Για να μπορέσει να διατηρηθεί μια γλώσσα μειονότητας, στην προκειμένη περίπτωση η Ελληνική, που λειτουργεί σε ένα διγλωσσικό καθεστώς με κυρίαρχη την Αγγλική, πρέπει να υπάρχουν οι εξής τέσσερις θεμελιώδεις προϋποθέσεις:

1. Ευρεία αριθμητική βάση χρηστών

Η Απογραφή του Αυγούστου του 2016, σε συνδυασμό με διασταυρώσεις που έχουν σχέση με την καταγωγή και το θρήσκευμα, έδειξε ότι οι χρήστες της Ελληνικής ανέρχονται σε 275.000 και ότι η Ελληνική είναι μία από τις πλέον ισχυρές οικολέκτους της Αυστραλίας.

2. Βαθμός αποδεκτότητας της Ελληνικής.

a. Η Ελληνική είναι μία από τις 8, αργότερα 10, και τέλος, από το 2014 και εξής, 14 γλώσσες προτεραιότητας της εθνικής πολιτικής για τις γλώσσες της Αυστραλίας, ή «γλώσσες ευρείας μάθησης».

b. Είναι γλώσσα υποχρεωτικής διδασκαλίας και μάθησης στο κυβερνητικό σχολικό σύστημα.

c. Είναι γλώσσα επικοινωνίας του κρατικού συστήματος – αεροδρόμια, υγειονομικές υπηρεσίες, ανακοινώσεις κλπ.

d. Αποτελεί γλώσσα διαφήμισης εμπορικών προϊόντων σε δρόμους και κτήρια, αφίσες αγγλόγλωσσων εφημερίδων που διαφημίζουν στα Ελληνικά το προς διάθεση εμπορικό αντικείμενο.

3. Λειτουργικότητα της Ελληνικής

Το 93% των Ελλήνων και Κυπρίων μεταναστών έχουν γεννηθεί από το 1920 έως το 1950. Το 2020, κατά μέσον όρον, η ηλικία του μετανάστη πρώτης γενιάς ήταν το 83ο έτος. Η γήρανση και επομένως η βιολογική έξοδός τους θα έχει γεωμετρικό χαρακτήρα στα επόμενα 15 χρόνια.

Ωστόσο, σε διαγενεολογικό επίπεδο ο δείκτης γλωσσικής σύγκλισης της Ελληνικής παραμένει ο υψηλότερος μαζί με την Τουρκική και τη Μακεδονοσλαβική, αλλά σε σημαντική τροχιά ύφεσης των συστημάτων της , όπως θα σημειώσω παρακάτω.

Το 2018, ο δείκτης της γλωσσικής απόκλισης στη δεύτερη γενιά των Ελλήνων, ανερχόταν στο 7,8%, στη Τρίτη στο 19,8, ενώ στην 3η γενιά ξεπερνούσε το 39% στα μεγάλα αστικά κέντρα της Νοτιο-ανατολικής Αυστραλίας.

Ο αντίστοιχος δείκτης διαγενεολογικής απόκλισης της Ιταλικής ήταν διπλάσιος, ενώ της Ολλανδικής τριπλάσιος, με αποτέλεσμα να καταγράφεται γλωσσικός θάνατος, αμέσως μετά τη δεύτερη γενιά.

Οι κύριες Γλωσσικές Επικράτειες, οι κοινωνικοί χώροι χρήσης της Ελληνικής στην Αυστραλία είναι οι εξής:
Χώρος της οικογένειας –τα 76% των μητέρων που γεννήθηκαν στην Αυστραλία δηλώνουν ότι θα συνεχίσουν να στέλνουν τα παιδιά τους στο Ελληνικό σχολείο.

Η Ελληνική το 2016 ήταν η ισχυρότερη οικόλεκτος της Κοινοπολιτείας, ή κοινοτική γλώσσα (Community language).

