολιτική ανάγκη, δεν θα βρισκόταν στη δεινή κατάσταση που βρίσκεται σήμερα.
Το να σέβεται ένας ηγέτης το μέτρο, να ξέρει πού να σταματήσει, ώστε να μην υπερβεί το όριο όπου η κίνησή του θα γυρίσει μπούμερανγκ είναι η πεμπτουσία της πολιτικής σοφίας. Και από τέτοια ο Τραμπ δεν διαθέτει.
Μπορεί να έδειξε πολιτικό ένστικτο, καβαλώντας το άλογο της κοινωνικής δυσαρέσκειας, έως και οργής, που επικρατεί στη λευκή μικρομεσαία συντηρητική «βαθιά Αμερική», αλλά μέχρις εκεί. Η απομόνωσή του είναι ασφυκτική και το γεγονός ότι ουσιαστικά διώκεται εκ των πραγμάτων απονομιμοποιεί και το κίνημά του.
Εάν το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα δεν τον έχει εγκαταλείψει τελείως είναι όχι επειδή ο απερχόμενος πρόεδρος ασκεί μεγάλη επιρροή, αλλά επειδή ένα κατεξοχήν συστημικό κόμμα έχει κι αυτό βρεθεί στη δίνη, με αποτέλεσμα να απειλείται ο ρόλος του ως πυλώνα του αμερικανικού πολιτικού συστήματος.
Ο Τραμπ, λοιπόν, εγκαταλείπεται όχι μόνο από το κόμμα του, αλλά και από συνεργάτες, από χορηγούς, ακόμα και από δικηγόρους του. Λέγεται ότι ήδη βρίσκεται στην πόρτα και η κόρη του Ιβάνκα, αγαπημένη και συνοδοιπόρος του κατά τη διάρκεια της προεδρικής θητείας του. Η ταπεινωτική κατάληξη δεν είναι, όμως, τα μοναδικά προβλήματά του. Ρωγμές έχει αρχίσει να εμφανίζει και ο επιχειρηματικός του όμιλος, ο οποίος ήταν κατά πολλούς εξαρχής υπερεκτιμημένος.
Ο ίδιος συστηματικά ανέβαζε την αξία των περιουσιακών του στοιχείων, σε μια προσπάθεια να βρεθεί ψηλότερα στην ετήσια λίστα των πλουσιότερων ανθρώπων της Αμερικής.
Η τρέχουσα αξία της περιουσίας του Τραμπ ανέρχεται σε 2,5 δισ. δολάρια. Υπέστη μείωση της τάξης του 30%, συγκριτικά με τα 3,7 δισ. δολάρια που είχε δηλώσει στις προεδρικές εκλογές του 2016.
Τότε είχε δηλώσει: «Κατέθεσα την προσωπική οικονομική δήλωσή μου και είμαι υπερήφανος για το γεγονός ότι είναι μία από τις μεγαλύτερες στην Ιστορία… Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα σ’ έναν επιχειρηματία και στους ανόητους και λάτρεις του μπλα-μπλα πολιτικούς».
ΜΕΓΑΛΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
Τη στιγμή, όμως, που η μία τράπεζα μετά την άλλη ανακοινώνει ότι παύει οποιαδήποτε συνεργασία με εταιρείες συμφερόντων του, στα επόμενα τρία χρόνια ο όμιλος Τραμπ οφείλει να εξυπηρετήσει 14 μεγάλα δάνεια που σχετίζονται με 12 ακίνητα, συμπεριλαμβανομένου και του περίφημου Trump Tower στην 5η Λεωφόρο στο Μανχάταν, του ξενοδοχείου του στην Ουάσινγκτον, θερέτρων, γηπέδων γκολφ και του Trump International Hotel & Tower στο Σικάγο.
Αυτός είναι ο μεγαλύτερος ουρανοξύστης που έχει κατασκευαστεί ποτέ στην πόλη και ένας από τους δέκα ψηλότερους των ΗΠΑ. Τουλάχιστον έξι από αυτά τα δάνεια, ύψους περίπου 479 εκατ. δολαρίων, έχουν εγγυητή τον ίδιο τον Τραμπ.
Ως συνέπεια, θα μπορούσαν να κατασχεθούν τα προσωπικά του και όχι μόνο τα εταιρικά περιουσιακά στοιχεία του. Τα δάνεια αυτά προέρχονται από τη Ladder Capital, μια εξειδικευμένη τράπεζα που ασχολείται αποκλειστικά με κτηματομεσιτικά.
