«Σύνορα η αγάπη δεν γνωρίζει». Και καμιά φορά ούτε και ο θάνατος δεν έχει τη δύναμη να χωρίσει ένα ζευγάρι αγαπημένο.

Είναι μια σκέψη που μας ξαφνιάζει και μας συγκινεί κάθε φορά που μαθαίνουμε για ζευγάρια της παροικίας μας που «φεύγουν» μαζί ή, έστω, με ελάχιστες ημέρες διαφορά, ακολουθώντας τον άνθρωπό τους στο μεγάλο ταξίδι της αιωνιότητας.

Έτσι έγινε και με την περίπτωση του Σωτήρη Μπουλιόπουλου και της αγαπημένης του συζύγου Σοφίας, που έφυγαν και οι δύο τον περασμένο Δεκέμβριο, μετά από εξήντα χρόνια ευτυχισμένης συμβίωσης.

Το σκοτάδι της άνοιας στο οποίο είχε βυθιστεί τα τελευταία χρόνια η Σοφία, δεν στάθηκε δυνατό να μουδιάσει το ισχυρό σοκ και τον πόνο της απώλειας του 92χρονου συζύγου της, Σωτήρη, ο οποίος τη φρόντιζε με τρυφερότητα μέχρι που άφησε την τελευταία του πνοή, στις 14 Δεκεμβρίου.

Ράγισε κι εκείνη την αμέσως επόμενη ημέρα όταν υπέστη ένα σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο και δεκαεφτά μέρες αργότερα θα πάει να τον βρει. Ήταν απρόσμενο για την οικογένεια. Κανένας δεν το περίμενε.

“Μαζί με τους γονείς μας, θρηνούμε το τέλος μιας εποχής, κάθε φορά που φεύγουν οι άνθρωποι αυτής της γενιάς” μας λέει η κόρη του ζευγαριού, Βίκυ Μπουλιοπούλου. “Αυτοί οι άνθρωποι τα έδωσαν όλα για να μας μεγαλώσουν, και είναι καλό να το θυμόμαστε κι εμείς οι νεότεροι”. Φώτο: Supplied .

«Όταν άκουγα για ζευγάρια που έφευγαν μαζί, δεν το πολύ-πίστευα», μας λέει η κόρη του ζευγαριού, Βίκυ Μπουλιοπούλου. «Αλλά τότε το είδα να συμβαίνει με τους γονείς μου».

«Μόλις είχε πεθάνει ο πατέρας μας και την επόμενη μέρα τρέχαμε για τη μητέρα. Αναβάλλαμε και την κηδεία του γιατί μας έλεγαν ότι κι εκείνη δεν είχε πολλές μέρες ακόμα» προσθέτει η κ. Μπουλιοπούλου.

«Έπασχε για χρόνια από άνοια και θεωρούσαμε ότι ίσως δεν είχε καταλάβει τον θάνατο του πατέρα μας. Πόσο λάθος κάναμε».

Και ήταν και σαν να πρόσμενε το τέλος, προσθέτει η κόρη τους. «Εκεί που για χρόνια με δυσκολία μας αναγνώριζε, ξαφνικά άρχισε να μας μιλάει, να πιάνει τα χέρια μας και να μας φιλάει. «Σαν να ήξερε ότι έφευγε και ήθελε να μας αποχαιρετίσει» λέει συγκινημένη η κ. Βίκυ Μπουλιοπούλου.

Τα τελευταία χρόνια το ζευγάρι έμενε στο ίδιο δωμάτιο σε κέντρο φροντίδας ηλικιωμένων στο Όκλι, και περνούσαν την κάθε μέρα τους μαζί. Η Σοφία δεν θυμόταν πια και δύσκολα μιλούσε, κι έτσι εκείνος τη φρόντιζε όσο μπορούσε. Παρά τις δυσκολίες της, κι εκείνη αυτόματα τον πρόσεχε, σπρώχνοντας το αναπηρικό καροτσάκι στο οποίο είχε καθηλωθεί, στις βόλτες τους στο γηροκομείο.

Ανέμελες οικογενειακές στιγμές μαζί με την κόρη τους. Φώτο: Supplied

Το ζευγάρι ήταν ιδιαίτερα αγαπητό στην παροικία της Μελβούρνης. Αρκετοί μπορεί να θυμούνται ακόμα το πρώτο σουβλατζίδικο της πόλης, τη δεκαετία του ’70, το Sam’s Continental Foods, και για το οποίο είχε γράψει όταν άνοιξε και ο «Νέος Κόσμος».

Και μόλις πριν τρία χρόνια, ο Σωτήρης Μπουλιόπουλος μπήκε και πάλι στις σελίδες της εφημερίδας μας όταν τιμήθηκε για την υπηρεσία του ως εύζωνας στην Προεδρική Φρουρά, στο πλαίσιο της άφιξης των Ευζόνων στη Μελβούρνη το 2018, για την Εθνική Γιορτή της 25ης Μαρτίου.

Ο Σωτήρης Μπουλιόπουλος ήταν από τους παλιούς μετανάστες. Είχε αφήσει το πόστο του στην Προεδρική Φρουρά για ένα νέο ξεκίνημα στην Αυστραλία το 1955. Ορφανός πια και από πατέρα, δεν υπήρχε κάτι να τον κρατάει σε μια Ελλάδα που υπέφερε.

Ο Σωτήρης Μπουλιόπουλος τιμήθηκε το 2018 για την υπηρεσία του στην Προεδρική Φρουρά. Στα χέρια του κρατάει μία φωτογραφία του από εκείνα τα χρόνια, λίγο πριν φύγει το 1955 για την Αυστραλία. Φώτο: Supplied

Η γνωριμία τους έγινε μέσω μιας φωτογραφίας, όπως γινόταν συχνά εκείνα τα χρόνια. Χωρίς κανέναν δικό της στη μακρινή Αυστραλία, η Σοφία έδειξε το θάρρος της, όταν πήρε το πλοίο για το άγνωστο, ελπίζοντας η τύχη να της χαμογελάσει, και να αγαπήσει τον άντρα που της είχαν προξενέψει.

Στάθηκε τυχερή. Τον άνθρωπο στη φωτογραφία τον αγάπησε πολύ και του αφοσιώθηκε μια ζωή. Έφτιαξαν μαζί μια όμορφη οικογένεια, απέκτησαν τρία παιδιά τα οποία μεγάλωσαν σ’ ένα σπίτι ζεστό και φιλόξενο και με την πόρτα πάντα ορθάνοιχτη για τους φίλους τους.

«Το σπίτι γέμιζε από επισκέπτες, φαγητό, μουσική και γλέντι», θυμάται η κόρη τους. Σε αυτό φιλοξενήθηκαν πολλές φορές συγγενείς από την Ελλάδα, οι οποίοι μετά έφευγαν από εκεί, γαμπροί και νύφες, με τη στήριξη του ζευγαριού για ένα καλό ξεκίνημα.

Τραγουδούσε η μητέρα της συνέχεια, θυμάται η κ. Μπουλιοπούλου. Όταν έκανε δουλειές, τραγούδαγε με τη βελούδινη φωνή της, εκφράζοντας μέσα από τις μελωδίες, τη λύπη και τη χαρά της.

Για μια οικογένεια που έχασε απανωτά και τους δυο γονείς, τον παππού και τη γιαγιά, είναι μια μικρή παρηγοριά ότι τουλάχιστον είναι μαζί.

Στιγμιότυπα από την εκδήλωση τιμής του Σπύρου Μπουλιόπουλου. Φώτο: Supplied