Χώρος της Ορθόδοξης Εκκλησίας.- Ο δεύτερος σημαντικότερος χώρος διατήρησης της γλώσσας είναι η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία με 200 και πλέον ναούς και δίκτυα κοινωνικής πρόνοιας και εκπαίδευσης- χρειάζεται, όμως να επιμείνει στη συνεπή, διαφανή και συστηματική χρήση της Ελληνικής, ακόμη και στο τελετουργικό.

Η χρήση της Αγγλικής στους ναούς, ακόμη και στα Μυστήρια θα πρέπει να καταργηθεί. Ο Πιστός δεν επηρεάζεται από τη γλώσσα για να εκφράσει τη θρησκευτική του ανάγκη.

Πηγαίνει στην Εκκλησία από πίστη, όχι γιατί καταλαβαίνει τη γλώσσα του τελετουργικού. Στη χειρότερη περίπτωση να εισαχθεί η δημοτική αντί της Αγγλικής, όπως έγραφα πριν από σαράντα χρόνια.

Χώρος της εργασίας.- Το 34% των Ελλήνων εργάζονται σε δικές τους μικρές επιχειρήσεις, όπου ευχερής παραμένει η χρήση της Ελληνικής, όπως επίσης ζωντανή είναι η χρήση της Ελληνικής στα γηροκομεία, παιδικούς σταθμούς, ημερήσια σχολεία, κοινοτικούς οργανισμούς, συνεδριάσεις συμβουλίων, με κάποιες εξαιρέσεις, σε πολλά εργοστάσια επίπλων, παραγωγής τροφίμων κλπ.

Χώρος της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης- Το 2018 ο αριθμός των σπουδαστών της Ελληνικής (ομογενών και αλλογενών) σε όλα τα επίπεδα ανερχόταν σε 24.000- ο μεγαλύτερος αριθμός σε παγκόσμιο επίπεδο ανά χώρα- στην Αμερική ο αριθμός τους είναι 17.000 και στον Καναδά 8.000.

Χώρος πολιτιστικής έκφρασης.- Οι ελληνόγλωσσες εφημερίδες παραμένουν ελληνόγλωσσες και με μεγάλο ακόμη αριθμό αναγνωστών, ελληνόφωνοι ραδιοφωνικοί σταθμοί και τα ελληνόγλωσσα προγράμματα, σε ιδιωτικά και κρατικά μέσα ευρείας ενημέρωσης, συνεχίζουν να παρουσιάζουν μεγάλη ακροαματικότητα. Το θέατρο, χορός, το τραγούδι, πολιτιστικοί αγώνες, επιμένουν ως φορείς χρήσης της Ελληνικής.

Η άφιξη νέο-μεταναστών από την Ελλάδα και την Κύπρο, συνέβαλε αισθητά στη γλωσσική αναζωπύρωση και ενίσχυσε τους κοινωνικούς χώρους χρήσης της Ελληνικής.

4. Βαθμός σταθερότητας της Ελληνικής γλώσσας

Σε διαγενεολογικό επίπεδο, παρατηρείται μία διαρκής φθίνουσα και συρρίκνωση των συστημάτων της Ελληνικής και των διαλέκτων της, κυρίως στη φωνολογία και στο λεξιλόγιο και λιγότερο στο τυπολογικό σύστημά της, δηλαδή τη μορφολογία και το συντακτικό.

Για παράδειγμα, στην Κυπριακή και Ποντιακές διαλέκτους υπήρχε διακριτή άρθρωση των διπλών συμφώνων μιας λέξης, πράγμα που υποχωρεί στην Αυστραλία. Επίσης φωνηματική παρέκκλιση σημειώνεται στην εκφορά των ασταθών φωνολογικά οδοντικών της Ελληνικής [k, p, t] και στην άρθρωση των ασταθών φωνημάτων της Αγγλικής, κυρίως [a/e/u], ανάμεσα στους χρήστες της Ελληνικής από τη δεύτερη γενιά και μετά.