Επιπλέον, υπερχρεωμένος εμφανίζεται ο όμιλός του και στην Deutsche Bank, αλλά και στη Vornado Realty Trust, στην οποία έχει δοθεί ως εγγύηση το 30% της ιδιοκτησίας των πύργων με γραφεία της Vornado.
Αυτά τα χρέη πιθανόν να μην εξυπηρετηθούν, αφού πια η αγορά αντιμετωπίζει τον Τραμπ σαν μολυσματική νόσο και γι’ αυτό αποφεύγει να συνδεθεί μαζί του, πόσο μάλλον να τον διευκολύνει.
Ενδεικτικό παράδειγμα του κλίματος είναι η ανακοίνωση της Deutsche Bank, που σταματάει κάθε νέα συναλλαγή με τον όμιλο Τραμπ.
Πρόκειται για ισχυρό πλήγμα, αν αναλογιστεί κανείς ότι η γιγαντιαία αυτή τράπεζα υπήρξε επί δεκαετίες βασικός χρηματοδότης του, συμβάλλοντας στην ενδυνάμωση των επιχειρήσεών του. Η τράπεζα περιπαικτικά αποκαλούνταν και «ταμείο Τραμπ», ενώ έχει βρεθεί στο στόχαστρο εισαγγελικών ερευνών εξαιτίας των προνομιακών, αλλά και σκιωδών συναλλαγών μαζί του.
Εκτός από τα δικά της οικονομικά προβλήματα και σκάνδαλα, που περιλαμβάνουν τσιμπημένα επιτόκια, ξέπλυμα χρήματος και άλλες δυσάρεστες πρακτικές, οι δεσμοί της με τον Tραμπ την έχουν εμπλέξει σε έρευνες επιτροπών του Κογκρέσου, καθώς και της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, κατά τη διάρκεια των οποίων ζητήθηκε από τη διοίκηση της τράπεζας πρόσβαση στα οικονομικά αρχεία του Τραμπ.
Λέγεται ότι πολύ πριν από τα επεισόδια στο Καπιτώλιο, προτού καν εκλεγεί πρόεδρος, οι πολιτικές φιλοδοξίες του επιχειρηματία ανησυχούσαν την Deutsche Bank, η οποία δεν επιθυμούσε την άνοδό του στον Λευκό Οίκο και επ’ ουδενί την επανεκλογή του, η οποία θα καθιστούσε ευκολότερη για εκείνον την ευνοϊκή αναδιάρθρωση των δανείων του ομίλου του.
Τι θα έκανε η τράπεζα; Θα κυνηγούσε τα περιουσιακά στοιχεία του εν ενεργεία προέδρου των ΗΠΑ;
Η μακροχρόνια και πολισχιδής αυτή σχέση ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1990, όταν η τράπεζα επέλεξε να χρηματοδοτήσει ακίνητα.
Μετά από αρκετές κερδοφόρες συμφωνίες, η Deutsche Bank συνειδητοποίησε τον λόγο για τον οποίο άλλες τράπεζες θεωρούσαν τον Τραμπ προβληματικό πελάτη.
Οταν πιεζόταν να αποπληρώσει, επέλεγε τρόπους υπεκφυγής, ακόμα και την πτώχευση.
Το 2008 αθέτησε την αποπληρωμή δανείου ύψους 640 εκατ. δολαρίων προς την τράπεζα για την κατασκευή του ξενοδοχείου του στο Σικάγο.
Στη συνέχεια υπέβαλε μήνυση, απαιτώντας αποζημίωση δισεκατομμυρίων δολαρίων, κατηγορώντας την Deutsche Bank και άλλους πιστωτές του ότι συνέβαλαν στην τότε οικονομική κρίση, στην οποία απέδωσε και την αδυναμία αποπληρωμής του δανείου.
Η Deutsche Bank είχε απαντήσει με μήνυση, απαιτώντας 40 εκατ. δολάρια, τα οποία υποστήριζε ότι ο Τραμπ είχε προσωπικά εγγυηθεί για την επένδυση.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, σε μια παράξενη εξέλιξη, ο Τραμπ συνεργάστηκε εκ νέου με την Deutsche Bank, εξασφαλίζοντας νέο δάνειο 99 εκατ. δολαρίων. Η νέα χρηματοδότηση προήλθε από διαφορετικό τμήμα της τράπεζας, αλλά βοήθησε στην αποπληρωμή του αρχικού χρέους του.