Τούτο διότι η Ελληνική έχει εντελώς διαφορετικό φωνολογικό σύστημα απ΄την Αγγλική, ήτοι ασταθή συμφωνικά φωνήματα και σταθερά φωνηεντικά φωνήματα. Το φωνολογικό σύστημα της Αγγλικής είναι εκ διαμέτρου αντίθετο.

Έρευνες που διεξάχθηκαν την τελευταία δεκαετία έδειξαν ότι μέχρι και το 2035, θα υπάρχουν ακόμη 25.000 χρήστες της Ελληνικής της πρώτης γενιάς, κυρίως εξαιτίας των επαναπατρισθέντων 80.000 Αυστραλών πολιτών και 8.000 Ελλήνων οικονομικών νέο-μεταναστών που εγκαταστάθηκαν στην Αυστραλία, μετά το 2010.

Στη χρονική αυτή στιγμή των 96% των χρηστών της Ελληνικής, Ελλήνων και Κυπρίων, θα είναι γεννημένοι στην Αυστραλία σε βάθος τεσσάρων γενεών.

Η περαιτέρω διατήρηση της Ελληνικής στο εξής θα εξαρτάται από τις διάφορες κοινωνικές και οικονομικές μεταβλητές που χαρακτηρίζουν τις ελληνικές κοινότητες στην Αυστραλία, δηλαδή την ικανότητα του οργανωμένου ελληνισμού να συνεγείρει κυβερνητική στήριξη, την ύπαρξη ευμενών δημογραφικών χαρακτηριστικών, την ύπαρξη συμπαγούς παρουσίας τους στα αστικά κέντρα, τον βαθμό προσβασιμότητας σε κέντρα χρήσης και καλλιέργειας της Ελληνικής, το βαθμός των εξωγαμιών, των διεθνικών γάμων.

Ο Πολυπολιτισμός είναι ο εχθρός της διγλωσσίας, διότι προϋποθέτει ως μέσον επικοινωνίας των διαφόρων εθνοτικών ομάδων την κυρίαρχη Αγγλική.

Ο αριθμός διδασκαλίας και η συχνότητα διδασκαλίας και μάθησης έχουν σημαντικά συρρικνωθεί σε επίπεδο που δεν είναι πλέον δυνατή η επαρκής εκμάθηση της Ελληνικής, κι εδώ εδράζεται η αριθμητική παρακμή των χρηστών και σπουδαστών της της.

Κατά κανόνα η Ελληνική διδάσκεται στην Αυστραλία από 1 έως και 4 περιόδους για 38 περίπου εβδομάδες, με μέσον όρον 600-700 ώρες διδασκαλίας στη διάρκεια της σχολικής περιόδου του παιδιού, αντί των 2.400 που απαιτούνται για την επαρκή εκμάθηση της Ελληνικής.

Επομένως δεν είναι αποτέλεσμα αφομοίωσης η σημειούμενη πτωτική εξέλιξη της γλώσσας, αλλά της ανεπαρκούς διδασκαλίας της, με τη σύμφωνη γνώμη όλων των εμπλεκόμενων φορέων.

Οι γονείς προτιμούν τις 3 περιόδους την εβδομάδα για να έχουν την ευκαιρία να κάνουν τα ψώνια τους αφήνοντας τα παιδιά τους στο σχολικό «άσυλο», οι φορείς πρόθυμα συμβιβάζονται διότι εξοικονομούν χρήμα και έξοδα, και οι μαθητές το προτιμούν γιατί έχουν λιγότερο βάρος να σηκώσουν.

Για να υπάρχει όμως επαρκής γλωσσομάθεια, ο αριθμός των ωρών πρέπει να αυξηθεί σε τουλάχιστον οκτώ την εβδομάδα [όπως ίσχυε στις πρώτες δεκαετίες μέχρι και το 1985-1990] σε δύο ή τρεις ημέρες την εβδομάδα.

Διαφορετικά έχουμε απώλεια χρόνου και φυσικά τον επερχόμενο γλωσσικό θάνατο της Ελληνικής.

Αξιόλογη, γλωσσικά σωτήρια, και καινοτόμα ήταν η κίνηση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, να αυξήσει τη διάρκεια φοίτησης στο Κολέγιο του Αγίου Ανδρέα, ώστε να εκπαιδευτούν καλύτερα και αρτιότερα στην Ελληνική γλώσσα και πολιτισμό οι σπουδαστές της Θεολογίας.

Η νόρμα της Εθνολέκτου, ύστερα από 150 χρόνια εποικισμού και χρήσης στην Αυστραλία, δεν κατέγραψε περισσότερες από 200 λέξεις τις οποίες και μορφο-φωνηματικά μετέφερε από την Αγγλική.

Οι λέξεις αυτές είναι όλες συντομότερες στην άρθρωση και απλούστερες σε συμφωνικά συμπλέγματα από τις αντίστοιχες της Ελληνικής και είναι αποτέλεσμα του βασικού νόμου της γλωσσολογίας που είναι η οικονομία στην άρθρωση, π.χ. συνδικαλιστική ένωση>γιούνιο, αφεντικό>μπόσης-σαινα, ηλεκτρική κουζίνα>στόφα, εισιτήριο >τικέτο,

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

Η Ελληνική διατηρείται στις Αγγλόφωνες χώρες σε γλωσσικά καθεστώτα διγλωσσίας αλλά και διπλογλωσσίας ως

1. Όργανο επικοινωνίας

2. Ως μέσον προβολής εθνοτικογλωσσικής ταυτότητας

3. Ως σύμβολο πολιτιστικής σύγκλισης από αλλοεθνείς φιλέλληνες

Η σημασία της διατήρησης της Ελληνικής εδράζεται σε γλωσσικά, πνευματικά, πολιτιστικά, επαγγελματικά και εμπορικά κίνητρα

Η Ελληνική παραμένει η ισχυρότερη ίσως διεθνής γλώσσα εξαιτίας της εκτεταμένης διείσδυσής της σε όλες τις σύγχρονες ευρωπαϊκές γλώσσες και ιδιαίτερα στη λειτουργία της αναζήτησης νέων λέξεων, απλών και σύνθετων, αλλά και στο τεχνολογικό και επιστημονικό τους λεξιλόγιο.

Η ελληνική γλωσσική παράδοση, διατήρησε επί Βυζαντίου και στη συνέχεια μετέδωσε στη Δύση μέσα από την Αναγέννηση, εκχωρώντας στη σύγχρονη ευρωπαϊκή παιδεία τις πλέον θεμελιώδεις αξίες του ανθρώπινου πολιτισμού και την ετοιμολογία τους.

Οι χρήστες της Ελληνικής αποτελούν τους θεματοφύλακες της πανάρχαιας αυτής γλωσσικής και πολιτισμικής παράδοσης και κληρονομιάς. Η Ελληνική ως μοναδική εν χρήσει επιβιώνουσα γλώσσα του Δυτικού Πολιτισμού, ζωντανό σύμβολο Παγκόσμιας Πολιτισμικής Κληρονομιάς 4000 ετών, πρέπει να προστατεύεται και να προωθείται.

Δεν είναι τυχαίο που τα καλύτερα δέκα πανεπιστήμια του κόσμου – Oxford, Stanford, Harvard, Cambridge, University of California, Princeton, Pekin και Melbourne, έχουν και τα δέκα καλύτερα τμήματα διδασκαλίας Ελληνικής γλώσσας – αρχαίας, ελληνιστικής, μεσαιωνικής ή νέας.

Η εθνική ταυτότητα των Ελλήνων και όλων όσοι αναγάγουν την καταγωγή τους στην Ελλάς αλλά και η πολιτισμική τους συνέχεια, και η Ελληνική εθνική ιδεολογία, όλα εδράζουν αμεσότερα και οικονομικότερα, στην Ελληνική γλώσσα.

Στη Δημοκρατία της Κύπρου, για παράδειγμα, η πίστη και αφοσίωση στην Ελληνική γλώσσα αποτελεί την πεμπτουσία του πολιτικού λόγου και της εθνικής ιδεολογίας, με αποτέλεσμα οποιαδήποτε αδιαφορία ως προς την μοίρα της, θεωρείται προδοσία και καταπίεση (Παύλου, 1990).