Το τμήμα της Deutsche Bank, το οποίο ασχολείται αποκλειστικά με πλούσιους πελάτες, συνέχισε να δανείζει στον Τραμπ. Ετσι, του δόθηκαν δύο επιπλέον δάνεια συνολικού ύψους 125 εκατ. δολαρίων, έτσι ώστε να χρηματοδοτήσει την αγορά και την ανακαίνιση του θέρετρου γκολφ Doral στο Μαϊάμι το 2012.
Και τα δύο είναι δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου και λήγουν το 2023. Το 2014, ο Τραμπ πήρε ένα νέο δάνειο από την Deutsche Bank με κυμαινόμενο επιτόκιο για να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη του πολυτελούς ξενοδοχείου του στην Ουάσινγκτον.
Το υπόλοιπο αυτού του χρέους, ύψους 170 εκατ. δολαρίων, λήγει το 2024.
Το ίδιο έτος πρέπει να καταθέσει και 50 εκατ. δολάρια για το ξενοδοχείο και το συγκρότημά του στο Σικάγο.
Ο Τραμπ έχει πάρει επιπλέον δάνεια από τη Ladder Capital, μια χρηματοοικονομική εταιρεία που ειδικεύεται στη δέσμευση εμπορικού χρέους σε τίτλους με υποθήκη.
Εταιρείες όπως η Ladder είναι συχνά δανειστές έσχατης λύσης για εταιρείες που για τον έναν ή τον άλλον λόγο δυσκολεύονται να λάβουν χρήματα από τις παραδοσιακές τράπεζες.
Τέτοιες εταιρείες είναι διατεθειμένες να πάρουν επικίνδυνα ρίσκα επειδή στην ουσία τιτλοποιούν το χρέος και μεταβιβάζουν την ευθύνη γι’ αυτό στους επενδυτές.
Ο Τραμπ έχει δύο δάνεια από την Ladder: ένα 100 εκατ. δολαρίων για το Trump Tower και ένα περίπου 13 εκατ. δολαρίων που συνδέεται με το ξενοδοχείο «Trump Plaza», το οποίο και λήγει τον Σεπτέμβρη του 2022.
Υπό τις παρούσες συνθήκες, δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς ότι ο όμιλος Τραμπ θα επιτύχει αναχρηματοδότηση ή παράταση των δανείων. Παράλληλα, πολλά από τα ξενοδοχεία του μαστίζονται από μεγάλη μείωση εσόδων.
Κι αυτό συνέβη προτού ο τουρισμός πληγεί καίρια από την πανδημία. Η οικονομική αυτή ζημία απέρρεε κυρίως από ένα ρεύμα δυσφορίας έναντι της πολιτικής Τραμπ, το οποίο εκφράστηκε με άτυπο μποϊκοτάζ των επιχειρήσεών του.
Παρ’ ότι ο Έρικ Τραμπ είχε υποστηρίξει ότι το θέρετρο National Doral του Τραμπ στο Μαϊάμι καλπάζει, οι αριθμοί τον διέψευσαν. Τα πράγματα είναι διαφορετικά. Το 2018 είχε έσοδα 81,4 εκατ. δολάρια από τις δραστηριότητες γκολφ και διαμονής, 15% λιγότερα σε σύγκριση με το 2016. Το 2019 τα έσοδά του μειώθηκαν περαιτέρω. Η κατάσταση πιθανολογείται ότι δεν θα βελτιωθεί συντόμως.
Τα βήματα της Deutsche Bank ακολούθησαν η Signature Bank και ο Επαγγελματικός Σύλλογος Γκολφ, άλλος παραδοσιακός σύμμαχος του Τραμπ, που όμως τώρα τερμάτισε τη συνεργασία μαζί του.
Ενα από τα τέσσερα μεγαλύτερα τουρνουά του γκολφ, το οποίο θα ελάμβανε χώρα στο Trump National Golf Club στο Νιού Τζέρσεϊ το 2022, ακυρώθηκε.
‘Eνας παγκόσμιος οργανισμός για το γκολφ, το R&A, ανακοίνωσε επίσης ότι «δεν σχεδιάζει να διοργανώσει κανένα από τα πρωταθλήματά του στα θέρετρα του Τραμπ στο προβλεπόμενο μέλλον».
Η Stripe, μια ιδιωτική εταιρεία που επιτρέπει στις επιχειρήσεις να διεκπεραιώνουν πληρωμές στο Διαδίκτυο, ανακοίνωσε ότι θα σταματήσει την επεξεργασία πληρωμών για τον ιστότοπο της προεδρικής εκστρατείας του Τραμπ, η οποία περιέργως είναι ακόμα ενεργή και προσοδοφόρα.