Στην Αυστραλία η διατήρηση της Ελληνικής γλώσσας και της Ορθοδοξίας αποτελούν τον κοινό και κεντρικότερο πυλώνα της αποστολής του οργανωμένου Ελληνισμού.

Το 1979 οι φοιτητές του Πανεπιστημίου Monash της Μελβούρνης κατέβηκαν σε απεργία πείνας ημερών στην πλατεία της Μελβούρνης για να διαμαρτυρηθούν για την εφαρμογή περιοριστικών ορίων στις εγγραφές φοιτητών και το 1992 αργότερα ομογενείς κατήλθαν σε αλλεπάλληλες πορείες διαμαρτυριών, χαρακτηρίζοντας ως μορφωτική γενοκτονία τον περιορισμό του αριθμού εκφώνησης των ελληνόφωνων προγραμμάτων στην κρατική ραδιοφωνία και τηλεόραση, ενώ μόλις πριν μερικούς μήνες η Ομογένεια ξεσηκώθηκε με επιτυχία εναντίον της κατάργησης του Τμήματος Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο του La Trobe, προκειμένου να διασώσει τη διδασκαλία της γλώσσας την οποία μιλούσε ο Όμηρος, η Σαπφώ, ο Σοφοκλής, ο Αριστοτέλης, ο Αλέξανδρος, η Άννα Κομνηνή, οι Παλαιολόγοι, ο Κοραής και ο Ελύτης και στην οποία αδιάκοπα και διαχρονικά γράφτηκαν τα μεγαλύτερα μνημεία της λογοτεχνίας, της φιλοσοφίας και επιστημών, και τα ιερά τα Ευαγγέλια και τα Πατερικά κείμενα.

Σημαντική για την πολιτική και οικονομική ανέλιξη σπουδαστών πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών επιστημών έχει η εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας στην ξένη, δεδομένης της ευρωπαϊκής θέσης της Ελλάδας και της Κύπρου. Η αναγνώριση της Ελληνικής ως επίσημης γλώσσας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η χρήση της Ελληνικής στη καταγραφή κειμένων, ανακοινώσεων, κανονισμών δίνει την ευκαιρία σε επαρκείς χρήστες της να προσβλέπουν ευρωπαϊκή καριέρα.

Η Ελληνική γλώσσα επέχει σημαντική θέση στη διεθνή γραμματεία σε επιστημονικούς χώρους που σχετίζονται με την αρχαιολογία, την ανθρωπολογία, τις κλασσικές σπουδές και γενικότερα τις ανθρωπιστικές σπουδές.

Ο σύγχρονος γεωπολιτικός και εμπορικός χαρακτήρας της Ελλάδας και της Κύπρου, ως ηγεριών της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων, με τις δύο χώρες κυρίαρχες στο εμπορικό ναυτικό, αποτελεί θετικό κίνητρο για την εκμάθηση της χώρας και της εξασφάλιση εργασίας.

Να κλείσω με ακόμη θετικό και αισιόδοξη μήνυμα.

Η Κυπριακή Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτωρίας που λειτουργεί από το 1932, αναγνωρίζοντας το 2021 τη σημασία της Ελληνικής γλώσσας και ιστορίας, υπό την προεδρία του κ. Στέλιου Αγγελοδήμου και του αντιπροέδρου της, π. Υπουργού της Πολιτείας, κ. Θ. Θεοφάνους, αναλώνει δεκάδες χιλιάδες δολάρια για να καταγραφεί η ιστορία των Κυπρίων της Αυστραλίας και προχωρά στη ανέγερση του μεγαλύτερου πολιτιστικού κέντρου του Ελληνισμού, όπου θα λειτουργούν τα Κυπριακά Αρχεία και Κέντρο προώθησης και προβολής της Ελληνικής γλώσσας και πολιτισμού.